Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ (του Τυφλού) Ευαγγέλιο: Ιω. 9, 1-38


                                                ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΘΑΡΡΟΣ

          Εν ολίγοις

          Η σημερινή ευαγγελική διήγηση πλούσια σε θεολογικά μηνύματα αναφέρεται στη θεραπεία του εκ γενετής τυφλού. Ποιο είναι το νόημα του θαύματος αυτού; Τι σημαίνει ότι ένας εκ γενετής τυφλός αποκτά το φως του; Ένα τέτοιο θαύμα αποτελεί μια δυναμική επέμβαση του Θεού στον κόσμο και αποκαλύπτει την ταυτότητα του Ιησού Χριστού, την οποία αρχικά αναγνωρίζει ο τυφλός και στη συνέχεια  παραδέχονται και οι άλλοι, ότι ο εκ γενετής τυφλός όντως θεραπεύτηκε.

          Ταυτόχρονα όμως οι ίδιοι οι άνθρωποι αμφισβητούν την πηγή αυτής της θαυμαστής ενέργειας, που είναι ο Κύριος. Γι’ αυτό μεταξύ του τυφλού και των άλλων πρωταγωνιστών της περικοπής δημιουργείται ένα βαθύ χάσμα που φανερώνει την θέση του καθενός απέναντι στο πρόσωπο του Χριστού.

          Τρία εμπόδια υψώθηκαν μπροστά στον τυφλό. Οι γείτονες, οι γονείς και οι Φαρισαίοι, οι οποίοι προσπαθούν να του μειώσουν τη χαρά, να του κλονίσουν την πίστη και την αφοσίωση και να του αφαιρέσουν την πίστη.

          Οι μεν γείτονες αμφιβάλλουν εάν είναι ο ίδιος ο τυφλός «ο καθήμενος και προσαιτών». Οι γονείς αρνούνται κάθε ομολογία του θαύματος και περιορίζονται στη βεβαίωση, ότι αυτός είναι δικό τους παιδί, αλλά αγνοούν τον τρόπο που θεραπεύθηκε. Προσποιούνται άγνοια, όχι επειδή πραγματικά δεν γνώριζαν, αλλά μπροστά στον κίνδυνο να αποβληθούν έξω από την ιουδαϊκή θρησκευτική κοινότητα. Επρόκειτο να γίνουν αποσυνάγωγοι. Δεν είναι λοιπόν πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν χάριν της αληθείας. Αποσιωπούν αυτό που γνώριζαν, θέτοντας την ατομική τους ασφάλεια και ευζωία πάνω από την ομολογία του υιού του Θεού. Τους λείπει το θάρρος για μια τέτοια ομολογία.

          Και οι Φαρισαίοι αδυνατούντες να διαψεύσουν το θαύμα στρέφονται κατά του θαυματουργού, τον οποίο επιδιώκουν να τον παρουσιάσουν ως αμαρτωλό και κατά συνέπεια ως μη δυνάμενο

«τοιαύτα σημεία ποιείν».

          Στον αντίποδα της τοποθέτησης των γειτόνων, των φαρισαίων και των γονέων όμως βρίσκεται ο θεραπευθείς τυφλός. Ο τυφλός δεν νοιώθει κατάπληξη για το θαύμα, αλλά η όλη του τοποθέτηση εκφράζει τη βεβαιότητά του για τη θαυμαστή θεραπεία του. Πρώτα-πρώτα γνωρίζει το όνομα αυτού που τον έκανε καλά, μετά γνωρίζει τον τρόπο που θεραπεύθηκε. Στη συνέχεια δεν προβληματίζεται όσον αφορά την ερμηνεία του θαυμαστού αυτού γεγονότος. Ακόμα δεν επιθυμεί να βρει αυτόν που τον θεράπευσε από περιέργεια και ζει το θαύμα της επέμβασης του Θεού στη ζωή του.

          Πράγματι είναι να θαυμάζει κανείς την εικόνα της παρουσίας του τυφλού μπροστά στους Φαρισαίους. Στις επανειλημμένες ερωτήσεις και ανακρίσεις πρέπει να προσθέσουμε και τις ειρωνείες «ελοιδόρησαν αυτόν», την βίαιη έξοδο «εξέβαλον αυτόν έξω» και την αποκοπή από την συναγωγή, πράγμα που ισοδυναμεί με τον εκκλησιαστικό αφορισμό. Όλα αυτά ήταν αρκετά και ισχυρά για να κλονίσουν ένα άνθρωπο απλοϊκό που μόλις είχε θεραπευθεί.

          Τελικά ο τυφλός αντίθετα απ’ όλους αυτούς  αποδεικνύεται άνθρωπος θάρρους. Αλήθεια πόση δύναμη κρύβονταν στο ασθενικό του σώμα; Πόση παρρησία και θάρρος δεν υπήρχε μέσα στη θλιμμένη ψυχή του; Δεν διστάζει να πει την αλήθεια παρότι γνωρίζει ότι αυτό δεν ήταν προς όφελός του. Και στο τέλος οδηγείται σ’ αυτό που οι γονείς του με τη σιωπή τους κατάφεραν να αποφύγουν. Στο να διωχθούν από τη Συναγωγή. Έτσι ο τυφλός τοποθετείται θετικά απέναντι στον Χριστό, με βεβαιότητα, πίστη, σεβασμό και θάρρος, γιατί έχει την βεβαιότητα για τον Χριστό και αβεβαιότητα για τον εαυτό του. Πιστεύει στον Χριστό γιατί δεν πιστεύει στις δικές του δυνάμεις. Ομολογεί τον Χριστό με θάρρος, γιατί δεν φοβάται καμία συνέπεια. Μ’ άλλα λόγια στον τυφλό έγιναν δύο θαύματα. Το ένα στο σώμα και το άλλο στην ψυχή. Το πρώτο του χάρισε το φως, το δεύτερο το θάρρος και την πίστη.

          Και στο πνεύμα αυτό της δυνάμεως πρέπει να προσθέσουμε και το πνεύμα της σοφίας την οποία επέδειξε ο τυφλός. Τα επιχειρήματά του είναι τόσο ισχυρά και η αποδεικτική δύναμη των λόγων του τόσο μεγάλη, ώστε  κατόρθωσε να αποστομώσει «τους δεινούς συζητητάς» να διδάξει στους νομοδιδασκάλους και να παρουσιαστεί θεολόγος, διδάσκαλος και σοφός. Και όλα αυτά να παρουσιάζονται από ένα άσημο, απλό και αγράμματο τυφλό. Αυτό δεν είναι ένα μεγάλο θαύμα; Και σαν επιβράβευση αυτής της παρουσίας  και σοφίας αξιώθηκε να δει Εκείνον που του έδωσε το φως, να ομολογήσει με θάρρος την πίστη του και να  τον προσκυνήσει.

          Στο πρόσωπο του τυφλού βλέπουμε να πραγματοποιείται η υπόσχεση που είχε δώσει ο Χριστός στους μαθητές Του, όταν τους έλεγε: «θέσθε ουν εις τας καρδίας υμών μη προμελετάν απολογηθήναι. Εγώ γαρ δώσω υμίν στόμα και σοφίαν, ή ου δυνήσονται αντιπείν ουδέ αντιστήναι πάντες οι αντικείμενου υμίν».

          Το να γίνει ο πρώην τυφλός «νυν δε βλέπων», οδηγός μας δεν δημιουργεί κανέναν κίνδυνο και δεν μας υποτιμά. Όπως εκείνος έτσι και μείς ας αποκτήσουμε το φρόνημα του θάρρους. Μπορεί βέβαια να είναι βαρύ τίμημα, αλλά η ανταμοιβή θα είναι μεγαλύτερη, γιατί ο Χριστός θα μας συναντήσει και θα μας χαρίσει τη ζωοποιό δωρεά Του. Φτάνει να μας διακρίνει το θάρρος και να υπερασπιστούμε με πίστη, ανδρεία, και θάρρος την πίστη και να ομολογήσουμε με παρρησία την αλήθεια αφού κι εμείς έχουμε λάβει «πνεύμα συνέσεως και δυνάμεως».

          Χριστός ανέστη

          π. γ. στ.


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ωραία ανάλυση, Χριστός Ανέστη.