Από τον λεβέντη δάσκαλο της γειτονιάς μας
Ομιλία
του προϊσταμένου του Δημοτικού Σχολείου Φλομοχωρίου-Κότρωνα Μάνης, Νικολάου Π.
Άντωνόπουλου, γιά τόν εορτασμό του «’Έπους του ’40» (Φλομοχώρι, 28 Όκτ.
2012).
Ένα κείμενο Από ένα γνήσιο λειτουργό τής Παιδείας, άπό τούς ελάχιστους πού άπέμειναν καί άποτελούν καμάρι, ελπίδα καί στήριγμα τής Πατρίδας μας:
Ένα κείμενο Από ένα γνήσιο λειτουργό τής Παιδείας, άπό τούς ελάχιστους πού άπέμειναν καί άποτελούν καμάρι, ελπίδα καί στήριγμα τής Πατρίδας μας:
"Όμως σ’
αύτό τό σημείο θά μου επιτρέψετε νά σάς διηγηθώ μιά μικρή ιστορία, την
όποια διασώζει ένας Πλωτάρχης του πολεμικού Ναυτικού έ.ά., ο κος Δημήτριος
Ντούλιας («Ναυτική Ελλάδα», τεύχ. Όκτ. 2011). Λέγει ό ίδιος ότι τό 1952
παρακολουθούσε τήν ύποστολή τής σημαίας πού γινόταν άπό αγημα στό τότε
κτίριο του Υπουργείου Ναυτικού, πού βρισκόταν στήν ‘Οδό Κλαυθμώνος (στην Αθήνα). Ας σημειώσουμε ότι τότε, όταν γινόταν έπαρση καί
ύποστολή σημαίας, τά πάντα νέκρωναν καί οί περαστικοί στέκονταν σέ στάση
προσοχής. Στό τέλος τής μικρής εκείνης τελετής παρακολουθεί έναν
άξιωματικό νά πλησιάζει έκνευρισμένος στόν πάγκο ένός πλανόδιου καστανά
καί νά τόν ρωτά γιατί δέν σηκώθηκε όρθιος. Ό καστανάς πρός στιγμήν έμεινε
βουβός καί άμίλητος καί μετά άπό λίγο τοϋ είπε: «Πώς νά σηκωθώ, κύριε
άξιωματικέ; Τής τά έδωσα καί τά δύο». Καί σηκώνοντας τά μπατζάκια τοϋ
παντελονιού του, φάνηκαν δύο πόδια κομμένα πάνω άπό τά γόνατα. Ω, θυσίας
σύμβολο!
Σβήνω τή
μηχανή τού χρόνου κι έρχομαι στό σήμερα. Ξεφυλλίζω μιά άθηναϊκή εφημερίδα τής
περασμένης εβδομάδας καί διαβάζω: «Τούρκικο πλοίο κάνει θαλάσσιες
βόλτες άπό την Εύβοια ώς τήν Κρήτη». ’Ανοίγω τήν τηλεόραση, άκούω στίς
ειδήσεις: «Οί άνεργοι στήν ‘Ελλάδα ξεπερνούν τούς 1.200.000». Ανοίγω τό ραδιόφωνο καί άκούω: «2.000 Ελληνες αύτοκτόνησαν άπό τήν
άρχή τής κρίσης». Δηλαδή τά έγγόνια καί τά δισέγγονα τών άγωνιστών τού ’40
είναι άνεργα καί κάποια μάλιστα φτάνουν στό άπονενοημένο σημείο νά
αύτοκτονοΰν. Θεός φυλάξοι!
’Εάν
σήμερα είχαμε στό κέντρο τής Πλατείας μας τόν καστανά, έχω βέβαια τήν
πεποίθηση πώς δέν θά σιωποΰσε, ούτε θά καθόταν νά δείξει τά κομμένα πόδια
του, άλλά θά φώναζε, θά ώρυόταν καί σάν άλλος προφήτης ‘Ησαίας θά έλεγε:
«Ούαί τέκνα άποστάται!» (Ήσ. Λ’ 1).
Σέ βλέπω
ταπεινωμένη καί σέ ονομάζω Ελλάδα.
Σε βλέπω κλαίουσα καί σέ ονομάζω Ελλάδα.
Σέ βλέπω άδύναμη καί σέ ονομάζω Ελλάδα.
Σε βλέπω κλαίουσα καί σέ ονομάζω Ελλάδα.
Σέ βλέπω άδύναμη καί σέ ονομάζω Ελλάδα.
Καί σού
λέω, κάνε ύπομονή, δείξε καρτερία, εσύ γνωρίζεις άπό αυτά. 400 χρόνια ήσουν
σκλαβωμένη, γεύτηκες Μικρασιάτικες καταστροφές, βρέθηκες ύπό τριπλή
γερμανική, ιταλική καί βουλγαρική κατοχή, έχεις άκόμη παιδιά ύπόδουλα στήν
κατεχόμενη Κύπρο. Περίμενε σέ λίγο
γλυκοχαράζει…
Ζήτω τό έπος του ’40!
Ζήτω ή λεβεντογέννα Μάνη τού Δαβάκη!
Ζήτω τό ’Έθνος τών Ελλήνων! "
Ζήτω ή λεβεντογέννα Μάνη τού Δαβάκη!
Ζήτω τό ’Έθνος τών Ελλήνων! "
Απόσπασμα
από το Περιοδικό “Η Δράση μας”, Τεύχος
Οκτωβρίου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου