Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2015

To Δώρο του Θανάτου


George Monbiot

Για την φρενίτιδα της χριστουγεννιάτικης κατανάλωσης

 Δεν υπάρχει τίποτα που να χρειάζονται, τίποτα που να μην έχουν ήδη, τίποτα που έστω να θέλουν. Οπότε τους αγοράζεις μια κούκλα-βασίλισσα που κινείται με ηλιακή ενέργεια, μια βούρτσα για τον αφαλό ή ένα σετ μίνι-γκολφ για την τουαλέτα. Φαίνονται διασκεδαστικά την πρώτη μέρα των Χριστουγέννων, βαρετά τη δεύτερη, ντροπιαστικά από την τρίτη και μετά. Ως τη δωδέκατη μέρα έχουν μετατραπεί σε σκουπίδια. Για 30 δευτερόλεπτα αμφίβολης διασκέδασης, ή ένα ηδονιστικό ερέθισμα που διαρκεί όσο και μια δόση νικοτίνης, εγκρίνουμε μια χρήση υλικών της οποίας οι επιπτώσεις θα είναι ορατές για γενιές μετά.
Κάνοντας έρευνα για την ταινία της ‘Η Ιστορία των Πραγμάτων’, η Annie Leonard ανακάλυψε πως από τα υλικά που περνούν μέσα από την καταναλωτική οικονομία, μόνο 1% παραμένει σε χρήση έξι μήνες μετά την πώληση [1]. Ακόμα και τα αγαθά που θα περιμέναμε να διαρκέσουν περισσότερο, σύντομα καταδικάζονται σε αχρηστία είτε επειδή είναι προσχεδιασμένα να χάνουν τη χρήση τους (χαλάνε γρήγορα), είτε επειδή θεωρείται πως την έχασαν (βγαίνουν εκτός μόδας).
Αλλά πολλά από τα προϊόντα που αγοράζουμε, ειδικά για τα Χριστούγεννα, δεν μπορούν να χάσουν τη χρησιμότητά τους, γιατί εξαρχής δεν είχαν καμία χρησιμότητα. Ένα ηλεκτρονικό μπλουζάκι drum-machine, ένας κουμπαράς Darth Vader που μιλάει, μια θήκη για το iPhone σε σχήμα αυτιού, ένας ατομικός ψύκτης για κουτάκια μπύρας, μια οδοντόκρεμα με γεύση μπέικον, ένας σκύλος που χορεύει: Δεν περιμένουμε κανείς να τα χρησιμοποιήσει, ούτε καν να τα ξανακοιτάξει μετά τη μέρα των Χριστουγέννων. Είναι σχεδιασμένα για να προκαλέσουν ένα ‘ευχαριστώ’, ίσως και κάνα-δυο ειρωνικά γέλια, και μετά να πεταχτούν.
Η γελοιότητα των προϊόντων συγκρίνεται μόνο με το βάθος των επιπτώσεων. Σπάνια υλικά, πολύπλοκα ηλεκτρονικά, η ενέργεια που απαιτείται για την κατασκευή και τη μεταφορά τους, όλα παράγονται και συνδυάζονται σε ενώσεις μέγιστης ματαιότητας. Αν συμπεριλάβουμε τα ορυκτά καύσιμα των οποίων την εξόρυξη και χρήση παραγγέλλουμε σε άλλες χώρες, η κατασκευή και η κατανάλωση είναι υπεύθυνες για περισσότερη από τη μισή παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα [2]. Καταστρέφουμε τον πλανήτη για να φτιάξουμε ηλιακά θερμόμετρα μπάνιου και επιτραπέζιους παίκτες του γκολφ.
Άνθρωποι στο ανατολικό Κονγκό σφάζονται για να δημιουργηθούν αναβαθμίσεις για τα smartphone μας, όλο και μικρότερης χρησιμότητας [3]. Δάση υλοτομούνται για να κατασκευαστούν «προσωποποιημένες, σε σχήμα καρδιάς, ξύλινες επιφάνειες για τυριά». Ποτάμια δηλητηριάζονται για να κατασκευαστούν ψάρια που μιλάνε. Αυτό είναι παθολογική κατανάλωση: μια παγκόσμια επιδημία συλλεκτικής τρέλας, που παρουσιάζεται ως τόσο φυσιολογική από τη διαφήμιση και τα media, ώστε σχεδόν δεν προσέχουμε τι μας έχει συμβεί.
Το 2007 ο δημοσιογράφος Adam Welz κατέγραψε το θάνατο 13 ρινόκερων από λαθροκυνηγούς στη Νότια Αφρική. Φέτος, μέχρι στιγμής έχουν σκοτωθεί 585 [4]. Κανείς δεν είναι σίγουρος γιατί, αλλά μια απάντηση είναι πως πολύ πλούσιοι άνθρωποι στο Βιετνάμ προσθέτουν σκόνη από κέρατα ρινόκερου στο φαγητό τους ή το σνιφάρουν σαν κοκαΐνη ως επίδειξη του πλούτου τους. Είναι εφιαλτικό, αλλά δεν διαφέρει πολύ από ό,τι κάνουμε σχεδόν όλοι στα βιομηχανοποιημένα κράτη: καταστρέφουμε τον κόσμο μέσω μιας χωρίς νόημα κατανάλωσης.
Αυτή η καταναλωτική έκρηξη δεν συνέβη τυχαία. Οι ζωές μας έχουν φτιαχτεί για να την ενθαρρύνουν. Παγκόσμιοι κανόνες εμπορίου αναγκάζουν χώρες να συμμετάσχουν στη γιορτή των σκουπιδιών. Κυβερνήσεις μειώνουν τους φόρους, απορυθμίζουν τις αγορές, αυξομειώνουν τα επιτόκια, όλα για να αυξήσουν την κατανάλωση. Αλλά σπάνια οι αρχιτέκτονες αυτών των πολιτικών σταματάνε να σκεφτούν «κατανάλωση τίνος πράγματος;». Όταν όλα τα «θέλω» και τα «χρειάζομαι» έχουν πραγματοποιηθεί (από αυτούς που έχουν λεφτά για ξόδεμα), η ανάπτυξη εξαρτάται από τις πωλήσεις εντελώς άχρηστων πραγμάτων. Η επισημότητα του κράτους, η δύναμη και η μεγαλειότητά του, στην υπηρεσία της παράδοσης στην πόρτα μας του «Τέρι της Χελώνας που Βρίζει».
Άντρες και γυναίκες αφιερώνουν τις ζωές τους στην κατασκευή και τη διαφήμιση τέτοιων σκουπιδιών, και κοροϊδεύουν την ιδέα του να ζεις χωρίς αυτά. «Πάντοτε πλέκω τα δώρα μου», λέει μια γυναίκα σε ένα διαφημιστικό αλυσίδας ηλεκτρονικών. «Δεν θα ’πρεπε,» απαντά ο αφηγητής [5]. Η διαφήμιση για το τελευταίο τάμπλετ της Google δείχνει έναν πατέρα κι ένα γιο να κατασκηνώνουν στο δάσος. Η απόλαυσή τους εξαρτάται από τα νέα features του Nexus 7 [6]. Τα καλύτερα πράγματα στη ζωή είναι δωρεάν, αλλά βρήκαμε ένα τρόπο να σας τα πουλήσουμε.
Η αύξηση της ανισότητας που συνοδεύει την έκρηξη καταναλωτισμού, διασφαλίζει πως στην ανερχόμενη οικονομική παλίρροια δεν θα επιπλέουν όλες οι βάρκες. Στις ΗΠΑ το 2010, το 1% του πληθυσμού είχε άνοδο των εισοδημάτων του κατά 93% [7]. Η χιλιοειπωμένη δικαιολογία, πως πρέπει να διαλύσουμε τον πλανήτη για να βοηθήσουμε τους φτωχούς, απλά δεν στέκει. Για μερικές δεκαετίες κατά τις οποίες γίνανε πλουσιότεροι αυτοί που είχαν ήδη περισσότερα από όσα μπορούσαν να ξοδέψουν, οι προοπτικές όλων των άλλων εξαφανίστηκαν.
Τόσο αποτελεσματικά έχουν οι κυβερνήσεις, τα media και οι διαφημιστές συνδέσει την κατανάλωση με την ευημερία και την ευτυχία, που το να λες τα παραπάνω σημαίνει ότι θα βρίσκεσαι εκτεθειμένος στο χλευασμό και την κοροϊδία. Δείτε την εκπομπή ‘Ηθικός Λαβύρινθος’ (Moral Maze) της προηγούμενης εβδομάδας, στην οποία τα περισσότερα μέλη του πάνελ ενώθηκαν για να ειρωνευθούν την ιδέα της μικρότερης κατανάλωσης και να τη συνδέσουν με κάποιο τρόπο με τον ολοκληρωτισμό [8]. Όταν ο κόσμος τρελαίνεται, αυτοί που αντιστέκονται αποκηρύσσονται ως παλαβοί.

Φτιάξτε τους μια τούρτα, γράψτε τους ένα ποίημα, δώστε τους ένα φιλί, πείτε τους ένα ανέκδοτο, αλλά για το Θεό σταματήστε να καταστρέφετε τον πλανήτη για να πείτε σε κάποιον πως νοιάζεστε. Το μόνο που αποδεικνύετε είναι το αντίθετο.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πω πω τι εξαιρετικό κείμενο, συγχαρητήρια και ευχαριστούμε.