Τὸ ἀγαπητικὸ κάλεσμα τοῦ Ἰησοῦ δὲν περιορίστηκε στὸ νὰ πλύνει τὰ πόδια τοῦ Ἰούδα μαζὶ μὲ ὅλων τῶν ἀποστόλων στὸ μυστικὸ δεῖπνο (Ἰω. 13, 1-20) καὶ στὴ συνέχεια νὰ τοῦ μεταδώσει τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του, κάνοντάς τον κοινωνὸ μιᾶς ἀπὸ τὶς πιὸ σημαντικὲς στιγμὲς στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας (ὅπως νομίζουμε βέβαια ἐμεῖς, οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι, ποὺ πολεμᾶμε κατὰ τῆς καταπίεσης μὲ μοναδικὸ ὅπλο μας τὴ θεία Κοινωνία, ἀκόμη κι ὅταν ἡ καταπίεση φορᾶ κίβδηλο χριστιανικὸ μανδύα), ἀλλὰ συνεχίστηκε χωρὶς δισταγμὸ καὶ τὴν ὥρα τοῦ προδοτικοῦ φιλήματος. «Φίλε», τοῦ εἶπε, «γιατί ἦρθες;» (Ματθ. 26, 50). Δὲν τὸ ἔκανε γιὰ ν᾿ ἀποφύγει τὴ σύλληψη - αὐτὸ εἶχε πλέον δρομολογηθεῖ. Τοῦ ἅπλωνε τὸ χέρι γιὰ μετὰ τὴ σύλληψη, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει κοντά Του καὶ νὰ σωθεῖ!
Συγχωρέστε με, ἀλλὰ ἐκπλήσσομαι τόσο ἀπὸ τὸ μέγεθος τῆς πώρωσης τοῦ Ἰούδα (εἶναι κι αὐτὸς ἕνα ἀρχέτυπο, τὸ ἀρχέτυπο τοῦ πωρωμένου ἀνθρώπου), ὥστε μετὰ τὸν Ἰούδα τὸ χρῶμα τῆς πανανθρώπινης τραγικότητας ἔχει σκουρύνει στὰ μάτια μου. […] Ἐντάξει, ἂς δεχτοῦμε ὡς προτιμότερο νὰ μὴν ἀνακατεύουμε στὶς λογικὲς καὶ ἀποστασιοποιημένες ἑρμηνευτικές μας ἀπόπειρες τὰ ἄχρηστα καὶ ἐπιστημονικῶς ἀδιάφορα συναισθήματά μας.
Ὁ Ἰούδας λοιπὸν –κατὰ κάποιους γενναῖα, κατ᾿ ἐμὲ νοσηρὰ καὶ λυπηρὰ– προτίμησε νὰ κρεμαστεῖ παρὰ νὰ ἐπιστρέψει στὸ κέντρο τῆς ἀγάπης ποὺ διαρκῶς, συντετριμμένη ἀπὸ τὸν πόνο τῶν ψυχικῶν καὶ σωματικῶν τραυμάτων Της, τὸν καλοῦσε, τὸν καλοῦσε, τὸν καλοῦσε, τὸν καλοῦσε, τὸν καλοῦσε. Πέταξε τὰ ἀργύρια πίσω στοὺς ἀρχιερεῖς, γιατὶ τὸ κέρδος τῆς ἁμαρτίας του ἦταν μάταιο (ἡ ἁμαρτία δὲν ἦταν ἁπλὰ ἡ προδοσία, ἀλλὰ τὸ ἀμετάκλητο ἄνοιγμα τοῦ ἐαυτοῦ του πρὸς τὸ σκοτάδι) καὶ διέπραξε τὴ δεύτερη προδοσία, τὴ χειρότερη: πρόδωσε τὴν ψυχή του. Ἀντὶ νὰ μετανοήσει, αὐτοκαταστράφηκε.
«Ἡρωικό» λένε. Ἀντίθετα «ὁ Πέτρος κολάκευσε τὸν Ἰησοῦ καὶ ἀποκαταστάθηκε στὸ ἀξίωμα τοῦ κορυφαίου ἀποστόλου»! Ἐκπληκτικό, ἀγαπητέ μου φίλε! Ὁ Πέτρος «κολάκευσε» (θρήνησε συγκλονισμένος ἀπὸ τὸν ψυχικὸ σεισμὸ ποὺ τὸν συντάραξε μὲ τὸ λάλημα τοῦ πετεινοῦ, ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς δικαζόταν μέσα καὶ δὲν τὸν ἔβλεπε) καὶ κέρδισε τὸ δικαίωμα νὰ σταυρωθεῖ ἀνάποδα στὴ Ρώμη μετὰ ἀπὸ μακροχρόνια εἰρηνικὴ ἀντιμετώπιση τῶν ἀνατριχιαστικῶν διωγμῶν τῆς πάμφτωχης καὶ κρυμμένης στὶς κατακόμβες Ἐκκλησίας! Ὁ δὲ Ἰούδας, τὸ παλληκάρι, ἀστόχησε, ἀρνήθηκε, ἐπέλεξε βέβαια γιὰ τὸν ἑαυτό του (καὶ καλὰ ἔκανε, ἂν τὸ θέλετε, αὐτεξούσιο ὂν ἦταν, ὅπως κι ἐσεῖς κι ἐγώ) καὶ βούτηξε μὲ τὸ κεφάλι στὴν ἄβυσσο!
Σὲ κάθε περίπτωση, ὁ δρόμος εἶναι ἀνοιχτὸς καὶ ἡ ἐπιλογὴ τῆς ἀβύσσου δὲν κάνει κανέναν ἀνάξιο τῆς ἀμέριστης καὶ ἀπροϋπόθετης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν χριστιανῶν, ποὺ συνεχίζουν νὰ προσεύχονται καὶ γιὰ τὸν Ἰούδα! Ὁ Ἰούδας εἶναι ἄνθρωπος, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ, τὸ γεγονὸς ὅτι κατέστη τραγικὸς δὲν μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ τὸν μισοῦμε. Προσεύχομαι γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς του – ἀλλὰ ὁ ἴδιος θέλει ν᾿ ἀναπαυτεῖ; Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἀνάπαυση τοῦ ἀνθρώπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου