«Ἦταν 20 Ἰουλίου 1974. Ἀνήμερα τοῦ Προφήτου Ἠλιού τοῦ Θεσβίτου, ὅταν μαθεύτηκε, ὅτι ἔγινε ἡ ἀπόβαση τῶν Τούρκων στήν Κύπρο. Τό μεγάλο κακό πού σιγόβραζε τόσα χρόνια καί πού τό καλλιεργοῦσαν σκοτεινές δυνάμεις, ξέσπασε καί γρήγορα βύθισε σέ θρῆνο καί κλαυθμό τούς Κυπρίους καί τούς Ἑλλαδίτες, ἀλλά καί τούς Ἕλληνες ὅπου γῆς.
Τά ἀποτελέσματα γνωστά. Τά προβλήματα μεγάλα μέχρι σήμερα. Οἱ πληγές ἀνοιχτές. Τά γεγονότα βοοῦν καί οἱ τόποι μαρτυροῦν γιά τούς βανδαλισμούς, τίς σφαγές, τά ἀποτρόπαια ἐγκλήματα, τίς λεηλασίες, τούς ἀγνοουμένους. Ὁ πόνος διάχυτος πάνω ἀπό τό πανώριο Ἑλληνικό νησί. Τά χρόνια περνοῦν καί μεῖς θυμόμαστε τίς ἡμέρες ἐκεῖνες, ἔχοντας ἀκόμα στ'αὐτιά μας τόν ἀπόηχο, ἀπό τά στρατιωτικά ἀνακοινωθέντα καί ἀπό τά δελτία εἰδήσεων, ὅπως μετεδίδοντο τότε. Ἀκόμα δέ ἀπό τίς ἐφημερίδες πού μέ τόν δικό τους παραστατικό τρόπο παρουσίαζαν τά θλιβερά γεγονότα. Τά παιδιά μας σήμερα διαβάζουν τήν ἱστορία(;) Μαθαίνουν περί τῶν ἡμερῶν ἐκείνων καί τῶν θλιβερῶν καί αἱματωμένων γεγονότων καί στιγμῶν(;) Δέν ξέρω κατά πόσο στήν ἐποχή μας κατά τήν ὁποία ἔχουν ἀμβλυνθεῖ τά πάντα, μποροῦν τά ὅσα ἀναφέραμε προηγουμένως νά ἐπιδράσουν καταλυτικά στίς ψυχές τῶν νέων ἀνθρώπων, τῶν παιδιῶν μας. Μέσα στό ρημαδιό καί τήν κατάπτωση τῶν ἀξιῶν καί τό γκρέμισμα τῆς ἐλπίδος, θέλω νά πιστεύω, ὅτι ὑπάρχουν ἀνοικτά παράθυρα στίς καρδιές δῶρο Θεοῦ μέσα ἀπό εἰδικά χαρίσματα καί πνευματικές ἀντιστάσεις, ὥστε νά μπαίνῃ τό φῶς πού θά καταυγάσῃ τό εἶναι τῶν νέων Ἑλλήνων, προκειμένου τό γένος μας νά προχωρήσῃ στήν ἱστορική σταυροαναστάσιμη πορεία του.
Μέσα ἀπ'αὐτό τό ἀνοικτό παράθυρο τῆς μνήμης καί τῆς τιμῆς, σέ ἥρωες καί μάρτυρες πού εὐκλεῶς ἀγωνίστηκαν καί πολλοί ἀπό αὐτούς ἡρωικά ἔπεσαν ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος, ρίχνομε τό φῶς τῆς ἱστορίας καί τοῦ χρέους, ὥστε νά μή πέσῃ τῆς λήθης ὁ μανδύας πάνω ἀπό τά πρόσωπα καί καλύψῃ τήν ἱστορική ἀλήθεια πού γράφτηκε μέ ἀγῶνες, θυσίες καί αἵματα μαρτυρικά.
Ἡ Κύπρος εἶναι ὁ μεγάλος μας πόνος, ἡ παντοτεινή μας ἀγάπη, ἡ ἀγιάτρευτη μέχρι σήμερα πληγή μας, τό ματωμένο κομμάτι τοῦ εἶναι μας. Ὅσο καί ἄν κάποιοι θέλουν σήμερα τά γεγονότα νά συγκαλύπτουν καί λύσεις μετέωρες, ἄκαιρες, ἀταίριαστες νά ἐπιβάλλουν, ἐμεῖς θά θρηνοῦμε πάνω ἀπό τά σκλαβωμένα Ἑλληνοκυπριακά ἐδάφη, θά κλαῖμε γιά τήν Κερύνεια καί τήν Ἀμμόχωστο, γιά τόν Ἅγιο Ἀνδρέα τῆς Καρπασίας καί τά ἄλλα μέρη πού στενάζουν κάτω ἀπό τήν Τουρκική Κατοχή καί θά ἑνώνομε τή φωνή μας μέ τόν πολλάκις προδομένο Κυπριακό Ἑλληνισμό γιά δίκαιη καί βιώσιμη λύση τοῦ Κυπριακοῦ προβλήματος.
Καί νά θέλωμε νά ξεχάσωμε, δέν μποροῦμε. Καί τά μάτια νά κλείσωμε, τίποτε δέν ἐπιτυγχάνομε. Ὅσο ζοῦν μέσα μας οἱ ἥρωες καί εὐτυχῶς οἱ ἥρωες ποτέ δέν πεθαίνουν, ἔχουν ἤδη στήν ἀθανασία περάσῃ, θά παλεύῃ μέσα μας τό θεριό πού θά μᾶς ξεσηκώνῃ γιά ἀγῶνες γιά τήν λευτεριά καί τή δόξα, γιά τήν τιμή καί τό χρέος, ἔναντι τῶν προγόνων μας ἀλλά καί ἔναντι τοῦ παρόντος καί κυρίως τοῦ μέλλοντος, τό ὁποῖο μόνο ὅταν ἔχῃ τό σύνδεσμο μέ τίς ζείδωρες τοῦ Γένους μας ρίζες, μπορεῖ νά δώσῃ καρπούς εὐκλεεῖς.
Δέν μποροῦμε νά ξεχάσωμε, γιατί ἀπό τόν τόπο μας ξεκίνησαν 150 καί πλέον παλληκάρια τότε, γιά νά πᾶνε στήν γῆ τῆς Κύπρου τήν Ἑλληνική καί νά ὑπερασπιστοῦν τά ἅγια ἐδάφη μας, τά ποτισμένα μέ τά αἵματα τοῦ Ἐθνομάρτυρος Κυπριανοῦ καί τοῦ Αὐξεντίου, τοῦ Παλληκαρίδη καί τόσων ἄλλων παλληκαριῶν, λεοντόψυχων Ἑλλήνων Κυπρίων πού μέ τήν ψυχή τους βροντοφώναξαν «Ἐλευθεριά γιά σένα ζῶ, γιά σέ μόνο παλεύω, κι ἄν εἰς τόν κόσμο δέν σέ βρῶ ἀλλοῦ θά σέ γηρεύω».
Κάποιες μανάδες τότε, ὅταν τά παιδιά τους ἔφευγαν γιά τήν Κύπρο, ἀπό τήν γῆ τῆς Ἀχαΐας, γονάτισαν μπροστά στήν Παναγιά καί τόν Ἅγιο Ἀνδρέα καί ἔγινε ἕνα ὁ κλαυθμός τους μέ τῆς μάνας τοῦ Κυρίου μας τά δάκρυα. Κάποιες δέν ξαναεῖδαν τά παιδιά τους. Στά χωριά τους ἡ μνήμη τους εἶναι ζωντανή, γιατί στέκεται μαρμαρωμένη ἡ λεβεντιά τους, ἀετίσιο τό φεγγοβόλο βλέμμα τους, ὁδοδείκτης στήν πορεία τῶν νεωτέρων, καύχημα γιά τόν τόπο μας, στολίδια γιά τή γῆ τῆς Ἀχαΐας.
Δέν μᾶς ἐπιτρέπει ἡ ἔντονη παρουσία, τό αἷμα τῆς θυσίας τους νά λησμονήσουμε τούς ἀγῶνες τοῦ χθές, τήν πραγματικότητα τοῦ σήμερα καί τό τί δέον γενέσθαι γιά τό αὔριο.
Σέ ὅποιον ἐπισκέπτεται τήν Κύπρο, ἡ ἡρωική ψυχή τοῦ καθ'ἑνός καί ὅλων μαζί κραυγάζει:
«Ὤ ξεῖν ἀγγέλειν Ἀχαιοῖς, ὅτι τῆδε κείμεθα
τοῖς τῶν ἡρωικῶν προγόνων ἡμῶν ρήμασι πειθόμενοι».
Δέν μᾶς ἐπιτρέπουν, νά ξεχάσωμε τήν τραγωδία καί τά βάσανα, οἱ ἀγνοούμενοι ἀδελφοί μας ὁ Χρῖστος ὁ Γρίβας, πού μέ τήν ἀτσαλένια ὀμορφιά του καί τήν ἀνοιχτή ἀγκαλιά του νοερά κατασπάζεται τούς Πατρινούς συντοπίτες του ἀπό τό μνημεῖο τῆς τιμῆς στήν ὁδό Ἕλληνος Στρατιώτου καί Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου καί Νικόλαος Κατούντας πού καί αὐτόν ἀκόμα τόν περιμένουν οἱ δικοί του στά πατρογονικά του.
Ἀλλά ἄν μέ ζωηρή φωνή μιλοῦν ὅσοι βρίσκονται σήμερα στόν οὐρανό, ἥρωες ἀδελφοί μας, ἄν ξυπνᾶνε συνειδήσεις οἱ ἀγνοούμενοί μας, ἀκόμα πιό πολύ ἡ δική σας ὡραία, σεμνή μά τόσο ἠχηρή παρουσία, ἥρωες καί ἀγωνιστές Ἀχαιοί, λεβέντες καί παλληκάρια, πού ἡ εὔνοια τοῦ Θεοῦ, σᾶς ἐπεφύλαξε αὐτή τήν τιμή νά βρεθῆτε σ'αὐτές τίς τόσο κρίσιμες γιά τήν πατρίδα μας, γιά τήν Ἑλληνική Μεγαλόνησο Κύπρο μας, ἐκεῖ στήν πρώτη γραμμή, ἀμυνόμενοι τῆς πατρώας τιμῆς καί δόξας.
Καμάρι μας ὁ ἀγώνας σας, σεμνό καύχημά μας καί ἱερή ὑπερηφάνειά μας, ὁ κόπος σας, ἡ ἀγωνία σας, ἡ αὐταπάρνησή σας, ἀφοῦ τίποτα δέν βάλατε πάνω ἀπό τό χρέος σας, μήτε πατέρα, μήτε μητέρα, μήτε ἄλλον τινά, ἀλλά μέ ἐνθουσιασμό καί σφρῖγος ἐσπεύσατε στό πεδίο τῶν μαχῶν.
Ὁ Θεός ἠθέλησε νά γυρίσετε πίσω, ἀφήνοντας ἕνα κομμάτι τοῦ εἶναι σας, τό σημαντικώτερο, ἐκεῖ στόν τόπο τῆς θυσίας καί τῆς προσφορᾶς, τῶν ἀγώνων καί τοῦ κλέους.
Ἤσασταν νέοι μέ μαῦρα μαλλιά, παιδιά πού σᾶς ἀξίωσε ὁ Θεός νά ζήσετε μέχρι σήμερα καί νά λευκανθῆτε μέσα ἀπό τόν δρόμο τῆς τιμῆς, ἀφανεῖς συνεχιστές λαμπαδηδρόμοι, κρατώντας τήν φωτοφόρο δάδα, τοῦ πνευματικοῦ φέγγους πού λίγοι μποροῦν, νά κρατήσουν ἀναμμένη.
Σεμνά περνᾶτε μπροστά μας, ἄγνωστοι στούς πολλούς, ἀπαρατήρητοι, ὅμως ἐσεῖς ἔχετε τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς, διότι ἔχετε τό ἱερό προνόμιο τοῦ ἥρωα, ἕνα προνόμιο πού σπάνια κοσμεῖ τήν κεφαλή τῶν θνητῶν. Ἔχετε τό προνόμιο, νά μιλᾶτε στά παιδιά σας γιά τίς ἡμέρες τῆς δόξης πού ζήσατε, ἀλλά καί τά παιδιά σας νά καυχῶνται γιά τούς γονεῖς, πού ἔκαναν ὑπερήφανο τόν τόπο μας.
Κάποιοι ἀπό σᾶς, μαζί μέ τίς ἀναμνήσεις φέρατε πίσω καί κάποια παράσημα, ὄχι τά ψεύτικα, τά μπρούτζινα ἤ τά ἀσημένια, μά τά στίγματα γιά τήν πατρίδα, τίς πληγές στό ἡρωικό σας σῶμα, πού ἐπιβεβαιώνουν τά ὅσα γιά τήν ἔνδοξη πατρίδα μας ἐπάθατε. Τή λεβεντιά σας, ἡ σημαία καλύπτει. Καί κάθε της πτυχή κάνει τήν πνοή σας νοερά κραυγή ἤ σιωπή κραυγάζουσα: «Ἐλευθερία ἤ θάνατος».
Ὑπάρχει στ'ἀλήθεια μεγαλύτερη τιμή ἀπ'αὐτή; Ὑπάρχει μεγαλύτερη εὐτυχία; Πολλοί στηρίζουν τή ζωή τους στήν κοσμική δόξα καί στά πλούτη τά πρόσκαιρα, στήν ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου.
Πόσο λάθος ἔκαναν καί κάνουν! Ἡ πραγματική εὐτυχία εἶναι ὑπόθεση βαθειά, ἐσωτερική, εἶναι βίωμα καρδιᾶς. Οἱ ἀληθινά εὐτυχισμένοι εἶναι οἱ μεγάλοι, οἱ ὑψιπέτες πού δέν περιμένουν ἀναγνώριση ἀπό μικρούς, πού οὔτε ξέρουν, οὔτε θέλουν νά ἀποδίδουν τόν ἔπαινο καί τήν εὐγνωμοσύνη εἴτε μέ λόγια, εἴτε μέ ἔργα.
Δέν ξέρουν, γιατί ποτέ δέν μπῆκαν στήν διαδικασία νά ξεπεράσουν τήν πεζότητα καί δέν θέλουν γιατί δέν μποροῦν νά ξεπεράσουν τήν σμικρότητά τους.
Ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ὑποφέραμε πολλές φορές ἀπ'αὐτόν τόν ἐπικίνδυνο πνευματικό νανισμό, πού μᾶς ἐξέθεσε καί μᾶς ἐκθέτει. Πού πλήγωσε ἁγνές ψυχές καί πού συνεχίζει νά πληγώνῃ.
Οἱ ἥρωες εἶναι πάνω ἀπό αὐτή τήν χαμερπῆ ὕπαρξη τῶν μικρῶν. Πετᾶνε ἐλεύθεροι ἀπό τέτοιους χαλινούς καί δεσμά. Δέν περιμένουν τίποτα, γιατί ἀκριβῶς εἶναι ἐλεύθεροι, ὅπως εἶστε καί σεῖς.
Ἡ προσφορά σας εἶναι τέτοια, πού μόνο πνευματικά μπορεῖ νά μετρηθῇ καί ἔτσι νά ἀποζημιωθῇ. Ὁποιοδήποτε ἄλλο μέτρο θά τήν μικρύνῃ, γιατί κανένα ἀνθρώπινο ζύγι δέν μπορεῖ ἀπέναντί της νά σταθῇ καί κανένα ἀνθρώπινο νόμισμα δέν μπορεῖ νά τῆς προσφέρῃ τήν τιμή πού τῆς ἀξίζει.
Ἡ προσφορά σας εἶναι τίμια καί γι'αὐτό ἀτίμητη. Μεγάλη καί συγκλονιστική.
Μή παραπονεθῆτε ποτέ, ἄν τυχόν κάποιοι σᾶς ξέχασαν ἤ δέν σᾶς εἶπαν εὐχαριστῶ, ἄν ζήσατε πολλές φορές στήν πνευματική ἤ γενικώτερη μοναξιά σας ἤ ἄν κάποιοι γιά τό δρόμο πού τραβήξατε καί πορευτήκατε τίποτε δέν κατάλαβαν. Ἡ μοναξιά εἶναι τό μεγάλο προνόμιο τῶν μεγάλων, στούς ὁποίους ἡ ἀνθρωπότητα χρωστάει τήν ὀντότητά της, τήν ἐλευθερία της, τό μέλλον της.
Ὅλα αὐτά τά εἶχα στήν καρδιά μου, ὡς θησαυρόν πολύτιμον καί θέλησα νά σᾶς τά προσφέρω, ὡς ἀντίδωρον εὐγνωμοσύνης καί τιμῆς γιά τόν ἀγῶνα σας ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος.
Γιά νά σᾶς προβάλω ὡς πρότυπα ἀνθρώπων Ἑλλήνων, πού ἀνά πᾶσαν στιγμή εἶναι ἕτοιμοι, μή φειδόμενοι οὐδ' αὐτῆς τῆς ζωῆς αὐτῶν, νά στρατευθοῦν ὑπέρ τῆς γλυκυτάτης ἡμῶν πατρίδος καί τῆς ἁγίας καί ἀμωμήτου ἡμῶν πίστεως, ὑπέρ τῆς ἀνθρωπίνης ἀξιοπρεπείας καί τιμῆς.
Νά σᾶς ἐπαινέσω, παρ'ὅτι δέν τό ἔχετε ἀνάγκη, γιά τίς θυσίες σας καί νά σᾶς εὐχαριστήσω γιά τήν πολύτιμη προσφορά σας, πού συνεχίζεται μέσα ἀπό τήν σεμνή καί ἀθόρυβη ζωή σας, τήν ὡραία οἰκογένειά σας καί τήν θαυμάσια κοινωνική σας παρουσία.
Πρίν ἀρκετούς μῆνες, σέ μία σεμνή ἐκδήλωση στό Δῆμο Δύμης, τιμήθηκαν κάποιοι ἀπό σᾶς. Ἔβλεπα τίς φωτογραφίες σας τότε καί τήν μορφή σας σήμερα. Ὁ χρόνος περνάει τόσο μά τόσο γρήγορα καί μεῖς ἀλλάσομε καί κάποια στιγμή φεύγομε ἀπό τά πρόσκαιρα.
Συγκινήθηκα πολύ ἐκείνη τήν ἡμέρα. Σκέφτηκα ὅμως, ὅτι μένει νέα πάντα ἡ ψυχή, ὅ,τι καί νά συμβῇ στή ζωή μας.
Χαρές καί πλούτη νά χαθοῦν
καί τά βασίλεια κι ὅλα
τίποτα δέν εἶναι, ἄν ἡ ψυχή
μένει στητή κι ὁλόρθη.
Δέν μποροῦμε νά σᾶς ξεχάσωμε, γιατί τή θυσία σας τήν διατηρεῖ νωπή τό μνημεῖο, πού στήθηκε στό Κέντρο Ἐκπαιδεύσεως Τεχνικοῦ στήν Πάτρα.
Δέν μποροῦμε νά σᾶς ξεχάσωμε, γιατί στήν Πάτρα ἔχομε τούς ἐκ τῆς μεγαλονήσου Κύπρου ἀδελφούς, πού μέ τήν δραστηριότητά τους καί τήν ἐνεργό συμμετοχή τους στά δρώμενα, κοινωνικά καί πνευματικά αὐτοῦ τοῦ τόπου κρατοῦν ἄσβεστο τόν ἱερό σύνδεσμο μέ τήν ἔνδοξη καί αἱματοβαμμένη γενέτειρά τους.
Ἡ σημερινή τιμή γιά σᾶς εἶναι τό ἐλάχιστο δεῖγμα τῆς ἀναγνώρισης τοῦ ἀγῶνα σας, τῆς βαθειᾶς μας εκτίμησης καί τῆς πολλῆς μας ἀγάπης πρός τήν σεμνή καί διακριτική προσωπικότητά σας.
Θά σᾶς συνοδεύῃ ἡ εὐχή μας καί προσευχή μας, ὥστε καί στή συνέχεια νά ἀπολαμβάνετε ὅλα τοῦ Θεοῦ τά ἀγαθά ἐν χαρᾷ καί ἀγαλλιάσει μετά τῶν οἰκογένειῶν σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου