Η ανάγκη για μια ουσιαστική προσωπική
ενότητα και κοινωνία παρουσιάζεται ως η μεγάλη έλλειψη στη εποχή μας. Είναι
δύσκολο να βρούμε και να ζήσουμε μια τέτοια πραγματικότητα. Τα σύγχρονα
πολιτικά και κοινωνικά σχήματα και ρεύματα επιδιώκουν τους δικούς τους σκοπούς
και θέλουν μια ενότητα ως μέσον επιδίωξης των δικών τους επιδιώξεων. Ο τρόπος
που ενεργούν αντί να ενώνει, διαιρεί.
Η βαθιά και υπαρξιακή ανάγκη για
ενότητα μέσα στον άνθρωπο είναι ο απώτερος σκοπός της υπάρξεώς μας. Δεν είναι
δυνατό να ζήσουμε στον κόσμο μόνοι. Η μοναξιά είναι η καταδίκη του ανθρώπου ως
ατόμου. Μόνο σαν κοινωνία προσώπων μπορούμε να υπάρξουμε, γιατί αυτή αναιρεί
την κολαστική μοναξιά και ατομικότητα.
Ο χώρος μέσα τον οποίο μπορεί ν’
αναπτυχθεί και να πραγματοποιηθεί αυτή η κοινωνία είναι μόνο ο χώρος της
Εκκλησίας. Η ενότητα και η κοινωνία πραγματοποιείται με τον εκκλησιαστικό τρόπο
ζωής.
Η Εκκλησία από τη φύση της είναι
ταγμένη να φανερώνει το μυστήριο της ενότητας έχοντας ως τρόπο ζωής το Τριαδικό
πρότυπο. Όπως ο Θεός είναι Ένας με κοινή τη φύση, τη θέληση και την ενέργεια,
έτσι και οι πιστοί καλούνται να ενωθούν μεταξύ τους «ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν
εσμέν».
Ο Χριστός για να φανερώσει την
τριαδική αυτή ενότητα, ως ένωση του ανθρώπου με τον Θεό και τον συνάνθρωπο,
έλαβε την ανθρώπινη φύση και την ένωσε με τη δική Του. Ταυτόχρονα μας έδωσε τη
δυνατότητα να ενωθούμε όλοι και να παραμείνουμε ενωμένοι μέσα στο χώρο της
δικής Του παρουσίας. Ο Χριστός γίνεται το κέντρο της ενότητας: «Εγώ εν αυτοίς
και συ εν εμοί, ίνα ώσι τετελιωμένοι εις εν».
Εδώ οφείλουμε να τονίσουμε και την
δική μας ευθύνη. Δυστυχώς πολλές φορές κι εμείς ο άνθρωποι της Εκκλησίας με τη
συμπεριφορά μας υπονομεύουμε αυτό το σπουδαίο δώρο της ενότητας και κοινωνίας.
Οι προσωπικές μας αντιθέσεις κυριαρχούν στις σχέσεις μας με τους άλλους,
αποκλίνουμε σε ανθρώπινα σχήματα, εξαρτώμεθα από τους εκάστοτε ισχυρούς, αυτά
και άλλα παρόμοια γίνονται φραγμός και εμπόδιο στη φανέρωση της δυνάμεως
εκείνης που ενώνει τον άνθρωπο.
Η Εκκλησία είναι ο μοναδικός δρόμος
στον οποίο αναπτύσσεται η ανιδιοτελής αγάπη, που βοηθεί τον άνθρωπο να
ξεπεράσει τον εγωκεντρισμό του και να συνάψει προσωπική σχέση με το Θεό και τον
πλησίον. Η Εκκλησία θέλει τον άνθρωπο πρόσωπο και όχι νούμερο ή άθροισμα αριθμών. Τον θέλει αληθινά ελεύθερο ακόμη και
από τον εαυτό του. Η αγάπη προχωρεί στη θυσία του εγώ και τη συνάντηση με τον
άλλο. Όπως ο Χριστός «εκένωσεν εαυτόν» και θυσιάσθηκε «υπέρ ημών», έτσι και ο
πιστός κενώνει τον εαυτό του και τον προσφέρει με θυσιαστική αγάπη στους άλλους
για να γίνει κι αυτός σημείο ενότητας.
Περιττό να πούμε ότι μια τέτοια
συμπεριφορά ο λαός του Θεού την περιμένει πρώτα από εμάς τους εκκλησιαστικούς.
Να μας διακρίνει πνεύμα ανιδιοτελούς, ανυπόκριτης αγάπης, θυσίας, διακονίας και
ταπείνωσης, για να γίνουμε οδηγοί προς την ενότητα και κοινωνία των αδελφών
μας. Το εκκλησιαστικό φρόνημα υπαγορεύει τη διακονία του λαού του Θεού και την
ενότητα του κατά τον τύπο του τριαδικού Θεού που πραγματοποιεί την επιταγή του Χριστού «…ίνα ώσιν εν».
π.
γ. στ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου