28η Οκτωβρίου σήμερα και σ’ όλη την Ελλάδα αλλά και όπου υπάρχουν Έλληνες, η εθνική επέτειος τιμάται λαμπρώς με παρελάσεις, με εορτές, με δεήσεις, με ανάκρουση του Ενικού Ύμνου.
Θυμάται και πάλι η πατρίδα και μνημονεύει με πνευματική έξαρση την αθάνατη δόξα των ευκλεών τέκνων της. Των τέκνων των ευσεβών και ευλαβών, που δεήθηκαν στην λαβωμένη Παναγιά της Τήνου, δέχθηκαν το μήνυμα του υπέρτατου χρέους τους και δεν δίστασαν να αντιμετωπίσουν με υψηλό φρόνημα την πρόκληση.
Μέσα σ’ όλους αυτούς τους εορτασμούς κεντρική θέση κατέχει η γαλανόλευκη ελληνική σημαία. Για χάρη της θυσιάστηκαν τόσοι και τόσοι.
Αλλά, τι είναι η σημαία ; Είναι μήπως ο ψυχρός ορισμός των λεξικών ; Δηλ. κομμάτι υφάσματος με τα διακριτικά χρώματα και τα συμβολικά εμβλήματα ενός κράτους ;
Δεν φαίνεται να είναι κάτι τέτοιο. Η σημαία είναι ιδέα κυματίζουσα. Είναι το σύμβολο με το οποίο ενσαρκώνεται η δυσκολονόητη ιδέα της πατρίδας. Είναι η Ιστορία της, η ιερή και υπερήφανη εικόνα της, στην οποία κατοπτρίζονται η δόξα και το μεγαλείο. Είναι η προσωποποίηση της ψυχής του λαού μας, των πόνων, των πόθων, των θριάμβων, των ελπίδων. Αποτελεί την συνείδηση, την τιμή και την δόξα του Έλληνα. Αποτελεί την άυλη έννοια της πατρίδος μας. Γιατί Ελλάδα δεν σημαίνει απλώς η έκταση που κατοικείται από μας. Είναι η έννοια που έχουν δημιουργήσει μέσα στο πέρασμα τόσων αιώνων, όλοι οι μεγάλοι νομοθέτες, ποιητές, καλλιτέχνες, φιλόσοφοι καθώς και όσοι έχυσαν το αίμα τους και θυσιάστηκαν γι’ αυτήν.
Η σημαία , λέει ο Δάφνης είναι :
«Κομμάτι από ανοιξιάτικο και ξάστερο ουρανό
που είναι λευκό σαν τον αφρό του κύματος,
που ανθίζει σε περιγιάλι ολόγλυκο, σε πέλαο μακρινό.
Αυτό είναι το ιερό πανί, που, όταν περνάει μπροστά μας,
υγραίνονται τα βλέφαρα και σπαρταρά η καρδιά μας».
Από αρχαιοτάτων χρόνων οι Έλληνες εξέφρασαν την εθνική τους υπόσταση και τον πόθο τους για την ελευθερία, χρησιμοποιώντας διάφορα εμβλήματα και σημαίες. Είτε ήταν η γλαύκα των Αθηναίων, είτε το λευκό πανί με τον γαλάζιο Σταυρό των Παλαιολόγων, είτε η σημαία του Ρήγα με το ρόπαλο και τους 3 σταυρούς, είτε τα φλάμπουρα και τα μπαϊράκια των κλεφταρματολών και του Κολοκοτρώνη, όλα αυτά υποδήλωναν την διάθεση των Ελλήνων για ανεξάρτητο κράτος ελευθερίας, δημοκρατίας και Ορθοδοξίας.
Η Α’ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, τον Ιανουάριο του 1822, διακήρυξε την ανεξαρτησία της Ελλάδος και καθιέρωσε για πρώτη φορά ως χρώματα της ελληνικής σημαίας το γαλάζιο και το άσπρο.
Όποιο χρώμα και σύμβολο κι αν έφερε η ελληνική σημαία στο διάβα της ιστορίας, ένα είναι το βέβαιο, ότι εμψύχωσε και οδήγησε στον ηρωισμό και την θυσία γενιές Ελλήνων.
Ο Δημ. Καλορρίζικος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 στην Κρήτη, ο Αλέξανδρος Διάκος, ο πρώτος νεκρός στην μάχη της Πίνδου το 40 – 41, ο Κώστας Κουκίδης, που τυλιγμένος με την σημαία γκρεμίστηκε στα βράχια της Ακρόπολης, ο Ευαγόρας Παληκαρίδης μαχητής της ΕΟΚΑ και τόσοι άλλοι, γνωστοί και άγνωστοι, έδωσαν την ζωή τους τιμώντας την Ελληνική σημαία.
Έλληνες με πίστη, με ιδανικά, με αξίες, συνειδητοποιημένοι απόγονοι των Αρχαίων Ελλήνων.
Σαφώς προβληματιζόμαστε και απορούμε πόσο πολύ απέχει το φρόνημα αυτών των Ελλήνων με αυτών που σήμερα όχι μόνο αδιαφορούν και χλευάζουν την Ελληνική σημαία, αλλά την ποδοπατούν και την πυρπολούν.
Η θυσία των Ελλήνων για την πατρίδα και την σημαία φαίνεται να έχει ξεχαστεί. Οι εθνικές επέτειοι, όποτε και όπως γίνονται, δεν δείχνουν ικανές να μας αφυπνίσουν. Η σημαία που αντικρίζουμε σήμερα είναι η ελληνική ψυχή, η οποία από τα βάθη των αιώνων ακτινοβολεί και καθοδηγεί το έθνος στον δρόμο της αρετής και της ανδρείας. Είναι η ελληνική ψυχή, όπως την γαλούχησαν και την ανέθρεψαν οι χιλιετηρίδες.
Σήμερα, ειρήνης επικρατούσης και σοβαρών εξωτερικών παραγόντων μη απειλούντων, η ελληνική σημαία δεν έχει ανάγκη υπερασπίσεως θυσιάζοντας την ζωή μας.
Η σημαία απαιτεί από μας άλλα πράγματα. Απαιτεί την διαφύλαξη και την συνειδητοποίηση της εθνικής μας προσωπικότητας, της εθνικής μας ατομικότητας και μοναδικότητας. Θέλει να ξαναζήσουμε βαθιά, με πάθος και αφοσίωση την Παράδοσή μας, να ξαναπαραδειγματιστούμε από την Ιστορία μας. Να αγαπήσουμε εκ νέου τον εαυτό μας και να πλάσουμε την ζωή μας πατώντας στην ορθόδοξη πίστη. Ζητά από μας η Σημαία να διατηρήσουμε το Έθνος μας προφυλάσσοντάς το από την επερχόμενη παγκοσμιοποίηση. Να πραγματώσουμε μια νέα Μεγάλη Ιδέα.
Ποια να’ ναι άραγε αυτή η νέα Ιδέα ;
Γράφει χαρακτηριστικά ο Κώστας Τσιρόπουλος : « Είναι η προσπάθεια να δώσει ο Ελληνισμός στον σημερινό κόσμο ένα τύπο ζωής ανθρώπινο, μεσογειακό, φωτεινό και ελεύθερο, ισορροπημένο ανάμεσα στο πνεύμα και την ύλη, που να συνδιαλέγεται με το μυστήριο, που να έχει μιαν έξαρση ιεραποστολής και υπερβατικότητας, τύπο που εκφράζει έντονα η Ελληνική Ορθοδοξία».
Αν οι ήρωες έπραξαν το καθήκον τους απέναντι στο Έθνος και την σημαία, οφείλουμε και εμείς σήμερα ως ελληνορθόδοξοι πολίτες να πράξουμε το καθήκον μας. Να ξαναβρούμε τις βαθύτερες πηγές της πνευματικότητας, να προβάλλουμε αρχές και αξίες, να προτείνουμε λύσεις σε θέματα ηθικής και συνειδησιακής υφής, να δώσουμε στο Έθνος μιαν ευρύτερη προοπτική.
Η σημαία είναι σύμβολο ενσάρκωσης της πατρίδας. Κατ’ επέκταση η πατρίδα θέλει σήμερα να περάσουμε από την Ελλαδικότητα στην οικουμενική χριστιανική Ελληνικότητα.
Η οικουμενική χριστιανική Ελληνικότητα είναι η απάντηση στην παγκοσμιοποίηση που πολεμά να αφομοιώσει καθετί τι εθνικό και Ορθόδοξο. Όπως είχε πει και ο Ουγκώ : «Ο κόσμος είναι μια μεγαλογραφία της Ελλάδος και η Ελλάς μια μικρογραφία του κόσμου». Άρα ως Έλληνες έχουμε χρέος να προβάλλουμε τις Ελληνικές και Χριστιανικές αξίες ως τον ενδεδειγμένο τρόπο ζωής των πολιτών του κόσμου. Και φυσικά μακριά από μας κάθε εθνικιστική και ελιτιστική διάθεση. Οι λαοί πρέπει να είναι επώνυμοι. «Ο Χριστιανισμός», αναφέρει ο Καργάκος, «θέλει τους λαούς επωνύμους, όπως θέλει εμπρόσωπο και επώνυμο κάθε άνθρωπο».
Τελειώνοντας, ο Φώτης Κόντογλου σημειώνει σε μια ομιλία του κατά την ματωμένη εξέγερση των Ελλήνων του 1940, που απευθυνόταν στους στρατιώτες : «Όπως κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του χαρακτήρα, και κάθε έθνος έχει κι αυτό τον δικό του χαρακτήρα. Τον πιο ζωηρό χαρακτήρα και τον πιο ιδιόρρυθμο τον έχει η Ελλάδα. Αυτή η Ελλάδα έχει μέσα της κάποια δύναμη δραστική, που δεν την έχει κανένα έθνος. Κι αυτή η δύναμή της είναι δύναμη πνευματική. Η ψυχή της Ελλάδας, σε ό,τι κάνει, έχει μια ιδιαίτερη μοσχοβολιά πνευματικής αγνότητας, που δεν έχει κανένας άλλος. Όποιος αγαπά την Ελλάδα, δεν μπορεί να μην αγαπά καθετί με το οποίο φανερώνεται η εξαίσια ψυχή της δηλ. την Παράδοσή μας, που μέσα της είναι θησαυρισμένοι όλοι οι απόκρυφοι θησαυροί της.
Ας εκφράσουμε τέλος την ελπίδα και την πίστη ότι οι σύγχρονοι Έλληνες, εμπνεόμενοι από τα ιδανικά και τις αξίες που μας μεταδίδει η κυματίζουσα γαλανόλευκη, θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, θα διαφυλάξουμε την Παράδοσή μας και θα αποδώσουμε στην οικουμένη μιαν Ελλάδα απαστράπτουσα και λουσμένη στο φως της αληθείας, της αγάπης και της Ορθοδοξίας.
8 σχόλια:
Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης
Η 26η Οκτωβρίου αποτελεί την πλέον σημαντική ημέρα για τη Θεσσαλονίκη, καθώς η γιορτή του πολιούχου Άγιου Δημητρίου συνδυάζεται με την επέτειο της απελευθέρωσης της πόλης.
Οι δύο βαλκανικοί πόλεμοι στις αρχές του 20ου αιώνα έδωσαν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να διεκδικήσει και να κατακτήσει ορισμένα πάλαι ποτέ δικά της εδάφη, επεκτείνοντας σημαντικά τη μεθοριακή της γραμμή. Μεταξύ των πιο σπουδαίων κατακτήσεων συγκαταλέγεται η Θεσσαλονίκη, η «φυσική πρωτεύουσα» της Μακεδονίας: μία πόλη με αξιοσημείωτη στρατηγική θέση, η οποία ανέκαθεν έπαιζε σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία των Ελλήνων.
Ωστόσο, η απελευθέρωση της πόλης κάθε άλλο παρά μία εύκολη υπόθεση ήταν. Παράλληλα με την Ελλάδα, η Βουλγαρία κινούταν απειλητικά προς τη Θεσσαλονίκη, επιχειρώντας να εισέλθει πρώτη στην πόλη: γεγονός που πιθανότητα σήμαινε ότι η Θεσσαλονίκη θα περνούσε από την οθωμανική στη βουλγαρική κατοχή.
Τελικά, κάτω από την πίεση του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο ελληνικός στρατός υπερέβαλλε εαυτόν, έκαμψε τις όποιες αντιστάσεις συνάντησε στο δρόμο του και μπήκε πανηγυρικά, το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, στην πόλη της Θεσσαλονίκης.
Η κατάσταση στα Βαλκάνια το 1912
Στις αρχές της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα, η ατμόσφαιρα στα Βαλκάνια ήταν ιδιαίτερα έκρυθμη. Το κίνημα των «Νεότουρκων» που κατείχε ουσιαστικά τον έλεγχο της εξουσίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, επιχείρησε να «καθαρίσει» τη χώρα από τα αλλότρια στοιχεία, περιορίζοντας τις ελευθερίες των χριστιανικών κοινοτήτων. Ο τουρκικός εθνικισμός που εκπροσωπούσαν οι Νεότουρκοι έστρεψε εναντίον του όλα τα υπόλοιπα κράτη των Βαλκανίων και τα οδήγησε στη σύναψη μυστικών στρατιωτικών συμφωνιών (σερβοβουλγαρική συνθήκη: 29 Φεβρουαρίου/13 Μαρτίου 1912, ελληνοβουλγαρική συνθήκη: 16/29 Μαΐου 1912).
