Μεγάλη
Εβδομάδα. Με ποιες εμπειρίες αλλά και με ποια γλώσσα να μιλήσουμε οι άνθρωποι
της σημερινής εποχής, για το μυστήριο του Σταυρού του Χριστού; Τα όσα άρρητα
κατορθώνει να πει η Εκκλησία στις ακολουθίες της με την ποιητική Θεολογία των
Βυζαντινών, μοιάζουν ακατανόητα για την «κοινωνία της αφθονίας», την κοινωνία
με μοναδικό στόχο την ευζωία, την κοινωνία με τη λογική των πέντε αισθήσεων.
Είναι μωρία σύμφωνα μ’ αυτήν τη λογική η Σταυρική Θυσία και η Ανάσταση που την
ακολουθεί.
Στον δικό μας τόπο και στη δική μας ελληνική παράδοση αυτή η πίστη στη Ανάσταση, η αναφορά σε έναν Θεό όχι τιμωρό και δικαστή, αλλά μανικό εραστή και Νυμφίο του ανθρώπου, ήταν ο άξονας που οργάνωνε τη ζωή και τη συνοχή της κοινωνίας. Αυτή η πίστη έδινε ταυτότητα στον Έλληνα.
Ας θυμηθούμε το πρώτο Σύνταγμα της Επιδαύρου το 1822. Μόλις έστησαν ελεύθερη πατρίδα αυτοί οι μαρτυρικοί αγωνιστές, θέλησαν να ορίσουν στο Σύνταγμα ποιος είναι ο Έλληνας πολίτης του νεοσύστατου κράτους. Και δεν είχαν αλλού να εντοπίσουν την ελληνική ιδιότητα παρά μόνο στην πίστη: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες». Αν ξαναφέρναμε στο Σύνταγμα σήμερα αυτόν τον ορισμό του Έλληνα, με πόσους πολίτες θα απόμενε αυτή η δύσμοιρη η πατρίδα;
Η Ανάσταση δεν είναι σύμβολο αλλά γεγονός. Ναι μπορεί ο άνθρωπος να αντλεί την ύπαρξη όχι από τη θνητή φύση αλλά από τη σχέση με το Θεό. Μπορεί ο άνθρωπος να ελπίζει.
Αυτή την ελπίδα ψηλαφούμε στον Αναστάσιμο όρθρο, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, μα την ψηλαφούμε όλοι, άξιοι και ανάξιοι, δίκαιοι και άδικοι, πιστοί και άθεοι, τελώνες και άγιοι. Εκεί, στο πανηγύρι της Ανάστασης, όπου πρώτοι και έσχατοι, πλούσιοι και πένητες, εγκρατείς και ράθυμοι, τρυφούν οι πάντες. Ο οικοδεσπότης λέει: «Eισέλθετε». Αυτός καλεί και Αυτός δέχεται τον έσχατο…και τον πρώτον…και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει, κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται, και τα έργα δέχεται, και την γνώμην ασπάζεται, και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί, ουκούν, εισέλθετε πάντες».
Στον δικό μας τόπο και στη δική μας ελληνική παράδοση αυτή η πίστη στη Ανάσταση, η αναφορά σε έναν Θεό όχι τιμωρό και δικαστή, αλλά μανικό εραστή και Νυμφίο του ανθρώπου, ήταν ο άξονας που οργάνωνε τη ζωή και τη συνοχή της κοινωνίας. Αυτή η πίστη έδινε ταυτότητα στον Έλληνα.
Ας θυμηθούμε το πρώτο Σύνταγμα της Επιδαύρου το 1822. Μόλις έστησαν ελεύθερη πατρίδα αυτοί οι μαρτυρικοί αγωνιστές, θέλησαν να ορίσουν στο Σύνταγμα ποιος είναι ο Έλληνας πολίτης του νεοσύστατου κράτους. Και δεν είχαν αλλού να εντοπίσουν την ελληνική ιδιότητα παρά μόνο στην πίστη: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες». Αν ξαναφέρναμε στο Σύνταγμα σήμερα αυτόν τον ορισμό του Έλληνα, με πόσους πολίτες θα απόμενε αυτή η δύσμοιρη η πατρίδα;
Η Ανάσταση δεν είναι σύμβολο αλλά γεγονός. Ναι μπορεί ο άνθρωπος να αντλεί την ύπαρξη όχι από τη θνητή φύση αλλά από τη σχέση με το Θεό. Μπορεί ο άνθρωπος να ελπίζει.
Αυτή την ελπίδα ψηλαφούμε στον Αναστάσιμο όρθρο, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, μα την ψηλαφούμε όλοι, άξιοι και ανάξιοι, δίκαιοι και άδικοι, πιστοί και άθεοι, τελώνες και άγιοι. Εκεί, στο πανηγύρι της Ανάστασης, όπου πρώτοι και έσχατοι, πλούσιοι και πένητες, εγκρατείς και ράθυμοι, τρυφούν οι πάντες. Ο οικοδεσπότης λέει: «Eισέλθετε». Αυτός καλεί και Αυτός δέχεται τον έσχατο…και τον πρώτον…και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει, κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται, και τα έργα δέχεται, και την γνώμην ασπάζεται, και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί, ουκούν, εισέλθετε πάντες».
Χρήστος Γιανναράς
1 σχόλιο:
Για άλλη μια φορά εξαιρετικός.
Χριστός Ανέστη και χρόνια πολλά σε όλους.
Καλή Πεντηκοστή!
Δημοσίευση σχολίου