Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009

Γιατί αγαπήθηκε από τους νέους ο Χριστόδουλος ;

Πρωτοπρεσβυτέρου Θεμιστοκλή ΜΟΥΡΤΖΑΝΟΥ


Αγαπήθηκε από τους νέους ο Αρ­χιεπίσκοπος Χριστόδουλος όσο ίσως κανείς άλλος. Αγαπήθηκε από τους νέ­ους που ζούνε τη ζωή της Εκκλησίας γιατί τους έκανε να μην αισθάνονται ότι είναι εκτός τόπου και χρόνου, στο δικό τους κόσμο, καθώς με την προσωπικό­τητα του έδειξε στην κοινωνία ότι το να είσαι ταγός της Εκκλησίας, αφιερωμένος στην πίστη, διδάχος του Ευαγγελί­ου, αρνητής του κοσμικού πνεύματος, δεν σημαίνει ότι είσαι περιθωριακός, απομονωμένος, εσωστρεφής. Ο Χρι­στόδουλος έδειξε σε όλους αυτούς τους νέους ότι ο λόγος του Κυρίου «ουκ ερωτώ ϊνα αρης αυτούς εκ του κόσμου, άλλ' ίνα τήρησης αυτούς εκ του πονη­ρού» (Ιωάν. 17, 15) είναι το βίωμα της Εκκλησίας.



Και δεν πρόκειται για ένα συμβιβα­σμό που νοθεύει το μήνυμα του Ευαγγε­λίου, χάριν της εκκοσμίκευσης. Γιατί ο Χριστόδουλος δίδαξε πώς μπορούμε τα πάντα να τα μεταμορφώσουμε εν Χρι­στώ. Την τεχνολογία, την επιστήμη, τα επιτεύγματα, τα ΜΜΕ, τον σύγχρονο τρόπο ζωής να τα μπολιάσουμε με την αγάπη και την πίστη στο Θεό και να τα καταστήσουμε αφορμές συνάντησης με τον συνάνθρωπο. Τις ειδήσεις του κό­σμου να τις κάνουμε αφορμές διαλόγου με το Θεό. Τις πτώσεις μας, αφορμές με­τάνοιας και επιστροφής. Την θύραθεν παιδεία, αφορμή για άνοιγμα πνευματι­κό. Τις ξένες γλώσσες, ευκαιρία βοήθει­ας και μαρτυρίας προς τον ξένο συνάν­θρωπό μας. Το χάρισμα της φωνής, αφορμή υμνωδίας στο Θεό. Το χιούμορ και την ικανότητα να ψυχαγωγούμε τον άλλο, αφορμή για γέφυρα ουσιαστικής επικοινωνίας.

Τα πάντα για τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο ήταν αφορμή ποιμαντικής. Α­φορμή επικοινωνίας που οδηγεί σε γνή­σια κοινωνία. Γι' αυτό αγαπήθηκε και από τους νέους που δεν ενδιαφέρονταν για την Εκκλησία. Όχι μόνο από αυτούς πού φορούνε το σκουλαρίκι η το παντε­λόνι. Άλλα και τους περιθωριακούς. Και τους πονεμένους. Και τους εξαρτημέ­νους από τις ουσίες. Γιατί στο πρόσωπο του έβλεπαν επιτέλους αυτό που η Εκ­κλησία προσφέρει όχι μόνο στη νεολαία, αλλά και σε κάθε άνθρωπο: την αληθινή πατρότητα. Όχι αυτή του εισαγγελέα η του κριτή. Αυτή του εύσπλαχνου Πατέρα πού αγκαλιάζει κάθε άσωτο υιό και τον οδηγεί στην Εκκλησία, όχι για να τον τι­μωρήσει, αλλά για να τον γιατρέψει, δί­δοντας του χαρά και αγάπη.

Γιατί ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδου­λος ήταν χαμογελαστός πάντοτε. Η ευγένεια της καρδιάς του και η πνευμα­τική του κατάσταση τον έκαναν να αντα­νακλά τη χαρά που η ζωή της Εκκλησίας και η πίστη στο Χριστό προσφέρουν. Η χαρά πού είναι εν Αγίω Πνεύματι δωρεά του Θεού. Και πού κάνει τους άλλους να αισθάνονται ότι η πίστη σου δίδει την Αλήθεια πού σε ελευθερώνει και ανατρέ­πει το βόλεμα και τον συμβιβασμό με το κακό και την αμαρτία.

Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δη­μιούργησε γέφυρες στη σχέση των νέων με την Εκκλησία. Η αφιέρωση του στο Θεό τον έκανε να αναλώνει όλα τα χα­ρίσματα και τις δυνάμεις του στη δημι­ουργικότητα και την προσφορά. Νοιαζό­ταν προσωπικά ο ίδιος για όλα τα θέμα­τα. Ίσως αυτό να τον κούραζε. Μα έδει­χνε τί σημαίνει η κοινωνία των προσώπων μέσα στην Εκκλησία. Δεν ήταν ο άλλος ένα άτομο, ένας αριθμός στην λί­στα των ενδιαφερόντων του, αλλά πρό­σωπο, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα προβλήματα, τα προτερήματα και τα ελαττώματα του. Και σε κανέναν δεν αρνήθηκε τη βοήθεια του. Σε κανένα δεν έκλεισε την πόρτα.



Αντίθετα, επισκεπτόταν τους ανθρώπους και ιδίως τους νέους, στο δικό τους χώρο. Στο σχολείο, στο Πα­νεπιστήμιο, στην εργασία, στη χαρά, στη λύπη. Για να δείξει ότι η Εκκλησία δεν περιμένει αλλά ανοίγεται. Καλεί στην κι­βωτό της σωτηρίας με το τάλαντο της αγάπης, του λόγου, της προσευχής, της επικοινωνίας, όλους. Χωρίς φόβο, άλλα με τόλμη. Γιατί όποιος ζει την ελπίδα του Θεού και αγαπά, βγάζει έξω από τη ζωή του τον φόβο.

Η ιστορία θα γράψει για τον Αρχιε­πίσκοπο Χριστόδουλο με τη δική της πέ­να. Η προσευχή όλων και τα δάκρυα κυ­ρίως των νέων ανθρώπων για την εκδημία του αποτελούν το θυμίαμα της αγά­πης για το πρόσωπο του, το όποιο κα­τευθύνεται προς το Θεό. Και Εκείνος, ο Οποίος ελεεί τον κάθε άνθρωπο πού έπλασε, από τον πρώτο έως τον έσχα­το, ας κατατάξει τον Αρχιεπίσκοπο Χρι­στόδουλο εν χώρα ζώντων. Άλλωστε αυτή την μαρτυρία έδωσε και ο ίδιος. Την μαρτυρία της Ανάστασης και της αιωνιότητας. Την μαρτυρία του Χριστού.

Η Εκκλησία από τους ηγέτες της δεν περιμένει να αλλάξουν τον κόσμο, ούτε να ανατρέψουν τις δομές της. Πε­ριμένει όμως να δώσουν εκείνη τη σπί­θα πού θα γίνει πυρκαγιά στις καρδιές των ανθρώπων για να ξανασυναντή­σουν το Χριστό. Ιδίως οι νέοι έχουν ανάγκη αυτή τη στάλα της αγάπης, της πατρότητας, της συγχωρητικότητας, πού θα δώσει ελπίδα στις καρδιές τους. Πού θα τους κάνει να σκεφτούνε, ακόμη και μέσα στην αδιαφορία τους, ότι υπάρχει Θεός, υπάρχει πίστη πού είναι ζω­ντανή, Ότι η Εκκλησία δεν είναι μου­σείο. Δεν είναι μία ιδεολογία μέσα στις πολλές. Δεν είναι δικαστήριο. Είναι η οικογένειά τους, πού τους περιμένει, ακόμη κι αν έχουν αποδημήσει εις χωράν μακράν. Ακόμη κι αν έχουν καταφάγει τον βίο τους. Ακόμη κι αν βό­σκουν τους χοίρους του ψέματος και της ανομίας. Είναι το πανδοχείο όπου θα τους μεταφέρει ο Χριστός, για να λά­βουν τον οίνον και το έλαιον. Για την επιστροφή στο δρόμο αυτό αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις ο Αρχιεπίσκο­πος Χριστόδουλος. Το χρέος απομένει σε όσους συνεχίζουν τον αγώνα.



Δεν υπάρχουν σχόλια: