Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Το κενό μνημείο- Έκρηξη ζωής




Γ ΄ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ( Μυροφόρων)

Ευαγγέλιο: Μκ. 15, 43-16,8



            Το γεγονός της Ανάστασης που θα γιορτάζεται μέχρι τη γιορτή της Ανάληψης του Κυρίου και κάθε Κυριακή πρωί έχει την εξήγηση του στα γνωστά εωθινά Ευαγγέλια. Είναι κείμενα από την Κ .Διαθήκη τα οποία διαβάζονται κατά σειρά στην Εκκλησία αρχίζοντας από την Κυριακή του Θωμά. Σήμερα σειρά έχει το δεύτερο εωθινό. Τα κείμενα αυτά έχουν ως θέμα τους την Ανάσταση του Χριστού,τις εμφανίσεις Του, αλλά και τις αντιδράσεις που προκάλεσαν στο εκκλησιαστικό σώμα.
            Η Ανάσταση γεγονός πρωτοφανές, πρωτάκουστο και παράδοξο ουδέποτε έγινε δεκτή χωρίς αντιδράσεις. Γι’ αυτό είχε και συνέπειες στην ατομική και κοινωνική ζωή των ανθρώπων.
            Υπ’ αυτή την έννοια τα εωθινά Ευαγγέλια μεταφέρουν ακούσματα που μας λείπουν και χρειαζόμαστε  μέσα στις θρησκευτικές ηθικολογίες μας. Έτσι εξέθρεψαν και μπορούν να εκθρέψουν γενιές που κρατάνε υψωμένη την ανθρωπιά ακόμη και πάνω από όνειρα και αντοχές τρεχούσης φύσεως.
            Όσο κι’ αν φαίνεται παράδοξο στη λιπόσαρκη εποχή μας οι άνθρωποι που άντλησαν από τα εωθινά, αν και δέχτηκαν πίκρες ποτέ δεν έσκυψαν το κεφάλι και δεν λύγισαν στον εχθρό της ανθρωπιάς και τον αεικίνητο εχθρό της ζωής, τον θάνατο.
            Την εξήγηση αυτού του φαινόμενου βοηθάει πολύ το σημερινό δεύτερο εωθινό Ευαγγέλιο, στο οποίο συνυπάρχουν δύο αξιοπρόσεκτα στοιχεία : η εμπιστοσύνη στο Θεό και στον ορθό λόγο που φιλτράρει την πίστη και βάζει σε λέξεις το βιωματικό περιεχόμενο της σχέσης εμπιστοσύνης του ανθρώπου προς τον Θεό. Ευκαιριακά η συνύπαρξη εμπιστοσύνη στο Θεό και ορθού λόγου, πίστης και λογικής που δέχονται οι χριστιανοί δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια , χαρίζεται σε κάθε ενδιαφερόμενο.
            Όπως ακούσαμε το Ευαγγέλιο του όρθρου σήμερα μιλάει για κάποιες γυναίκες που τον πρώτο αιώνα αναζητούσαν τον Ιησού τον Ναζαρινό τον Εσταυρωμένο. Εδώ σ’ αυτή την αναζήτηση δηλ. βρίσκονται οι καταβολές, οι ρίζες του Ευρωπαϊκού μας πολιτισμού. Όπως δεν υπάρχει σελίδα της ιστορίας αυτού του πολιτισμού χωρίς αναφορά στη Βίβλο, έτσι δεν υπάρχει χωρίς αναφορά στη Γέννηση, τη Σταύρωση και ην Ανάσταση του Χριστού. Μ’ άλλα λόγια στην ταυτότητα της Ευρώπης  αναγράφεται : Ιησούς Ναζωραίος Εσταυρωμένος. Όποιος έχει μάτια βλέπει. Βέβαια έγιναν πολλές προσπάθειες διαγραφής αυτών των στοιχείων. Όμως ανεπιτυχώς, γιατί η ιστορία δεν διαγράφεται.
            Η ταυτότητα της Ευρώπης εδώ και πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια σφραγίστηκε με τη ρήση του αγγέλου της Ανάστασης: « ηγέρθη ουκ έστιν ώδε». Αυτό δεν αποτελεί κάποια καύχηση προς τον Θεό. Απλά αποτελεί μία διαπίστωση για να ξέρουμε που πατάμε και πόση προβληματική τελικά είναι η διαγραφή τέτοιων ιστορικών πολιτιστικών στοιχείων εν ονόματι θεωρητικών δογματιστικών κατασκευών.
            Αναζητούν λοιπόν οι άνθρωποι από τον πρώτο αιώνα και μετά τον Ιησού τον Ναζαρινό τον Εσταυρωμένο.
            Άραγε τον αναζητούν και σήμερα;
            Πιστεύουμε πως ναι, Τον αναζητούν. Γιατί; Γιατί υπάρχει το πρόβλημα του τάφου. Οι Μυροφόρες λέγει το σημερινό Ευαγγέλιο του όρθρου πήγαν στο μνημείο, στον τόπο της ταφής του Ιησού προβληματισμένες και έφυγαν προβληματισμένες. Πάντα ο τόπος του μνημείου δημιουργεί πρόβλημα καθώς παρουσιάζεται ως αμετάκλητο τέλος κάθε ανθρώπινης παρουσίας και δράσης. Από κάθε μνημείο ωραίο ή άσχημο δεν έχει σημασία, βγαίνει το αδυσώπητο μήνυμα: « όλα είναι ένα ψέμα, μια ανάσα μια πνοή», είτε αφοριστικά είτε ερωτηματικά.
            Μοναδική εξαίρεση αποτελεί  το μνήμα του Ιησού του Ναζαρινού. Απ’ αυτό εκπέμπεται το συγκλονιστικό μήνυμα : « ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε, ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν». Είναι άδειος. Πρόκειται για μήνυμα έκρηξης ζωής  και όχι θανάτου. Σε τι συνίσταται το μήνυμα; Εφ’ όσον στο πρόσωπο του Χριστού η ανθρώπινη φύση υφίσταται άφθαρτη, μπορεί κατά χάρη επίσης να υφίσταται άφθαρτη και στα άλλα πρόσωπα. Αν βέβαια το επιθυμούν και το θέλουν.
            Αυτό μπορεί ν’ ακούγεται κάπως θεωρητικό. Κι’ όμως πρόκειται για το γεγονός το οποίο ενέπνευσε το σύγχρονο πολιτισμό. Λ.χ. η ιδέα ότι ο καλός αγώνας δεν πάει χαμένος και τόσο οι αγωνιστές όσο και τα θύματα της ιστορίας θα βρουν δικαίωση, πηγάζουν από την Ανάσταση του Χριστού. Αλλά και η κατάργηση του απαράδεκτου στυγνού απόλυτου διαχωρισμού σώματος και ψυχής, πνεύματος και ύλης, κτιστού και άκτιστου, εμπνέεται από αυτή την πίστη και σ’ αυτή θεμελιώνεται. Διότι στην ορθοδοξία δεν μιλάμε μόνο για αθανασία ψυχής. Μιλάμε για ανάσταση ανθρώπων δηλ. για αυτοπραγμάτωση του κάθε ανθρώπου και με βεβαιότητα ψάλλουμε: « αναστήσονται οι νεκροί και εγερθήσονται οι εν τοις μνημείοις και πάντες οι εν τη γη αγαλλιάσονται».
            Εξ άλλου και το Σύμβολο της Πίστεως καταλήγει : « προσδοκώ ανάσταση νεκρών και ζωή του μέλλοντος αιώνος».
            Ίσως πει κάποιος ότι είναι λόγια θρησκευτικά. Ναι, μόνο που τα λόγια αυτά ταιριάζουν στους ανθρώπους επειδή έχουν συνείδηση της ανθρωπιάς τους. Δεν ταιριάζει στα ζώα που δεν καταλαβαίνουν ούτε τι θα πει ζωή ούτε τι θα πει θάνατος. Ούτως ή άλλως η πίστη στην Ανάσταση δημιουργεί πολιτισμό με κύριο χαρακτηριστικό την αισιοδοξία. Πράγμα που δείχνει τη δυναμική της αναζήτησης του Ιησού του Ναζαρηνού του Εσταυρωμένου.
            Ας το δούμε κάπως αναλυτικότερα.
            Η αναζήτηση των Μυροφόρων « λίαν πρωί της μιας Σαββάτων» στο μνημείο του Ιησού, έχει όλα τα γνωρίσματα του χριστοκεντρισμού. Αιώνες τώρα οι άνθρωποι παρέπαιαν και παραπαίουν ανάμεσα σε δύο πολώσεις : τον Θεοκεντρισμό και τον ανθρωποκεντρισμό.
            Ο Θεοκεντρισμός φέρνει πόλωση θεϊκών και ανθρωπίνων πραγμάτων και εις βάρος των ανθρωπίνων. Ο ανθρωποκεντρισμός φέρνει την ίδια πόλωση, αλλά αντίθετα. Δηλ. προς όφελος των ανθρωπίνων πραγμάτων και εις βάρος των θεϊκών.
            Ο χριστοκεντρισμός των Μυροφόρων φέρνει τη σύνθεση θεϊκών και ανθρωπίνων πραγμάτων, διότι ο Θεάνθρωπος Κύριος είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Μάλιστα αυτή η σύνδεση είναι αδιαίρετη και ασύγχυτη γι’ αυτό και φέρνει τελικά ανάσταση. 
            Συνέπεια του χριστοκεντρισμού είναι το περίφημο βίωμα της απορίας. Μπροστά σε όσα συμβαίνουν οι Μυροφόρες απορούν και εξίστανται. Δηλ. έχουν την αίσθηση, ότι δεν έχουν κάποιο πόρο, δεν έχουν πέρασμα, ώστε να περάσουν σώες μέσα από όσα συμβαίνουν γύρω τους. Έτσι λοιπόν αρχίζουν μια πορεία , μια περιπέτεια που την χαρακτηρίζει στη συνέχεια το βίωμα της ελευθερίας, κύριο θεμελιώδες βίωμα της χριστοκεντρικότητας.
            Διαβάζοντας κανείς τη διήγηση του σημερινού ευαγγελίου του όρθρου διαπιστώνει ένα πράγμα: ο άγγελος, που παρουσιάζεται εδώ ως νεανίας, δεν έπεισε με τα λεγόμενα του αμέσως για την Ανάσταση. Της έκανε όμως να απορούν. Μ’ άλλα λόγια στο γεγονός  αυτό έχουμε το στοιχείο της ελευθερίας και του ανθρώπινου δικαιώματος στην αλήθεια. Τότε στον τάφο τον κενό εξηγήθηκε σαφώς, ότι η αλήθεια δεν δίνεται ασυζητητί, αλλά η αλήθεια ανευρίσκεται. Και η ανεύρεση της προϋποθέτει την απορία ή όπως λέγει το ευαγγέλιο τρόμο και έκσταση μπροστά στα όσα συμβαίνουν. « και εξελθούσαι έφυγον από του μνημείου είχε δε αυτάς τρόμος και έκστασις» Όχι βεβαιότητα. Η βεβαιότητα δεν απαντάται τουλάχιστον στην ορθοδοξία ούτε με μηνύματα ούτε με δηλώσεις. Tο έδειξε άλλωστε και η περίπτωση του Θωμά. Μ’ αυτή την έννοια το επεισόδιο με τις Μυροφόρες στον μνήμα του Ιησού θεμελιώνει το δικαίωμα στην αναζήτηση της αλήθειας με έρευνα από τότε πριν από δύο χιλιάδες δώδεκα χρόνια. Μετά το βίωμα της απορίας έρχεται το βίωμα της ελευθερίας. Οι Μυροφόρες, οι απλές αυτές γυναίκες που ακολουθούσαν το Χριστό, διότι τις έβγαζε  από το κοινωνικό περιθώριο, αν ήθελαν αποδέχονταν την Ανάσταση ή αν ήθελαν την απέρριπταν.
            Τα λόγια του αγγέλου ήταν απλά χωρίς ίχνος εξαναγκασμού . « μην εκπλήτεσθε,Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρινόν τον Εσταυρωμένον»; Αναστήθηκε, δεν είναι εδώ. Κοιτάξτε και τον τάφο που τον έβαλαν. Αυτά τα λόγια τους είπε. Με τέτοια όμως λόγια η ελευθερία ούτε αναστέλλεται ούτε περιορίζεται. Αντίθετα διανοίγεται προς την αλήθεια και την αιωνιότητα. Επομένως η παρέμβαση των απλών ανθρώπων  στο θέμα της αναστάσεως εδράζεται στην ελευθερία τους. Χωρίς βίωμα ελευθερίας η Ανάσταση δεν προσεγγίζεται, ενώ ως γεγονός παράδοξο δημιουργεί βίωμα ελευθερίας.
            Μιλάμε για βίωμα, διότι υπάρχει περίπτωση στα λόγια να είμαστε ελεύθεροι ενώ μέσα μας να είμαστε πραγματικά ανελεύθεροι. Ας μη ξεχνάμε, ότι η ελευθερία θέλει αρετή και τόλμη. Δηλ. πρωτίστως έχει αιτία πραγματική, εσωτερικά βαθειά. Γιατί χωρίς αυτά μπορεί και να ξεπέσει σε εσωτερικό επίχρισμα δουλωτικών καταστάσεων του ανθρώπου. Να υπάρχει δηλ. το όνομα και να μην υπάρχει η χάρη. Τέτοια παραδείγματα έχει πολλά η ανθρώπινη ιστορία. Από το άλλο μέρος όμως έχει και παραδείγματα περιπτώσεων όπου ενώ γίνονται συζητήσεις επί συζητήσεων για ελευθερία και εσωτερική ελευθερία οι άνθρωποι είναι δεσμευμένοι σε καταστάσεις εξαθλίωσης.
            Στον αναστάσιμο χριστιανισμό η ελευθερία ή υπάρχει απόλυτα ή δεν υπάρχει. Μέσες λύσεις απορρίπτονται. Όταν μπαίνει θέμα ελευθερίας μπαίνει κάθετα και όποιος το αντέχει. Την ελευθερία τώρα ακολουθεί από κοντά η αγάπη, το άλλο απόλυτο μέγεθος της Εκκλησίας. Το κίνητρο της πρωτοβουλίας του Χριστού είναι επίσης η αγάπη. Τα κίνητρα στην περιπέτεια της Ανάστασης δεν είναι η ανάγκη. Είναι η εξ αγάπης αγάπη. Έτσι ξεπερνιούνται τα δύσκολα της ελευθερίας αποφεύγοντας εξευτελιστικούς συμβιβασμούς.
            Λογικά τα όρια της ελευθερίας των Μυροφόρων σταματούσαν εκεί που αρχίζει η εξουσία του Πιλάτου και περισσότερο του θανάτου. Πιλάτος – θάνατος και Φαρισαίοι περιόριζαν τους ανθρώπους εκείνους. Ο περιορισμός υποχώρησε όμως μπροστά στην αγάπη των Μυροφόρων και την αγάπη του Θεού.
            Ο περιορισμός της ελευθερίας των χριστιανών γυναικών είχε κάνει την αγάπη τους βασανιστική. Αυτό φαίνεται από τον προβληματισμό τους. Ποιος θα κυλίσει τον ογκόλιθο από τη θύρα του μνημείου; Δηλ. ποιος θα ξεπεράσει το εμπόδιο στην ελευθερία μας που θέλει το γεγονός του θανάτου;
            Εμείς θέλουμε γιατί αγαπάμε. Όμως μέχρις ενός ορίου μπορούμε. Όλα διορθώνονται όταν φεύγουν τα εμπόδια και η αγάπη συνυπάρχει με την ελευθερία.
            Ελευθερία και αγάπη. Αγάπη και ελευθερία. Τότε διανοίγονται άλλοι δρόμοι και ορίζοντες. Τότε γίνεται δυνατή η επικοινωνία και δυνατός ο αυτοκαθορισμός. Τότε οι Μυροφόρες επικοινωνούσαν με τον άγγελο και την Ανάσταση, με το εντελώς ανόμοιο και το κατ’ εξοχήν έτερο. Αλλά σιωπούν επειδή έτσι θέλουν και επειδή έτσι νομίζουν ότι πρέπει να κάνουν.
            « Είχε δε αυτάς τρόμος και έκστασις».
            Τα βιώματα του χριστικεντρισμού, της απορίας, της ελευθερίας, της αγάπης, της κοινωνικότητας είναι προϊόντα της επαφής με την Ανάσταση ως γεγονότος πρωτοφανούς και παράδοξου. Είναι όμως και προϋπόθεση δυναμικής ανθρώπινης παρουσίας μέσα στην κοινωνία που συνεχώς τελεί υπό τα βάρος ποικίλων προβλημάτων ή καταστάσεων,
            Τέτοιες προϋποθέσεις, τέτοια παρουσία μάλλον ενδιαφέρει όλους σε καιρούς που το Πνεύμα ξηραίνεται.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ     

π.Γ.στ.         

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Τι ωραίο κείμενο.

Εξαιρετικό ρε σεις.

Ανάσταση=Ζωή!