Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

Η αξία του ενός Γιώτα (ι)


Ποιος το περίμενε  πως το μικρό αυτό γραμματάκι, το γιώτα (ι ) θα έπαιζε τόσο σπουδαίο ρόλο στην ιστορία της ανθρωπότητας! Έπαιξε μοναδικό ρόλο στη Λατινική αριθμολογία αποτελώντας τη μονάδα Ι-1. Και την τεράστια αξία που αποκτά το Γιώτα στη Λατινική οικονομία παρέα με κάποια μηδενικά- όμικρον.
          Αλλά αυτό το Γιώτα (Ι) έπαιξε και δημιούργησε μεγάλο σάλο για τις έριδες και διαμάχη των Πατέρων της Εκκλησίας της Α΄ Οικουμενικής 
Συνόδου και αιρεσιάρχη Αρείου γύρω από τους όρους “Ομοούσιος” και “Ομο(ι) ούσιος”.
          Αλλά και στην πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας αυτό το Γιώτα βύθισε σε περιπέτειες τη χριστιανοσύνη- Ρωμηοσύνη. Χιλιάδες ψυχές παραπλανήθηκαν και παρασύρθηκαν από το πανούργο αυτό γραμματάκι που φαίνονταν παντού.
          Ο Χριστός είχε πει: “έως αν παρέλθει ο ουρανός και η γη, ιώτα εν η μία κεραία ου μη παρέλθει από του νόμον έως αν πάντα γένηται”.
          Παρ’ όλες όμως τις περιπέτειες που είχε το γραμματάκι αυτό, έχει και μία θετική παρουσία από ιστορικής πλευράς. Πολλές φορές παρουσιάσθηκε  σαν από μηχανής Θεός υψώνοντας το ανάστημα του, για να χωρίσει δύο αντιμαχόμενες λέξεις. Η πάλι οριζοντιώθηκε να συνδέσει ή να ενώσει δύο διαφορετικές λέξεις.
          Όμως το σημαντικότερο ρόλο του έπαιξε σ’ ένα έργο που κράτησε πάνω από χίλια χρόνια έχοντα μέγεθος ακόμη και μεταϊστορικό. Ο κορυφαίος των αυτοκρατόρων, Μ. Κωνσταντίνος, άγιος και ισαπόστολος, επέλεξε αυτό το μικρό γραμματάκι για τη δυσκολότερη αποστολή της ιστορίας. Ό, τι δεν μπόρεσαν οι στρατοί, οι σύμβουλοι και οι στρατοί να πετύχουν, το κατάφερε το γιώτα. Διότι το μικρό αυτό γράμμα αναβαπτισμένο στη χάρη του ονόματος του Ιησού Χριστού ως αρχικό γράμμα του ονόματος του Θεανθρώπου Κυρίου, καθαγίασε το εντελώς νέο ιστορικό μέγεθος της Οικουμένης, μετατρέποντας τη Ρωμαϊκή σε Ρωμαίικη αυτοκρατορία. Ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός αναμόρφωσε, διαμόρφωσε και μεταμόρφωσε την παραμόρφωση της παλαιάς Ρώμης σε Νέα Ρώμη, σε μαρτυρική Ρωμαίικη Χριστοκρατία.
          Η Ρωμαίικη αυτοκρατορία, φορέας της Ρωμιοσύνης, αποτελεί από τα χρόνια του ιδρυτή της Μ. Κωνσταντίνου, το χώρο μέσα στον οποίο χωρεί ο χορός της Εκκλησίας στην οικουμενική, την αυθεντική και την ιστορική της διάσταση. Κι όλα αυτά χάρη σ’ ένα γιώτα (ι).
          Η Ρωμαίικη αυτοκρατορία, που οι Φράγκοι την κάλεσαν “Βυζάντιο” για δικούς τους λόγους, αποτελεί και σήμερα τη Ρωμηοσύνη Ορθοδοξία, τον τόπο και τον τρόπο για την επίτευξη του ευαγγελικού χωρίου “ίνα πάντες εν ώσιν”. Πρόκειται για ένα παρεξηγημένο και παρερμηνευμένο αγιογραφικό χωρίο που χρησιμοποιούν για να διακηρύξουν την “ενότητα” της ορθοδοξίας με την μη ορθοδοξία, με την αίρεση στα πλαίσια ενός οικουμενισμού.
          Το “ίνα πάντες εν ώσιν προϋποθέτει πίστη, στο Χριστό, στους Αγίους, τους μάρτυρες, τους Πατέρες της μιας και μοναδικής Εκκλησίας, δηλαδή την Ορθόδοξη Εκκλησία. Και πραγματοποιείται μόνο μέσα στα πνευματικά όρια της Ρωμηοσύνης, όπου “ουκ ένι άρσεν  και θήλυ”, αλλά “πάντες εσμέν Ρωμηοί” με την κοινή-καινή ουράνια πατρίδα , τη Βασιλεία του Θεού.
          (Επιτομή σχετικού άρθρου του θεολόγου Δ. Μεταλληνού στην “Πειραϊκή  Εκκλησία”)

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Πότε κάνουμε το σταυρό μας στις ακολουθίες, αλλά και γενικά όταν βρισκόμαστε μέσα στην Εκκλησία;


Κάνουμε το σταυρό μας:
1. Μόλις ανάψουμε το κερί μας.
2. Όταν μπαίνουμε στους Ιερούς Ναούς και όταν βγαίνουμε από αυτούς.
3. Στην αρχή κάθε ακολουθίας.
4. Σε κάθε Τριαδική εκφώνηση.
Δηλαδή κάθε φορά πού θα λέγεται ή θα ψάλλεται το: «Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι»,ή όταν ακούγεται το «... του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος...».
5. Σε κάθε εκφώνηση της Παναγίας:
«Της Παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου, Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας...» που υπάρχει στα Ειρηνικά, Πληρωτικά και Μικρές Συναπτές.
6. Στα Απολυτίκια ή Τροπάρια όταν και όπου ακούγεται το όνομα του Αγίου ή της Αγίας της ημέρας, του Ναού κλπ.
7. Στον Όρθρο, όταν ψάλλεται, επαναλαμβανόμενο, το Μεγαλυνάριο της Παναγίας: «Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ…». Το σταυρό μας είναι προτιμότερο να τον κάνουμε , όταν φθάνει η ψαλμωδία στο: «...την όντως Θεοτόκον ...», για να τονίζεται η πίστη ότι εγέννησε Θεόν.
8. Στη Μικρή και Μεγάλη Είσοδο, όταν περνούν από μπροστά μας το Ευαγγέλιο και τα Τίμια Δώρα.
9. Στον Τρισάγιο ύμνο: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς».
10. Στο «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν...» το όποιο επαναλαμβάνεται τρις. Μαζί με το σταυρό μας σ' αυτήν την περίπτωση κάνουμε κάθε φορά και μία μικρή μετάνοια.
11. Πριν από το τέλος του Εσπερινού, όταν ο Ιερέας λέγει το «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά τό ρήμα σου έν ειρήνη ότι είδον οί οφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου…».
12. Στις απολύσεις των ακολουθιών (Εσπερινού, Όρθρου και λοιπών ακολουθιών),καθώς και στην απόλυση της Θείας Λειτουργίας.
13. Κάθε άλλη φορά, κατά τις διάφορες αιτήσεις του Ιερέα , έφ' όσον αυτό αναπαύει ή ευχαριστεί τον πιστό.
14. Όταν προσκυνούμε τις άγιες Εικόνες ή άγια Λείψανα.
15. Πριν κοινωνήσουμε και μετά τη Θεία Κοινωνία.
ΔΕΝ κάνουμε το σταυρό μας:
1. Όταν μας θυμιάζει ο Ιερέας. Στις περιπτώσεις αυτές αντί Σταυρού, κάνουμε μια υπόκλιση της κεφαλής ευχαριστούντες τον Ιερέα για την τιμή πού μας κάνει: Μετά τις άγιες Εικόνες να θυμιάζει και εμάς, ως εικόνες του Θεού! Εάν καθόμαστε , πρέπει να σηκωνόμαστε.
2. Όταν στην αρχή του Όρθρου αναγινώσκεται ο Εξάψαλμος.
Το σταυρό μας μπορούμε να κάνουμε στην αρχή και στο τέλος του Εξάψαλμου. Σ' όλη όμως τη διάρκεια αυτού, ακόμη και στο μέσον του, όταν λέγουμε τα «Δόξα... Και νυν... Αλληλούια...» ΔΕΝ κάνουμε το σταυρό μας, αλλά παρακολουθούμε «εν πάση σιωπή και κατανύξει» τον Αναγνώστη, ο όποιος «μετ' ευλάβειας και φόβου Θεού», διαβάζει τον Εξάψαλμο. Διότι ό χρόνος αυτός τής αναγνώσεως προεικονίζει το χρόνο τής Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου με φόβο και τρόμο θα αναμένουμε την τελική κρίση Του για εμάς. Και, όπως τότε, έτσι και τώρα θα πρέπει σιωπώντες, όρθιοι, ακίνητοι, χωρίς μετακινήσεις ή, προπαντός, χωρίς και τούς παραμικρούς θορύβους, να παρακολουθούμε την ανάγνωση αυτή. (Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στις εσπερινές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι οποίες είναι ό Όρθρος της επομένης. Διότι τότε, αφηρημένοι, μπαίνουμε στους Ναούς χωρίς να προσέχουμε, εάν εκείνη την ώρα διαβάζεται ο Εξάψαλμος. Σ' αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να παραμένουμε ακίνητοι στην είσοδο του Κυρίως Ναού και μετά το πέρας της αναγνώσεως να μετακινούμαστε για να καταλάβουμε τη θέση μας).
3. Όταν φιλάμε το χέρι Ιερωμένου.
Η συνήθεια ορισμένων να κάνουν το σταυρό τους πριν φιλήσουν το χέρι του Επισκόπου ή Ιερέα ή οποιουδήποτε ρασοφόρου είναι λανθασμένη. Το σταυρό μας τον κάνουμε, όταν ασπαζόμαστε τις άγιες Εικόνες και όχι όταν ασπαζόμαστε το χέρι του Ιερωμένου. Όταν λοιπόν πρόκειται να επικοινωνήσουμε ή να συναντηθούμε με Ιερωμένο, μπορούμε να πούμε «Ευλόγησον, Δέσποτα ή Πάτερ» ή «Την ευχή σας, Σεβασμιώτατε ή Αγιε Καθηγούμενε ή Πάτερ και κάνοντας μία μικρή υπόκλιση της κεφαλής να ασπαστούμε το δεξί του χέρι, όποτε συνεχίζουμε το διάλογο μαζί του, όπως επιθυμεί ό καθένας. Το ίδιο κάνουμε και φεύγοντας από κοντά του. Λέμε, «Την ευχή σας ή Ευλογείτε, Πάτερ», κάνουμε μικρή υπόκλιση, προτείνοντας τις παλάμες μας σταυροειδώς, ασπαζόμαστε τη δεξιά του και φεύγουμε.
4. Όταν λαμβάνουμε το αντίδωρο από το χέρι του Ιερέα, το οποίο (χέρι) στη συνέχεια το ασπαζόμαστε.

του π. Γεωργίου Κουγιουμτζόγλου (από το :"Λατρευτικό Εγχειρίδιο" σελ. 168,171)

Πηγή: Ιερός Ναός Παναγίας Αλεξιωτίσσης Πατρών

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2018

Το κυπαρίσσι


Έσιαξε την τραγιάσκα του, να του κρατά αντήλιο καθώς σήκωσε το κεφάλι. Η ματιά του χάιδευε το γέρικο δέντρο, ανεβαίνοντας απ’ τα ριζά ως την κορφή του.
– Πως έγειρε έτσι το κυπαρίσσι ;
– Βάλε πόσα χρόνια ζει, τι περιμένεις; είπε και κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι ο συνοδοιπόρος του.
Συνήθως περνούσαν έφιπποι και δεν το είχαν προσέξει. Σταματούσαν λίγο πιο κάτω, στην Κρύα Βρύση, πότιζαν τα άλογα κι ανηφόριζαν μετά για τα σπιτικά τους, να ξεφορτώσουν τα καλούδια που μάζεψαν από το κτήμα, να ξεκουραστούν κι εκείνοι και τ’ άλογα το εσπέρας.
– Το άλλο το κυπαρίσσι στέκεται ακόμη καλά, συνέχισε ο συνοδοιπόρος του.
– Με τούτο όμως φαίνεται να κινδυνεύει κι η στέγη της εκκλησίας. Κατά πάνω της πέφτει. Σα φυσήσει κανένας δυνατός αέρας, θα το ξεθεμελιώσει.
– Η αλήθεια είναι πως είχε πάρει από χρόνια κλίση, αλλά τώρα λίγο απέχει από τον γυναικωνίτη, είπε πάλι ο άλλος.
* * *
Σε συλλογισμό έπεσε το χωριό. Δεν ήξεραν τι να κάνουν.
Να κόψουν το καημένο το κυπαρίσσι, είναι αλήθεια ότι το λυπούνταν. Κάτι σα νοσταλγία τους έπιανε… Τόσα χρόνια, μαζί με το θεμέλιο του ναού, φύτεψαν και τα δυο κυπαρίσσια στα δυτικά, δυο φρουρούς μπροστά στον πρόναο. Αν φύτευαν άλλο στη θέση του, δεν θά ’ταν το πρώτο, το παλιό κυπαρίσσι. Κι άλλοι βασάνιζαν το ερώτημα μέσα τους αν είχαν δικαίωμα να καταστρέψουν κάτι που ανήκε στο ναό. Που είχε συνδεθεί με προσευχές και με τάματα, που το τύλιγε ο λιβανωτός και του κρατούσε συντροφιά η ψαλμωδία. Αν είχαν δικαίωμα να κόψουν ένα τέτοιο δέντρο, ιερό κι αυτό…
Μα να τους χαλάσει το δέντρο τον ναό, δεν το ήθελαν. Δεν ήταν μόνο η ζημιά. Ήταν που η εκκλησιά τους έστεκε εκεί δεύτερο αιώνα τώρα. Τη φύλαγαν με καμάρι, επιδιόρθωναν καμιά φορά ό,τι χρειαζόταν, κι η έγνοια τους ήταν να μην αλλάξει κάτι απ’ το στολίδι τους. Δεν ήξεραν να πουν στα σίγουρα αν άλλο κτίσμα στο χωριό τους ήταν τόσο παλιό. Χειμώνα με τα χιόνια οι λιγοστοί που έμεναν, καλοκαίρι με τα πανηγύρια των αγίων Αποστόλων, του αηΛιά και του Δεκαπενταύγουστου, όλοι εκεί μαζεύονταν. Κι είχαν να λένε ότι εκεί τους βάφτισε ο παπάς, εκεί στεφάνωσαν τα παιδιά τους. Όλα κι όλα, την εκκλησία και τα μάτια τους ! Το δέντρο, δέντρο είναι, ξαναγίνεται. Θα περάσουν χρόνια βέβαια, αλλά ξαναγίνεται. Με τον καιρό θα ξεχαστεί και η περιπέτειά του. Και θα ’ναι νέο, ωραίο και ευθυτενές.
Με το λέγε-λέγε επικράτησε η λογική.
Μισθωμένο το καλαθοφόρο, κατάλληλο για την κοπή υψηλών δέντρων, προσπαθούσε ν’ ανέβει ως την εκκλησία του χωριού. Μάταιος κόπος. Τα πυκνά δέντρα της πλαγιάς του ’φραζαν το δρόμο. Τόσο ψηλό όχημα δεν μπορούσε να περάσει. Και δεν είχαν δικαίωμα να υλοτομήσουν προστατευόμενη περιοχή. Πήρε να κατηφορίζει με την όπισθεν ηττημένο το καλαθοφόρο.Μα το έργο, μιας και αποφασίστηκε, δεν έπρεπε να μείνει στη μέση. Θα το τραβούσαν λοιπόν μ’ ένα μεγάλο, δυνατό τρακτέρ. Κι υπολόγιζαν έτσι να το γκρεμίσουν προς την αντίθετη απ’ την εκκλησία κατεύθυνση. Εύκολα ανέβηκε την πλαγιά το τρακτέρ, κι έμενε μόνο μια τελευταία στροφή, κλειστή και κάπως απότομη. Ένα χτισμένο μαντρότοιχο μπροστά – απρόσμενο εμπόδιο κι αυτός – θα τον γκρέμιζαν λίγα μέτρα και θα τον αποκαθιστούσαν μετά. Μα τέτοιες δουλειές θέλουν άδεια, και ο οικοπεδούχος έλειπε στα ξένα…
Τότε ήταν που πέρασε απ’ το χωριό εκείνος ο ηγούμενος. Ζούσε στο μοναστήρι από παιδί σχεδόν, κι έμεινε πολλές φορές μόνος, με μόνη συντροφιά την Παναγιά και την αγία Άννα να επιστατούν και να φυλάγουν το μοναστήρι.
– Όχι, δεν θα το κόψετε, γιατί όποιος βάλει χέρι στα δέντρα της εκκλησιάς παθαίνει μεγάλο κακό στο σπίτι του. Από κάτι τέτοια κακόπαθαν χωριά ολόκληρα. Θα σας πω τι θα κάνετε. Θα κάνετε εδώ μπροστά στο δέντρο αρτοκλασία με μια λειτουργιά και θα διαβάσετε και μια ειδική ευχή ευλογίας για το δέντρο. Θ’ ανοίξτε μετά ένα μικρό παραθυράκι στον κορμό του δέντρου, θα βάλετε μέσα τον αμνό, και θα το κλείστε με αγνό κερί. Και δεν θα πάθει τίποτα το δέντρο, όσα χρόνια κι αν περάσουν.
Τον κοιτούσαν σαν παιδιά απορημένα και τον άκουγαν με κάποια ανομολόγητη δυσπιστία. Πως να νικήσεις τον ορθολογισμό… Κάποιοι τον πήραν για φωτισμένο γέροντα, κάποιοι για τύπο παραδοσιακό, λίγο γραφικό ίσως. Μα δεν του αντείπαν τίποτε. Το είχαν για ντροπή να φανούν ολιγόπιστοι. Κι αποφάσισαν να κάνουν κατά πώς τους είπε ο γέροντας. Ίσως και να ’ταν απ’ τον Θεό να περάσει τότε απ’ τον τόπο τους.
Και ξαναγύρισαν στις δουλειές τους και στην καθημερινότητα του βίου τους.
* * *
Πέρασαν μήνες από τότε. Κανείς δεν ασχολήθηκε πια με το κυπαρίσσι. Εξάλλου είχαν τη διαβεβαίωση ότι δεν θα γίνει τίποτε κακό. Ας περίμεναν, λοιπόν…
– Βρε, αδερφέ, για κοίτα εδώ… Ηλεκτρικό ρεύμα τον διαπέρασε μονομιάς. Αποσβολώθηκε. Έτριψε τα μάτια του δυνατά. Τίποτε δεν άλλαξε σ’ αυτό που είχε μπροστά του.
– Το είχα δει κι εγώ, παραδέχτηκε ο άλλος, αλλά είπα να το δεις μόνος σου…
Κι ένας με τον άλλο, όλοι το ίδιο ομολογούσαν: Το γέρικο κυπαρίσσι, απ’ το κερί και πάνω είχε πάρει την ευθεία. Σαν εύπλαστο μελισσοκέρι, υποταγμένο σ’ Αυτόν που όλα τα έπλασε «καλά λίαν».

Έσπερος

από το περιοδικό Η Δράση μας,
τεύχ. Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 2018

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Ομοφυλοφιλία: η ορθόδοξη θέση


Λαμβάνοντας υπόψη την παραδοσιακή Ορθόδοξη ερμηνεία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, όπως αυτή εκφράζεται στη λειτουργική λατρεία της Εκκλησίας, τις μυστηριακές ακολουθίες, τους Ιερούς Κανόνες και τη ζωή και διδασκαλία των Αγίων, είναι σαφές ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία ενστερνίζεται τις απόψεις εκείνων των Χριστιανών, ομοφυλόφιλων ή ετεροφυλόφιλων, οι οποίοι βλέπουν τον ομοφυλοφιλικό προσανατολισμό ως διαταραχή και ασθένεια, και οι οποίοι επομένως θεωρούν τις ομοφυλοφιλικές πράξεις αμαρτωλές και καταστροφικές.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Ορθόδοξης Εκκλησίας ανά τους αιώνες, αγιογραφικές περικοπές όπως οι επόμενες δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε άλλη εκτός από την προφανή ερμηνεία:
Εάν ένας άνδρας κοιμηθεί με έναν άντρα όπως με μια γυναίκα, και οι δύο έχουν διαπράξει βδέλυγμα … (Λευιτικό κ΄ 13)
Γι’ αυτό το λόγο (δηλ. για την άρνησή τους να αναγνωρίσουν, να ευχαριστήσουν και να δοξάσουν το Θεό) ο Θεός τους παρέδωσε σε επαίσχυντα πάθη. Οι γυναίκες τους αντάλλαξαν τις φυσικές σχέσεις με τις παρα φύση, και παρομοίως οι άνδρες άφησαν τις φυσικές σχέσεις με τις γυναίκες και κάηκαν με φλόγα ακράτητης επιθυμίας μεταξύ τους, διαπράττοντας άνδρας με άνδρα επαίσχυντες πράξεις και λαμβάνοντας έτσι από τον ίδιο τους τον εαυτό το μισθό που τους άξιζε για την πλάνη τους (Ρωμ. α΄ 26-27).
Μην πλανάσθε! Ούτε οι πόρνοι, ούτε οι ειδωλολάτρες, ούτε οι μοιχοί, ούτοι εκθηλυμένοι, ούτε οι αρσενοκοίτες (δηλ. σοδομίτες, αυτοί που κοιμούνται με άντρες), ούτε οι πλεονέκτες, ούτε οι κλέφτες, ούτε οι μέθυσοι, ούτε οι υβριστές, ούτε οι άρπαγες δεν πρόκειται να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού. Και τέτοιοι ήσασταν κάποιοι από σας. Αλλά πλυθήκατε, αλλά αγιασθήκατε, αλλά δικαιωθήκατε με την επίκληση του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος (Α΄ Κορ. στ΄ 9-11).
Αθέλητες Αμαρτίες
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι όλες οι αμαρτίες σκόπιμες και ηθελημένες, και δεν είναι όλες οι αμαρτωλές πράξεις συνειδητές σε εκείνους που τις διαπράττουν. Τουλάχιστον όχι εξαρχής. Με μια λέξη, η αμαρτία δεν είναι πάντα κάτι για το οποίο ο ίδιος ο αμαρτωλός είναι απαραίτητα πλήρως και συνειδητά ένοχος. Υπάρχουν αμαρτίες που προκαλούνται από άγνοια ή από το πάθος στο οποίο υπόκειται κάποιος, αμαρτίες που “ενεργούν στα μέλη μας,” όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, ακόμη και ενάντια στη λογική και συνειδητή μας θέληση (δείτε Ρωμ. κεφ. 6-8). Τέτοιες είναι οι αμαρτίες οι οποίες αναφέρονται στις προσευχές της Εκκλησίας μας και στις οποίες οι πιστοί ικετεύουν το Θεό για συγχώρηση και άφεση των αμαρτιών, όχι μόνο των εν γνώσει, αλλά και των εν αγνοία, όχι μόνο των εκουσίων, αλλά και των ακούσιων.
Υπάρχουν αμαρτίες που είναι ακούσιες, αθέλητες, ανεπίλεκτες. Αμαρτίες που υπερνικούν τους ανθρώπους και τους αναγκάζουν μέσα από παράλογες ορμές και εξαρτήσεις, μέσα από την αδυναμία της σάρκας, τις συναισθηματικές παρορμήσεις και τις άκριτες επιθυμίες σε ενέργειες που οι ίδιοι δε θέλουν, και τις οποίες συχνά περιφρονούν και αποστρέφονται – ακόμα και όταν επιδίδονται σε αυτές. Αυτές είναι γνωστές από την παράδοση ως αμαρτωλά πάθη. Το γεγονός ότι αυτές οι αμαρτίες δεν επιλέγονται ελεύθερα δεν τις καθιστά ούτε στο ελάχιστο λιγότερο αμαρτωλές. Αμαρτάνω σημαίνει χάνω το στόχο, βγαίνω από τη διαδρομή, παρεκκλίνω, βεβηλώνω, παραβιάζω… Είτε η πράξη είναι συνειδητά ηθελημένη και σκόπιμα ενεργούμενη είτε όχι. Είτε ο παραβάτης προσωπικά πέφτει ελεύθερα και πλήρως στην αμαρτία, είτε όχι.
Εξαγορασμένοι αμαρτωλοί
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση, οι Χριστιανοί είναι εξαγορασμένοι αμαρτωλοί. Είναι άνθρωποι που έχουν σωθεί από την ασθένεια και την αμαρτία, σωσμένοι από το διάβολο και το θάνατο με τη χάρη του Θεού μέσω της πίστης στον Ιησού Χριστό με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος: “και τέτοιοι ήσασταν κάποιοι από σας” (Α΄ Κορ. στ΄ 10). Βαπτίζονται εν Χριστώ και χρίζονται με το Άγιο Πνεύμα, προκειμένου να ζήσουν τη ζωή του Θεού μέσα στην Εκκλησία. Ομολογούν την πίστη τους μέσω της κανονικής συμμετοχής στη λειτουργική λατρεία και την ευχαριστιακή κοινωνία, που συνοδεύονται με συνεχή ομολογία, μετάνοια και τον ακλόνητο αγώνα ενάντια σε κάθε μορφή αμαρτίας, εκούσια ή ακούσια, η οποία προσπαθεί να καταστρέψει τις ζωές τους στον κόσμο αυτό και στον αιώνα το μέλλοντα.
Ο ομοφυλόφιλος Χριστιανός καλείται σε μια ιδιαίτερα σκληρή μάχη. Ο αγώνας του είναι ιδιαίτερα άγριος. Δε γίνεται καθόλου ευκολότερη με την απρόσεκτη, αληθινά δαιμονική εχθρότητα εκείνων που περιφρονούν και γελοιοποιούν όσους φέρουν αυτό τον επίπονο και επαχθή σταυρό ούτε από την αστόχαστη, εξίσου δαιμονική αποδοχή της ομοφυλοφιλικής δραστηριότητας από τους πλανημένους συνηγόρους και εφαρμοστές της.
Όπως συμβαίνει με όλους τους πειρασμούς, τα πάθη και τις αμαρτίες – συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι βαθιά, και πολλές φορές φαινομενικά ανεξάλειπτα ενσωματωμένες στη φύση μας λόγω της θλιβερής κληρονομιάς μας – ο ομοφυλοφιλικός προσανατολισμός μπορεί να θεραπευτεί και οι ομοφυλοφιλικές πράξεις μπορούν να πάψουν. Με το Θεό όλα τα πράγματα είναι δυνατά. Όταν οι ομοφυλόφιλοι Χριστιανοί είναι πρόθυμοι να αγωνιστούν, και όταν λαμβάνουν υπομονετική, συμπονετική και αυθεντικά αγαπητική βοήθεια από τις οικογένειες και τους φίλους τους – καθένας από τους οποίους αγωνίζεται με τους δικούς του πειρασμούς και τις αμαρτίες, γιατί κανένας δε μένει χωρίς αυτό τον αγώνα, υπό κάποια μορφή, και κανένας δεν είναι αναμάρτητος παρά μόνο ο Θεός – ο Κύριος εγγυάται τη νίκη με τους τρόπους που Αυτός γνωρίζει. Η νίκη, ωστόσο, ανήκει μόνο στις θαρραλέες ψυχές που αναγνωρίζουν την κατάστασή τους, συνειδητοποιούν τη δυσαρέσκειά τους, εκφράζουν το θυμό τους, ομολογούν τις αμαρτίες τους, συγχωρούν όσους τους προσβάλλουν (περιλαμβανομένων πάντοτε των γονέων και της οικογένειάς τους), και απλώνουν το χέρι τους για βοήθεια με αληθινή διάθεση να θεραπευτούν. Ο ίδιος ο Ιησούς υπόσχεται ότι οι άγιοι ήρωες που “υπομένουν μέχρι τέλους” κατά μήκος αυτού του “δύσκολου δρόμου που οδηγεί στη ζωή” σίγουρα “θα σωθούν” (Ματθ. ζ΄ 13, κδ΄ 13).
“…ο Κύριος εγγυάται τη νίκη με τους τρόπους που Αυτός γνωρίζει”
Του π. Thomas Hopko

Στο διαδίκτυο μπορείτε να βρείτε εκτεταμένες αγγλόγλωσσες πηγές για την ομοφυλοφιλία σε προτεσταντικούς ιστοχώρους. Περιέχουν καλό υλικό, αλλά απαιτείται προσοχή, όταν θίγονται δογματικά θέματα, πράγμα, ωστόσο, που είναι σπάνιο: www.pureintimacy.org και www.exodus.to . Επίσης, μπορείτε να επισκεφθείτε τον ιστοχώρο της Αμερικανικής Εθνικής Ένωσης για τη Μελέτη και τη Θεραπεία της Ομοφυλοφιλίας: www.narth.com
χφδ

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

Τά μυστικά τῆς εὐχῆς “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ Ἐλέησόν με”


Όλη η τέχνη είναι αυτή ακριβώς. Είτε περπατάς είτε κάθεσαι, είτε στέκεσαι, είτε εργάζεσαι, είτε βρίσκεσαι στην εκκλησία, άσε τη προσευχή αυτή να γλιστρήσει από τα χείλη σου “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με” με τη προσευχή αυτή στην καρδιά σου θα βρεις εσωτερική ειρήνη και γαλήνη σώματος και ψυχής ( Άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ)
Η ευχή του Ιησού είναι εργασία κοινή των αγγέλων και των ανθρώπων. Με την προσευχή αυτή οι άνθρωποι πλησιάζουν σύντομα την ζωή των αγγέλων. Η ευχή είναι η πηγή όλων των καλών έργων και αρετών και εξορίζει μακριά από τον άνθρωπο τα σκοτεινά πάθη. Σε σύντομο χρόνο κάνει τον άνθρωπο ικανό να αποκτήσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Απόκτησε την, και πριν πεθάνεις θα αποκτήσεις ψυχή Αγγελική. Η ευχή είναι θεϊκή αγαλλίαση. Κανένα άλλο πνευματικό όπλο δε μπορεί να αναχαιτίσει τόσο αποτελεσματικά τους δαίμονες. Τους κατακαίει όπως η φωτιά τα βάτα. (Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ) Λέγε ακατάπαυστα την ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” με τη γλώσσα και με τον νου. Όταν η γλώσσα κουράζεται ας αρχίζει ο νους. Και πάλιν όταν ο νους βαρύνεται, η γλώσσα . Μόνον να μην παύεις. Λοιπόν όταν ευχόμενος κρατάει τον νου του να μην φαντάζεται τίποτα, αλλά προσέχει μόνον στα λόγια της ευχής.
Δια της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” θα κερδίσεις το παν. Δια της ευχής καθαρίζεται ο άνθρωπος, λαμπρύνεται, αγιάζεται. Η ευχή είναι το σωσίβιο της ψυχής και του σώματος. Η ευχή είναι η βάση της τελειότητας. Θα λεπτυνθείτε και θα πετάτε με την ευχή. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας, καθαρισμού και αγιασμού από την νοερά προσευχή. Αυτή γέμισε τον παράδεισο από άγιους ανθρώπους
Να λέγεις παιδί μου την ευχή . “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” , ημέρα και νύχτα συνέχεια. Η ευχή θα τα φέρει όλα, η ευχή περιέχει τα πάντα: αίτηση, παράκληση, πίστη, ομολογία, θεολογία κλπ. Η ευχή να λέγεται χωρίς διακοπή. Η ευχή θα φέρει ολίγον κατ’ ολίγον ειρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα. Η ειρήνη και η γλυκύτης θα φέρουν περισσότερον ευχή, και η ευχή κατόπιν, περισσοτέραν ειρήνη και γλυκύτητα κ.ο.κ. θα έρθει στιγμή που αν θα σταματάς την ευχή, θα αισθάνεσαι άσχημα.
Να λέτε την ευχή. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με” . Να τη λέτε μια-μια λέξη κατανοητά, καταληπτά. Να μην προχωρείτε στη δεύτερη λέξη , αν δεν καταλάβετε την πρώτη. Να τονίζεται περισσότερο το τελευταίο , δηλ ελέησόν με. Θα σας έρθει τώρα στην αρχή ραθυμία και και ύπνος και μετεωρισμός και αμέλεια αλλά εσείς γρήγορα να συνέρχεστε. ‘Όταν λέτε την ευχή , να θεωρείτε τον εαυτό σας τώρα στην αρχή , ότι είσθε στη κόλαση και να φωνάζετε κλαίοντας, ζητώντας το έλεος του Θεού. Μακριά από την απόγνωση, από την απελπισία και τα όμοια ταύτα. Κατά την ώρα της προσευχής να μην δέχεστε ούτε φαντασία , ούτε μορφή, ούτε εικόνα της Παναγίας και του Χριστού ή άλλου τινός Αγίου, ούτε και τις λέξεις της ευχής να βλέπετε νοερώς”.
Μάθετε να εργάζεσθε το κομποσκοινάκι. Το κομποσκοινάκι θα σας οδηγήσει εκεί που εσείς δεν γνωρίζετε σε ανώτερα επίπεδα θα σας οδηγήσει το κομποσκοινάκι. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”
–Έχετε ένα πρόβλημα; “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”
–Έχετε έναν πειρασμό με τον άλλον, με τον γείτονα σας, με τους φίλους σας κ.ο.κ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή θα σας δώσει τη λύση του προβλήματος σας λύσιν του αδιεξόδου όπου ευρίσκεστε. Το κομποσκοινάκι λοιπόν “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”
Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου. Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου. ‘Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας. Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα.
Η ευχή μας φέρνει κοντά στον Χριστό. Κάποτε μου ήρθε (να εξομολογηθεί) ένας μεγαλόσχημος .
Μου είπε: Έχω φθάσει , Αββά σε απόγνωση. Δεν βλέπω καμιά αλλαγή στο καλύτερο. Πως θα βελτιωθώ; Πώς θα πεθάνω για την αμαρτία; Αισθάνομαι την πλήρη αδυναμία μου. Υπάρχει άραγε ελπίδα σωτηρίας.
Βεβαίως υπάρχει. Λέγε όσο πιο πολύ μπορείς την ευχή. Και άφησε τα πάντα στα χέρια του θεού. Και ποια η ωφέλεια από την ευχή όταν δε συμμετέχει ο νους και η καρδιά; Τεράστια ωφέλεια. Είναι γνωστό ότι η «ευχή» έχει πολλές βαθμίδες: από την απλή προφορά των λέξεων της «ευχής» μέχρι την «ευχή» την θαυματουργική. Μα έστω και στην κατώτατη βαθμίδα να βρισκόμαστε και αυτό για μας είναι ψυχικά πολύ ωφέλιμο και σωτήριο. Από τον άνθρωπο που λέγει την «ευχή» φεύγουν οι δυνάμεις του εχθρού μας. Και ο άνθρωπος αυτός γρήγορα ή αργά οπωσδήποτε θα σωθεί.
Αναστήθηκα! Αναστέναξε ο Μεγαλόσχημος. Από δω και πέρα δεν πρόκειται πια να πέσω σε ακηδία και απόγνωση. Το λέγω λοιπόν και το επαναλαμβάνω: λέτε την «ευχή» .’Έστω και μόνο με το στόμα. Και ο Κύριος δεν θα σας αφήσει

Δεν πρέπει να αφήνουμε την ευχή. Όταν μας δίνεται η ευκαιρία, να τη λέμε. Να μην τριγυρίζει ο νους μας στα μάταια. Με την ευχή ο νους αναπαύεται και αγάλλεται. Ο νους του ανθρώπου πρέπει να ασχολείται με την ευχή και να μην τρέχει στα μάταια.
Πρέπει συνεχώς αδιαλείπτως να λέμε την ευχή. Μέσα στη καρδιά μας και το νου μας πρέπει να μείνει μόνο το όνομα του Χριστού μας. Γιατί όταν εμείς αφήνουμε την προσευχή, την , την επικοινωνία μας με το Θεό, τότε ο διάβολος με λογισμούς αρχίζει και μας ζαλίζει και δεν ξέρουμε πλέον ούτε τι θέλουμε, ούτε τι λέμε , ούτε τι κάνουμε.
Να λέγωμεν συνεχώς την ευχήν, είτε με το νουν, είτε με το στόμα. Η ευχή, το παντοδύναμον όπλον δεν αφήνει την αμαρτία να εισέλθει. Ο διάβολος καίεται από το όνομα του Ιησού Χριστού, δια τούτο πασχίζει με κάθε τρόπον να σταματήσει την ευχή.

Λέγε την ευχή: αγιάζει το στόμα, αγιάζει ο αέρας, αγιάζει ο τόπος που λέγεται, Οι δαίμονες βάζουν χίλια εμπόδια δια να μην προσευχηθεί ο άνθρωπος, επειδή όλες οι παγίδες , όλα τα δίκτυα των δαιμόνων καταστρέφονται δια της προσευχής. Άπειρες φορές οι δαίμονες δια στόματος δαιμονισμένων ομολόγησαν ότι καίονται από την ενέργεια της ευχής.
Η κάτωθι σύντομος προσευχή είναι παντοδύναμο όπλο κάθε χριστιανού: « Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς» . Λέγε αδερφέ μου με τα χείλη και με την καρδιά σου συνεχώς τα σωτήρια αυτά λόγια , διότι φωτίζουν τον νου, γαληνεύουν την καρδιά, καίουν την αμαρτία, μαστίζουν και εκδιώκουν τους δαίμονας.
Το κομποσκοίνι δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι κάτι διακοσμητικό, ούτε κάτι που θα μας φέρει γούρι. Αντίθετα, χρειάζεται για να μας θυμίζει τη προσευχή και, σαν τέτοιο, είναι μια άγια και θεία παρουσία στη ζωή μας. Συγκεκριμένα το κομποσκοίνι είναι φτιαγμένο για να κάνουμε την αδιάλειπτη προσευχή, αυτή που λέγεται αδιάκοπα, σύμφωνα με την προτροπή του απ. Παύλου « αδιαλείπτως προσεύχεσθε» . Φυσικά την «ευχή» αυτή μπορούμε να την λέμε και χωρίς κομποσκοίνι., με το νου μας και μάλιστα όσο συχνότερα είναι δυνατό. Η προσευχή, που είναι η συνομιλία με το Θεό, μας χαρίζει ηρεμία , ψυχική γαλήνη και διώχνει το άγχος από τη ζωή μας.
Ο καλός Ποιμήν

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

H εὐθανασιακὴ νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας, Μ.Ναυπάκτου κ.Ιεροθέου


Ἡ ἐποχὴ μας διακρίνεται ἀπὸ μιὰ εὐγονικὴ καὶ εὐθανασιακὴ νοοτροπία, καὶ τὶς ἐκδηλώσεις αὐτῆς τῆς νοοτροπίας τὶς βλέπουμε καθημερινὰ στὴ ζωὴ τῶν συνανθρώπων μας, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς αὐτὸ ἐπηρεάζει καὶ ἐμᾶς τοὺς ἴδιους.
Θεολογικὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τόσο ἡ εὐγονικὴ ὅσο καὶ ἡ εὐθανασιακὴ νοοτροπία συνδέεται μὲ τὸ πάθος τῆς φιλαυτίας καὶ τῆς εὐζωίας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀπολυτοποίησης τῆς παρούσης ζωῆς, μὲ τὴν παραθεώρησή της μετὰ τὸν θάνατον ζωῆς. Στὴν πραγματικότητα πρόκειται γιὰ μιὰ νοοτροπία ποὺ ἀρνεῖται τὴ θνητότητα καὶ παθητότητα, τὸν πόνο ποὺ συνδέεται μὲ αὐτές, ἀλλὰ παραθεωρεῖ καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος εἶναι δεδομένα καὶ εἶναι ἁρμοδιότητα τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι τὰ ἰδιοποιοῦνται καὶ συμπεριφέρονται ὡς ἰδιοκτῆτες. Τὰ συνθήματα ποὺ ἐπικρατοῦν περὶ τῆς «διαχειρίσεως καὶ ἐπιλογῆς τῆς ζωῆς» καὶ τῆς «διαχειρίσεως τοῦ θανάτου» καὶ τοῦ δικαιώματος στὴ ζωὴ καὶ τὸν θάνατο συνιστοῦν μιὰ διαφωτιστικὴ νοοτροπία ποὺ ἀπολυτοποιεῖ καὶ αὐτονομεῖ τὴν ἀνθρώπινη ζωή.
O θάνατος εἶναι ἕνα βιολογικὸ καὶ ὑπαρξιακὸ γεγονὸς ποὺ «κουβαλᾶ» ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς συλλήψεώς του. Στὸ πρῶτο κύτταρο ὑπάρχουν τὰ γονίδια τῆς γηράνσεως, τὰ γονίδια τῶν ἀσθενειῶν, δηλαδὴ τὰ γονίδια τοῦ θανάτου. Μαζὶ μὲ τὴ ζωὴ ὑπάρχει μέσα μας καὶ ὁ θάνατος, ὅσο καὶ ἂν δὲν τὸ θέλουμε.Μερικοὶ ἄνθρωποι, ἀπὸ διαφόρους λόγους, δὲν μποροῦν νὰ συμβιβαστοῦν μὲ τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τους, ὅπως δὲν μποροῦν νὰ συμβιβαστοῦν μὲ τὶς ἀσθένειες, τὰ γηρατειὰ καὶ τὸν θάνατο. Ἴσως τὸ περιβάλλον στὸ ὁποῖο ἔζησαν, ἡ πίεση ποὺ ἐξασκήθηκε πάνω τους δημιούργησε πολλὲς βιολογικές, ψυχολογικές, ὑπαρξιακὲς καὶ πνευματικὲς πληγές. Χρησιμοποιοῦν πολλοὺς τρόπους γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοὺς περιβάλλουν καὶ τὴν ἴδια τὴν κοινωνία. Δὲν θέλουν νὰ τοὺς θυμοῦνται οἱ ἄλλοι.Ἔπειτα, ὅπως ἔχει παρατηρήσει ἡ Μυρτῶ Ρήγου, ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τῆς νεωτερικότητας καὶ τῆς μετανεωτερικότητας στὴν ὁποία, μεταξὺ ἄλλων, κυριαρχεῖ ἡ «ἀποεθιμοποίηση», δηλαδὴ ἡ ἀπεξάρτηση ἀπὸ τὶς συνθῆκες τοῦ παρελθόντος. Ἀκόμα ἡ στάση τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στὸν θάνατο ἐκφράζεται μὲ τὸ ψέμα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπωθεῖ τὸν θάνατο στὸ περιθώριο τῆς ζωῆς, θεωρώντας τον σὰν νὰ μὴν ὑπάρχει, καὶ δὲν θέλει νὰ ἀναφέρεται σὲ αὐτόν• μὲ τὴν «ντροπή», ἀφοῦ δὲν θέλει νὰ πενθεῖ καὶ νὰ ἐκφράζεται συναισθηματικά• καὶ μὲ τὴν «ἀποστροφὴ» στὸ σῶμα τοῦ ἀρρώστου καὶ τοῦ νεκροῦ.Πάντως, ἡ λέξη εὐθανασία προέρχεται ἀπὸ τὸ «εὖ» καὶ τὸ «θνήσκειν», ποὺ δηλώνει τὸν καλὸ θάνατο. Καὶ αὐτὸ συνδέεται μὲ ὅλα ἐκεῖνα τὰ γεγονότα ποὺ σχετίζονται μὲ τὸ τέλος τῆς βιολογικῆς ζωῆς.
Ὑπάρχουν πολλὲς μορφὲς εὐθανασίας, κυρίως εἶναι ἡ παθητικὴ εὐθανασία, ὅταν ἀπὸ τοὺς ἰατροὺς καὶ τὸ νοσηλευτικὸ προσωπικὸ ἐγκαταλείπεται ἡ θεραπευτικὴ νοσηλεία τοῦ ἀρρώστου, καθὼς ἐπίσης ἐγκαταλείπεται καὶ ἡ διαδικασία ἀνάνηψης, ἴσως μὲ τὴ συγκατάθεση τοῦ ἀρρώστου καὶ τῶν συγγενῶν του. Ἡ ἐνεργητικὴ εὐθανασία εἶναι ὅταν κάποιοι παρεμβαίνουν μὲ διάφορες χημικὲς οὐσίες ποὺ τὶς θέτουν μέσα στὸν ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἔτσι ἐπέρχεται ἡ δηλητηρίαση καὶ ὁ θάνατός του.Ὅμως, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἁρμοδιότητα σὲ αὐτὰ ποὺ κατασκευάζει ὁ ἴδιος καὶ ὄχι σὲ ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποῖα δὲν ἔκανε ἀπολύτως τίποτε γιὰ νὰ τὰ φέρει στὴν ὕπαρξη καὶ ἑπομένως δὲν ἔχει καμία ἁρμοδιότητα σὲ αὐτά. Ἡ ὕπαρξή του εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ εὐθανασία πολλὲς φορές, ἂν δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα ἰδεολογικῶν ἐπιλογῶν, συνδέεται μὲ τὴν ἀπόγνωση καὶ τὴν ἀπελπισία, τὶς ψυχολογικὲς ἀσθένειες καὶ τὴν ἀπουσία νοήματος γιὰ τὴ ζωή. Ἀκόμη, ἡ  ἐπιθυμία  τοῦ ἀνθρώπου γιὰ εὐθανασία συνιστᾶ μιὰ ἄγνοια τῆς εὐεργετικῆς παρουσίας τοῦ πόνου στὴ ζωή μας, καθὼς ἐπίσης εἶναι καὶ μιὰ ἔκφραση δειλίας ἔναντι τῶν διαφόρων δυσκολιῶν,  ἀκόμη εἴναι  καὶ φόβος ἔναντι τοῦ θανάτου.
Ἑπομένως, ἡ εὐθανασία, κυρίως ἡ ἐνεργητική, εἶναι μιὰ «τεχνικοποίηση τοῦ θανάτου», μιὰ ἰδιοποίηση καὶ διαχείριση τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου, ποὺ δὲν ὑπάγεται στὴν ἁρμοδιότητα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ ἀποτελεῖ «δικαίωμα» τοῦ Θεοῦ ποὺ τοῦ ἔδωσε τὴ ζωή.
ρωμαικοοδοιπορικο

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2018

Τὸ «φταίξιμο» καὶ τὸ «δίκαιο» τῶν συζύγων


Ἔχω παρατηρήσει ὅτι μερικοὶ Πνευματικοὶ λένε στοὺς ἄνδρες ποὺ ἔχουν προβλήματα μὲ τὶς γυναῖκες τους: «Κάνε ὑπομονή, αὐτὸς εἶναι ὁ σταυρός σου. Τί νὰ κάνουμε; Θὰ ἔχης μισθὸ ἀπὸ τὸν Θεό». Πᾶνε μετὰ οἱ γυναῖκες καὶ λένε καὶ σ᾿ αὐτές:
«Κάνε ὑπομονή, γιὰ νὰ ἔχης μισθὸ ἀπὸ τὸν Θεό». Δηλαδὴ μπορεῖ νὰ φταῖνε καὶ οἱ δύο καὶ νὰ λέη καὶ στοὺς δύο ὁ Πνευματικός: «Κάνε ὑπομονή». Ἢ μπορεῖ νὰ φταίη ὁ ἕνας καὶ νὰ τοῦ λέη ὁ Πνευματικός: «Κάνε ὑπομονή». Ὁπότε αὐτὸς ποὺ φταίει ἀναπαύει τὸν λογισμό του ὅτι ἀνέχεται τὸν ἄλλον, ἐνῶ κάθε μέρα τὸν σκάζει.
Μιὰ φορὰ ἦρθε στὸ Καλύβι κάποιος καὶ μοῦ εἶπε ὅτι εἶχε προβλήματα μὲ τὴν γυναίκα του. Πήγαιναν γιὰ χωρισμό. Δὲν ἤθελε νὰ δῆ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἦταν καὶ οἱ δύο δάσκαλοι, εἶχαν καὶ δύο παιδάκια. Δὲν ἔτρωγαν ποτὲ στὸ σπίτι. Σὲ ἄλλο ἑστιατόριο ἔτρωγε ὁ ἕνας μετὰ τὸ σχολεῖο, σὲ ἄλλο ὁ ἄλλος, καὶ ἀγόραζαν καὶ κάτι σάντουϊτς, γιὰ νὰ φᾶνε τὰ παιδιά. Τὰ καημένα, ὅταν οἱ γονεῖς γύριζαν στὸ σπίτι, πήγαιναν καὶ ἔψαχναν στὶς τσέπες καὶ στὶς τσάντες τους, γιὰ νὰ δοῦν τί τοὺς ἔφεραν ἀπ᾿ ἔξω νὰ φᾶνε. Περνοῦσαν μεγάλο δράμα! Αὐτὸς ἔκανε καὶ τὸν ψάλτη.
Σὲ ἄλλη ἐκκλησία πήγαινε ἡ γυναίκα του, σὲ ἄλλη ἔψαλλε αὐτός. Τόσο πολύ! «Τί νὰ κάνω, Πάτερ, μοῦ λέει, σηκώνω μεγάλο σταυρό, πολὺ μεγάλο. Κάθε μέρα ἔχουμε φασαρίες...
στὸ σπίτι». «Πῆγες στὸν Πνευματικό;», τὸν ρωτάω. «Ναί, πῆγα, μοῦ λέει, καὶ μοῦ εἶπε: "Ὑπομονὴ νὰ κάνης· σηκώνεις μεγάλο σταυρό"». «Γιά νὰ δῶ, τοῦ λέω, ποιός σηκώνει μεγάλο σταυρό. Νὰ πάρουμε τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν ἀρχή. Ὅταν παντρευτήκατε, μαλώνατε ἔτσι;». «Ὄχι, μοῦ λέει. Ὀκτὼ χρόνια ἤμασταν πολὺ ἀγαπημένοι. Λάτρευα τὴν γυναίκα μου περισσότερο ἀπὸ τὸν Θεό! Μετὰ ἐκείνη ἄλλαξε. Ἔγινε γκρινιάρα, ἰδιότροπη...».
Ἀκοῦς; Τὴν λάτρευε περισσότερο ἀπὸ τὸν Θεό! «Ἔλα ἐδῶ, τοῦ λέω. Λάτρευες τὴν γυναίκα σου περισσότερο ἀπὸ τὸν Θεό! Ἡ γυναίκα σου φταίει τώρα ἢ ἐσύ, ποὺ φθάσατε σ᾿ αὐτὴν τὴν κατάσταση; Ἐξ αἰτίας σου πῆρε τὴν Χάρη Του ὁ Θεὸς ἀπὸ τὴν γυναίκα σου. Καὶ τί σκέφτεσαι νὰ κάνης τώρα;», τὸν ρωτάω. «Μᾶλλον νὰ χωρίσουμε», μοῦ λέει. «Μήπως ἔμπλεξες καὶ μὲ καμμιὰ ἄλλη;». «Ναί, ἔχω ὑπ᾿ ὄψιν μου κάποια», μοῦ λέει.
«Βρέ, δὲν καταλαβαίνεις ὅτι ἐσὺ εἶσαι ὁ φταίχτης; Νὰ ζητήσης πρῶτα συγχώρεση ἀπὸ τὸν Θεό, γιατὶ λάτρευες τὴν γυναίκα σου περισσότερο ἀπὸ Ἐκεῖνον. Μετὰ νὰ πᾶς νὰ ζητήσης συγχώρεση ἀπὸ τὴν γυναίκα σου. "Νὰ μὲ συγχωρέσης, νὰ τῆς πῆς, ἐγὼ ἔγινα αἰτία νὰ δημιουργηθῆ αὐτὴ ἡ κατάσταση στὸ σπίτι καὶ νὰ ταλαιπωροῦνται καὶ τὰ παιδιά". Ἔπειτα νὰ πᾶς νὰ ἐξομολογηθῆς καὶ νὰ λατρεύης τὸν Θεὸ σὰν Θεὸ καὶ νὰ ἀγαπᾶς τὴν γυναίκα σου σὰν γυναίκα σου, καὶ θὰ δῆς, τὰ πράγματα θὰ πᾶνε καλά». Τὸν τράνταξα. Ἄρχισε νὰ κλαίη. Μοῦ ὑποσχέθηκε πὼς θὰ μὲ ἀκούση. Ἦρθε μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ χαρούμενος. «Σ᾿ εὐχαριστῶ, Πάτερ, μᾶς ἔσωσες, μοῦ λέει. Εἴμαστε μιὰ χαρά, κι ἐμεῖς καὶ τὰ παιδιά μας». Βλέπεις; Νὰ εἶναι αὐτὸς ὁ φταίχτης καὶ νὰ νομίζη κιόλας ὅτι σηκώνει πολὺ μεγάλο σταυρό!

Κι ἐσεῖς ποτὲ νὰ μὴ δικαιολογῆτε τὶς γυναῖκες ποὺ ἔρχονται καὶ σᾶς κάνουν παράπονα γιὰ τοὺς ἄνδρες. Ἐγὼ οὔτε τοὺς ἄνδρες δικαιολογῶ οὔτε τὶς γυναῖκες, ἀλλὰ τοὺς προβληματίζω. Μοῦ λέει, ἂς ὑποθέσουμε, ἡ γυναίκα: «Ὁ ἄνδρας μου πίνει, γυρίζει στὸ σπίτι ἀργὰ τὸ βράδυ, βρίζει...». «Κοίταξε, τῆς λέω, ὅταν γυρίζη στὸ σπίτι τὴν νύχτα μεθυσμένος, νὰ τοῦ φέρεσαι μὲ καλωσύνη. Ἂν ἀρχίζης ἐσὺ καὶ γκρινιάζης "γιατί ἄργησες; τί ὥρα εἶναι αὐτὴ ποὺ ἦρθες; δὲν θὰ ἀλλάξης ἐπιτέλους; τί κατάσταση εἶναι αὐτή; δὲν εἶναι μιὰ μέρα, δὲν εἶναι δύο, πόσο θὰ κάνω ὑπομονή;" καὶ κατεβάζης τὰ μοῦτρα, ὁ διάβολος θὰ τοῦ πῆ: "Βρέ, χαμένος εἶσαι ποὺ κάθεσαι μ᾿ αὐτὴν τὴν χαζή! Δὲν πᾶς νὰ γλεντᾶς μὲ καμμιὰ ἄλλη;". Μπορεῖ νὰ ἔχης δίκαιο, ἀλλὰ ὁ διάβολος θὰ τὸν μπλέξη ἀλλοῦ.
Ἐνῶ, ὅταν ἐσὺ τοῦ φερθῆς μὲ καλωσύνη καὶ κάνης λίγη ὑπομονὴ καὶ προσευχή, χωρὶς νὰ παραπονῆσαι γιὰ τὸ τί κάνει ἐκεῖνος, θὰ δῆ λίγο λιακάδα, θὰ προβληματισθῆ καὶ θὰ διορθωθῆ». Ἔρχεται μετὰ ὁ ἄνδρας καὶ μοῦ λέει: «Ἡ γυναίκα μου γκρινιάζει, φωνάζει». «Βρέ, σὲ περιμένουν τὰ παιδιὰ καὶ ἡ φουκαριάρα ἡ γυναίκα σου μὲ λαχτάρα μέχρι τὰ μεσάνυχτα, τοῦ λέω, κι ἐσὺ γυρνᾶς στὸ σπίτι μεθυσμένος καὶ ἀρχίζεις νὰ βρίζης! Εἶναι ντροπή! Γιὰ νὰ βασανίζης τὴν οἰκογένεια παντρεύτηκες;».
Ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχη καὶ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος δίκαιο. Κάποτε ἔλεγα σὲ μιὰ συντροφιὰ πόσο ἁγνὸς ἦταν ὁ Μακρυγιάννης. Εἶχε καὶ σωματικὴ καὶ ψυχικὴ ἁγνότητα. Ὁπότε πετάγεται κάποιος καὶ μοῦ λέει: «Ὄχι, νὰ θέλουν νὰ παρουσιάσουν τὸν Μακρυγιάννη καὶ γιὰ ἅγιο!». «Γιατί ὄχι;», τὸν ρωτάω.
«Γιατὶ ἔδερνε τὴν γυναίκα του», μοῦ ἀπαντάει. «Κοίταξε νὰ σοῦ πῶ τί συνέβαινε: Ὁ Μακρυγιάννης, ὅταν τύχαινε νὰ ἔχη κανένα τάλληρο καὶ ἐρχόταν καμμιὰ χήρα ποὺ εἶχε παιδιά, τῆς τὸ ἔδινε. Ἡ γυναίκα του, ἡ καημένη, γκρίνιαζε. "Μὰ κι ἐσὺ παιδιὰ ἔχεις, τοῦ ἔλεγε, γιατί τὸ ἔδωσες;". Κι ἐκεῖνος τῆς ἔδινε κανένα μπάτσο καὶ τῆς ἔλεγε. "Ἐσὺ ἔχεις τὸν ἄνδρα σου ποὺ θὰ σὲ οἰκονομήση. Αὐτὴ ἡ καημένη δὲν ἔχει ἄνδρα, ποιός θὰ τὴν οἰκονομήση;". Δηλαδὴ καὶ οἱ δύο εἶχαν δίκαιο».
Ὕστερα, ἂν ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο συζύγους ζῆ πνευματικά, τότε καὶ δίκαιο νὰ ἔχη, δὲν ἔχει κατὰ κάποιον τρόπο δίκαιο. Γιατί, σὰν πνευματικὸς ἄνθρωπος ποὺ εἶναι, πρέπει νὰ ἀντιμετωπίση μία ἀδικία πνευματικά. Νὰ τὰ ἀντιμετωπίζη δηλαδὴ ὅλα μὲ τὴν θεία δικαιοσύνη, νὰ βλέπη τί ἀναπαύει τὸν ἄλλον. Γιατί, ἂν μιὰ ψυχὴ εἶναι ἀδύνατη καὶ σφάλλη, ἔχει κατὰ κάποιον τρόπο ἐλαφρυντικά. Ὁ ἄλλος ὅμως, ποὺ εἶναι σὲ καλύτερη πνευματικὴ κατάσταση καὶ δὲν δείχνει κατανόηση, σφάλλει πολὺ περισσότερο. Ὅταν καὶ οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ἀντιμετωπίζουν τὰ πράγματα κοσμικά, μὲ τὴν κοσμική, τὴν ἀνθρώπινη, δικαιοσύνη, τί γίνεται μετά; Πρέπει νὰ πηγαίνουν συνέχεια στὰ κοσμικὰ δικαστήρια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ βασανίζονται οἱ ἄνθρωποι.


Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου «Οἰκογενειακὴ ζωὴ» Λόγοι Δ΄, ἐκδόσεις Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν

«Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»