Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Η επιλογή των 12 Αποστόλων

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος-Καθηγητής


Ο Κύριος Ιησούς Χριστός δεν επέλεξε τους Αποστόλους Του από την ελίτ της τότε αριστοκρατίας, ή από τις τάξεις των πολιτικά ισχυρών, των οικονομικά δυνατών, ή τους κλειστούς κύκλους της διανόησης, διότι η διαφθορά, η κατάπτωση και η έπαρση ήταν το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των ανθρώπων. Αντίθετα τους επέλεξε από τους άσημους, αδύναμους και αγράμματους ανθρώπους, οι οποίοι βίωναν την δυστυχία και την κακοδαιμονία της πτώσεως και της αμαρτίας καλλίτερα από τους πρώτους και καλλιεργούσαν έντονα στην ψυχή τους την προσδοκία της από το Θεό απολυτρώσεως. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Επειδή γαρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν… τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα καταισχύνη τα ισχυρά και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα, ίνα τα όντα καταργήση, όπως μη καυχήσηται πάσα σάρξ ενώπιον του Θεού.» (Α΄Κορ.1,21-29). Η άσημη προέλευση των Αποστόλων είναι από τα πρωτοχριστιανικά χρόνια ως σήμερα σημείο αναφοράς όλων των πολεμίων του Χριστιανισμού, ως δήθεν θρησκεία των παρακατιανών ανθρώπων. Η σάπια ψευτοδιανόηση θα ήθελε έναν Χριστιανισμό «φιλοσοφικό», ο οποίος θα έδινε έναυσμα για ανώφελες συζητήσεις στους κλειστούς κύκλους των «πνευματικών ανθρώπων», αποκομμένο από τον αγιαστικό και σωστικό του ρόλο. Επειδή αυτός δεν ταιριάζει στα δικά τους μέτρα, γι’ αυτό απορρίπτεται από αυτούς και πολεμείται λυσσαλέα σε όλες τις εποχές!


Οι Άγιοι Απόστολοι

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος-Καθηγητής



Όπως όλες οι θρησκείες, οι φιλοσοφίες, οι διάφορες κοινωνικές ομάδες έχουν τις δικές τους προσωπικότητες, οι οποίες συνέβαλλαν στη διαμόρφωσή τους έτσι και η αγία μας Εκκλησία έχει τα δικά Της ιερά πρόσωπα, τα οποία έθεσαν την προσωπική τους σφραγίδα στη θεμελίωση, την ανάπτυξη και την εδραίωσή της σωστικής Της παρουσίας στον κόσμο. Είναι τα αμέτρητα νέφη των αγίων Της, οι οποίοι στο δισχιλιόχρονο διάβα Της έδωσαν, δίνουν και θα δίνουν τον «καλόν αγώνα» ια να επικρατήσει το θέλημα του Θεού «ως εν ουρανώ και επί της γης», να επεκταθεί η Βασιλεία Του σε όλους τους κόσμους, να εξοβελιστεί το παρείσακτο κακό από τη θεία δημιουργία μαζί με τον ενσαρκωτή του το διάβολο. Αγωνίστηκαν και αγωνίζονται να τύχουν όλες οι ανθρώπινες υπάρξεις της εν Χριστώ απολυτρώσεως και να ανυψωθεί το ανθρώπινο γένος στον θεόσδοτο στόχο του, στην κατά χάριν θέωσή του.

Πρωτοπόροι σε αυτόν τον τιτάνιο αγώνα υπήρξαν οι άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι εστάλησαν από τον Κύριο «εν μέσω λύκων» (Ματθ.10,16) για να αναγγείλουν το ευαγγέλιο της σωτηρίας σε όλα τα έθνη. Δηλαδή να γνωρίσουν στην «εν σκότει και σκιά θανάτου» (Ματθ.4,16) καθήμενη ανθρωπότητα ότι ο μεγάλος Θεός της αγάπης ευδόκησε να σωθεί ο κόσμος διά του Ιησού Χριστού. Να διακηρύξουν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους πως «ουκ έστι εν άλλω ουδενί η σωτηρία» (Πραξ.4,12), καταδεικνύοντας τα εγκόσμια σχήματα ανεπαρκή να σώσουν πραγματικά και καθολικά το ανθρώπινο γένος. Δεν είχαν φήμη, ούτε χρήματα, ούτε μόρφωση, ούτε ευγενική καταγωγή, ούτε συστάσεις, ούτε καμιά άλλη βοήθεια όταν στάλθηκαν στα έθνη. Είχαν όμως κάτι ασύγκριτα ανώτερο από όλα αυτά: τη ζέση του Παναγίου Πνεύματος, το Οποίο τους μεταμόρφωσε κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής στο υπερώο της Ιερουσαλήμ και τους κατέστησε πολύτιμα δοχεία της χάρητός Του, ολόφωτους νοητούς φωστήρες, αστραφτερά ορόσημα για τους λαούς του κόσμου. Είχαν επίσης και κάτι άλλο, το ίδιο σημαντικό: τη συγκλονιστική εμπειρία της τριετούς μαθητείας τους κοντά στον Κύριο Ιησού Χριστό, της παναγίας ζωής Του, της υπερτέλειας διδασκαλίας Του, των άπειρων θαυμάτων Του και πάνω απ’ όλα της λαμπροφόρου αναστάσεώς Του από τους νεκρούς. Έχοντας αυτά τα πνευματικά εφόδια κατόρθωσαν το ακατόρθωτο: να καταυγάσουν και να μεταμορφώσουν την ανθρωπότητα. Πέτυχαν σε ελάχιστο χρόνο αυτό που δεν πέτυχε η ανθρώπινη δύναμη και διανόηση από την αρχή της ιστορίας, αλλάζοντάς κυριολεκτικά τον ρου της!

Αυτό βεβαίως δεν κατορθώθηκε χωρίς τίμημα. Το έργο της μεταμορφώσεως του κόσμου επισφραγίστηκε με το τίμιο αίμα τους. Οι άγιοι Απόστολοι κατέχουν στη χωρία των αγίων της Εκκλησίας μας διπλή τιμητική ιδιότητα: του Αποστόλου και του Μάρτυρα, γι’ αυτό και απολαμβάνουν τέτοιας μεγάλης τιμής από τους πιστούς!




Εγκώμιο στον Απόστολο Παύλο

Αγ.Ιωάννου Χρυσοστόμου


Γι᾿ ατ κπλήσσομαι μ τ δύναμη το Θεο, γι᾿ ατ θαυμάζω τν προθυμία το Παύλου, πειδ δέχτηκε τόση χάρη, πειδ καμε τέτοιον τν αυτό του. Κα σς παρακαλ ν μ θαυμάζετε μόνο, λλ κα ν μιμεσθε τ παράδειγμα ατ τς ρετς, γιατ τσι θ μπορέσουμε ν λάβουμε τ δια μ᾿ κενον στεφάνια. Ἐὰν μως πορες κούοντας τι, ν κατορθώσεις τ δια, θ πετύχεις τ δια μ τν Παλο, κουσε ατν ν λέγει τ ξς· «χω γωνισθε τν καλ γώνα, χω φθάσει στ τέλος το δρόμου, χω διαφυλάξει τν πίστη. Λοιπν μο πιφυλάσσεται τ στεφάνι τς δικαιοσύνης, πο θ μο δώσει σν νταμοιβ Κύριος, δίκαιος κριτής, κατ τν μέρα κείνη· κα χι μόνο σ᾿ μένα, λλ κα σ᾿ λους πο χουν γαπήσει τν μφάνισή του» (Β Τιμ. 4, 7-8).

Βλέπεις πς λους τος καλε στν δια κοινωνία; πειδ λοιπν πάρχουν τ δια γι λους, ς φροντίσουμε λοι ν γίνουμε ξιοι τν γαθν τ ποα μς χει ποσχεθε. Κα ς μ δομε μόνο τ μέγεθος κα τν κταση τν κατορθωμάτων, λλ κα τ πάθος τς προθυμίας, μ τν ποία πέσπασε τόση χάρη, κα τ συγγένεια τς φύσης, γιατ εχε λα ατ τ κοιν μ᾿ μς. Κα τσι κα τ περβολικ δύσκολα θ μς φανον εκολα κα λαφρά, κα φο κοπιάσουμε στ σύντομο ατ χρόνο, θ φορέσουμε τ φθαρτο κα θάνατο κενο στεφάνι, μ τ χάρη κα τ φιλανθρωπία τo Kυρίου μας ησο Χριστο, στν ποο νήκει δόξα κα δύναμη τώρα κα πάντοτε, κα στος αἰῶνες τν αώνων. μήν.