Παράλληλα, η επιθυμία ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα - το αποκαλούμενο ως «Κρητικό ζήτημα» - αποτέλεσε έναν σημαντικό παράγοντα έντασης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, δίνοντας την αφορμή για εμπορικούς αποκλεισμούς ομογενών σε ολόκληρη την επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επιπλέον, η προσωρινή απελευθέρωση των Δωδεκανήσων κατά τη διάρκεια του ιταλοτουρκικού πολέμου (1911-12), δημιούργησε μία νέα τριβή στις σχέσεις των δύο χωρών.
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Ελευθέριος Βενιζέλος, παρακολουθούσε με αγωνία τις διεθνείς διπλωματικές εξελίξεις, προσπαθώντας να αποφύγει την εμπόλεμη κατάσταση, επειδή πίστευε πως το ελληνικό κράτος διένυε περίοδο ανασύνταξης και ανασυγκρότησης. Τελευταία σημαντική εξέλιξη, η κήρυξη πολέμου από πλευράς Μαυροβουνίου στην Τουρκία, στις 25 Σεπτεμβρίου του 1912. Τελικά, υπό την πίεση των εξελίξεων, η χώρα μας τάχθηκε στο πλευρό της Σερβίας και της Βουλγαρίας λίγες ημέρες αργότερα: οι τρεις βαλκανικές χώρες στις 30 Σεπτεμβρίου/13 Οκτωβρίου επέδωσαν τελεσίγραφο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ζητώντας την να ικανοποιήσει συγκεκριμένα αιτήματα προς χάριν των χριστιανικών κοινοτήτων (όπως π.χ. η επικύρωση της εθνικής αυτονομίας τους). Το τελεσίγραφο απορρίφθηκε και μοιραία, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις πήραν τη θέση των διπλωματικών ελιγμών.
Οι πρώτες επιχειρήσεις
Ο στρατός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αν και καταπονημένος από την προηγηθείσα πολεμική εμπλοκή με την Ιταλία, δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητος ως προς το μέγεθος: περίπου 350.000 Τούρκοι ετοιμάστηκαν να σταματήσουν τους «εισβολείς» στα τέσσερα μέτωπα που δημιουργήθηκαν. Πιο συγκεκριμένα, στο μέτωπο της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας αναπτύχθηκαν οι Σέρβοι και οι Μαυροβούνιοι, ενώ τα μέτωπα της Νότιας Μακεδονίας και της Ηπείρου ανέλαβε ο ελληνικός στρατός. Αντίθετα, στην περιοχή της Θράκης αναπτύχθηκαν οι Βούλγαροι, οι οποίοι σχεδίαζαν την ταχεία προσχώρησή τους προς το εσωτερικό της Μακεδονίας, με απώτερο στόχο τη Θεσσαλονίκη.
Αρχικά, μία ελληνική μεραρχία ανέλαβε το μέτωπο της Ηπείρου, ενώ επτά ελληνικές μεραρχίες με περίπου 100.000 άντρες και αρχιστράτηγο το διάδοχο Κωνσταντίνο, ξεχύθηκαν στη Μακεδονία. Την 5η Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός ξεκίνησε τις επιχειρήσεις του, με την κατάληψη των τουρκικών συνοριακών φυλακίων, αντιμετωπίζοντας συνολικά μικρή αντίσταση. Η προέλαση του ελληνικού στρατού συνεχίστηκε, αναγκάζοντας τους Τούρκους να εγκαταλείψουν τα υψώματα της Ελασσόνας (6 Οκτωβρίου) και να αμυνθούν στα στενά του Σαρανταπόρου. Η συγκεκριμένη περιοχή είχε σχεδιαστεί από Γερμανούς αξιωματικούς και επέτρεπε στους αμυνόμενους να ελέγχουν πλήρως την κίνηση των επιτιθεμένων.
Δύο ελληνικά συντάγματα από τρεις μεραρχίες (1η, 2η και 3η) ανέλαβαν να επιτεθούν κατά μέτωπον, εκτεθειμένα στα καταιγιστικά πυρά των Τούρκων. Παράλληλα, δύο άλλες μεραρχίες (4η και 5η) κινήθηκαν από τα πλάγια, επιχειρώντας να κυκλώσουν τον εχθρό. Μετά από διήμερη μάχη (9-10 Οκτωβρίου) και παρά τις πολλές απώλειες (182 νεκροί, περίπου 1.000 τραυματίες), ο ελληνικός στρατός κατάφερε να καταλάβει το Σαραντάπορο, τρέποντας σε φυγή τους αντιπάλους. Η πρώτη σημαντική ελληνική νίκη είχε επιτευχθεί, η οποία άνοιγε το δρόμο για την κατάληψη της Μακεδονίας. Οι Τούρκοι άρχισαν να υποχωρούν και οι Έλληνες να προελαύνουν: Κοζάνη, Γρεβενά, Κατερίνη.
Τηλεγράφημα - «διαταγή» από το Βενιζέλο
Ο αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος ετοιμάστηκε να προχωρήσει με το στρατό του βόρεια προς το Μοναστήρι, το οποίο θεωρούσε πως έπρεπε να καταλάβει για λόγους στρατηγικής. Ωστόσο, την ίδια ώρα, οι Βούλγαροι συνέχιζαν την προέλασή τους και έδειχναν πως τους ενδιέφερε η κατάκτηση της Θεσσαλονίκης. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, βλέποντας πως η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει την πιο σημαντική πόλη της Μακεδονίας, διέταξε τον Κωνσταντίνο να αλλάξει πορεία και να προλάβει τους Βούλγαρους: ο ελληνικός στρατός έπρεπε να μπει πρώτος στη Θεσσαλονίκη, για να είναι σε «θέση ισχύος» όταν θα γινόταν η μοιρασιά των εδαφών από πλευράς νικητών. Τελικά, το τηλεγράφημα- «διαταγή» που απέστειλε ο Βενιζέλος στον Κωνσταντίνο διέλυσε κάθε υπόνοια αντίρρησης του δευτέρου και ο ελληνικός στρατός πήρε κατεύθυνση προς τα ανατολικά.
Τελευταίο πολύ σημαντικό εμπόδιο στην πορεία των Ελλήνων προς τη Θεσσαλονίκη ήταν τα Γιαννιτσά, πόλη ιερή για τους μουσουλμάνους. Το σημείο όπου οχυρώθηκαν οι Τούρκοι έδινε το πλεονέκτημα στον αμυνόμενο, καθώς η επάνδρωσή του δεν απαιτούσε μεγάλες δυνάμεις, ενώ ταυτόχρονα, ήταν σχεδόν αδύνατη η υπερκέρασή του από τα πλάγια. Πέντε μεραρχίες και μία ταξιαρχία ιππικού των Ελλήνων κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές δυνάμεις που αποτελούνταν από έξι πυροβολαρχίες και πέντε μεραρχίες. Μετά από σφοδρή μάχη, διάρκειας δύο ημερών (19-20 Οκτωβρίου) με μεγάλες απώλειες εκατέρωθεν, ο ελληνικός στρατός μπήκε θριαμβευτής στα Γιαννιτσά, ενώ οι Τούρκοι οπισθοχώρησαν προς τη Θεσσαλονίκη.
Τελικές διαπραγματεύσεις
Ο δρόμος για την κατάληψη της πόλης ήταν τελείως ανοιχτός. Όμως, οι Τούρκοι, κατά την υποχώρησή τους, είχαν καταστρέψει πολλές γέφυρες και περάσματα, δυσχεραίνοντας την πορεία του ελληνικού στρατού. Η καθυστέρηση των Ελλήνων και ταυτόχρονα η είδηση ότι οι Βούλγαροι πλησιάζουν στη Θεσσαλονίκη, ανησύχησαν το Βενιζέλο, ο οποίος διεμήνυσε στον Κωνσταντίνο πως τον καθιστά προσωπικά υπεύθυνο σε περίπτωση απώλειας της πόλης.
Τελικά, στις 25 Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός πέρασε τον Αξιό ποταμό και ετοιμάστηκε για επίθεση στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, ο Ταχσίν πασάς πρότεινε την, υπό όρους, παράδοση της πόλης στους Έλληνες. Ο Κωνσταντίνος αντιπρότεινε τη μεταφορά των Τούρκων αξιωματικών στη Μικρά Ασία, δίνοντας διορία έως τα ξημερώματα της 26ης Οκτωβρίου. Οι Τούρκοι δέχθηκαν, ζητώντας παράλληλα να πάρουν μαζί τους και 5.000 όπλα, όρο που απέρριψε ο Κωνσταντίνος, δίνοντας δίωρη παράταση για τελική συμφωνία. Η νέα διορία πέρασε και ο ελληνικός στρατός ετοιμάστηκε για επίθεση, όμως τελικά, ο Ταχσίν πασάς ανακοίνωσε ότι δέχονταν τους ελληνικούς όρους.
Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, ημέρας της γιορτής του πολιούχου και προστάτη της πόλης Άγιου Δημητρίου, η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό: μόλις είκοσι ημέρες μετά την κήρυξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου και λίγες ώρες προτού ο βουλγαρικός στρατός φτάσει με τη σειρά του στην - ήδη ελληνική - Θεσσαλονίκη…
nikos.
ΠΟΛΥ ΜΕΣΤΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΣΑΣ!ΝΑ ΣΧΟΛΙΑΣΩ ΗΘΕΛΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΕΜΕ,ΟΥΤΕ ΝΑ ΓΡΑΦΟΥΜΕ ΣΥΝΘΗΜΑΤΑ ΣΕ ΣΧΟΛΙΚΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ "ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ"..ΔΗΘΕΝ ΓΙΑΤΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΥΜΕ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ!ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΤΟΤΕ ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΕΞΥΠΝΑΚΗΔΕΣ ΔΕΝ ΠΑΡΑΠΟΝΕΘΗΚΑΝ ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΑΛΙΚΑΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΤΑΝ ΑΝΕΒΑΙΝΑΝ ΣΤΗΝ ΠΙΝΔΟ ΚΑΙ ΕΠΑΙΡΝΑΝ ΘΑΡΡΟΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ?
ΛΟΙΠΟΝ ΑΣ ΜΗΝ ΚΡΥΒΟΜΑΣΤΕ..ΦΑΙΝΕΤΑΙ
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΠΩΣ ΜΑΣ ΕΠΗΡΡΕΑΖΕΙ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΜΕ ΤΡΟΜΑΧΤΙΚΟΥΣ ΡΥΘΜΟΥΣ ΑΥΤΗ Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΘΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΜΑΣ,ΠΑΛΙ ΔΗΘΕΝ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΙΡΑΧΤΟΥΝ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΛΑΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ ΜΑΣ...ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΕΣΤΩ ΓΙΑ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΝΑ ΜΗΝ ΕΠΗΡΡΕΑΖΟΜΑΣΤΕ ΑΠΟ ΥΠΟΧΟΝΔΡΙΟΥΣ???..
ΚΑΤΙΑ.
Πολύ καλό άρθρο...για όποιον είχε την υπομονή να το διαβάσει...ευχαριστούμε πολύ!
Παρακαλώ να δημοσιεύονται όμως όλα τα σχόλια.
Προς όλους τους σχολιαστές
Θα θέλαμε να δημοσιεύουμε όλα τα σχόλια, αρκεί αυτά να είναι ευπρεπή και να μη θίγουν.
Εννοείται πως θα επιθυμούσαμε τα σχόλια να είναι επώνυμα.
Θα προτιμούσα να αναγράφεται ο συντάκτης του κάθε άρθρου
Μιχάλης Μακρίδης
Αγαπητέ κ.Μακρίδη,
Το μπλόγκ αυτό δεν δημιουργήθηκε για να προβάλλεται καθένας από μας. Σκοπό έχει την πνευματική ωφέλεια, την ενημέρωση κ.ά.
Είναι συλλογική προσπάθεια της Ενορίας.
Όποτε όμως, κάποιος φίλος του μπλόγκ θέλει να δημοσιεύσει κάποιο άρθρο επωνύμως, ευχαρίστως θα το κάνουμε.
Ευχαριστώ για την απάντηση αλλά η ανάρτηση του ονόματος του συντάκτη δεν είναι αποκλειστικά και μόνο ζήτημα προβολής αλλά ζήτημα υπευθυνότητος από μέρους του γράφοντος. Εξ άλλου δίνει και χρώμα προσωπικής επικοινωνίας με τους αναγνώστες. Ευχαριστώ.
Μιχάλης Μακρίδης
Δημοσίευση σχολίου