Σάββατο 3 Μαΐου 2014

Γ ΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ (των Μυροφόρων) Ευαγγέλιο : 15,43-16,8


Η ΕΚΠΛΗΞΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

            Εν ολίγοις

            Στις κρίσιμες στιγμές της οδύνης και της εγκατάλειψης Του ο Κύριος είχε πλησίον Του την παρουσία αφοσιωμένων γυναικών που αγαπητικά Τον διακονούσαν μέχρι το μαρτύριο του Γολγοθά. Και ενώ οι μαθητές διασκορπίστηκαν, η  μικρή συνοδεία των γυναικών έδειξε απαράμιλλο θάρρος και ασυνήθιστη δύναμη. Τα τραγικά γεγονότα που προηγήθηκαν δεν λύγισαν την πίστη τους, αλλά συνόδευσαν μέχρι  την τελευταία στιγμή τον Ιησού στο σταυρό και τον ενταφιασμό.
            Μαζί με τις Μυροφόρες έδρασαν και οι κρυφοί μυροφόροι μαθητές ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος. Ο Χριστός εκτός από το στενό κύκλο των δώδεκα, είχε κι ένα ευρύτερο κύκλο μαθητών και μαθητριών που ακολουθούσαν το Χριστό, άκουγαν τη διδασκαλία Του και τον βοηθούσαν στο έργο Του. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονταν και κρυφοί και αφανείς μαθητές, όπως ο βουλευτής Ιωσήφ και ο από Αριμαθαίας ιουδαίος άρχοντας  Νικόδημος. Ο Ιωσήφ τόλμησε και ζήτησε από τον Πιλάτο την άδεια του ενταφιασμού του νεκρού Ιησού. Και στο έργο αυτό συνέβαλε και ο Νικόδημος, ο οποίος κάποτε είχε επισκεφθεί το Χριστό και είχε μία σπουδαία συνομιλία μαζί Του.
            Εκτός όμως από τις παράτολμες πράξεις που επιχείρησαν οι Μυροφόρες και οι κρυφοί μαθητές Ιωσήφ και Νικόδημος, η ευαγγελική διήγηση αναφέρει κι ένα δεύτερο στοιχείο μέσα από το οποίο φαίνεται η δύναμη του Θεού και η αγάπη του για τον κόσμο που ξεπερνά τα όρια οποιασδήποτε ανθρώπινης  προσδοκίας. Πρόκειται για το κενό μνημείο που είχε φιλοξενήσει το μεγάλο Νεκρό. Η αναφορά αυτή διαπερνά όλη την ευαγγελική διήγηση. Ο Ιησούς είναι νεκρός. Απέθανε και ετάφη πραγματικά. Αυτό είναι κοινή πεποίθηση. Κανείς δεν αμφιβάλλει, ότι ένας νεκρός είναι δυνατόν να επιστρέψει στη ζωή, παρά μόνο κατά την εσχατολογική ανάσταση όπως πίστευαν οι Ιουδαίοι.
            Έτσι ο Ιωσήφ ζητεί από τον Πιλάτο το νεκρό σώμα του Ιωσήφ, το αποκαθηλώνει από τον σταυρό και το ενταφιάζει σύμφωνα με τα εβραϊκά έθιμα. Σε καμία περίπτωση δεν περιμένει ότι είναι δυνατόν ν’ αναστηθεί το σώμα του διδάσκαλου του. Γι’ αυτό οι ενέργειες του Ιωσήφ και των μυροφόρων δείχνουν ότι ο θάνατος του Χριστού ήταν ένα αμετακίνητο γεγονός. Έτσι οι τρεις μυροφόρες παίρνουν αρώματα και πηγαίνουν «όρθρου βαθέως προς το μνήμα του ζωοδότου». Και πηγαίνουν θρηνώντας για τον νεκρό Ιησού. Καθώς όμως πλησιάζουν προς το μνημείο μένουν έκθαμβες. Λευκοφορεμένος άγγελος τις πληροφορεί «ουκ έστιν ώδε, αλλ’ εγήγερται. Ίδε ο τάφος όπου έθηκαν αυτόν». Το γεγονός του άδειου τάφου τις τρομάζει και τις καταλαμβάνει τρόμος και έκστασις, γιατί αντί για το νεκρό σώμα του  Χριστού, βλέπουν ένα άγγελο που τους αναγγέλλει το γεγονός της Ανάστασης.
Αυτά και μόνο φανερώνουν, ότι ο θάνατος του Χριστού αποτελεί ένα αναντίρρητο δεδομένο, ενώ η ανάστασή Του ένα γεγονός ανεξήγητο.
            Μέσα στα πλαίσια της ανθρώπινης λογικής η εμπειρία της Αναστάσεως φαντάζει αδιανόητη. Αν και ο Χριστός πολλές φορές είχε μιλήσει στους μαθητές, ότι θα πάθει  και την τρίτην ημετέρα θ’ αναστηθεί, φαίνεται ότι κανείς δεν είχε κατανοήσει αυτά τα λόγια, γι’ αυτό και όλοι κρύβονται νομίζοντας ότι ο διδάσκαλός τους ήταν νεκρός. 
            Εν τούτοις η Ανάσταση του Κυρίου είναι ένα γεγονός που ξεπερνά τα ιστορικά   πλαίσια και ανάγεται στη σφαίρα της δύναμης και της αγάπης του Θεού. Ο Χριστός ανασταίνεται τριήμερος από τους νεκρούς διαψεύδοντας και τον κεντυρίονα και τον Πιλάτο, ότι ο Χριστός είναι νεκρός.
            Ο Χριστός ανασταίνεται και ανοίγει την πόρτα της σωτηρίας, αλλάζει τη ροή της ιστορίας, μεταμορφώνει τους φοβισμένους μαθητές και τους μετατρέπει σε μάρτυρες της Ανάστασης σ’ ολόκληρο τον κόσμο.
            Το σημερινό ευαγγέλιο όμως μας δημιουργεί ακόμη έναν προβληματισμό.
            Η σημερινή ευαγγελική διήγηση της Κυριακής των Μυροφόρων,  όπως φαίνεται, δεν έχει και τόσο θριαμβευτικό χαρακτήρα. Το γεγονός της αναγγελίας της Αναστάσεως αναφέρεται προς το τέλος της διήγησης, ενώ δεσπόζει η ταφή και η παρουσία των Μυροφόρων στο μνήμα. Γιατί άραγε;
            Φαίνεται ότι ζούμε κι εμείς, όπως ο Ιωσήφ, ο Νικόδημος και οι Μυροφόρες, με τη θλίψη του θανάτου του Χριστού και μας διαφεύγει η Ανάστασή Του. Καθημερινά βουλιάζουμε μέσα στις βιοτικές μέριμνες και τα ποικίλα προβλήματα και δεν σκεπτόμαστε, ότι ο Χριστός νίκησε τον θάνατο, μας έδωσε ελπίδα, μας πρόσφερε τη σωτηρία, σχετικοποίησε τα ανθρώπινα παθήματα και μας άνοιξε την προοπτική της αιωνιότητας. Όσο ζήλο και τόλμη κι αν έχουμε σαν του Ιωσήφ και των Μυροφόρων, δεν είναι αρκετό. Διότι αν δεν δούμε τα γεγονότα της ζωής, τον πόνο, την οδύνη, τον θάνατο κάτω απ’ το  φως της Ανάστασης του Ιησού Χριστού, τότε περιορίζουμε  τον εαυτό μας στην τελετή του ενταφιασμού του Χριστού, τιμώντας μεν έναν, έστω σπουδαίο νεκρό και διδάσκαλο, αλλά αν δεν λάβουμε υπ’ όψη μας την Ανάσταση του Κυρίου, τότε δεν αλλάζει τίποτε. Μπορεί βέβαια να μας τρομοκρατούν κάποια πράγματα, αλλά αυτός ο φόβος όσο επώδυνος κι αν είναι μας οδηγεί στην υπέρβαση και το βίωμα μιας άλλης βιωτής,  της αιωνίου απαρχής, μιας άλλης πραγματικότητας.
            Το  μήνυμα του αγγέλου «ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε…» απευθύνεται σε όλους μας και το χρέος μας είναι να το αφήσουμε να αλλοιώσει αναστάσιμα την ύπαρξη μας. 

Χριστός Ανέστη!


π. γ. στ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Μεγάλη παρηγοριά στον σύγχρονο άνθρωπο είναι η Ανάσταση του Κυρίου μας. Ότι και να γίνει στην ζωή μας τελικός νικητής είναι ο Κύριος με την Ανάστασή Του.

Χριστός Ανέστη.

Έξοχο ακόμα μια φορά το κυριακάτικο μήνυμα.