Ο Μέγας Βασίλειος είναι τόσο γνωστός όσο λίγοι Άγιοι της Εκκλησίας μας, αλλά και τόσο παρεξηγημένος όσο ελάχιστοι. Ενώ ήταν ένας ασκητής Επίσκοπος, ο οποίος εκοιμήθη σε ηλικία μόλις σαρανταεννέα ετών, τον παρουσιάζουν σαν ασπρομάλλη γέροντα, καλοζωϊσμένο, ντυμένο με τα χρώματα της “Κόκα-Κόλα”.
Ο άγιος Βασίλειος είναι ένας από τους μεγαλύτερους αστέρες του νοητού στερεώματος της Εκκλησίας, που έλαμψε τον 4ο αιώνα μ. Χ. και εξακολουθεί να λάμπη, να φωτίζη και να μιλά στις καρδιές όλων εκείνων που ζητούν τις πρεσβείες του και μελετούν τα συγγράμματά του. Γόνος της αγιοτόκου Καππαδοκίας σπούδασε, κατ’ αρχάς στην πατρίδα του και μετά στην Αθήνα, όλες τις επιστήμες της εποχής του. Όταν τελείωσε τις σπουδές του αποσύρθηκε στο πατρικό του κτήμα στον Πόντο για να βιώση την ησυχία, η οποία, κατά τον ίδιο, είναι “αρχή καθάρσεως της ψυχής” από τα ψυχοφθόρα πάθη. Εκεί έζησε με άσκηση, αδιάλειπτη προσευχή και με την μελέτη των θείων Γραφών, μέχρι που κλήθηκε να διακονήση την Εκκλησία ως Πρεσβύτερος και κατόπιν ως Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας. Με το κύρος που τον διέκρινε αγωνίσθηκε με σθένος εναντίον των αιρέσεων και συνέβαλε τα μέγιστα στο να διαφυλαχθή ανόθευτη η πίστη και αναλλοίωτη η μέθοδος θεραπείας και ο τρόπος σωτηρίας του ανθρώπου. Είναι γνωστός στους πολλούς κυρίως για την κοινωνική του δράση, η οποία όμως αποτελεί καρπό της νηπτικής του ζωής. Η “Βασιλειάδα”, που αποτελεί, δια μέσου των αιώνων, πρότυπο έργο ανθρωπιάς και κοινωνικής προσφοράς, είναι δημιούργημα της γλυκύτατης καρδιάς του, της πεπληρωμένης από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, καρπός του οποίου είναι η αγάπη. Η ανιδιοτελής αγάπη, που τον “εξανάγκαζε” να φθάνη μέχρι το σημείο να περιθάλπη και τους λεπρούς, μάλιστα δε να τους περιποιείται ο ίδιος προσωπικά και το πιο παράδοξο, να ασπάζεται και τις πληγές τους με την ίδια ευλάβεια που ασπαζόταν την εικόνα του Χριστού και των Αγίων. Για να κατανοηθή το μέγεθος της αγάπης και της θυσίας του πρέπει να σημειωθή ότι η λέπρα την εποχή εκείνη ήταν ανίατη και μεταδοτική ασθένεια και ότι οι λεπροί ζούσαν μακριά από τις πόλεις, διωγμένοι και απομονωμένοι χωρίς την φροντίδα κανενός.
Στην συνέχεια, θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε, με συντομία, τον βίο και την πολιτεία του Μεγάλου Βασιλείου, όπως περιγράφεται, με θαυμάσιο τρόπο, στα υμνολογικά κείμενα της Εκκλησίας μας. Χαρακτηριστικό είναι το τροπάριο των “Αποστίχων” του Εσπερινού της εορτής του: “Πάντων των αγίων ανεμάξω τας αρετάς, πατήρ ημών Βασίλειε. Μωϋσέως το πράον΄ Ηλιού τον ζήλον΄ Πέτρου την ομολογίαν, Ιωάννου την θεολογίαν. Ως Παύλος εκβοών ουκ επαύσω΄ τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι; Όθεν σύν αυτοίς αυλιζόμενος, ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών”.
Ο ιερός υμνογράφος απευθύνεται στον άγιο Βασίλειο και του λέγει: “έχεις συγκεντρώσει στο πρόσωπό σου τις αρετές όλων των Αγίων. Και πρώτα απ’ όλα την πραότητα του θεόπτη Μωϋσή”. Εδώ θα πρέπη να τονισθή ότι πραότητα δεν σημαίνει το να μη οργίζεται κανείς ποτέ στην ζωή του, αλλά, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη τον συγγραφέα της “Κλίμακος”, η πραότητα “είναι μία αμετακίνητη κατάσταση του νού, που παραμένει η ίδια και στις τιμές και στις περιφρονήσεις”. Ακόμη, “πραότητα σημαίνει το να προσεύχεσαι ειλικρινώς για τον πλησίον σου, χωρίς να ενοχλήσαι καθόλου από τις ταραχές που σού προξενεί. Η πραότητα είναι βράχος επάνω στην αφρισμένη θάλασσα, που εντελώς ακλόνητος διαλύει όλα τα κύματα, τα οποία τον κτυπούν”.
Ήταν, επίσης, ζηλωτής και πυρίπνους, όπως ο προφήτης Ηλίας. Ο ζήλος τους όμως δεν ήταν άκριτος, αλλά ήταν “κατ’ επίγνωσιν ζήλος”. Ήταν φλογερή αγάπη για τον Θεό και τον άνθρωπο, που δεν ξεπερνούσε το μέτρο και δεν έφθασε ποτέ στα όρια της υπερβολής και του φανατισμού.
Ήταν θαρραλέος και ομολογητής, όπως ο Απόστολος Πέτρος, και ακραιφνής θεολόγος, όπως ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης. Όλη του η ζωή ήταν μια φλόγα, μια Ορθόδοξη ομολογία. Η θεολογία του δεν ήταν εγκεφαλική και στοχαστική, αλλά εμπειρική θεολογία. Έπαθε και έμαθε τα θεία, απέκτησε προσωπική γνώση του Θεού και γι’ αυτό μπορούσε να διακρίνη το κτιστό από το άκτιστο, το θεϊκό από το δαιμονικό και να καθοδηγή απλανώς το λογικό ποίμνιο του Χριστού.
Όπως ο Απόστολος Παύλος, έτσι και αυτός χαιρόταν με την χαρά των άλλων και τους συμπονούσε στην θλίψη τους. Ήταν αληθινός άρχοντας. Δηλαδή, χαιρόταν να προσφέρη παρά να λαμβάνη. Άλλωστε αληθινός άρχοντας είναι αυτός που έχει πάντοτε ανοικτή την καρδιά του και ευχαριστείται να διακονή, να προσφέρη και να προσφέρεται, απαλύνοντας τον ανθρώπινο πόνο. Όποιος έχει κλειστή την καρδιά του και την τσέπη του και μαζεύει συνεχώς χωρίς να προσφέρη, είναι φτωχός ανεξάρτητα από το πόσα υλικά αγαθά έχει και γι’ αυτό αξιοθρήνητος.
Τελειώνοντας ήθελα να προσθέσω, με την ευκαιρία που βρισκόμαστε στον πρώτο μήνα του νέου έτους, ότι ο χρόνος είναι δώρο του Θεού, το οποίο δεν πρέπει να σπαταλούμε άσκοπα. Ο μέγας Βασίλειος τονίζει πώς αν χάσουμε χρήματα μπορούμε να αποκτήσουμε άλλα. Χρόνο όμως “εάν απολέσωμεν άλλον ευρείν ου δυνάμεθα”. Ο χρόνος αξιοποιείται με την προσευχή και την μελέτη των θείων Γραφών, που δημιουργούν έμπνευση και οδηγούν στην μετάνοια, δια της οποίας επιτυγχάνεται η σωτηρία, δηλαδή η πραγμάτωση του σκοπού της ζωής μας.
Το καλύτερο και ακριβότερο δώρο που θα μπορούσαμε να ζητήσουμε από τον άγιο Βασίλειο είναι οι θεοπειθείς πρεσβείες του, δια των οποίων είθε να αξιωθούμε να γίνουμε μιμητές της οσίας βιοτής του.–
Ο άγιος Βασίλειος είναι ένας από τους μεγαλύτερους αστέρες του νοητού στερεώματος της Εκκλησίας, που έλαμψε τον 4ο αιώνα μ. Χ. και εξακολουθεί να λάμπη, να φωτίζη και να μιλά στις καρδιές όλων εκείνων που ζητούν τις πρεσβείες του και μελετούν τα συγγράμματά του. Γόνος της αγιοτόκου Καππαδοκίας σπούδασε, κατ’ αρχάς στην πατρίδα του και μετά στην Αθήνα, όλες τις επιστήμες της εποχής του. Όταν τελείωσε τις σπουδές του αποσύρθηκε στο πατρικό του κτήμα στον Πόντο για να βιώση την ησυχία, η οποία, κατά τον ίδιο, είναι “αρχή καθάρσεως της ψυχής” από τα ψυχοφθόρα πάθη. Εκεί έζησε με άσκηση, αδιάλειπτη προσευχή και με την μελέτη των θείων Γραφών, μέχρι που κλήθηκε να διακονήση την Εκκλησία ως Πρεσβύτερος και κατόπιν ως Αρχιεπίσκοπος Καισαρείας. Με το κύρος που τον διέκρινε αγωνίσθηκε με σθένος εναντίον των αιρέσεων και συνέβαλε τα μέγιστα στο να διαφυλαχθή ανόθευτη η πίστη και αναλλοίωτη η μέθοδος θεραπείας και ο τρόπος σωτηρίας του ανθρώπου. Είναι γνωστός στους πολλούς κυρίως για την κοινωνική του δράση, η οποία όμως αποτελεί καρπό της νηπτικής του ζωής. Η “Βασιλειάδα”, που αποτελεί, δια μέσου των αιώνων, πρότυπο έργο ανθρωπιάς και κοινωνικής προσφοράς, είναι δημιούργημα της γλυκύτατης καρδιάς του, της πεπληρωμένης από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, καρπός του οποίου είναι η αγάπη. Η ανιδιοτελής αγάπη, που τον “εξανάγκαζε” να φθάνη μέχρι το σημείο να περιθάλπη και τους λεπρούς, μάλιστα δε να τους περιποιείται ο ίδιος προσωπικά και το πιο παράδοξο, να ασπάζεται και τις πληγές τους με την ίδια ευλάβεια που ασπαζόταν την εικόνα του Χριστού και των Αγίων. Για να κατανοηθή το μέγεθος της αγάπης και της θυσίας του πρέπει να σημειωθή ότι η λέπρα την εποχή εκείνη ήταν ανίατη και μεταδοτική ασθένεια και ότι οι λεπροί ζούσαν μακριά από τις πόλεις, διωγμένοι και απομονωμένοι χωρίς την φροντίδα κανενός.
Στην συνέχεια, θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε, με συντομία, τον βίο και την πολιτεία του Μεγάλου Βασιλείου, όπως περιγράφεται, με θαυμάσιο τρόπο, στα υμνολογικά κείμενα της Εκκλησίας μας. Χαρακτηριστικό είναι το τροπάριο των “Αποστίχων” του Εσπερινού της εορτής του: “Πάντων των αγίων ανεμάξω τας αρετάς, πατήρ ημών Βασίλειε. Μωϋσέως το πράον΄ Ηλιού τον ζήλον΄ Πέτρου την ομολογίαν, Ιωάννου την θεολογίαν. Ως Παύλος εκβοών ουκ επαύσω΄ τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι; Όθεν σύν αυτοίς αυλιζόμενος, ικέτευε σωθήναι τας ψυχάς ημών”.
Ο ιερός υμνογράφος απευθύνεται στον άγιο Βασίλειο και του λέγει: “έχεις συγκεντρώσει στο πρόσωπό σου τις αρετές όλων των Αγίων. Και πρώτα απ’ όλα την πραότητα του θεόπτη Μωϋσή”. Εδώ θα πρέπη να τονισθή ότι πραότητα δεν σημαίνει το να μη οργίζεται κανείς ποτέ στην ζωή του, αλλά, κατά τον άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη τον συγγραφέα της “Κλίμακος”, η πραότητα “είναι μία αμετακίνητη κατάσταση του νού, που παραμένει η ίδια και στις τιμές και στις περιφρονήσεις”. Ακόμη, “πραότητα σημαίνει το να προσεύχεσαι ειλικρινώς για τον πλησίον σου, χωρίς να ενοχλήσαι καθόλου από τις ταραχές που σού προξενεί. Η πραότητα είναι βράχος επάνω στην αφρισμένη θάλασσα, που εντελώς ακλόνητος διαλύει όλα τα κύματα, τα οποία τον κτυπούν”.
Ήταν, επίσης, ζηλωτής και πυρίπνους, όπως ο προφήτης Ηλίας. Ο ζήλος τους όμως δεν ήταν άκριτος, αλλά ήταν “κατ’ επίγνωσιν ζήλος”. Ήταν φλογερή αγάπη για τον Θεό και τον άνθρωπο, που δεν ξεπερνούσε το μέτρο και δεν έφθασε ποτέ στα όρια της υπερβολής και του φανατισμού.
Ήταν θαρραλέος και ομολογητής, όπως ο Απόστολος Πέτρος, και ακραιφνής θεολόγος, όπως ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης. Όλη του η ζωή ήταν μια φλόγα, μια Ορθόδοξη ομολογία. Η θεολογία του δεν ήταν εγκεφαλική και στοχαστική, αλλά εμπειρική θεολογία. Έπαθε και έμαθε τα θεία, απέκτησε προσωπική γνώση του Θεού και γι’ αυτό μπορούσε να διακρίνη το κτιστό από το άκτιστο, το θεϊκό από το δαιμονικό και να καθοδηγή απλανώς το λογικό ποίμνιο του Χριστού.
Όπως ο Απόστολος Παύλος, έτσι και αυτός χαιρόταν με την χαρά των άλλων και τους συμπονούσε στην θλίψη τους. Ήταν αληθινός άρχοντας. Δηλαδή, χαιρόταν να προσφέρη παρά να λαμβάνη. Άλλωστε αληθινός άρχοντας είναι αυτός που έχει πάντοτε ανοικτή την καρδιά του και ευχαριστείται να διακονή, να προσφέρη και να προσφέρεται, απαλύνοντας τον ανθρώπινο πόνο. Όποιος έχει κλειστή την καρδιά του και την τσέπη του και μαζεύει συνεχώς χωρίς να προσφέρη, είναι φτωχός ανεξάρτητα από το πόσα υλικά αγαθά έχει και γι’ αυτό αξιοθρήνητος.
Τελειώνοντας ήθελα να προσθέσω, με την ευκαιρία που βρισκόμαστε στον πρώτο μήνα του νέου έτους, ότι ο χρόνος είναι δώρο του Θεού, το οποίο δεν πρέπει να σπαταλούμε άσκοπα. Ο μέγας Βασίλειος τονίζει πώς αν χάσουμε χρήματα μπορούμε να αποκτήσουμε άλλα. Χρόνο όμως “εάν απολέσωμεν άλλον ευρείν ου δυνάμεθα”. Ο χρόνος αξιοποιείται με την προσευχή και την μελέτη των θείων Γραφών, που δημιουργούν έμπνευση και οδηγούν στην μετάνοια, δια της οποίας επιτυγχάνεται η σωτηρία, δηλαδή η πραγμάτωση του σκοπού της ζωής μας.
Το καλύτερο και ακριβότερο δώρο που θα μπορούσαμε να ζητήσουμε από τον άγιο Βασίλειο είναι οι θεοπειθείς πρεσβείες του, δια των οποίων είθε να αξιωθούμε να γίνουμε μιμητές της οσίας βιοτής του.–
3 σχόλια:
Χαίρομαι πολύ που διαλέξατε σαν Blog να τονίσετε περισσότερο τα ασκητικά χαρακτηριστικά του Μεγάλου Βασιλείου τα οποία είναι και τα σημαντικότερα του ανδρός από τα οποία πηγάζουν και όλα τα υπόλοιπα έργα που έκανε και από τα οποία εξάλλου χαρακτηρίσθηκε άγιος και μάλιστα μέγας από την Εκκλησία. Το λέω αυτό γιατί στη σημερινή εποχή που επαινούμε πολύ τον ...κοινωνικό χριστιανισμό, μονάχα τα κοινωνικά έργα του Μεγάλου Βασιλείου επαινούμε και προβάλουμε, τη Βασιλειάδα, το θάρρος της απάντησής του στον Ουάλεντα, το ...πολιτικό δήθεν μυαλό του για να σώσει με την εκλογή του ως Επίσκοπος την Καισάρεια από τους Αρειανούς και ξεχνάμε το υπόβαθρο όλων αυτών των έργων και πράξεων που είναι ο ασκητισμός του που ήταν τόσο μεγάλος που χαρακτηρίστηκε αφ΄ ενός πατέρας του Κοινοβιακού συστήματος και από την άλλη Θεοφόρος πατέρας της Εκκλησίας. Επίσης αν πληροφορηθούμε λίγο περισσότερο τη "μοναστηριακή" οπτική για το Μέγα Βασίλειο θα τον δούμε πολύ περισσότερο ως άγιο και μυστικό αφού αναφέρονται και θαύματα που έκανε εν ζωή με την προσευχή του και πολύ λιγότερο ως κοινωνικό ακτιβιστή. Εκεί θα μας φανεί ότι όλη αυτή η κοινωνική δραστηριότητα που ανέπτυξε ήταν το περίσσευμα και η παρωνυχίδα, θα λέγαμε, της προσωπικότητάς του και όχι ο κεντρικός κορμός. Αυτό αναγνώρισε και ο κόσμος που τον υπεραγαπούσε και κατέκλυσε τα πάντα στην κηδεία του. Ήταν πατέρας που αγαπούσε και προσευχόταν για το ποίμνιό του και όχι ένας απλός προστάτης.
Αγαπητέ Αθεολόγητε και φυσικά επαινούμε τα ...κοινωνικά χαρακτηριστικά του Χριστιανισμού τα κοινωνικά έργα αφου εμείς ως Ορθόδοξοι χριστιανοί έχουμε επηρεαστεί από τον προτεσταντισμό και δίνουμε σημασία στα έργα και στις καλές πρέξεις....Μονο αυτά μας ενδιαφέρουν...
Ν
Although from different places, but this perception is consistent, which is relatively rare point!
Δημοσίευση σχολίου