Κυριακή 17 Αυγούστου 2014

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ευαγγέλιο : Ματθ. 17, 14-13





Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ
          Εν ολίγοις

          Όταν ο σύγχρονος χειραφετημένος άνθρωπος ακούει για περιπτώσεις δαιμονισμένων που αναφέρουν τα ευαγγελικά κείμενα, αρχίζει να αναρωτιέται : Πώς είναι δυνατόν σήμερα να πιστεύει κανείς στην ύπαρξη δαιμονικών δυνάμεων; Αυτά είναι προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες. Ακόμη και κάποιοι ερμηνευτές της Κ. Δ. ερμηνεύουν τα σχετικά χωρία της Γραφής ως κατάλοιπα της ιουδαϊκής δαιμονολογίας και δέχονται την ύπαρξη του κακού μόνον από ηθική πλευράς.
          Όμως ένας απροκατάληπτος μελετητής των καινοδιαθηκικών κειμένων αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί το ευαγγελικό μήνυμα, εάν δεν λάβει υπ’ όψη του, ότι  ο Χριστός ήρθε στον κόσμο για να καταλύσει το κράτος του διαβόλου. Διαφορετικά όλο το χριστιανικό μήνυμα μεταβάλλεται σε μία ηθική διδασκαλία. Βέβαια το ότι υπάρχει το κακό μέσα στον κόσμο με τα διάφορα προσωπεία του είναι κάτι που δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει. Η διαφωνία έγκειται στο αν το κακό έχει προσωπική υπόσταση ή υπάρχει απλά μέσα στη σκέψη μας.
          Στα πρωτοχριστιανικά χρόνια κάποιοι αιρετικοί μη μπορώντας να εξηγήσουν την παρουσία του κακού μέσα τον κόσμο, αλλά και την αγαθή παρουσία του Θεού, δίδασκαν, ότι υπάρχουν δύο αρχές στον κόσμο, δύο ισότιμοι «θεοί» , του καλού και του κακού. Ο Θεός της Π. Δ. είναι ο κακός και της Κ. Δ. ο καλός και βρίσκονται σε μία διαρκή διαπάλη μεταξύ τους.
          Οι απόψεις αυτές δεν έγιναν δεκτές από την Εκκλησία. Η χριστιανική πίστη διδάσκει, ότι υπάρχει μόνον ο Θεός που είναι η αιώνια αιτία του καλού και η πηγή του αγαθού. Το κακό ουσιαστικά είναι ανύπαρκτον. Αρχίζει να υπάρχει από τη στιγμή που αρχίζει κάποιος να σκέπτεται κάτι το κακό. Αυτό διδάσκουν οι άγιοι πατέρες. Λ. χ. ο άγιος Διάδοχος  Φωτικής τονίζει: «Το κακό δεν έχει φυσική ύπαρξη, ούτε είναι κανείς από τη φύση του κακός, γιατί ο Θεός δεν δημιούργησε  τίποτε το κακό. Όταν όμως μέσα στην καρδιά παρουσιάσθηκε η επιθυμία του, τότε το κακό αποκτά υπόσταση, ενώ ουσιαστικά είναι ανύπαρκτον».
          Μ’ άλλα λόγια το κακό αρχίζει να υπάρχει στη θέληση ως ηθικό κακό και τελικά προσωποποιείται στα πρόσωπα αυτών που το δέχονται και το καλλιεργούν.
          Σύμφωνα με την  Αγ. Γραφή το κακό πρώτα υιοθετήθηκε από τα καθαρά πνεύματα, τους Αγγέλους, οι οποίοι έγιναν οι πρώτοι φορείς και εκφραστές του κακού. Οι Άγγελοι του σκότους, οι διάβολοι, διαβάλλουν έκτοτε και συκοφαντούν κάθε τι το αγαθό και  από τον πειραστή διάβολο προσπαθούν να κάνουν τους ανθρώπους συμμέτοχους του σκότους. Οι πρώτοι άνθρωποι παρασύρθηκαν και οδηγήθηκαν στην απάτη και το ψεύδος.
          Από τότε ο άνθρωπος ευρισκόμενος κάτω από την κυριαρχία του πονηρού ζει τη μεγαλύτερη τραγωδία, γιατί δίνεται δέσμιος του κακού, αλλοτριώνεται και παρασύρεται στην καταστροφή. Η προσωπικότητα του ανθρώπου διασπάται, γίνεται σχιζοφρενικός και οδηγείται στο χάος της άρνησης και του παράλογου. Και η χειρότερη μορφή δαιμονικής επήρειας είναι η δαιμονοπληξία.  
          Πολλές φορές το ευαγγέλιο περιγράφει καταστάσεις δαιμονόπληκτων  ανθρώπων και αναφέρεται στη θεραπεία τους από τον Χριστό. Πολλοί  ταυτίζουν την δαιμονοπληξία με τις διάφορες μορφές ψυχοπάθειας. Βέβαια υπάρχουν κάποιες ομοιότητες και είναι δύσκολο να οριοθετηθούν αυτές οι δύο καταστάσεις. Και οι δύο αυτές ασθένειες έχουν την ίδια αφετηρία. Όλες οι ψυχασθένειες ξεκινούν από την ταραγμένη προσωπικότητα του ανθρώπου λόγω της αμαρτίας και παρουσιάζουν όλα τα αρνητικά διαλυτικά συμπτώματά τους. Η δαιμονοπληξία έρχεται ως συνέπεια του ηθικού κακού, όπου ο διάβολος ενοικεί στον άνθρωπο και τον κάνει όργανο του.
          Η απαλλαγή, η σωτηρία και  κατάλυση του κράτους του πονηρού έγινε με την ενανθρώπηση του Χριστού. «Εις τούτο εφανερώθη ο υιός του Θεού ίνα λύσει τα έργα του διαβόλου». Ο Χριστός με το έργο του απελευθέρωσε τον άνθρωπο από τα δεσμά του διαβόλου. Ο άνθρωπος καθώς έρχεται να γίνει μέλος της Εκκλησίας καλείται ν’ αρνηθεί τα έργα του σκότους και να συνταχθεί με τον Χριστό. Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος που γίνεται μεταξύ του ιερέα και του αναδόχου όταν τελείται το μυστήριο του Βαπτίσματος στη φάση των εξορκισμών. «Απετάξω τον σατανά και πάσι τοις έργοις αυτού…;». «Απεταξάμην». Και μετά στην ακολουθία του βαπτίσματος ο πιστός ομολογεί: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν  ενεδύσασθε».
          Η διαρκής μνήμη του Θεού έχει τη δύναμη να εξασθενεί την «μνήμην του κακού» γιατί όπως αναφέρουν οι Άγιοι πατέρες «η φύση του καλού είναι ισχυρότερη από τη συνήθεια του κακού, γιατί το καλό έχει φυσική ύπαρξη, ενώ το κακό είναι ανύπαρκτο και υπάρχει από τη στιγμή που γίνεται. Ο χριστιανός ανήκει πλέον σ’ αυτούς που πολεμούν το σκοτάδι του διαβόλου και της αμαρτίας και αγωνίζονται να επικρατήσει στη ζωή και τον κόσμο το φως του Χριστού. «Φως Χριστού φαίνει πάσι».
Καλή Κυριακή
π. γ. στ.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ σωστή η ερμηνεία του ευαγγελίου

Η μεγαλύτερη παγίδα του σατανά είναι να πείσει τον σύγχρονο άνθρωπο πως δεν υπάρχει.

Ανώνυμος είπε...

Μου άρεσε η ανάλυση του ευαγγελικού μηνύματος.

το κακό δεν έχει υπόσταση,είναι ανυπόστατο,είναι η απουσία του καλού.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ καλό.

ΚΑΛΗΜΕΡΑ

Ανώνυμος είπε...

Χρόνια πολλά.