Ὅλοι λέμε ὅτι ἐπιθυμοῦμε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλοι θαυμάζουμε ἐκείνους ποὺ τὰ ἔχουν. Ὅμως τὸ κριτήριο τοῦ Θεοῦ, ὅταν δίνει τὸ δῶρο Του, δὲν εἶναι ἡ ἡδονικὴ εὐχαρίστηση τοῦ ἀνθρώπου ἀπ’ αὐτό, ἀλλὰ ἴσως (γιατὶ ποτὲ δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε τὶς βουλὲς τοῦ Θεοῦ) ἡ αὔξηση τῆς ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους του, δηλαδὴ ἡ περεταίρω θέωσή του.
Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι πάντοτε «εὐχάριστα», γιὰ τὴν ἀντίληψη τοῦ κόσμου, οὔτε κι ἐπιθυμητὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους που δὲν ἔχουν γνωρίσει τὸ Θεὸ.
Ἐκεῖ πιθανὸν ὁφείλεται καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι κατὰ τὴν κοινὴ ἀντίληψη οἱ ἅγιοι μάρτυρες εἶναι ἀξιοθαύμαστοι, γιατὶ «κατάφεραν» νὰ «ἀντέξουν» τὸ μαρτύριο καὶ ὅτι ἡ πίστη τους φαίνεται ἀπ’ αὐτό. Αὐτὸ ἔχει ἐπιπλέον σὰν ἀποτέλεσμα οἱ ἀρχάριοι πνευματικὰ (ποὺ εἴμαστε καὶ οἱ περισσότεροι) νὰ γεμίζουν ἀπὸ «πνευματικὸ ἄγχος» πὼς οἱ ἴδιοι δὲν θὰ μποροῦσαν οὐδέποτε νὰ φθάσουν στὸ σημεῖο νὰ «ἀντέξουν» ἕνα μαρτύριο γιὰ τὸ Χριστό. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως ἀλλιῶς βλέπει τὰ πράγματα.
Γιὰ τὴν Ἐκκλησία τὸ μαρτύριο δίδεται στὸν πιστὸ ἀπὸ τὸ Θεὸ ὡς δῶρο, ἴσως καὶ ὡς ἐπιβράβευση. Ὁ Θεὸς δίνει (ὅπως πάντοτε ἄλλωστε σὲ ὅσους Τὸν ἐμπιστεύονται) τὴ χάρη νὰ ύπομείνει τὶς ὅποιες δοκιμασίες ποὺ τοῦ φέρνει ἡ ζωή, ἀκόμα καὶ τὴ δοκιμασία τοῦ μαρτυρίου, γιατὶ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνεξάντλητη καὶ δὲν ὑπάρχει ὄριο στὴν «ποσότητα» χάριτος ποὺ μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ δώσει στὸν ἄνθρωπο οὔτε μπορεῖ κάτι νὰ ὑπερβεῖ τὴ χάρη. Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ εἶναι πανσθενὴς καὶ πανσθενουργός, ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ ἐπιτελέσει ἀκόμα καὶ νὰ κάνει τὸν πιὸ ἀσθενῆ καὶ δειλὸ ἄνθρωπο νὰ ἀντέξει τὸ πιὸ σκληρὸ μαρτύριο. Μόνο ἔτσι μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ πῶς καὶ μικρόσωμες καὶ ἀσθενικὲς γυναῖκες καὶ παιδιὰ ἄντεξαν σκληρὰ βασανιστήρια, ἐνῶ ὑπῆρξαν ἄλλοι ἀνδρες ῥωμαλαῖοι ποὺ τελευταία στιγμὴ λιποψύχησαν καὶ ἀρνήθηκαν τὸ μαρτύριο.
Ὥστε ἡ ἀντοχὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸ μαρτύριο εἶναι «τεχνικὸ» θέμα ποὺ ἀφορᾶ τὸ Θεό. Ἐκεῖνο ἀπ’ τὸ ὁποῖο ὅμως ἐξαρτᾶται ἡ ἔλξη τέτοιας θείας χάριτος ἀπὸ τὸ Θεό, εἶναι ἡ ὅλη βιωτὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ κυρίως ἡ ἐσωτερική του βιωτή. Καὶ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα ὑμνεῖ κυρίως ἡ Εκκλησία στοὺς μάρτυρες.
Γιὰ τὴν Ἐκκλησία οἱ μάρτυρες εἶχαν ἤδη φθάσει σὲ ἁγιότητα πρὶν καλὰ καλὰ μαρτυρήσουν. Τὸ μαρτύριό τους ἦταν ἡ ἀπτὴ ἀπόδειξη τῆς ἁγιότητάς τους. Τὸ δῶρο ποὺ τοὺς ἔκανε ὁ Θεὸς προκειμένου νὰ τοὺς ἔχει αἰώνια σταθερὰ κοντά Του («ὑμῖν ἐχαρίσατο οὐ μόνον τὸ εἰς Χριστὸν πιστεύειν ἀλλὰ καὶ τὸ ὑπὲρ Αὐτοῦ πάσχειν»). Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ μυριάκις ἡ Ἐκκλησία ὁμολογεῖ, ὅταν τιμᾶ κάποιον μάρτυρα ὅτι «χαίρων» ὁμολογοῦσε μὲ τὸ μαρτύριό του τὸν Κύριο. Καὶ αὐτὸ ἀποδεικνύεται ὅτι ἦταν ἔτσι ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ ζωὴ τῶν μαρτύρων.
Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ θεοφόρος παρακαλοῦσε (!) τοὺς χριστιανοὺς ποὺ τὸν γνώριζαν νὰ μὴ μεσολαβήσουν στοὺς δεσμοφύλακες ἢ στὸν αὐτοκράτορα γιὰ νὰ ἀπελευθερωθεῖ, γιατὶ εἶχε σφορδρὸ πόθο νὰ μαρτυρήσει τόσο ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ τὸν ἀντέξει. Ἡ χαρὰ του μάλιστα θὰ ἦταν τόσο μεγαλύτερη ὅσο περισσότερο τὸ σῶμα του κατακοβόταν γιὰ τὸν ἀγαπημένο του σταυρωμένο «ἔρωτα», ὅπως χαρακτηριστικὰ ἐκφραζόταν. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ πραγματοποίησε αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦσε καὶ τὸ ὁποῖο τὸν γέμιζε χαρά. Ὁ Ἅγιος Δημήτριος χαίρων εἶδε τοὺς στρατιῶτες νὰ πλησιάζουν καὶ μάλιστα σήκωσε ὁ ἴδιος τὸ χέρι του γιὰ νὰ λογχισθεῖ ὅπως κι Ἐκεῖνος. Ἀλλὰ καὶ ὁ μαθητής του ὁ Νέστορας, ὅταν ἄκουσε τὸ «καὶ Λυαῖον νικήσεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις» χάρηκε, δὲ δίστασε μπροστὰ στὸ μαρτύριο καὶ χαίρων ἔτρεξε πρὸς τὸ στάδιο. Ὁ Ἅγιος Γεώργιος σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ μαρτύρια ποὺ τοῦ ἐπέβαλαν νὰ τρέχει μὲ πυρωμένα σιδερένια παπούτσια ποὺ εἶχαν καρφιὰ ἐσωτερικά «ἔβλεπε» τὸν καλὸ δρόμο ποὺ ἔπρεπε νὰ διανύσει γιὰ νὰ προλάβει τὸν ποθούμενο καὶ παρώτρυνε τὸν ἑαυτό του μὲ ἀντίστοιχα λόγια. Οἱ μάρτυρες δὲν ἦταν ἀναίσθητοι στὸ μαρτύριο. Φυσικὰ καὶ ἔνιωθαν τοὺς πόνους τοῦ μαρτυρίου. Ἀλλὰ «ἔνιωθαν» καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ νὰ τοὺς σκεπάζει, καὶ αὐτὸ ἐξουδετέρωνε πολλὲς φορὲς στὸ ἔπακρο τὸν πόνο τοῦ μαρτυρίου. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν πῆγαν μὲ «σφιγμένα δόντια» καὶ μὲ πείσμα νὰ «ἀντέξουν» τοὺς πόνους τοῦ μαρτυρίου ἀλλὰ αὐτὴ ἡ χάρις τοὺς ἔκανε νὰ χαίρονται, ἀκόμα καὶ τὴν ὥρα ἐκείνη, ὅπως καὶ σὲ ὅλη τὴ ζωή τους.
Ζητών
6 σχόλια:
Θαυμάσιο!
ΓΔΜ
Θεολογικό κείμενο, τεκμηριωμένο.
Δεν καταλαβαίνω όμως γιατί υπάρχει ψευδόνυμο; Γιατί δεν υπογράφει το κείμενο ο συγραφέας ; Δεν είναι έπαρση ή εγωισμός η δημοσίευση του ονόματος.
Παρά ταύτα νομίζω ότι είναι από τα πιο σοβαρά κείμενα που έχουν γραφτεί σε αυτό το blog. Περιμένω και την συνέχεια με ενδιαφέρον και προσδωκώ και άλλα τέτοια.
Θεόδουλος
Το πιο σοβαρό είναι το όνομα Θεόδολος.
Καλά από πότε βλέπεις το blog?
από χθές?
Μόνο έτσι μπορεί κάποιος να εξηγήσει ότι αυτό είναι το πιο σοβαρό κείμενο!!!
"ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀνεξάντλητη καὶ δὲν ὑπάρχει ὄριο στὴν «ποσότητα» χάριτος ποὺ μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ δώσει στὸν ἄνθρωπο οὔτε μπορεῖ κάτι νὰ ὑπερβεῖ τὴ χάρη"
Φοβερή πρόταση.
Ο Θεός είναι διατεθιμένος να μας δώσει απίστευτη χάρη και μεις , μόλις αισθανθούμε ένα μέρος της χάρης, πιστεύουμε ότι έχουμε ανέβει πολύ πνευματικά, μας πιάνει ο έξω από δώ από δεξιά, αισθανόμαστε "κάποιοι" και σταματάμε την πνευματική μας άνοδο. Και ενώ έπρεπε να συνεχίσουμε τον αγώνα μας για να μας χαριτώσει και άλλο ο Θεός , τελικά χάνουμε και την μικρή ποσότητα της χάρης που δεχθήκαμε. Δεν είμαστε πραγματικά ανόητοι εμείς οι άνθρωποι ;
εχεις δίκιο!
Είναι χαρακτηριστικά τα παραδείγματα που αναφέρει το κείμενο. Να παρατηρήσουμε μόνο ότι όχι μόνο ο Νέστορας δέχθηκε ως χαρμόσυνη την ευλογία του Δημητρίου αλλά και ο ίδιος ο Δημήτριος την εκφώνησε ως τέτοια. Γιατί δεν είπε "Λυαίον νικήσεις υπέρ Χριστού δε μαρτυρήσεις" δηλαδή θα νικήσεις το Λυαίο ΑΛΛΑ ΟΜΩΣ θα μαρτυρήσεις για το Χριστό, αλλά "και...και..." δηλαδή θα προστεθεί στη χαρά σου για τη νίκη και η μεγαλύτερη να τελειώσεις (=να γίνεις τέλειος) τον αγώνα σου εδώ στη γη. Αυτό δείχνει ότι ο πόθος του μαρτυρίου ήταν απαύγασμα της πνευματικής, θεϊκής χαράς που ένιωθαν όσοι από τους χριστιανούς είχαν προχωρήσει πνευματικά και γι΄ αυτό με τη χάρη του Θεού δεν δείλιαζαν μπρος στο μαρτύριο αλλά μάλλον το επιθυμούσαν.
Δημοσίευση σχολίου