Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΥ
Αγαπήθηκε από τους νέους ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος όσο ίσως κανείς άλλος. Αγαπήθηκε από τους νέους που ζούνε τη ζωή της Εκκλησίας γιατί τους έκανε να μην αισθάνονται ότι είναι εκτός τόπου και χρόνου, στο δικό τους κόσμο, καθώς με την προσωπικότητα του έδειξε στην κοινωνία ότι το να είσαι ταγός της Εκκλησίας, αφιερωμένος στην πίστη, διδάχος του Ευαγγελίου, αρνητής του κοσμικού πνεύματος, δεν σημαίνει ότι είσαι περιθωριακός, απομονωμένος, εσωστρεφής. Ο Χριστόδουλος έδειξε σε όλους αυτούς τους νέους ότι ο λόγος του Κυρίου «ουκ ερωτώ ϊνα αρης αυτούς εκ του κόσμου, άλλ' ίνα τήρησης αυτούς εκ του πονηρού» (Ιωάν. 17, 15) είναι το βίωμα της Εκκλησίας.
Και δεν πρόκειται για ένα συμβιβασμό που νοθεύει το μήνυμα του Ευαγγελίου, χάριν της εκκοσμίκευσης. Γιατί ο Χριστόδουλος δίδαξε πώς μπορούμε τα πάντα να τα μεταμορφώσουμε εν Χριστώ. Την τεχνολογία, την επιστήμη, τα επιτεύγματα, τα ΜΜΕ, τον σύγχρονο τρόπο ζωής να τα μπολιάσουμε με την αγάπη και την πίστη στο Θεό και να τα καταστήσουμε αφορμές συνάντησης με τον συνάνθρωπο. Τις ειδήσεις του κόσμου να τις κάνουμε αφορμές διαλόγου με το Θεό. Τις πτώσεις μας, αφορμές μετάνοιας και επιστροφής. Την θύραθεν παιδεία, αφορμή για άνοιγμα πνευματικό. Τις ξένες γλώσσες, ευκαιρία βοήθειας και μαρτυρίας προς τον ξένο συνάνθρωπό μας. Το χάρισμα της φωνής, αφορμή υμνωδίας στο Θεό. Το χιούμορ και την ικανότητα να ψυχαγωγούμε τον άλλο, αφορμή για γέφυρα ουσιαστικής επικοινωνίας.
Τα πάντα για τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο ήταν αφορμή ποιμαντικής. Αφορμή επικοινωνίας που οδηγεί σε γνήσια κοινωνία. Γι' αυτό αγαπήθηκε και από τους νέους που δεν ενδιαφέρονταν για την Εκκλησία. Όχι μόνο από αυτούς πού φορούνε το σκουλαρίκι η το παντελόνι. Άλλα και τους περιθωριακούς. Και τους πονεμένους. Και τους εξαρτημένους από τις ουσίες. Γιατί στο πρόσωπο του έβλεπαν επιτέλους αυτό που η Εκκλησία προσφέρει όχι μόνο στη νεολαία, αλλά και σε κάθε άνθρωπο: την αληθινή πατρότητα. Όχι αυτή του εισαγγελέα η του κριτή. Αυτή του εύσπλαχνου Πατέρα πού αγκαλιάζει κάθε άσωτο υιό και τον οδηγεί στην Εκκλησία, όχι για να τον τιμωρήσει, αλλά για να τον γιατρέψει, δίδοντας του χαρά και αγάπη.
Γιατί ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ήταν χαμογελαστός πάντοτε. Η ευγένεια της καρδιάς του και η πνευματική του κατάσταση τον έκαναν να αντανακλά τη χαρά που η ζωή της Εκκλησίας και η πίστη στο Χριστό προσφέρουν. Η χαρά πού είναι εν Αγίω Πνεύματι δωρεά του Θεού. Και πού κάνει τους άλλους να αισθάνονται ότι η πίστη σου δίδει την Αλήθεια πού σε ελευθερώνει και ανατρέπει το βόλεμα και τον συμβιβασμό με το κακό και την αμαρτία.
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δημιούργησε γέφυρες στη σχέση των νέων με την Εκκλησία. Η αφιέρωση του στο Θεό τον έκανε να αναλώνει όλα τα χαρίσματα και τις δυνάμεις του στη δημιουργικότητα και την προσφορά. Νοιαζόταν προσωπικά ο ίδιος για όλα τα θέματα. Ίσως αυτό να τον κούραζε. Μα έδειχνε τί σημαίνει η κοινωνία των προσώπων μέσα στην Εκκλησία. Δεν ήταν ο άλλος ένα άτομο, ένας αριθμός στην λίστα των ενδιαφερόντων του, αλλά πρόσωπο, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα προβλήματα, τα προτερήματα και τα ελαττώματα του. Και σε κανέναν δεν αρνήθηκε τη βοήθεια του. Σε κανένα δεν έκλεισε την πόρτα.
Αντίθετα, επισκεπτόταν τους ανθρώπους και ιδίως τους νέους, στο δικό τους χώρο. Στο σχολείο, στο Πανεπιστήμιο, στην εργασία, στη χαρά, στη λύπη. Για να δείξει ότι η Εκκλησία δεν περιμένει αλλά ανοίγεται. Καλεί στην κιβωτό της σωτηρίας με το τάλαντο της αγάπης, του λόγου, της προσευχής, της επικοινωνίας, όλους. Χωρίς φόβο, άλλα με τόλμη. Γιατί όποιος ζει την ελπίδα του Θεού και αγαπά, βγάζει έξω από τη ζωή του τον φόβο.
Η ιστορία θα γράψει για τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο με τη δική της πένα. Η προσευχή όλων και τα δάκρυα κυρίως των νέων ανθρώπων για την εκδημία του αποτελούν το θυμίαμα της αγάπης για το πρόσωπο του, το όποιο κατευθύνεται προς το Θεό. Και Εκείνος, ο Οποίος ελεεί τον κάθε άνθρωπο πού έπλασε, από τον πρώτο έως τον έσχατο, ας κατατάξει τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο εν χώρα ζώντων. Άλλωστε αυτή την μαρτυρία έδωσε και ο ίδιος. Την μαρτυρία της Ανάστασης και της αιωνιότητας. Την μαρτυρία του Χριστού.
Η Εκκλησία από τους ηγέτες της δεν περιμένει να αλλάξουν τον κόσμο, ούτε να ανατρέψουν τις δομές της. Περιμένει όμως να δώσουν εκείνη τη σπίθα πού θα γίνει πυρκαγιά στις καρδιές των ανθρώπων για να ξανασυναντήσουν το Χριστό. Ιδίως οι νέοι έχουν ανάγκη αυτή τη στάλα της αγάπης, της πατρότητας, της συγχωρητικότητας, πού θα δώσει ελπίδα στις καρδιές τους. Πού θα τους κάνει να σκεφτούνε, ακόμη και μέσα στην αδιαφορία τους, ότι υπάρχει Θεός, υπάρχει πίστη πού είναι ζωντανή, Ότι η Εκκλησία δεν είναι μουσείο. Δεν είναι μία ιδεολογία μέσα στις πολλές. Δεν είναι δικαστήριο. Είναι η οικογένειά τους, πού τους περιμένει, ακόμη κι αν έχουν αποδημήσει εις χωράν μακράν. Ακόμη κι αν έχουν καταφάγει τον βίο τους. Ακόμη κι αν βόσκουν τους χοίρους του ψέματος και της ανομίας. Είναι το πανδοχείο όπου θα τους μεταφέρει ο Χριστός, για να λάβουν τον οίνον και το έλαιον. Για την επιστροφή στο δρόμο αυτό αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Το χρέος απομένει σε όσους συνεχίζουν τον αγώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου