Τὸ ἔργο τοῦ Παπαδιαμάντη, τὸ μαζὶ ἐκκλησιαστικὸ καὶ κοσμικό, βυζαντινὸ καὶ ἀνθρώπινο, κάτι τί διδαχτικὸ καὶ κυματιστό, γελαστὸ καὶ μελαγχολικό, τὸ λυρικὸ καὶ τὸ δραματικό, τὸ δίγλωσσο καὶ δίψυχο, δείχνει, καὶ μὲ τὰ στοιχεῖα του αὐτά, ζωηρότερο, ἀπὸ ἄλλα ἔργα, τὴν κατάσταση τῆς νέας ἑλληνικῆς ψυχῆς· εἶναι κείμενο καὶ μαρτυρικὸ γιὰ τὸν ἰστορικὸ καὶ τὸ μελετητὴ τῶν πραγμάτων μας καὶ τῶν καιρῶν μας ἀσύγκριτα σπουδαιότερο ἀπὸ τὶς βουλές καὶ ἀπὸ τοὺς νόμους μας. Ἀπὸ τὸν καιρό, ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια, ποὺ πρόβαλε μὲ τὸ Χρῆστο Μηλιόνη καὶ μὲ τὴ Γυφτοπούλα του, ἴσα μὲ τὰ τελευταῖα του ἔργα, ὁ ποιητὴς αὐτὸς ὁ περίφημος καὶ ὁ ἀτύπωτος, ὁ χριστιανὸς καὶ ὁ ἀλκοολικός, ὁ ψάλτης τοῦ ναοῦ καὶ ὁ πιστός τῆς ταβέρνας, ὁ λατρευόμενος ἀπὸ τοὺς νέους γύρω του καὶ ὁ ἀπλησίαστος, ὁ ντυμένος σὰ ζητιάνος, καὶ ὁ ἐμπνευσμένος σὰν ἀπὸ τὴ μοσκοβολιὰ δροσερώτατων μενεξέδων, ὁ ἀκάθαρτος Παπαδιαμάντης καὶ ὁ γλυκύτατος τραγουδιστὴς τοῦ Φτωχοῦ Ἅγιου καὶ τῆς Νοσταλγοῦ, εἶδος τί Βερλαίν, μὰ πιὸ πολὺ κανονικός, μὰ λευκὸς στὴ ζωή του ὅσο δὲν ἦταν ὁ μεγάλος Φράγκος ὁμόφυλός του· ἴσα μὲ τὰ τώρα, ὁ Παπαδιαμάντης ἔζησε περιφρονημένος καὶ δοξασμένος, μοναχικὸς καὶ καταφρονητικός, ὅσιος καὶ ἀλήτης. Μὰ πάντα ἔσταζε κάποιο μέλι ἀπὸ τὰ χείλη του, καὶ τὸ κοντύλι του, ἔτσι ἄκοπα, ἄνετα, ἀπρόσεχτα, μὲ δυὸ τρεῖς μολυβιές μας ἄφινε στὸ χαρτὶ ἀξέχαστα «σκίτσα», ποὺ τὸ στόμα τους ἤθελε φιλί, καὶ τὰ μάτια τους γύρευαν ἀγάπη καὶ μᾶς τραβοῦσε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπάνου στὰ γραμμένα του καὶ μᾶς ἀντάμωνε ἀδερφώνοντάς μας μὲ τὴ συγκίνηση καὶ μὲ τὴ συμπάθεια. Τέτοιος εἶναι ὁ τεχνίτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου