Δευτέρα 14 Μαρτίου 2016

Ὅλα ἐπιτρέπονται;


Ἀρχίζουμε τὴ Μεγάλη Σαρακοστή, μιὰ περίοδο ποὺ οἱ χριστιανοὶ τὴ διανύουμε μὲ περιορισμοὺς στὴν καθημερινή μας ζωή, ποὺ εἶναι κυρίως σωματικοί. Γιατί θὰ τὸ κάνουμε αὐτό; Ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα ἀκούσαμε κατὰ τὴ δεύτερη Κυριακὴ τοῦ Τριωδίου, ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Μερικοὶ μεταξύ σας λένε ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται. (Ἐγὼ θὰ ἔλεγα). Σωστά, ὅλα ὅμως δὲν εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον. Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, ἐγὼ ὅμως δὲν θὰ ἀφήσω τίποτε νὰ μὲ κυριεύσει. Λένε ἐπίσης: οἱ τροφὲς προορίζονται γιὰ τὴν κοιλιά. Καὶ ἡ κοιλιὰ εἶναι καμωμένη γιὰ τὶς τροφές. Ὁ Θεὸς ὅμως θὰ τὰ ἀχρηστέψει καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο. Τὸ σῶμα δὲν ἔγινε γιὰ νὰ πορνεύουμε, ἀλλὰ γιὰ νὰ δοξάζουμε τὸν Κύριο. Καὶ ὁ Κύριος θὰ δοξάσει τὸ σῶμα. Κι ὁ Θεὸς ποὺ ἀνέστησε τὸν Κύριο, μὲ τὴ δύναμή του θὰ ἀναστήσει κι ἐμᾶς».

Εἶναι μία περικοπὴ ἀπὸ τὴν πρώτη ἐπιστολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου στοὺς χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου. Ὁ ἀπόστολος εἶχε νὰ ἀντιμετωπίσει προβλήματα ποὺ ὑπῆρχαν μέσα στὴν κοινότητα τῶν χριστιανῶν τῆς Κορίνθου καὶ ἀφοροῦσαν τὶς τροφὲς καὶ τὴ σεξουαλικὴ ζωή. Ἔλεγαν κάποιοι, μὲ τοὺς ὁποίους ὁ Παῦλος δὲν συμφωνοῦσε, ὅτι ὅλα ἐπιτρέπονται. Ἐγώ, ἀπαντάει ὁ ἀπόστολος, συμφωνῶ ὅτι ὅλα ἐπιτρέπονται. Ὅμως ἐὰν εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον. Δὲν θὰ ἀφήσω κάτι νὰ μὲ κυριεύσει.  Δύο ἐπιχειρήματα ἔχουν οἱ ἀντίπαλοι τοῦ Παύλου. Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος. Ἦταν μία ἄποψη ποὺ κυριαρχοῦσε τὴν ἐποχὴ ἐκείνη μεταξὺ τῶν διανοουμένων. Μεταξὺ ἐκείνων ποὺ νομίζουν – καὶ πολλὲς φορὲς συμβαίνει – πὼς καταλαβαίνουν καλύτερα τὰ πράγματα. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος. Μπορεῖ νὰ κάνει ὅ,τι θέλει. Σκεφτεῖτε ὅτι αὐτὰ λέγονται σὲ μία ἐποχὴ ποὺ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἀνθρώπων ἦταν δοῦλοι, δὲν ἦταν ἐλεύθεροι. Οἱ χριστιανοὶ συμφωνοῦν μαζί τους. Καὶ ἔχουν ἕναν λόγο περισσότερο γι’ αὐτό. Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἐλεύθερος. Καὶ μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Ὁ Χριστὸς μὲ τὰ παθήματά του ἔδωσε τὴ δυνατότητα στοὺς ἀνθρώπους νὰ γίνονται ἐλεύθεροι, ὄχι νὰ νομίζουν καὶ νὰ λένε πὼς εἶναι ἐλεύθεροι. Ἀλλὰ νὰ γίνονται ἐλεύθεροι. Καμία ἀντίρρηση λοιπὸν γι’ αὐτό.

Τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι οἱ τροφὲς εἶναι κάτι ποὺ ἀφορᾶ τὴν πεπερασμένη ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸ ποὺ θὰ μείνει ἐδῶ. Γιατὶ ἔγιναν γιὰ τὸ στομάχι καὶ τὸ στομάχι εἶναι καμωμένο γιὰ τὶς τροφές, ἔλεγαν ἐκεῖνοι. Καὶ σκέφτονταν πνευματικά. Ὁ Θεὸς θὰ καταργήσει καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο. Ὅπως φαίνεται ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος, καὶ γιὰ τὴ σεξουαλικὴ ζωὴ εἶχαν τὴν ἴδια ἄποψη. Εἶναι κι αὐτὸ κάτι πεπερασμένο. Ἀκόμα περισσότερο πεπερασμένο καὶ περιορισμένο ἀπὸ τὸ ζήτημα τῶν τροφῶν. Κι αὐτὸ θὰ περάσει ἐδῶ. Καὶ κατέληγαν ἐκεῖνοι: Δὲν ἔχουν καμία σημασία γιὰ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Δὲν ἐπηρεάζουν δηλαδὴ τὸν ἄνθρωπο στὶς ἀποφάσεις του καὶ στὰ ἔργα του. Στὸ πῶς θὰ ἀποφασίσουν, τί θὰ ἀποφασίσουν καὶ τί θὰ πράξουν. Θὰ λέγαμε ἐμεῖς σήμερα: Εἶναι ἠθικὰ ἀδιάφορα. Ἐξυπηρετοῦν σωματικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου καὶ τίποτε ἄλλο.

Ὁ Παῦλος ἔχει ἄλλη ἄποψη. Ναὶ μὲν ἐξυπηρετοῦν ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Ναὶ μὲν ἀνήκουν στὴν πεπερασμένη φύση τοῦ ἀνθρώπου. Ναὶ μὲν ὡς σωματικὲς λειτουργίες θὰ παύσουν κάποια στιγμὴ νὰ ὑπάρχουν, ἀλλὰ τὸ σῶμα δὲν εἶναι κάτι πεπερασμένο. Δὲν πρόκειται νὰ καταργηθεῖ. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος καὶ θὰ τὸ ἀναστήσει ὁ Θεός. Μὲ τὴ δύναμή του. Ὅπως ἀναστήθηκε ἐκεῖνος. Ὁ ἀπόστολος εἶναι σαφής. Ὁ ἄνθρωπος δὲν χωρίζει ἀπὸ τὸ σῶμα του. Μόνο μὲ τὸ μυαλὸ κανεὶς μπορεῖ νὰ ξεχωρίσει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα. Καὶ μὲ τὸ θάνατο ἀκόμα χωρίζουν προσωρινά. Ψυχὴ καὶ σῶμα εἶναι μία ὀντότητα, μία κατάσταση, μία πραγματικότητα. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος ὅταν ἔλαβε ἀνθρώπινο σῶμα. Ὁ ἴδιος ἔδειξε τὸν ἄνθρωπο ἐλεύθερο μὲ τὰ παθήματά του ποὺ τὰ ὑπέστη σωματικά, «ἐν σαρκί».Ἐννοεῖ ὁ Παῦλος πὼς οἱ τροφὲς καὶ ἡ σεξουαλικὴ ζωή, ἐνῷ ἐνεργοῦνται σωματικά, ἐπιδροῦν σὲ ὁλόκληρο τὸν ἄνθρωπο καὶ καθορίζουν τὴν κατάστασή του. Κάτι δηλαδὴ ποὺ εἶναι προσωρινὸ ἐπιδρᾶ καθοριστικὰ σὲ κάτι ποὺ δὲν θὰ καταργηθεῖ ποτέ. Ἐνδέχεται μάλιστα νὰ κατακυριεύσουν ὁλόκληρη τὴν προσωπικότητά του. Ἐνδέχεται νὰ τὴν ὑποδουλώσουν, ἐπειδὴ οἱ σωματικὲς λειτουργίες ἐπιδροῦν στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, στὸ μυαλό του, στὶς ἐπιθυμίες του, στὰ συναισθήματά του. Νὰ γίνει δηλαδὴ ἡ ἐπιθυμία γιὰ φαγητὸ καὶ γιὰ σὲξ τόσο ἔντονη ποὺ ὁ ἄνθρωπος νὰ χάνει τὴ δυνατότητα γιὰ ἀποφάσεις ποὺ θὰ εἶναι δικές του. Καὶ ἐνδέχεται νὰ καταστρέψουν τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ παύσει αὐτὸ τὸ ὡραῖο σύνθημα, ὅτι ὅλοι εἶναι ἐλεύθεροι, νὰ εἶναι ἀλήθεια καὶ νὰ γίνεται πραγματικότητα.

Στὴν παραβολὴ τῆς Δεύτερης Κυριακῆς τοῦ Τριωδίου ἀκούσαμε ὅτι ὁ ἄσωτος ἐφήρμοσε ἀκριβῶς αὐτὸ τὸ σύνθημα ὅτι «ὅλα ἐπιτρέπονται». Ζήτησε τὸ μερίδιο ἀπὸ τὴν πατρικὴ περιουσία. Ὁ πατέρας δὲν ἔφερε ἀντίρρηση, τοῦ φέρθηκε ὅπως φέρονται σὲ ἐλεύθερους ἀνθρώπους καὶ τοῦ τὸ ἔδωσε. Ἐκεῖνος ἀναχώρησε καὶ πῆγε σὲ μακρινὴ χώρα. Μετὰ ἀπὸ κάποια στιγμὴ ἄρχισαν νὰ συμβαίνουν στὴ ζωή του πράγματα ποὺ ἔδειξαν πὼς τὸ νὰ φύγει ἀπὸ τὸ σπίτι δὲν ἦταν πρὸς τὸ συμφέρον του. Τότε «ἤρξατο ὑστερεῖσθαι». Ἄρχισε δηλαδὴ νὰ αἰσθάνεται στὸ σῶμα του τὶς ἐπιπτώσεις τῆς ἀπόφασής του. Βρέθηκε κάτω ἀπὸ τὶς φοβερὲς ἀνάγκες ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ τοῦ λείπουν καὶ τὰ στοιχειώδη. Μάλιστα ἐξουσιάστηκε ἀπὸ κάποιον, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος. Ἔγινε ἐργάτης σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς πολίτες ἐκείνης τῆς χώρας, ποὺ τὸν ἔστειλε νὰ βόσκει γουρούνια. Ἐπιθυμοῦσε, προσπαθοῦσε, ἤθελε νὰ χορτάσει ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἔτρωγαν τὰ γουρούνια. Ἐπιθυμοῦσε, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν γινόταν πραγματικότητα. Δυστυχῶς, ἡ τροφὴ γιὰ γουρούνια δὲν κάνει γιὰ ἀνθρώπους.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὰ δύο ἐπιχειρήματα ποὺ κυκλοφοροῦσαν μεταξὺ κάποιων χριστιανῶν τῆς Κορίνθου σήμερα ἔχουν γίνει κανόνας ζωῆς. Ἂν τότε οἱ ἄνθρωποι μιλοῦσαν γιὰ ἐλευθερία, ἐμεῖς σήμερα ζοῦμε σὲ ἕναν πολιτισμὸ ἐλευθερίας. Στὴν ἐποχή μας εὐτυχῶς δὲν ὑπάρχουν δοῦλοι. Εἴμαστε καὶ αἰσθανόμαστε ὅλοι ἐλεύθεροι. Ἔχουμε ὅλοι δικαιώματα, μποροῦμε ν’ ἀποφασίζουμε γιὰ τὴ ζωή μας, μποροῦμε νὰ ἔχουμε περιουσία καὶ αὐτὸ δὲν τὸ σκέπτονται μόνο οἱ διανοούμενοι, ἀλλὰ τὸ ζοῦμε ὅλοι μας. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὅλα ἐπιτρέπονται, πρέπει νὰ συζητήσουμε πάλι ἂν ὅλα εἶναι πρὸς τὸ συμφέρον μας. Πίσω ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος γιὰ τὸ συμφέρον κρύβεται ἕνα ἄλλο εἶδος ἐλευθερίας. Δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἐλευθερία τοῦ «κάνω ὅ,τι μοῦ καπνίσει». Πρόκειται γιὰ τὴν ἐλευθερία νὰ ἔχω τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιλέγω τὰ νοήματα καὶ νὰ ἐνεργῶ μὲ δική μου εὐθύνη. Ὅταν ἔχω μπροστά μου δύο καταστάσεις, νὰ μπορῶ νὰ ἐπιλέγω τὴ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη. Χωρὶς νὰ εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ ἀκολουθήσω κάτι ποὺ δὲν ἀποφάσισα ἐλεύθερα.

Καὶ στὸ δεύτερο ἐπιχείρημα. Πάνω στὸ θέμα τῶν τροφῶν καὶ τῆς σεξουαλικῆς ζωῆς. Εἶναι, πραγματικά, ἠθικὰ ἀδιάφορα αὐτὰ τὰ θέματα; Μπορεῖ κανεὶς νὰ σκέπτεται ὅπως οἱ Κορίνθιοι; Σήμερα οἱ ἄνθρωποι σκέπτονται χειρότερα. Ἐκεῖνοι τουλάχιστον ἔλεγαν ὅτι ὁ Θεὸς θὰ τὰ καταργήσει καὶ δὲν θὰ ὑπάρχουν στὴν ἄλλη ζωή. Στὸν πολιτισμὸ ποὺ ἀνήκουμε σήμερα, δὲν γίνεται κἂν λόγος γιὰ τὴν ἄλλη ζωή. Κι αὐτὸ ἐπηρεάζει καὶ ἐμᾶς. Κι ἐμεῖς ἀρχίζουμε νὰ σκεπτόμαστε αὐτὰ τὰ πράγματα μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ἀπό τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μᾶς καλεῖ ἡ Ἐκκλησία μας νὰ ζήσουμε μὲ ὅρους καὶ περιορισμοὺς γιὰ πενήντα μέρες. Βρισκόμαστε μπροστὰ στὸ δίλημμα καὶ στὸν πειρασμό: Ἔχει ἀξία αὐτό; Χρειάζεται; Ὁ ἀπόστολος λέει ὅτι ἔχει τεράστια σημασία. Γιατὶ οἱ τροφὲς καὶ ἡ σεξουαλικὴ ζωή, ποὺ εἶναι σωματικὲς λειτουργίες, ἐπηρεάζουν τὶς ψυχικές μας δυνάμεις. Καθορίζουν αὐτὸ ποὺ εἴμαστε. Στὸ θέμα τῆς σεξουαλικῆς ζωῆς, ὁ Παῦλος ἐπιμένει περισσότερο. Ἐμεῖς εἴμαστε πολὺ μακριὰ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ συνέβαινε στὴν Κόρινθο. Τότε ἡ σεξουαλικὴ ζωή, ἐκτὸς τῶν ἄλλων μορφῶν της, ἦταν μέρος τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς καὶ τῆς λατρείας τῶν θεῶν. Ἦταν δηλαδὴ μία δημόσια ὑπόθεση ὡς «ἱερὴ πορνεία». Εὐτυχῶς σήμερα ἡ σεξουαλικὴ ζωὴ εἶναι θέμα αὐστηρὰ προσωπικὸ καὶ ἀπαραβίαστο. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἔχει γίνει μία αὐταξία. Ὑπάρχει ἀπὸ μόνη της. Ὁ ἄνθρωπος μόνο ἂν ἔχει σεξουαλικὴ ζωὴ θεωρεῖται ὁλοκληρωμένος. Ὁ πολιτισμός μας εἶναι σεξιστικός. Γύρω μας καὶ παντοῦ ὅλα μᾶς θυμίζουν τὸ σέξ. Σὲ σημεῖο, πολλὲς φορές, ὑπερβολικό, κουραστικὸ καὶ συχνὰ ἀντιαισθητικό. Ἐπηρεάζει κι ἐμᾶς. Ὁ ἀπόστολος μᾶς συμβουλεύει: Προσέξτε, ἡ σεξουαλικὴ ζωὴ γιὰ σᾶς ἔχει ὅρους καὶ περιορισμούς. Σὲ ἄλλα σημεῖα, προτείνει τὴ μοναδικὴ λύση γιὰ τοὺς χριστιανούς. Ὅτι μόνο μέσα στὰ πλαίσια τοῦ γάμου μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ὅπως ἀξίζει στὸν ἄνθρωπο κι ὅπως τὴ θέλει ὁ Θεός. Γιατί; Διότι ὁ γάμος προϋποθέτει εὐθύτητα τοῦ καθενός μας μπροστὰ στὸν Θεό. Προϋποθέτει τὴν εὐθύνη ποὺ ἀναλαμβάνει κανεὶς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, μέσα στὴν κοινότητά μας καὶ στὸν δημόσιο χῶρο. Καὶ διατηρεῖ τὴν προσωπικὴ ἀποκλειστικότητα καὶ τὸ ἀπαραβίαστο. Ὁ γάμος δείχνει τί εἶναι ἡ σεξουαλικὴ ζωὴ καὶ πῶς φανερώνονται οἱ δυνάμεις της. Διαφορετικὰ γεμίζει τοὺς ἀνθρώπους πληγές. Κι αὐτὸ τὸ ξέρουμε ὅλοι μας.

Πῶς ὅμως αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει; Ὁ ἀπόστολος ὑποστηρίζει ὅτι αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει ἐπειδὴ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος. Ἔλαβε σῶμα σὰν τὸ δικό μας καὶ ἔκανε τὸ δικό μας ναὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό, τὸ δεύτερο, ἔγινε πάνω στὸ σταυρό. Ἐκεῖ ὁ Χριστός, ἀκοῦμε πάλι ἀπό τὸν ἀπόστολο Παῦλο, ἀγόρασε τὸ σῶμα μας. «Οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν, ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς». Δὲν ἀνήκουμε στὸν ἑαυτό μας, μᾶς ἀγόρασε ὁ Χριστὸς καὶ πλήρωσε τὴν ἀξία μας. Τί σημαίνει αὐτό; Σημαίνει πὼς ἀντὶ νὰ βρισκόμαστε στὴν ἐξουσία τοῦ πολίτη τῆς χώρας ἐκείνης ποὺ βρέθηκε ὁ ἄσωτος καὶ νὰ βόσκουμε τὰ γουρούνια του, μποροῦμε νὰ βρισκόμαστε στὴν ἐξουσία τοῦ Χριστοῦ ποὺ μᾶς ἀγόρασε πάνω στὸ σταυρὸ καὶ ἡ σχέση μας μὲ τὶς τροφὲς καὶ τὸ σὲξ νὰ εἶναι ἑνὸς ἀνθρώπου ἐλεύθερου. Οἱ λειτουργίες τους νὰ γίνονται μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ νὰ διατηροῦν καὶ νὰ βεβαιώνουν τὴν ἐλευθερία μας καὶ ὄχι νὰ κυριαρχοῦν ἀναγκαστικὰ πάνω μας. Μὲ μία προϋπόθεση ὅμως. Νὰ κάνουμε κτῆμα μας, περιουσία μας, τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστὸς μᾶς ἐλευθέρωσε «διὰ παθημάτων» (Ἑβρ. 2,10). Τηρώντας τὴ Μεγάλη Σαρακοστὴ δείχνουμε τὴν προαίρεσή μας νὰ συμμετάσχουμε στὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτὸ δὲν γίνεται μὲ ὄμορφες σκέψεις, ἀλλὰ μὲ νηστεία καὶ ἐγκράτεια. Μὲ ὅρους καὶ περιορισμούς. Γιὰ νὰ κερδίσουμε τὴν ἐλευθερία μας καὶ νὰ τὴ διατηρήσουμε μὲ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὅταν ἀκοῦμε αὐτὰ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἂς τὰ συνδέουμε μὲ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦμε στὸ Εὐαγγέλιο. Ἂς δοῦμε στὴν ἱστορία τοῦ ἀσώτου τὴ δική μας ἱστορία. Ὁ ἄσωτος γύρισε σπίτι ἐπειδὴ πείνασε. Ἐπειδὴ σωματικὰ κατάλαβε ὅτι ἔχασε τὴν ἐλευθερία του. Θυμήθηκε ὅτι κι ὁ τελευταῖος δοῦλος τοῦ πατέρα του ἔτρωγε καὶ χόρταινε. Ἐνῷ αὐτὸς ἁπλῶς ἐπιθυμοῦσε νὰ χορτάσει. Καὶ πῆρε τὸ δρόμο νὰ γυρίσει πίσω. Κι ἐμεῖς ἂς καταλάβουμε τὴν ἀξία ποὺ ἔχουν οἱ ὅροι καὶ οἱ περιορισμοὶ στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα μας, στὴν Ἐκκλησία. Γιατὶ αὐτοὶ μᾶς ἀποκαλύπτουν τὴν ἐλευθερία μας. Αὐτὴ ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός, μὲ τὰ παθήματά του, μὲ τὸν Σταυρό του. Γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε στὸ τέλος τοῦ Τριωδίου νὰ προσκυνήσουμε σωματικὰ τὴ σωματική του Ἀνάσταση, τὴν δική μας ἀνάσταση. Ἀμήν.



 [Κήρυγμα στὸν Ἀπόστολο τῆς Β΄ Κυριακῆς τοῦ Τριωδίου (Α΄ Κορ. 6, 12-20). Ἐκφωνήθηκε στὸ Ἱ. Ν. Ἁγ. Εἰρήνης τῆς ὁδοῦ Αἰόλου στὸν Ἑσπερινὸ τῆς 3/3/2013, Κυριακῆς τοῦ ἀσώτου]

Δημοσιεύθηκε, στα πλαίσια του αφιερώματος "Περί νηστείας", στο τχ 247 (Απρίλιος 2013) της Πειραϊκής Εκκλησίας.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ωραίο κήρυγμα.
Εύγε.