Το βράδυ της 17ης
Φεβρουαρίου 2018, η καθηγήτρια Mary Beard ανάρτησε στο Twitter μια φωτογραφία
της, στην οποία έκλαιγε. Η καθηγήτρια κλασικών σπουδών του Πανεπιστημίου του
Κέιμπριτζ, που αριθμεί σχεδόν 200.000 ακολούθους στο Twitter, ήταν αναστατωμένη
μετά από την «καταιγίδα» αρνητικών σχολίων και διαδικτυακής βίας που δέχτηκε
online.
Αφορμή για το
μπούλινγκ που υπέστη ήταν το σχόλιο που έκανε για την Αϊτή. «Φυσικά κάποιος δεν
μπορεί να συγχωρέσει την φερόμενη ως συμπεριφορά εργαζομένων της Oxfam στην
Αϊτή και αλλού. Αλλά αναρωτιέμαι πόσο δύσκολο πρέπει να είναι να διατηρείς
“πολιτισμένες” αξίες μέσα σε μια ζώνη καταστροφής. Και σε γενικά πλαίσια
συνεχίζω να σέβομαι όσους πηγαίνουν και βοηθούν τον κόσμο που έχει ανάγκη –εκεί
που οι περισσότεροι από εμάς δεν θα πατούσαμε το πόδι μας», έγραψε.
Υπενθυμίζεται ότι
στις αρχές του χρόνου, η εν λόγω ανθρωπιστική οργάνωση βρέθηκε αντιμέτωπη με
ένα μεγάλο σκάνδαλο, με εργαζόμενούς της να κατηγορούνται ότι εκμεταλλεύτηκαν
σεξουαλικά ταλαιπωρημένους πολίτες της Αϊτής μετά από τον καταστροφικό σεισμό
του 2010.
Το σχόλιο της
καθηγήτριας προκάλεσε «θύελλα» αντιδράσεων από τους χρήστες του κοινωνικού
δικτύου και η καθηγήτρια δέχτηκε σφοδρές επικρίσεις για την τοποθέτησή της.
Μάλιστα οι επικριτές της, εκτός από την Beard, έβαλαν στο «στόχαστρο» και όσους
συμφώνησαν με το αρχικό της σχόλιο. Σε δεύτερο tweet της έγραψε: «Αν θέλετε να
ξέρετε, κάθομαι εδώ και κλαίω. Πραγματικά δεν είμαι η σιχαμένη αποικιοκράτης,
που λέτε ότι είμαι. Μιλάω μέσα από την καρδιά μου (και φυσικά μπορεί να κάνω
λάθος). Αλλά όσα ακούω ως αντίδραση δεν είναι σωστά, πραγματικά δεν είναι. Θα
επιστρέψω σύντομα».
Η υπόθεση αυτή δεν
είναι σπάνια στο χώρο των κοινωνικών δικτύων. Αποτελεί ένα «φαινόμενο» που
εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στο διαδίκτυο.
Συχνότερα τα θύματα
είναι οι γυναίκες και τα μέλη των εθνοτικών ή άλλων κοινωνικών μειονοτήτων, ενώ
από την κακοποίηση αυτή δεν λείπουν ακόμη και οι απειλές κατά της ζωής αλλά και
απειλές σεξουαλικής βίας.
Όταν μάλιστα αυτά τα
κριτήρια συνδυάζονται, ο εκφοβισμός μπορεί να γίνει ιδιαίτερα έντονος - όπως
αυτός που βίωσε η μαύρη βουλευτής Diane Abbott, κατά τη διάρκεια των εκλογών
του 2017.
Η συνεχής πια και
μόνιμη αυτή κακοποίηση αναγκάζει πολλούς ανθρώπους να σιωπήσουν και να
εγκαταλείψουν τα κοινωνικά δίκτυα, μειώνοντας όμως έτσι την ποικιλία των φωνών
και των απόψεων στο διαδίκτυο.
Μια νέα έρευνα διαπίστωσε
ότι ότι το 40% των ενήλικων Αμερικανών έχει δεχτεί διαδικτυακό μπούλινγκ.
Μάλιστα, οι μισοί εξ’ αυτών αποκάλυψαν ότι οι επιθέσεις εναντίον τους ήταν
ιδιαιτέρως βίαιες ενώ δέχτηκαν και ακόμη και απειλές για τη σωματική τους
ακεραιότητα.
Το Διαδίκτυο που
εμφανίστηκε με την υπόσχεση της συνεργασίας και επικοινωνίας μεταξύ ολόκληρης
της ανθρωπότητας φαίνεται ότι επαναφέρει το φυλετισμό, τη βία και τις
συγκρούσεις.
Πως γίνεται όμως ενώ
στις συναναστροφές μας στον πραγματικό έξω κόσμο να είμαστε ευγενικοί και με
σεβασμό, ενώ σε απευθείας σύνδεση να είμαστε φρικαρισμένοι, προσβλητικοί και
βίαιοι; Πώς μπορούμε να ξαναμάθουμε τις τεχνικές συνεργασίας, που επέτρεψαν στο
ανθρώπινο είδος να «ευδοκιμήσει» και να δημιουργήσει; Το Μosaic παρουσιάζει
νέες έρευνες και πειράματα που διερευνούν το φαινόμενο.
Το πείραμα στο
Πανεπιστήμιο του Γέιλ
Στο εργαστήριο
Ανθρώπινης Συνεργασίας στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, οι ερευνητές ζητούν από
πολίτες να παίξουν ένα παιχνίδι που τους επιτρέπει να κατανοήσουν πώς και γιατί
συνεργάζονται οι άνθρωποι.
Τέσσερις παίκτες,
που βρίσκονται σε διαφορετικές τοποθεσίες, λαμβάνουν το ίδιο ποσό χρημάτων για
να διαχειριστούν κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Στη συνέχεια, οι ερευνητές
τους ρωτούν πόσα από αυτά τα χρήματα θα βάλουν στον κοινό λογαριασμό, εξηγώντας
τους ότι αυτό το «ταμείο» στη συνέχεια θα διπλασιαστεί και θα μοιραστεί
ισομερώς στους τέσσερις παίκτες.
Όπως και κάθε
συνεργασία, κι αυτή βασίζεται στην εμπιστοσύνη. Αν όλοι στην ομάδα συνεισφέρουν
τα διπλασιάζονται και ανακατανέμονται με τέσσερις τρόπους, οπότε ο καθένας
διπλασιάζει τα χρήματά του ενώ στόχος είναι να ολοκληρώσουν ένα μεγάλο project,
όπως η κατασκευή ενός νοσοκομείου.
Κι όμως, σκεπτόμενοι
με οικονομικούς όρους, οι παίκτες πιστεύουν ότι θα βγάλουν περισσότερα χρήματα
εάν είναι μόνοι τους.
«Πρέπει να το
σκεφτούμε με την οπτική ματιά ενός μεμονωμένου προσώπου» λέει ο υπεύθυνος του
εργαστηρίου Ντέιβιντ Ραντ, και συνεχίζει: «Όταν ο παίκτης βάζει ένα δολάριο στο
ταμείο, αμέσως τα δολάρια γίνονται δύο και στη συνέχεια μοιράζονται δια του
τέσσερα. Αυτό σημαίνει ότι ο παίκτης παίρνει πίσω 50 σεντς για κάθε δολάριο που
επενδύει».
Η ομάδα του Ραντ
έχει παίξει αυτό το παιχνίδι με χιλιάδες παίκτες. Το 50% των παικτών πρέπει να
απαντήσουν άμεσα –μέσα σε 10 δευτερόλεπτα- ενώ οι υπόλοιποι έχουν όσο χρόνο
χρειάζονται για να σκεφτούν όλες τις παραμέτρους. Τα ερευνητικά αποτελέσματα
είναι πολύ ενδιαφέροντα… Όπως φαίνεται, οι παίκτες που αναγκάζονται να πάρουν
γρήγορα τις αποφάσεις τους και ακολουθούν το ένστικτό τους είναι συνήθως πιο
γενναιόδωροι απ’ όσους έχουν χρόνο να αναλύσουν όλα τα δεδομένα, οπότε και
γίνονται εγωιστές.
«Υπάρχουν αποδείξεις
ότι η συνεργασία είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της ανθρώπινης εξέλιξης» λέει
ο Ραντ.
«Στις κοινωνίες
μικρής κλίμακας που ζούσαν οι πρόγονοί μας, όλες οι αλληλεπιδράσεις μας ήταν με
ανθρώπους που επρόκειτο να ξανασυναντήσουμε και να αλληλεπιδράσουμε στο άμεσο
μέλλον. Αυτό έλεγχε κάθε πειρασμό για να ενεργήσει κάποιος επιθετικά ή να
επωφεληθεί».
