Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Το δύσκολο παιδί και το σχολείο


Κάθε παιδί έχει τη δική του ιδιαιτερότητα και τη δική του ιδιοσυγκρασία. Έτσι ενώ πολλά παιδιά προσαρμόζονται εύκολα στις συνθήκες του περιβάλλοντος, άλλα αντιμετωπίζουν με δυσκολίες τις αλλαγές στη ζωή τους, μια από τις οποίες είναι η είσοδος τους στο σχολείο, που αποτελεί ορόσημο για αυτά. Στις περισσότερες  περιπτώσεις τα παιδία αυτά τα ενοχλεί ο  φόβος να αποχωριστούν τη μητέρα τους και όχι κάποια άλλη συγκεκριμένη αιτία.
Αν τα παιδιά αυτά δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα με αγάπη και κατανόηση, υπάρχει φόβος να εξελιχτούν σε παιδιά δυσάγωγα και αμελή στα μαθήματα. Το παιδί που έχει προβλήματα προσαγωγής στο σχολείο «δεν παίζει, ούτε συνεργάζεται με τα συνομήλικα του παιδιά, κλείνεται στο εαυτό του ή παρουσιάζει επιθετική συμπεριφορά» γράφει ο παιδαγωγός Δημ. Σακκάς. Από εμάς εξαρτάται η ομαλή  προσαγωγή του παιδιού στο σχολείο. Αυτή θα επιτευχθεί τόσο γρήγορα, όσο εμείς στεκόμαστε πιο πολύ κοντά του, όσο περισσότερο ικανοποιούμε τις ανάγκες του για στοργή, ασφάλεια, απόδοση και αναγνώριση. Πολύ πιο πριν από την ηλικία του σχολείου θα πρέπει να φροντίζουμε, ώστε το παιδί να υπολογίζει τους άλλους και να μη γίνεται εγωκεντρικό, γιατί  θα έχει δυσκολία στην προσαρμογή του στο σχολείο. Δάσκαλοι και γονείς οφείλουν να παρακολουθούν από κοντά τα παιδιά ιδίως στις περιόδους αλλαγής της ζωής τους και να βοηθούν τα παιδιά εκείνα που παρουσιάζουν συμπτώματα δυσπροσαρμοστικότητας. Κάποτε όμως παρ΄ όλες τις δικές μας προσπάθειες  τα προβλήματα επιμένουν και μερικά παιδιά γίνονται δυσάγωγα, ενώ άλλα παρουσιάζουν μαθησιακά προβλήματα.
Βασικά θα πρέπει να γνωρίσουμε ότι ποτέ δεν πρέπει να προδικάζουμε το μέλλον  ενός παιδιού και να βγάζουμε οριστικά συμπεράσματα για τη μελλοντική εξέλιξη. Αν δεν υπάρχουν έντονα ψυχολογικά προβλήματα, πολλά είναι αυτά που αλλάξουν στο παιδί. Αρκεί να βρεθεί το κατάλληλο περιβάλλον να το βοηθήσει αποτελεσματικά.

Το δυσάγωγο παιδί

Κάποτε ορισμένα παιδιά  παρουσιάζουν μεγαλύτερες δυσκολίες στην αγωγή τους. Είναι αυτά που λέμε δυσάγωγα παιδιά. Σε μερικά από αυτά λέμε ότι «κυριαρχούν υπερβολικά έντονες αντιδράσεις». Θα δούμε συχνά να ξεσπούν σε βίαιο  θυμό, όταν δεν ικανοποιούμε τις επιθυμίες τους. Ακόμη και η χαρά τους εκδηλώνεται με θορυβώδη τρόπο. Θέλουν τα  παιδιά αυτά να κάνουν αίσθηση με την παρουσία τους με κάποια αντίδραση στους κανόνες αγωγής. Σε άλλες περιπτώσεις ένα δυσάγωγο παιδί, αντιδρά αρνητικά στα νέα πρόσωπα και φροντίζει να δείχνει περισσότερο αρνητική ψυχική διάθεση απέναντι σε ένα καινούργιο περιβάλλον. Πιο συχνά θα το δούμε να κλαίει και μεμψιμοιρεί, παρά να γελάει και να εκδηλώνει την ευχαρίστηση του. Ακόμη και στο παιχνίδι δεν ικανοποιείται εύκολα και δεν βρίσκει τη χαρά που βρίσκουν τα άλλα παιδιά.
Τα δυσάγωγα παιδιά θα παρουσιάσουν ίσως και κάποια από τις κανονικές βιολογικές λειτουργίες, στο φαγητό, στον ύπνο και στις άλλες ανάγκες τους. Οι δυσκολίες και πολλές άλλες ακόμα που παρουσιάζουν τα δυσάγωγα παιδία, οφείλονται κατά το μεγαλύτερο μέρος σε μια αντιπαιδαγωγική συμπεριφορά των γονέων τους. Οι ειδικοί την ονομάζουν κακή γονεϊκή φροντίδα. Κάποτε μάλλον οι γονείς αυτοί χάνουν την υπομονή τους, ξεσπούν πάνω στο δύσκολο παιδί, επιτείνοντας  έτσι τα προβλήματά του. Μ’ αυτό τον τρόπο εδραιώνουν στο παιδί την εικόνα του κακού γονέα. Η αντιμετώπιση  του δυσάγωγου παιδιού θέλει ειδική μεταχείριση. Θέλει  ένα θετικό περιβάλλον με έκδηλη την αγάπη στο παιδί, την υπομονή, τη χαρούμενη διάθεση και τη βεβαιότητα πως δεν πρόκειται για κάτι παθολογικό. Έτσι θα βοηθήσουν το παιδί αυτό να ξεπεράσει τις τυχόν εγγενείς αδυναμίες του. Οι φυσιολογικές οικογενειακές συνθήκες θα συμβάλλουν θετικά στην  ανάπτυξη του παιδιού ακόμη και αυτού που ονομάζουμε δυσάγωγο.
Αντίθετα η δυσαρμονία του οικογενειακού περιβάλλοντος, οι καυγάδες και οι συγκρούσεις, η απουσία των γονέων για μεγάλα διαστήματα, το παγερό οικογενειακό κλίμα και άλλες ακόμα δυσάρεστες καταστάσεις επιδρούν καταλυτικά και στο πιο φυσιολογικό παιδί. Αν θέλουμε λοιπόν να βοηθήσουμε  αποτελεσματικά τα παιδιά μας, ευάγωγα και δυσάγωγα, θα πρέπει σύμφωνα με το Δρ. Andre Berge να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στο τρίπτυχο ασφάλεια, στοργή, δραστηριότητα.

Α) Ασφάλεια

Το παιδί θα πρέπει να αισθάνεται στο σπίτι όχι μόνο  την υλική αλλά κυρίως ηθική και ψυχολογική ασφάλεια.  Όσο μικρότερο είναι, τόσο περισσότερο απαιτεί το αίσθημα  της οικογενειακής ασφάλειας και της σταθερότητας του περιβάλλοντος του. Η δύναμη και η σύνεση των γονιών θα πρέπει να αισθάνεται πως του εξασφαλίζουν την αναγκαία αυτή ασφάλεια, που μεταλαμπαδεύουν στα παιδία τους.

Β) Στοργή

Κατά τον ίδιο τρόπο το παιδί έχει ανάγκη και τη στοργή των γονέων του, την αληθινή και όχι την κατακτητική και πνιγηρή. Η φυσιολογική στοργή των γονέων θα πρέπει να είναι πραγματικό καταφύγιο για το παιδί. Σε καμία περίπτωση εξαιτίας αυτής της στοργής ο γονιός  δε πρέπει να φαίνεται ότι υποφέρει πιο πολύ από το ίδιο το παιδί για ασήμαντα πράγματα ή να φαίνεται πως δίνει  στο παιδί  κάτι που δεν του ανήκει  δικαιωματικά.

Γ) Δραστηριότητα

Αν σε κάθε παιδί  είναι ανάγκη να προσφέρουμε διαρκώς ευκαιρίες για να αναπτύξει τη δραστηριότητα του, αυτό χρειάζεται πιο πολύ στο δυσάγωγο παιδί. Κάποιο καινούργιο παιχνίδι ένας περίπατος, μια εκδρομή, μια ευκαιρία συναναστροφής με συνομήλικους του και οτιδήποτε άλλο εφεύρει η αγάπη μας γι’ αυτό είναι ανάγκη να προσφέρουμε με απλοχεριά στο δύσκολο παιδί μας. Οι ευκαιρίες αυτές μοιάζουν με το σιτάρι που αλέθουν οι μυλόπετρες. Καθώς οι μυλόπετρες δεν πρέπει να μένουν  χωρίς σιτάρι  για να μην υπερθερμαίνονται με την κίνηση, έτσι και τα παιδιά, μάλιστα τα δύσκολα, δεν πρέπει να μένουν χωρίς το καλό σιτάρι των φροντίδων μας, προκειμένου να αναπτύξουν τη  δραστηριότητά τους. Γράφει ο Francois de Sales.

Το παιδί που δε διαβάζει

Πολλές φορές ορισμένα παιδιά παρουσιάζουν μαθησιακά προβλήματα. Δεν οργανώνουν την δουλειά τους, δεν πάνε καλά σε κάποιο συγκεκριμένο μάθημα, ή σε μια καλλιτεχνική δεξιότητα ή κάποιο άθλημα. Αυτό στενοχωρεί πολύ τους γονείς των παιδιών αυτών, που δεν διστάζουν να χαρακτηρίζουν τεμπέλικο το παιδί με την μειωμένη απόδοση. Έτσι όμως δεν κάνουν τίποτα άλλο, παρά να βρίσκουν μια εύκολη διέξοδο και να μην κάνουν τον κόπο να αναζητούν τα πραγματικά αίτια, που ωθούν το  παιδί στη μειωμένη απόδοση.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του μικρού Γιαννάκη, που δε διάβαζε όσο ήθελαν οι γονείς του μιας και ελάχιστα ασχολούνται μαζί του, το εκδηλώνει με την άρνησή του να  ικανοποιεί την επιθυμία τους να είναι καλός μαθητής. Έτσι μπορούσε να απευθύνετ το κατηγορώ  στην οικογένειά του για λίγη επικοινωνία που είχε  μαζί της και στη  έλλειψη  δραστήριας συμμετοχής του στις επιλογές τις οικογενειακής ζωής. Στην περίπτωση αυτή του μικρού Γιαννάκη ασφαλώς υπάρχουν πολλά παιδιά που πληρώνουν  καταυτό τον τρόπο την πλημμελή λειτουργία των οικογενειών τους. Τα παιδιά αυτά με την ανεπαρκή  σχολική τους επίδοση πολλές φορές τιμωρούν έτσι τους γονείς τους που δε χειρίζονται τις οικογενειακές καταστάσεις με τρόπο που να μην ζημιώνει την προσωπικότητά τους, ενόσω αυτά βρίσκονται στο στάδιο ανάπτυξης.
Άλλος λόγος που κάνει κάποτε ένα παιδί να μην διαβάζει ικανοποιητικά τα μαθήματά του είναι ότι δημιούργησε πρόβλημα στο παιδί αυτό, το ότι οι γονείς του έβαζαν για μίμηση πρότυπα τελειότητας και απαιτήσεις που ξεπερνούσαν τις δικές του δυνατότητες. Έτσι του προκαλούμε άγχος, με αποτέλεσμα να προβάλλει αυτή την αμυντική αντίσταση της αμέλειας στο σχολείο. Οι απαιτήσεις  μας από το παιδί ποτέ δεν πρέπει να ξεπερνούν καταφανώς τις δυνατότητές του. Αυτές θα πρέπει να είναι σύμμετρες με τις δυνάμεις του ή έστω  λίγο πιο πάνω από αυτές. Ούτε είναι δυνατό το ίδιο το παιδί ν’ αποδίδει κατά τον ίδιο τρόπο σε όλα τα μαθήματα. Κανείς δεν μπορεί να είναι εξίσου καλός σε όλα.
Ας είμαστε επιεικείς στις απαιτήσεις μας από το παιδί, καθώς είμαστε από τον εαυτό μας. Άλλοτε συμβαίνει οι λόγοι που κάνουν ένα παιδί απρόθυμο σε κάτι, να μην οφείλονται  στο ίδιο, αλλά σε ένα «ατάλαντο» δάσκαλο, που δεν προσελκύει το ενδιαφέρον των παιδιών για μάθηση. Καλύτερα να βρίσκουμε τα πραγματικά αίτια που ωθούν ένα παιδί στην αμέλεια, παρά να προβαίνουμε σε καταδικαστικούς χαρακτηρισμούς γι’ αυτό ή να το συγκρίνουμε με άλλα παιδιά. Βέβαια τα κίνητρά μας να καλλιεργήσουμε σ’ ένα παιδί την επιμέλεια και την παραγωγικότητα είναι σωστά.

Αλλά το ζήτημα πέραν από τις παραινέσεις για επιμέλεια και επίδοση είναι να εντοπίζουμε τα γενεσιουργά αίτια και να τα εξαλείφουμε, αν θέλουμε να έχουμε θετικά αποτελέσματα. Ακόμη και οργανικά προβλήματα του παιδιού, σωματική εξάντληση, αϋπνία, υπερένταση στο σπίτι, διάχυση των ενδιαφερόντων σε πολλά άσχετα πράγματα κ.α. θα πρέπει ν΄ αναζητούμε  και να θεραπεύονται όσο είναι δυνατό. Σκοπός μας θα πρέπει να είναι πως θα μάθουμε το παιδί να εργάζεται μόνο του χωρίς άγχος και καταπίεση.



gymmousa.mysch.gr

Εισήγηση από τη Διευθύντρια Μ. Μαμασούλα

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ωραία ανάρτηση πολύ με βοήθησε και σαν δασκάλα και σαν γονέα.