Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ Ευαγγέλιο: 8, 41-56



ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΑΝΑΛΟΓΟ ΔΕΟΣ

          Εν ολίγοις

   Στη σημερινή ευαγγελική διήγηση περιγράφονται δύο θαύματα του Χριστού στα οποία φαίνεται η θεραπευτική δύναμη Του. Μια αιμορροούσα γυναίκα προσφεύγει στο Χριστό ανάμεσα στο πλήθος που τον περιστοιχίζει αναζητώντας τη θεραπεία της και τη θεραπεύει αγγίζοντας με πίστη το ιμάτιό του δημοσιοποιώντας  το γεγονός μπροστά σ’ όλο το πλήθος.
   Ας κάνουμε μερικές αξιόλογες επισημάνσεις στο  περιστατικό αυτό  της ευαγγελικής διήγησης.
   Ενώ ο Χριστός κινείται ανάμεσα στο πλήθος που τον συνθλίβει, κάνει μια περίεργη ερώτηση: «Τις ο αψάμενός μου;». Ο Πέτρος απορημένος απαντά: «Τα πλήθη συνέχουσί σε και αποθλίβουσι, και λέγεις τις ο  αψάμενός μου;». Κι όμως κάποιος με άγγιξε μ’ ένα ξεχωριστό τρόπο. Η  αιμορροούσα γυναίκα που είχε αγγίξει το ιμάτιο όπισθεν φοβισμένη πέφτει στα πόδια του και του είπε την αιτία για την οποία έκανε την κίνηση αυτή. Τον άγγιξε «και ιάθη παραχρήμα».
   Αυτό το ξεχωριστό  άγγιγμα εκείνης της γυναίκας φανερώνουν οι λίγες λέξεις που περιγράφει η περικοπή: «Προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού». Η λέξη «όπισθεν» σημαίνει προσπάθεια, αλλά περισσότερο φόβο, σεβασμό και δέος. Η άρρωστη αυτή γυναίκα σκύβει και πιάνει το κράσπεδο των  ιματίων του. Γιατί; Διότι δεν ένοιωθε τον εαυτό της άξιο να κάνει κάτι διαφορετικό, όπως να του μιλήσει, να τον παρακαλέσει να τον ικετεύσει. Επιλέγει να τον πλησιάσει με δέος, σεβασμό, παρ’ όλο που δεν προηγήθηκε κάποιος διάλογος. Εν τούτοις αυτή θεραπεύτηκε μόνο μ’ ένα απλό άγγιγμα.
    Θ’ αναρωτηθεί κανείς: Τι σχέση μπορεί να έχει αυτό με μας;
   Αν ο Χριστός σήμερα έριχνε ένα βλέμμα πάνω μας θα μπορούσε να συναντήσει κάποιους από μας, να τον άγγιξε η ματιά του με αυτό το δέος που τον άγγιξε η αιμορροούσα γυναίκα;
   Δυστυχώς διαπιστώνουμε, ότι σήμερα η θρησκευτικότητά μας έχει απογυμνωθεί από κάθε δέος και σεβασμό, γιατί έχουμε  εξοικειωθεί μ’ αυτά τα ιερά πράγματα. Ακούμε, βλέπουμε, εγγίζουμε πράγματα  που θα έπρεπε να μας συνέχει ο φόβος του Θεού, βαθιά ευλάβεια, ρίγος και αυτό το κάνουμε με τον πιο μηχανικό τρόπο, ακόμη κι εμείς οι εκκλησιαστικοί άνθρωποι. Μπορεί λ. χ. σήμερα να μεταλάβουμε των αχράντων μυστηρίων. Εδώ δεν αγγίζουμε απλά, αλλά φιλοξενούμε μέσα μας τον ίδιο τον Κύριο. Κι’ όμως επανερχόμαστε στις παλιές μας αμαρτίες, τα πάθη, τα μίση μας και αφήνουμε όλα αυτά να μας παρασύρουν , σαν να μην συνέβη τίποτα. Όπως τα πλήθη τότε που έτρεχαν πίσω από τον Χριστό, το ίδιο κάνουμε κι εμείς σήμερα. Πολλές φορές τον ακουμπάμε, μπορεί  να τον αποθλίβουμε, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε καμία ουσιαστική και προσωπική επαφή μ’ Αυτόν.
   Αυτή η θρησκευτική ατονία οφείλεται στο ότι έχουμε σιγά- σιγά απαγκιστρωθεί από το απαιτούμενο δέος. Λησμονούμε τη μηδενικότητα μας και το μεγαλείο του Θεού, γι’ αυτό και η θρησκευτικότητα μας είναι ψυχρή και ανίκανη να θερμάνει την ψυχή μας.
   Εκείνο που οφείλουμε να κάνουμε, είναι να επιχειρήσουμε μια σωστή προσέγγισε του Χριστού. Αλλά για να γίνει αυτό πρέπει να μαθητεύσουμε και πάλι στην απλή ψύχη του θρησκεύοντος λαού μας, στην αυθόρμητη πίστη και συμπεριφορά και πηγαία του ευλάβεια που μπορούν να θεωρηθούν ως διάδοχοι της αιμορροούσης.
Είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίο ο απλοί άνθρωποι επικαλούνται στην προσευχή τους τον Χριστό, τη Θεοτόκο, τους Αγίους. Με τον τρόπο αυτό ζουν συνήθως το θαύμα, γιατί διακατέχονται από ένα ιερό δέος καθώς αγγίζουν το ιμάτιο του Χριστού, τις άγιες εικόνες, τα ιερά λείψανα και με θαυμαστό  τρόπο ζουν το θαυμαστό που ζητούν.
    Αλλά για να καλλιεργηθεί αυτό το ιερό δέος απαιτείται περισυλλογή μπροστά στο μυστήριο του Θεού. Δεν είναι βέβαια και τόσο εύκολο, ιδιαίτερα  για τον σύγχρονο άνθρωπο, που ζει μέσα  στον ξέφρενο ρυθμό της ζωής. Κι όμως είναι απαραίτητη αυτή η σιωπή, γιατί ως επί το πλείστον λέμε πολλά, αλλά δεν υπάρχουμε. Έχουμε χάσει την πραγματική πίστη στο Θεό μέσα από  τις ατελείωτες φλυαρίες μας. Χάσαμε τον εαυτό μας μέσα στις ατέρμονες συζητήσεις, γιατί ενώ ο Χριστός είναι στα χείλη μας, απουσιάζει από την καρδιά μας. Απεναντίας η περισυλλογή και η σιωπή μας βοηθεί  στην καλλιέργεια του δέους μπροστά στη θεία πραγματικότητα.
   Ας προσέξουμε ακόμη μια λεπτομέρεια. Η επαφή της αιμορροούσας γυναίκας με τον Χριστό γίνεται σιωπηλά, αλλά μέσα την οχλοβοή με έντονο δέος. Αυτό σημαίνει πω αν θέλουμε να προσεγγίσουμε με ευλαβικό δέος τον Χριστό, δεν είναι ανάγκη να καταφύγουμε σε ειδυλλιακά περιβάλλοντα. Σημασία έχει  ο προσωπικός διάλογος Χριστού-αιμορροούσας. Ένας μυστικός διάλογος που επισφραγίζεται με τα λόγια του Κυρίου: «Θάρσει κόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε, πήγαινε με ειρήνη».
    Το θρησκευτικό δέος είναι ικανό να προσελκύσει τη χάρη και τη δύναμη του Θεού που οδηγεί στη σωτηρία.

Καλή Κυριακή

π. γ. στ.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετική ανάλυση...!!! Έχουμε χάσει πράγματι τον εαυτό μας, την πίστη μας, τη θέληση για αγώνα και θυσίες. Είθε κάποτε να τα ξαναβρούμε.
Καλή Κυριακή πάτερ...

Ανώνυμος είπε...

Καλή Κυριακή πάτερ.
Ωραία η ομιλία.