Οι άνθρωποι είναι
πιθανότερο να επωφεληθούν και να επιβιώσουν όταν συνεργάζονται με την ομάδα.
Και, φυσικά, το να επιτραπεί σε κάποιον να παραμείνει μέρος της ομάδας -ή της
κοινωνίας- και να επωφελείται από αυτήν, έχει άμεση σχέση με το εάν τα υπόλοιπα
μέλη θεωρούν ότι είναι συνεργάσιμος. Έτσι, το ερώτημα αυτό που πρέπει να
απαντηθεί είναι εάν υπάρχει κάποιο στοιχείο στην κουλτούρα των κοινωνικών
δικτύων, που κάνει τους ανθρώπους να συμπεριφέρονται με κακό τρόπο.
Μήπως όμως υπάρχει
κάτι σχετικά με την online κουλτούρα των κοινωνικών δικτύων που ενθαρρύνει τη μέση
κακή συμπεριφορά; Σε αντίθεση με τις κοινωνίες κυνηγών-συλλεκτών, οι οποίες
βασίζονται στη συνεργασία για να επιβιώσουν και έχουν κανόνες για την ανταλλαγή
τροφίμων, για παράδειγμα, τα κοινωνικά μέσα έχουν αδύναμους θεσμούς. Προσφέρουν
φυσική απόσταση, σχετική ανωνυμία και ελάχιστη τιμωρία για κακή συμπεριφορά.
Στο εργαστήριο
Ψυχολογίας της Μόλι Κρόκετ
Στο εργαστήριο
Ψυχολογίας της Μόλι Κρόκετ, οι ειδικοί προσπαθούν να κατανοήσουν πώς τα μέλη
της κοινωνίας λαμβάνουν αποφάσεις ηθικής φύσης. Πιο συγκεκριμένα, προσπαθούν να
καταλάβουν τον τρόπο με τον οποίο «αποτυπώνεται» στο ίντερνετ η ηθική οργή.
Μετά από ανάλυση
εγκεφαλικών απεικονίσεων, ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι όταν οι
άνθρωποι κάνουν κάτι για να δείξουν την ηθική οργή τους, τότε ενεργοποιείται το
μέρος του εγκεφάλου που σχετίζεται με την ανταμοιβή.
Νιώθουν καλά, τους
διακατέχει ένα αίσθημα ευφορίας. Αυτό είναι και το συναίσθημα που πιθανώς να
τους αναγκάσει να επέμβουν και πάλι, εάν τους δοθεί η ευκαιρία.
Έτσι, εάν δουν
κάποιον να συμπεριφέρεται με ένα τρόπο που δεν συνάδει με τα «κοινωνικά
αποδεκτά», τότε σπεύδουν να το πουν και να διεκδικήσουν το δίκιο τους.
Ένα απλό παράδειγμα
θα ήταν το εξής: Ένας άνθρωπος βρίσκεται σε μια παιδική χαρά με τα παιδιά του
και βλέπει έναν ιδιοκτήτη σκύλου να μην μαζεύει της ακαθαρσίες του ζώου του.
Ενοχλημένος, του
ζητάει να αναλάβει τις ευθύνες του και να μην βρομίζει το χώρο όπου παίζουν τα
παιδιά.
Ο «υπερασπιστής» του
κοινού καλού αισθάνεται στη συνέχεια υπερήφανος για τον εαυτό του και πιθανώς
να δεχτεί και θετικά σχόλια απ’ όσους βρίσκονται εκείνη την ώρα στον ίδιο χώρο.
Συζητάμε, όμως, για
κάτι που είναι μέρος της καθημερινότητας των περισσότερων ανθρώπων και σε
γενικά πλαίσια δεν είναι εξαιρετικά προσβλητικό. Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι
χαμηλών τόνων, συνυπάρχοντας ειρηνικά, και σπάνια βρίσκονται αντιμέτωποι με
πραγματικά εξοργιστικές συμπεριφορές. Σπάνια βλέπουμε την ηθική αγανάκτηση που
εκφράζεται.
Αν μπείτε όμως στο
Twitter ή στο Facebook θα συναντήσετε μια πολύ διαφορετική εικόνα. Πρόσφατη
έρευνα δείχνει ότι τα μηνύματα με ηθικά και συναισθηματικά λόγια είναι πιο
πιθανό να εξαπλωθούν στα κοινωνικά μέσα - κάθε ηθική ή συναισθηματική λέξη σε ένα
tweet αυξάνει την πιθανότητα να μεταφερθεί ξανά κατά 20%.
«Περιεχόμενο που
προκαλεί ηθική οργή είναι πολύ πιθανότερο να μοιραστεί διαδικτυακά» λέει η
Κρόκετ, και συνεχίζει: «Αυτό που έχουμε δημιουργήσει online είναι ένα
οικοσύστημα που επιλέγει το πιο περίεργο και εξοργιστικό περιεχόμενο. Και αυτό
συνδέεται με μια πλατφόρμα όπου είναι πιο εύκολο από ποτέ να εκφράσεις την οργή
σου».
Σε αντίθεση με τον
φυσικό κόσμο, στο διαδίκτυο δεν κινδυνεύει η σωματική σου ακεραιότητα όταν θα
αποκαλύψεις μια ιστορία ή θα απαντήσεις σε ένα σχόλιο που δεν συνάδει με τα
προσωπικά σου πιστεύω.
Την ίδια ώρα, στον
φυσικό κόσμο, όταν κάποιος αποφασίζει να δράσει, τότε αυτό το γνωρίζουν μόνο
όσοι υπάρχουν γύρω του εκείνη την ώρα. Αντίθετα, στα κοινωνικά δίκτυα το
μαθαίνουν όλοι οι χρήστες της εκάστοτε πλατφόρμας.
«Η υπόθεσή μας είναι
ότι ο τρόπος με τον οποίο έχουν σχεδιαστεί αυτά τα κοινωνικά δίκτυα μπορεί να
μετατρέπει την έκφραση της κοινωνικής οργής σε συνήθεια» εξηγεί η Κρόκετ, και
συνεχίζει: «Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να κάνουμε μια συζήτηση ως κοινωνία για
το εάν πρέπει ή εάν θέλουμε η ηθική μας να ελέγχεται από αλγόριθμους, των
οποίων ο βασικός στόχος είναι να φέρνουν χρήματα στους τεχνολογικούς κολοσσούς.
Νομίζω ότι όλοι θέλουμε να πιστεύουμε ότι όσα αισθανόμαστε και βρίσκουμε μη
αποδεκτά είναι ένα έμφυτο κομμάτι του εαυτού μας και όχι αντίδραση σε οτιδήποτε
βάζουν μπροστά μας οι προγραμματιστές».
Τα καλά νέα είναι
ότι μπορεί να χρειαστούν μόνο λίγοι άνθρωποι για να αλλάξουν την κουλτούρα
ολόκληρου του δικτύου.
Η ομάδα του Νικόλα
Χρηστάκη
Ένας άνθρωπος που
έχει ασχοληθεί εκτενώς με τον τρόπο που αλληλοεπιδρούν οι άνθρωποι μέσω
κοινωνικών δικτύων είναι ο ελληνικής καταγωγής Νικόλας Χρηστάκης, επικεφαλής
του εργαστηρίου Ανθρώπινης Φύσης του πανεπιστημίου του Γέιλ.
Η ομάδα του διερευνά
τον τρόπο με τον οποίο τα κοινωνικά δίκτυα επηρεάζουν τη συμπεριφορά μας αλλά
και πώς ορισμένα διάσημα πρόσωπα μπορούν να αλλάξουν δραματικά την κουλτούρα
ενός ολόκληρου «δικτύου» ανθρώπων. Στόχος της έρευνας αυτής είναι να
εντοπίζονται τα πρόσωπα που έχουν ιδιαίτερη επιρροή και στη συνέχεια να
επιστρατεύονται για προγράμματα δημόσιας υγείας.
Για παράδειγμα, στις
Ονδούρες, το μοντέλο αυτό χρησιμοποιείται για να ευαισθητοποιηθεί ο κόσμος
σχετικά με τον εμβολιασμό. Διαδικτυακά, πάλι, οι άνθρωποι αυτοί έχουν τη
δυνατότητα να μετατρέψουν ένα εχθρικό περιβάλλον, σε ένα όπου βασικές αρχές
είναι η συμπόνια και η συνεργασία.
Ο Ν. Χρηστάκης
διερευνά τα κοινωνικά δίκτυα δημιουργώντας προσωρινές κοινωνίες online.
«Βάζουμε, για παράδειγμα, ανθρώπους να παίξουν ένα παιχνίδι δημόσιων αγαθών για
να κατανοήσουμε πόσο ευγενικοί είναι» λέει ο ίδιος.
Στη συνέχεια,
επεμβαίνει στο δίκτυο. «Τροποποιώντας τις αντιδράσεις τους προς τη μια
κατεύθυνση μπορούμε να τους κάνουμε να είναι πολύ καλοί ο ένας με τον άλλο. Ή
να πάρουμε τους ίδιους ανθρώπους και αλλάζοντας τις διασυνδέσεις μεταξύ τους να
τους μετατρέψουμε κακοήθεις και ανόητους ανθρώπους, που δεν μπορούν να
συνεργαστούν» εξηγεί.
Tι πυροδοτεί το
trolling
«Μπορεί να πιστεύετε
ότι υπάρχει μια μειοψηφία ψυχοπαθών οnline, τους οποίους ονομάζουμε τρολ, και
σε αυτούς οφείλεται όλο αυτό το “κακό”» λέει ο Cristian
Danescu-Niculescu-Mizil, από το τμήμα Πληροφοριακών Επιστημών του πανεπιστημίου
του Κορνέλ.
«Αυτό που βλέπουμε,
όμως, μέσω της έρευνάς μας είναι ότι οι φυσιολογικοί άνθρωποι, όπως εσείς και
εγώ, μπορούμε επίσης να εμφανίζουμε αντικοινωνική συμπεριφορά. Για ένα χρονικό
διάστημα, μπορεί να μετατραπείτε σε τρολ. Και αυτό είναι εντυπωσιακό» λέει ο
ίδιος. Και τι πυροδοτεί το trolling, δηλαδή την αντικοινωνική συμπεριφορά online;
Κατά τον ειδικό, δύο
πράγματα: το περιεχόμενο της συζήτησης –τον τρόπο δηλαδή με τον οποίο
εκφράζονται οι άλλοι- και η διάθεση του εκάστοτε χρήστη. «Εάν δηλαδή είχατε μια
κακή ημέρα, ή είναι Δευτέρα, τότε είναι πολύ πιθανότερο να τρολάρετε. Είστε πιο
ευγενικοί το Σάββατο το πρωί» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο Cristian
Danescu-Niculescu-Mizil έχει δημιουργήσει έναν αλγόριθμό που προβλέπει με
ακρίβεια 80% πότε κάποιος βρίσκεται κοντά στο να εμφανίσει σημάδια διαδικτυακής
βίας.
Παρατήρησε, επίσης,
πως όταν οι χρήστες έχουν χρόνο να σκεφτούν πριν αναρτήσουν ένα σχόλιο τότε
αυτό βελτιώνει το περιεχόμενο των συνομιλιών, κάτι που είναι ωφέλιμο για το
σύνολο της συζήτησης. Το θετικό της υπόθεσης είναι ότι παρότι αρκετοί άνθρωποι
έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με φρικτές συμπεριφορές online, η πλειοψηφία των
αλληλεπιδράσεων είναι θετικές.
Την ίδια ώρα, η
δικαιολογημένη ηθική οργή μπορεί να καταπολεμήσει αποτελεσματικά γεμάτα μίσος
σχόλια στο Twitter, το Facebook ή άλλα κοινωνικά δίκτυα. Πρόσφατη βρετανική
έρευνα έδειξε ότι τα αντισημιτικά σχόλια δεν αναπαράγονται τόσο γρήγορα ή τόσο
πολύ όσο τα σχόλια των χρηστών που κατακρίνουν τις συμπεριφορές αυτών.
Όπως εξηγεί ο
Cristian Danescu-Niculescu-Mizil, η διαπροσωπική κοινωνική συμπεριφορά
διαμορφώνεται εδώ και χιλιάδες χρόνια. Τα κοινωνικά δίκτυα, όμως, υπάρχουν μόνο
20 χρόνια.
Και όσο η
διαδικτυακή συμπεριφορά μας εξελίσσεται, πιθανώς να κάνουν την εμφάνισή τους
και ορισμένα «σημάδια» -τα ψηφιακά ισοδύναμα των σημαδιών που φαίνονται στο
πρόσωπο ενός ανθρώπου κατά τη διάρκεια μιας τετ-α-τετ επαφής - που θα βοηθήσουν
στην εξομάλυνση των διαδικτυακών συζητήσεων.
«Είμαι αισιόδοξος…»
λέει ο ειδικός, και ολοκληρώνει λέγοντας: «Είναι απλώς ένα διαφορετικό
“παιχνίδι” και πρέπει να εξελιχθούμε…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου