Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ- ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Σ’ αγαπώ η σε θέλω;
          Στους καιρούς μας το “σ’ αγαπώ” δεν λέγεται τόσο εύκολα. Οι άνθρωποι, επειδή έχουμε μάθει ότι οι επιθυμίες μας είναι το παν, προτάσσουμε στην σχέση το “σε θέλω”.

          Παλαιότερα η αγάπη θεωρούνταν προϋπόθεση για την εκπλήρωση της επιθυμίας και γι’ αυτό ο γάμος ήταν η αναμενόμενη έκβαση σχέσης, η οποία κρίνονταν ως σοβαρή όταν προχωρούσε στην προοπτική της οικογένειας, Ακόμη κι αν οι σχέσεις δεν κρατούσαν πού, και κοινωνικά δεν θεωρούνταν αποδεκτή η ολοκλήρωσή τους εφόσον δεν γινόταν εντός του γάμου ή, τουλάχιστον, με την βεβαιότητα ότι ο γάμος θα ακολουθήσει. Σήμερα, ο γάμος μοιάζει μακρινή προοπτική για αυτούς που ηλικιακά είναι από 20 έως 30 ετών.

          Πολλοί πλησιάζουν τα σαράντα  για να το αποφασίσουν. Προηγείται η καριέρα, η διασκέδαση, το “σε θέλω”. Και γι’ αυτό η μη συγκατάβαση της Εκκλησίας στις προγαμιαίες σχέσεις θεωρείται σήμερα  ως εκτός τόπου και χρόνου νοοτροπία, ένας συντηρητισμός αχρείαστος και ανεφάρμοστος.

          Έτσι, το “σε θέλω” γίνεται έκφραση ενός πόθου, συχνά μόνο σωματικού. Λειτουργεί στην προοπτική της εκτόνωσης της επιθυμίας για τον άλλον σε επίπεδο ηδονής. Η σαρκικότητα  θεοποιείται. Το κορμί θεάται αυτονομημένο από την όλη  ύπαρξη, γίνεται καρπός προς αμοιβαία βρώση, ενώ η σχέση αντιμετωπίζεται ως μία προοπτική επιθυμητή, αλλά όχι αναγκαία. Το “σε θέλω” γίνεται σήμα κατατεθέν όλων των ηλικιών. Η εικόνα του άλλου γεννά την λαγνεία στον νου και την ίδια στιγμή κάνει την ψυχή να παραδίδεται στο εφήμερο.

          Γι’ αυτό ο έρωτας  γρήγορα μετατρέπεται σε ρουτίνα κι αυτό  διαφαίνεται όταν το “σε  θέλω” γίνεται καθήκον ή συνήθεια. Όταν υποχωρεί μπροστά στα παιδιά, την καριέρα, την δόξα. Όταν υποκαθίσταται από την εικόνα μας στα Μ. Κ. Δ. Χωρίς το “σε θέλω” έρωτας δε υπάρχει. Μόνο με το “σε θέλω” ο έρωτας περνά. Έτσι έρχεται και η απιστία στην σχέση, όταν το “σε θέλω” αλλάζει πρόσωπο στο οποίο εκφράζεται. Όταν το μέχρι τώρα  αντικείμενο του πόθου δεν μπορεί να προσελκύσει την κίνηση της καρδιάς και του κορμιού, διότι όλα έχουν κορεσθεί, έχουν  παραδοθεί στην πλήξη ή έχουν αντικατασταθεί από άλλης ποιότητας ηδονές, όπως η δόξα και το χρήμα.

          Το “σε θέλω” χωρίς το “σ’ αγαπώ” εν έχει νόημα. Το ένα ενώνει τα σώματα, το άλλο ενώνει τις υπάρξεις. Διότι η αγάπη για τον άλλο τον καθιστά υποκείμενο, πρόσωπο με μοναδική αξία. Γεννά σεβασμό στα συναισθήματά  του, στα “θέλω” του, αλλά και απόφαση για υπέρβαση του “εγώ” μας, κυρίως στον δυσκολότερο χώρο του που ε'ιναι οι επιθυμίες.

          Ό, τι δηλαδή αποθεώνει ο πολιτισμός μας ως προϋπόθεση ευτυχίας , η αληθινή αγάπη υποτάσσει στην κοινωνία των υπάρξεων. Μας λέει ότι πρώτα πρέπει να βρούμε και να αποφασίσουμε συνοδοιπορία, μεν γνώμονα την ανοχή σε όλα, και την ίδια στιγμή με τον αγώνα  να προοδεύσουμε στο να γινόμαστε η χαρά του άλλου, διορθώνοντας  με την βοήθεια του Θεού τα πάθη και τα λάθη μας.

          Να ένας δρόμος τον οποίο η Εκκλησία θα μπορούσε να προτάξει, για να εξηγήσει μετά το γιατί λέει ΟΧΙ σε κάθε θέλω χωρίς αγάπη!
       Πρωτ. Θεμ.Μουρτζανός

Δεν υπάρχουν σχόλια: