Η Θεολογική Ερμηνεία του Γεγονότος
Γ. Πατρώνος
Για την κατανόηση του Μυστηρίου της ενανθρώπησης ο ιερός ευαγγελιστής Λουκάς έρχεται να φωτίσει το γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, με μερικές διευκρινιστικές διατυπώσεις.
Η πρώτη διατύπωση εμπεριέχεται στην φράση του Αγγέλου « μη φοβού Μαριάμ». Είναι ενδεικτικό, ότι κάθε φορά που έχουμε στην Καινή Διαθήκη την είσοδο ενός συγκεκριμένου ανθρώπου ή μιας ομάδας ανθρώπων στο σωτηριολογικό γεγονός ενός θαύματος, ή σε γεγονότα θεοφανειών, όπως τα ονομάζουμε θεολογικά, σχεδόν πάντοτε διατυπωνεται η αλήθεια αυτή με τις φράσεις « μη φοβού» ή « μη φοβείσθε». Σε όλες τις περιπτώσεις βίωσης της παρουσίας του Θεού και όχι απλής ερμηνείας και κατανόησης καλείται ο άνθρωπος να υπερβεί τον φόβο και τον δισταγμό και να παραδοθεί με εμπιστοσύνη στη νέα « λογική» πραγματικότητα του θαύματος και του μυστηρίου.
Μια δεύτερη διατύπωση που μας βοηθάει στην κατανόηση του ανερμήνευτου αυτού γεγονότος του Ευαγγελισμού είναι η επιβεβαίωση από τον Άγγελο « ότι ουκ αδυνατίσει παρά τω Θεώ παν ρήμα». Ό,τι είναι δύσκολο και αδύνατο για τον άνθρωπο είναι δυνατό για τον Θεό. Εδώ έχουμε μια σαφή μετατόπιση της ερμηνείας και της κατανόησης από το χώρο της βιολογίας και την φυσιολογία του φυσικού μας δηλ. κόσμου που απαιτεί αναλύσεις και αποδείξεις, στο χώρο του σχεδίου της θ. Οικονομίας, όπου κυρίαρχο λόγο έχει η αποκάλυψη του Θεού. Εκεί όλα κατανοούνται μόνο με τη βοήθεια της γλώσσας της θεολογίας.
Για τον φυσικό και βιολογικό μας κόσμο τουλάχιστον στην παρούσα μορφή της πεπερασμένης και πεπτωκύϊας μας φύσεως , είναι αδύνατο μια γέννηση εκ Παρθένου. Το αδύνατο πράγματι γεγονός για τον άνθρωπο « ουκ αδυνατήσει παρά τω Θεώ». Εάν κανείς δεν πιστεύει στη ζώσα παρουσία του Θεού στον κόσμο μας, τότε είναι αδύνατο να αποδεχθεί όχι μόνο το ύψιστο αυτό γεγονός, αλλ’ ούτε και τα άλλα απλά σωτηριολογικά γεγονότα. Η αναζήτηση λύσης πρέπει επομένως να μετακινηθεί από τη διερεύνηση και ερμηνεία του « φυσικού γεγονότος» στην νέα πραγματικότητα του θαύματος δηλ. μιας άλλης λογικής ενέργειας, εκείνης της αποδοχής των « υπερφυσικών λειτουργιών» μέσα στην ιστορία.
Τούτο σημαίνει, ότι το γεγονός της « ασπόρου σύλληψης», και της εκ Παρθένου γέννησης δεν μπορεί να κατανοηθεί με την γλώσσα του κοινού νου και μέσα στα όρια του φυσικού μας κόσμου και της επιστήμης της γενετικής, αλλά με τη γλώσσα της πίστεως και της λογικής του θαύματος. Η θεολογία, γνωρίζουμε, ότι ομιλεί με τους όρους του δόγματος και τούτο γιατί πρόκειται για γεγονός που εντάσσεται στον κόσμο της θ. Αποκαλύψεως και όχι στις γνωστικές δυνατότητες του πεπτωκότα κόσμου μας.
Μέσα σ’αυτά τα πλαίσια κατανοείται η αντίδραση της Παρθένου Μαρίας στα λόγια του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Από τη μια βλέπουμε την αδυναμία του Αγγέλου να ερμηνεύσει το γεγονός και από την άλλη την αδυναμία της Παρθένου να κατανοήσει το περιεχόμενο του « Ευαγγελισμού» της. Έτσι η μόνη διέξοδος είναι να αποδεχθεί ταπεινόφρονα το γεγονός: « ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου». Στην αποδοχή βρίσκεται η λύση.
Η αδυναμία ερμηνείας και κατανόησης ενός γεγονότος δεν σημαίνει ταυτόχρονα και την απόρριψη του. Η Παρθένος προτιμά αντί να ερμηνεύσει, να βιώσει την επέμβαση του Θεού στην προσωπική της ζωή και στην ιστορία της ανθρωπότητας.
« ΚΗΡΥΓΜΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ» τομ. Β΄
π.Γ.Στ
1 σχόλιο:
Χρονια πολλα και ευλογημενα.
Δημοσίευση σχολίου