Ενδιαφέροντα κόλπα που κάνει το σώμα μας

Εξαφανίστε τα καψίματα

Αν κάψετε κατά λάθος το δάχτυλό σας πάνω στο μάτι της κουζίνας, καθαρίστε το δέρμα και πιέστε ελαφρά το σημείο που καήκατε με το μαξιλαράκι των δαχτύλων σας. Ο πάγος θα ανακουφίσει τον πόνο πιο γρήγορα, σύμφωνα με τη Δρ. DeStefano, αλλά η φυσική αυτή μέθοδος επαναφέρει το καμένο δέρμα στη φυσιολογική του θερμοκρασία, με αποτέλεσμα να μην δημιουργείται φουσκάλα.


Κάντε τον κόσμο να σταματήσει να γυρνά

Μήπως ήπιατε λίγο παραπάνω και βλέπετε τα πάντα γύρω σας να γυρνάνε; Ακουμπήστε το χέρι σας σε κάτι σταθερό. Το κομμάτι του αυτιού, που είναι υπεύθυνο για την ισορροπία -ο θόλος του κοχλία- εγχέει ένα υγρό, που είναι της ίδιας πυκνότητας με το αίμα. «Καθώς το αλκοόλ αραιώνει το αίμα στο θόλο, ο θόλος αποκτά μικρότερη πυκνότητα και ανεβαίνει,» εξηγεί ο Δρ. Schaffer. Όλο αυτό μπερδεύει τον εγκέφαλο. Η αφή ενός σταθερού αντικειμένου δίνει μία δεύτερη «άποψη» στον εγκέφαλο, με αποτέλεσμα να νιώθουμε μεγαλύτερη ισορροπία.



Λαϊκές εκφράσεις και τί σημαίνουν.

ΜΥΡΙΖΩ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΜΟΥ

Η φράση προέρχεται από την αρχαία τελετουργική συνήθεια, κατά την οποία οι ιέρειες των μαντείων βουτούσαν τα δάχτυλά τους σ' ένα υγρό με βάση το δαφνέλαιο, τις αναθυμιάσεις του οποίου εισέπνεαν καθώς τα έφερναν κατόπιν κοντά στη μύτη τους και μ' αυτό τον τρόπο έπεφταν σ' ένα είδος καταληψίας κατά την οποία προμάντευαν τα μελλούμενα.


Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

«Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω», χ.π.

«…. Η απουσία κατάκρισης αποτελεί το κριτήριο που επιτρέπει στον άνθρωπο να γνωρίζει την αυθεντικότητα των επιλογών του ή την μίζερη καταναγκαστική εφαρμογή κάποιων ηθικών κανόνων, η οποία στοχεύει στην αποφυγή κάποιας μελλοντικής τιμωρίας.

Αν κάποιοι θρησκευόμενοι πληροφορούνταν ότι ο Θεός μέσα στο άπειρο έλεός Του δεν θα επέτρεπε την τιμωρία κανενός, θα ήσαν σίγουροι ότι αδικήθηκαν. Γιατί δήθεν στερήθηκαν κάποιες απολαύσεις. Θα αναρωτιόντουσαν για την αξία της πίστης τους. Είναι τότε που ο φόβος της τιμωρίας αποτελεί το κριτήριο των επιλογών και όχι η πεποίθηση ότι η πίστη συνιστά μια ευλογία για την ύπαρξη, μια κατευθυντήρια δυνατότητα που δεν εμποδίζει την ζωή, αλλά που επιτρέπει την ευχαριστιακή βίωσή της.

Η κατάκριση αποτελεί την προστασία των δειλών. Η προβολή όλων των κακών σε κάποιον άλλο, σ’ έναν αποδιοπομπαίο τράγο, δίνει την δυνατότητα στους άλλους, που δεν τολμούν, να λυτρώνονται από την παρόρμηση να παρανομήσουν. Η κατάκριση συνιστά κατάρα, ευχή θανάτου, και επομένως είναι τραγική ειρωνεία κάποιος να κηρύσσει την αγάπη και ταυτόχρονα να κρίνει το συνάνθρωπό του.

Η κατάκριση είναι μια στάση που δηλώνει την εσωτερική μιζέρια αυτού που την ασκεί. Ένας άνθρωπος που νιώθει την ανεπάρκειά του να πλαισιώνεται από τη χάρη και το έλεος το Θεού δεν μπορεί να στέκεται ανελέητα απέναντι στις αδυναμίες των άλλων.

Η κατάκριση αποτελεί μια μυωπική και επιφανειακή ματιά στις πράξεις των άλλων, καθώς αδυνατεί να ξεχωρίσει το πρόσωπο από την συμπεριφορά, την πράξη από τα αίτια, την επώδυνη στιγμή του παρελθόντος από την έκπληξη του μέλλοντος.

Η κατάκριση είναι μια πράξη ανωριμότητας και ανευθυνότητας, καθώς θεωρεί τον άλλο ως ξεχωριστό από τον κρίνοντα. Δεν συνειδητοποιεί ότι η όποια ανεπάρκεια του κρινόμενου σχετίζεται με την αδυναμία του κρίνοντος να τον συναντήσει ουσιαστικά.

Η κατάκριση είναι εμπόδιο στην πνευματική ανέλιξη, καθώς κρίνοντας τον άλλον ως ανεπαρκή, καθησυχάζεσαι ως προς τη δική σου επάρκεια. Είναι φραγμός στην προσωπική πορεία, γιατί στερεί τη δυνατότητα να κερδίζεις από τα θετικά στοιχεία που ο κάθε άνθρωπος διαθέτει, αν ξέρεις να τα διακρίνεις….»


Από το βιβλίο «Ρωγμές και Αγγίγματα» του Δημήτρη Καραγιάννη, εκδόσεις Αρμός.

χ.π.


Ο Απόστολος Παύλος

Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος - Καθηγητής


Ο μέγας Απόστολος των Εθνών Παύλος δεν ανήκε στη χορεία των δώδεκα Αποστόλων. Δε γνώρισε τον Κύριο όσο ζούσε στη γη, αλλά αποκαλύφτηκε κατόπιν σε αυτόν και κλήθηκε να γίνει απόστολός Του, όντας αυτός πολέμιος της Εκκλησίας.

Η Εκκλησία μας χαρακτήρισε τον Απόστολο Παύλο ως τον «Πρώτον μετά τον Ένα», δηλαδή τον σημαντικότερο άνδρα επί γης μετά τον Χριστό και ως το «πολύτιμο σκεύος Χριστού». Δίκαια, διότι ο μέγας αυτός Απόστολος προσέφερε στην Εκκλησία του Χριστού τις πιο ανεκτίμητες υπηρεσίες της ιστορίας Της! Αυτός είναι ο ουσιαστικός θεμελιωτής Της στα έθνη, ως τα πέρατα της οικουμένης!

Τις πληροφορίες για τον βίο και το έργο του μεγάλου Αποστόλου αντλούμε από το βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων» και από τις Επιστολές του, αλλά και από άλλες αρχαιότατες εξωβιβλικές μαρτυρίες. Αναφέρουμε ενδεικτικά τα εξής χωρία: Πραξ.9,1-29, 22,3-21,26,9-20, Γαλ.1,13-24, A΄Κορ.15,8, Εφ.3,8, Φιλιπ.3,12, κλπ. Το ιεραποστολικό του έργο περιγράφεται στα κεφάλαια 13ο – 28ο του βιβλίου των «Πράξεων των Αποστόλων».

Γεννήθηκε γύρω στο 15 μ.Χ. στην Ταρσό της Κιλικίας από Iουδαίους γονείς, οι οποίοι κατάγονταν από την φυλή του Βενιαμίν. Ονομαζόταν Σαούλ ή Σαύλος και επίσης είχε και το ρωμαϊκό όνομα Παύλος. Οι εύποροι γονείς του έδωσαν στον φιλομαθή γιο τους υψηλή παιδεία. Επίσης το αξιόλογο ελληνιστικό πνευματικό κλίμα της Ταρσού επέδρασαν θετικά στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Τόσο ο πατέρας του όσο και ο Παύλος ανήκε στην αίρεση των Φαρισαίων. Αυτό σημαίνει ότι από μικρός είχε καλλιεργήσει στην ανήσυχη ψυχή του θέρμη και ζήλο για την πίστη του.

Γύρω στο 34 μ.Χ. βρέθηκε στην Ιερουσαλήμ να σπουδάζει κοντά στον ονομαστό νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ (Πράξ.22,3). Ο νεαρός φαρισαίος μαθητής έδειξε ιδιαίτερο ζήλο για τη διάσωση της θρησκείας του. Τον συναντούμε συμμέτοχο στον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρα Στεφάνου (Πραξ.7,54) και λίγο αργότερα φανατισμένο διώκτη των Χριστιανών. Διαβάζουμε στο ιερό κείμενο: «Σαύλος ελυμαίνετο την εκκλησίαν κατά τους οίκους εισπορευόμενος, σύρων τε άνδρας και γυναίκας παρεδίδου εις φυλακήν» (Πραξ.8,3). Εξαιτίας του υπέρμετρου μάλιστα ζήλου του και του μίσους κατά των πιστών του Ιησού, ζήτησε από τον αρχιερέα να τεθεί επικεφαλής αποσπάσματος, το οποίο θα βάδιζε προς τη Δαμασκό, προκειμένου να τιμωρήσει παραδειγματικά τους εκεί Ιουδαίους που είχαν γίνει Χριστιανοί και να τους σύρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ (Πραξ.9,1).

Όμως καθ’ οδόν έγινε το μεγάλο θαύμα. Ο διώκτης Παύλος είδε ένα εκτυφλωτικό φως, το οποίο τον έριξε από το άλογο και τον τύφλωσε. Ταυτόχρονα άκουσε μια φωνή να του λέγει: «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;». Ο τρομοκρατημένος Παύλος ρώτησε: «Τις ει, Κύριε;» και απάντησε: «Εγώ ειμι Ιησούς ον συ διώκεις΄ αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν, και λαληθήσεται σοι τι σε δει ποιείν» (Παρξ.9,4-6). Το συγκλονιστικό αυτό γεγονός συντάραξε κυριολεκτικά τον Παύλο, μετανόησε και αφού μπήκε στην πόλη συναντήθηκε με τον επί κεφαλής της Εκκλησίας Ανανία, ο οποίος τον θεράπευσε από την τύφλωση, τον κατήχησε και τον βάπτισε. Το γεγονός αυτό έγινε χρονολογικά πιθανότατα το 36 μ.Χ.

Από τότε ο Παύλος έθεσε τον εαυτό του στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Ύστερα από μια επιμελή προετοιμασία ανέλαβε να εκχριστιανίσει τους εθνικούς, δηλαδή τους μη Ιουδαίους.

Με συνοδεία άξιων συνεργατών, όπως του Βαρνάβα και του Μάρκου ως ένα σημείο, ο Παύλος ξεκίνησε το 48 μ.Χ. την πρώτη μεγάλη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται λεπτομερώς στα 13ο και 14ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Πρώτος σταθμός τους ήταν η Σαλαμίνα και ύστερα η Πάφος της Κύπρου, όπου κήρυξαν και ίδρυσαν εκκλησίες. Κατόπιν διάβηκαν στην Μικρά Ασία και περιόδευσαν στις πόλεις Πέργη της Παμφυλίας, στην Αντιόχεια της Πισιδίας, στο Ικόνιο, τα Λύστρα, την Δέρβη και αλλού. Παρ’ όλες τις δυσκολίες που συνάντησαν και τις διώξεις που υπέστησαν, το κήρυγμά τους σημείωσε επιτυχία. Σε όλες τις πόλεις ίδρυσαν τοπικές εκκλησίες. Μέσω της Αττάλειας επέστρεψαν στην Αντιόχεια, όπου «συναγαγόντες την εκκλησίαν ανήγγειλαν όσα εποίησεν ο Θεός μετ’ αυτών και ότι ήνοιξε τοις έθνεσι θύραν πίστεως» (Πραξ.14:27).

Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην Σύνοδο της Ιερουσαλήμ (48 μ.Χ.), η οποία έλυσε σοβαρά θέματα ιεραποστολής (Πράξ.15ο κεφ.). Σε αυτή ο Παύλος έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Κατόρθωσε να πείσει ότι η αποστολή του Ιουδαϊσμού τελείωσε και πως η χάρη του Θεού έρχεται σε κάθε άνθρωπο, που συντάσσεται με το Χριστό.

Ύστερα με συνεργάτη του τον Σίλα αναχώρησε για την δεύτερη αποστολική περιοδεία του, η οποία περιγράφεται στα 16ο , 17ο και 18ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Μέσω της Συρίας και Κιλικίας περιόδευσε τις πόλεις της Ασίας Δέρβη και Λύστρα. Εκεί συνάντησε τον ευσεβή και ένθερμο νέο Τιμόθεο, το οποίο πήρε και αυτόν μαζί του. Διάβηκαν την Φρυγία, την Γαλατία, έφτασαν στην Μυσία και κατόπιν στην Τρωάδα. Κατόπιν οράματος πέρασαν στην Μακεδονία και ίδρυσαν εκκλησίες στους Φιλίππους, την Θεσσαλονίκη, την Βέροια, την Αθήνα και την Κόρινθο, στην οποία έμειναν περίπου ενάμισι χρόνο στο σπίτι του Ακύλα και της Πρίσκιλας. Με το τέλος και της δεύτερης περιοδείας ο Παύλος έφτασε στην Έφεσο και από εκεί μέσω Καισάρειας στην Ιερουσαλήμ. Κατόπιν επέστρεψε στην Αντιόχεια για ανάπαυση.

Σύντομα ανέλαβε να επιτελέσει και την Τρίτη αποστολική περιοδεία του. Περιγράφεται στα 19ο και 20ο κεφάλαια των «Πράξεων των Αποστόλων». Επισκέφτηκε την Γαλατία, την Φρυγία και κατέληξε στην Έφεσο, όπου έμεινε τρία χρόνια διδάσκοντας και στηρίζοντας την εκκλησία της μεγάλης ασιατικής αυτής πόλεως. Μετά ήλθε στην Τρωάδα, πέρασε ξανά στους Φιλίππους, στην Θεσσαλονίκη, στην Βέροια, ίσως στην Ήπειρο και τερμάτισε στην Κόρινθο, όπου έμεινε τρεις μήνες.

Μέσω Τρωάδος, Μιλήτου και Καισάρειας έφτασε και πάλι στην Ιερουσαλήμ. Εκεί συνελήφθη ως ταραχοποιός και οδηγήθηκε σε δίκη (Πράξ.21ο κεφ.). Ως ρωμαίος πολίτης (Ρωμ.11,1) απαίτησε να δικαστεί στο αυτοκρατορικό δικαστήριο της Ρώμης. Γι’ αυτό αναχώρησε δέσμιος ακτοπλοϊκώς για την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Κοντά στη νήσο Μελίτη ναυάγησε το πλοίο και βγήκαν στην ξηρά όπου κήρυξε και ίδρυσε και εκεί εκκλησία. Τελικά έφθασε στη Ρώμη, όπου ύστερα από δύο χρόνια σχετικού περιορισμού δικάστηκε και αθωώθηκε (Πράξ.27ο και 28ο κεφ.). Στο σημείο αυτό τελειώνει και το ιερό βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων».

Από την Ρώμη έπλευσε στην Κρήτη, όπου αφήκε επίσκοπο τον εκλεκτό και πιστό συνεργάτη του Τίτο, ανέβηκε στην Κόρινθο, στην Μακεδονία και επισκέφτηκε πιθανότατα την Νικόπολη της Ηπείρου το Φθινόπωρο του 66 μ.Χ., όπου και παραχείμασε (Τιτ.3,12). Μετά πέρασε και πάλι στην Ασία, όπου αφήκε τον αγαπητό του συνοδό Τιμόθεο, αφού τον κατέστησε επίσκοπο στην Έφεσο. Η τέταρτη και τελευταία περιοδεία του μεγάλου αποστόλου τερματίστηκε στην Δύση. Έφτασε σύμφωνα με μαρτυρία του αγίου Κλήμεντα Ρώμης στις εσχατιές της Δύσης, στην Ισπανία. Κατόπιν κατάκοπος και τσακισμένος από τις κακουχίες κατέληξε στην Ρώμη. Κατάλαβε το τέλος του και έγραψε στον αγαπημένο του μαθητή Τιμόθεο:

«εγώ ήδη σπένδομαι και ο καιρός της εμής αναλύσεως εφέστηκε» (Β΄Τιμ.4,6-8). Οι διωγμοί κατά των Χριστιανών, που είχε κηρύξει ο παράφρονας Νέρων βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Ο Παύλος κατέστη ο κύριος στόχος των ειδωλολατρών δημίων. Έτσι γύρω στο 67 μ.Χ. συνελήφθη και αποκεφαλίσθηκε, σφραγίζοντας έτσι το τιτάνιο ιεραποστολικό του έργο με το μαρτύριό του.

Ο μεγάλος αυτός Απόστολος μας άφησε και δεκατέσσερις επιστολές, οι οποίες κατέχουν σπουδαία θέση στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης. Αυτές είναι: 1) προς Ρωμαίους, 2) προς Κορινθίους Α΄, 3) προς Κορινθίους Β΄ 4) προς Γαλάτας, 5) προς Εφεσίους, 6) προς Φιλιππησίους, 7) προς Κολασσαείς, 8) προς Θεσσαλονικείς Α΄, 9) προς Θεσσαλονικείς Β΄,10) προς Τιμόθεον Α΄,11) προς Τιμόθεον Β΄,12) προς Τίτον, 13) προς Φιλήμονα και 14) προς Εβραίους.