Μια φορά και έναν καιρό, ένας βασιλιάς σκέφτηκε ότι αν ήξερε πάντοτε την κατάλληλη στιγμή για ν’ αρχίζει κάτι, αν ήξερε ποιοι είναι οι κατάλληλοι άνθρωποι για ν’ ακούει και ποιοι είναι εκείνοι που θα’ πρεπε ν’ αποφεύγει και πάνω από όλα αν ήξερε πάντοτε ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα να κάνει, δε θα αποτύχαινε σε ό,τι επιχειρούσε.
Και όταν του ήρθε αυτή η σκέψη, φρόντισε να διακηρυχθεί σε ολόκληρο το βασίλειό του ότι θα έδινε σπουδαία αμοιβή σ’ εκείνον που θα του μάθαινε ποια είναι η κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, ποιοι είναι οι πιο αναγκαίοι άνθρωποι και πως θα μπορούσε να ξέρει ποιό είναι το πιο σπουδαίο πράγμα να κάνει.
Και ήλθαν σοφοί άνθρωποι στο βασιλιά, αλλά όλοι έδωσαν διαφορετικές απαντήσεις στα ερωτήματα.
Σ’ απάντηση του πρώτου ερωτήματος, μερικοί είπαν ότι για να ξέρει κανείς την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, πρέπει να φτιάξει προκαταβολικά ένα πρόγραμμα ημερών, μηνών και ετών και να το ακολουθήσει πιστά. Μόνον έτσι, είπαν αυτοί, θα μπορούσε να γίνει το κάθε τι στην κατάλληλη στιγμή. Άλλοι δήλωσαν ότι θα ήταν αδύνατο ν’ αποφασίσει κανείς εκ των προτέρων την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, αλλά αν δεν αφήσει τον εαυτό του να απορροφηθεί σε μάταιες ενασχολήσεις, θα μπορούσε πάντοτε να προσέχει τι συμβαίνει και τότε να κάνει ό,τι θα ήταν αναγκαίο. Άλλοι πάλι είπαν, ότι όσο κι αν πρόσεχε ο βασιλιάς ό,τι συμβαίνει, θα ήταν αδύνατο σε έναν άνθρωπο να αποφασίζει σωστά ποια είναι η κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, γι’ αυτό θα’ πρεπε να έχει ένα συμβούλιο από σοφούς ανθρώπους, που θα τον βοηθούσαν να καθορίσει την κατάλληλη στιγμή για κάθε τι.
Αλλά πάλι, άλλοι του είπαν ότι υπάρχουν ορισμένα πράγματα που δε θα μπορούσαν να περιμένουν να εξεταστούν από ένα συμβούλιο και για τα οποία πρέπει κανείς να αποφασίσει αμέσως αν θα τα επιχειρήσεις ή όχι. Για να μπορεί όμως κανείς να το αποφασίσει αυτό, πρέπει να εκ των προτέρων τι πρόκειται να συμβεί. Μόνο μάγοι μπορούν να το κάνουν αυτό και γι’ αυτό, για να ξέρει κανείς την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, πρέπει να συμβουλεύεται
μάγους.
Εξ ίσου ποικίλες ήταν οι απαντήσεις και στο δεύτερο ερώτημα. Μερικοί είπαν ότι οι άνθρωποι που χρειάζεται περισσότερο ο βασιλιάς είναι οι σύμβουλοί του, άλλοι οι ιερείς, άλλοι οι γιατροί, ενώ άλλοι είπαν ότι πιο αναγκαίοι είναι οι πολεμιστές.
Στο τρίτο ερώτημα για το ποια είναι πιο σπουδαία ενασχόληση, μερικοί απάντησαν ότι πιο σπουδαίο πράγμα στο κόσμο είναι οι επιστήμες. Άλλοι είπαν ότι είναι η πολεμική επιδεξιότητα, και άλλοι πάλι ότι είναι η θρησκευτική λατρεία.
Όλες οι απαντήσεις ήταν διαφορετικές και ο βασιλιάς δε συμφώνησε σε καμιά απ’ αυτές και σε καμιά δεν έδωσε σημασία. Αλλά θέλοντας ακόμη να βρει τις σωστές απαντήσεις, αποφάσισε να συμβουλευτεί έναν ερημίτη πολύ γνωστό για την σοφία του.
Ο ερημίτης ζούσε σ’ ένα δάσος απ’ το οποίο δεν απομακρυνόταν ποτέ και δε δεχόταν παρά τους απλούς ανθρώπους. Έτσι ο βασιλιάς ντύθηκε απλά ρούχα και πριν φτάσει στο κελί του ερημίτη, κατέβηκε απ’ τ’ άλογό του, άφησε πίσω τη φρουρά του και πήγε μόνος του.
Όταν πλησίασε ο βασιλιάς, ο ερημίτης έσκαβε τη γη μπροστά στην καλύβα του. Όταν είδε το βασιλιά, τον χαιρέτησε και συνέχισε να σκάβει. Ο ερημίτης ήταν άνθρωπος ασθενικός και αδύνατος και κάθε φορά που σφήνωνε την αξίνα του στην γη για να σηκώσει λίγο χώμα, ανάπνεε βαριά.
Ο βασιλιάς τον πλησίασε και του είπε: «Ήρθα σε σένα σοφέ ερημίτη για να σε ρωτήσω τρία πράγματα: Πώς θα μάθω να κάνω το κατάλληλο πράγμα στην κατάλληλη στιγμή, ποιοι είναι οι άνθρωποι που χρειάζομαι περισσότερο και επομένως ποιους θα πρέπει να
προσέχω περισσότερο από τους άλλους και ποιες υποθέσεις είναι πιο
σπουδαίες και χρειάζονται περισσότερο προσοχή»;
Ο ερημίτης άκουσε το βασιλιά, αλλά δεν έδωσε καμιά απάντηση. Μόνο έφτυσε στις παλάμες του και ξανάρχισε το σκάψιμο.
«Είσαι κουρασμένος», είπε ο βασιλιάς, «άσε με να πάρω την αξίνα και να δουλέψω εγώ λίγο για σένα».
«Ευχαριστώ», είπε ο ερημίτης και δίνοντας την αξίνα στο βασιλιά κάθησε κάτω στο χώμα.
Και όταν του ήρθε αυτή η σκέψη, φρόντισε να διακηρυχθεί σε ολόκληρο το βασίλειό του ότι θα έδινε σπουδαία αμοιβή σ’ εκείνον που θα του μάθαινε ποια είναι η κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, ποιοι είναι οι πιο αναγκαίοι άνθρωποι και πως θα μπορούσε να ξέρει ποιό είναι το πιο σπουδαίο πράγμα να κάνει.
Και ήλθαν σοφοί άνθρωποι στο βασιλιά, αλλά όλοι έδωσαν διαφορετικές απαντήσεις στα ερωτήματα.
Σ’ απάντηση του πρώτου ερωτήματος, μερικοί είπαν ότι για να ξέρει κανείς την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, πρέπει να φτιάξει προκαταβολικά ένα πρόγραμμα ημερών, μηνών και ετών και να το ακολουθήσει πιστά. Μόνον έτσι, είπαν αυτοί, θα μπορούσε να γίνει το κάθε τι στην κατάλληλη στιγμή. Άλλοι δήλωσαν ότι θα ήταν αδύνατο ν’ αποφασίσει κανείς εκ των προτέρων την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, αλλά αν δεν αφήσει τον εαυτό του να απορροφηθεί σε μάταιες ενασχολήσεις, θα μπορούσε πάντοτε να προσέχει τι συμβαίνει και τότε να κάνει ό,τι θα ήταν αναγκαίο. Άλλοι πάλι είπαν, ότι όσο κι αν πρόσεχε ο βασιλιάς ό,τι συμβαίνει, θα ήταν αδύνατο σε έναν άνθρωπο να αποφασίζει σωστά ποια είναι η κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, γι’ αυτό θα’ πρεπε να έχει ένα συμβούλιο από σοφούς ανθρώπους, που θα τον βοηθούσαν να καθορίσει την κατάλληλη στιγμή για κάθε τι.
Αλλά πάλι, άλλοι του είπαν ότι υπάρχουν ορισμένα πράγματα που δε θα μπορούσαν να περιμένουν να εξεταστούν από ένα συμβούλιο και για τα οποία πρέπει κανείς να αποφασίσει αμέσως αν θα τα επιχειρήσεις ή όχι. Για να μπορεί όμως κανείς να το αποφασίσει αυτό, πρέπει να εκ των προτέρων τι πρόκειται να συμβεί. Μόνο μάγοι μπορούν να το κάνουν αυτό και γι’ αυτό, για να ξέρει κανείς την κατάλληλη στιγμή για κάθε ενέργεια, πρέπει να συμβουλεύεται
μάγους.
Εξ ίσου ποικίλες ήταν οι απαντήσεις και στο δεύτερο ερώτημα. Μερικοί είπαν ότι οι άνθρωποι που χρειάζεται περισσότερο ο βασιλιάς είναι οι σύμβουλοί του, άλλοι οι ιερείς, άλλοι οι γιατροί, ενώ άλλοι είπαν ότι πιο αναγκαίοι είναι οι πολεμιστές.
Στο τρίτο ερώτημα για το ποια είναι πιο σπουδαία ενασχόληση, μερικοί απάντησαν ότι πιο σπουδαίο πράγμα στο κόσμο είναι οι επιστήμες. Άλλοι είπαν ότι είναι η πολεμική επιδεξιότητα, και άλλοι πάλι ότι είναι η θρησκευτική λατρεία.
Όλες οι απαντήσεις ήταν διαφορετικές και ο βασιλιάς δε συμφώνησε σε καμιά απ’ αυτές και σε καμιά δεν έδωσε σημασία. Αλλά θέλοντας ακόμη να βρει τις σωστές απαντήσεις, αποφάσισε να συμβουλευτεί έναν ερημίτη πολύ γνωστό για την σοφία του.
Ο ερημίτης ζούσε σ’ ένα δάσος απ’ το οποίο δεν απομακρυνόταν ποτέ και δε δεχόταν παρά τους απλούς ανθρώπους. Έτσι ο βασιλιάς ντύθηκε απλά ρούχα και πριν φτάσει στο κελί του ερημίτη, κατέβηκε απ’ τ’ άλογό του, άφησε πίσω τη φρουρά του και πήγε μόνος του.
Όταν πλησίασε ο βασιλιάς, ο ερημίτης έσκαβε τη γη μπροστά στην καλύβα του. Όταν είδε το βασιλιά, τον χαιρέτησε και συνέχισε να σκάβει. Ο ερημίτης ήταν άνθρωπος ασθενικός και αδύνατος και κάθε φορά που σφήνωνε την αξίνα του στην γη για να σηκώσει λίγο χώμα, ανάπνεε βαριά.
Ο βασιλιάς τον πλησίασε και του είπε: «Ήρθα σε σένα σοφέ ερημίτη για να σε ρωτήσω τρία πράγματα: Πώς θα μάθω να κάνω το κατάλληλο πράγμα στην κατάλληλη στιγμή, ποιοι είναι οι άνθρωποι που χρειάζομαι περισσότερο και επομένως ποιους θα πρέπει να
προσέχω περισσότερο από τους άλλους και ποιες υποθέσεις είναι πιο
σπουδαίες και χρειάζονται περισσότερο προσοχή»;
Ο ερημίτης άκουσε το βασιλιά, αλλά δεν έδωσε καμιά απάντηση. Μόνο έφτυσε στις παλάμες του και ξανάρχισε το σκάψιμο.
«Είσαι κουρασμένος», είπε ο βασιλιάς, «άσε με να πάρω την αξίνα και να δουλέψω εγώ λίγο για σένα».
«Ευχαριστώ», είπε ο ερημίτης και δίνοντας την αξίνα στο βασιλιά κάθησε κάτω στο χώμα.
...συνεχίζεται...
Η.Ρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου