Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2009

Ρουμάνοι Μάρτυρες και Ομολογητές (β')


Τα Χριστούγεννα στη φυλακή


Πιτέτσι, 1949


Πεινασμένοι, παγωμένοι, ρακένδυτοι, περίτρομοι οι κρατούμενοι από το Πιτέτσι μοιάζαμε με κάτι φαντάσματα. Τελείως απομονωμένοι από τον κόσμο, συνωστισμένοι σε μικρά κρατητήρια. Μόλις που μας είχαν απομείνει οι τελευταίες σωματικές και ψυχικές μας δυνάμεις. Κοιμόμασταν ανά δύο σ’ ένα σιδερένιο, στενό κρεβάτι, με αχυρένιο στρώμα, πνιγμένο στη σκόνη και νιώθαμε το σίδερο και το κρύο.

Την παραμονή εξομολογήθηκα αφού έλαβα το σήμα-μήνυμα που μου έστειλε στο σωλήνα του καλοριφέρ ένας ιερέας που ήταν σε άλλο κρατητήριο. Αυτός είπε την ευχή της αφέσεως για την αγία εξομολόγηση. Ο καθένας μαζευόταν μέσα στον εαυτό του μπροστά στον Θεό και έβλεπε την ξεσχισμένη από τους πειρασμούς γυμνότητά του σαν σε καθρέφτη. Οι λογισμοί είναι έντονοι και ισχυροί στη φυλακή, όπου κάθεσαι 16 ώρες την ημέρα καταδικασμένος στην απραξία, χωρίς να έχεις τι να συζητήσεις με τους γείτονες. Εδώ οι ψυχές ψηλαφίζονται μεταξύ τους.

Όταν όλοι κοιμήθηκαν, εγώ παρέμεινα άγρυπνος στην άκρη του κρεβατιού, με τα βλέφαρα κλειστά, με σηκωμένο το κεφάλι, προσευχόμενος με τους παλμούς της καρδιάς μου. Προσπαθούσα να ανακαλύψω τον Ιησού και Τον καλούσα με τη νοερά προσευχή. Είχα ξεχάσει την πείνα, την παγωνιά, την τρομάρα. Ο χρόνος διαστελλόταν, γινόταν αργός, αμέτρητος και ήρεμος. Η ψυχή μου δραπέτευε από τη φυλακή. Προσπαθούσα να εγκαταλείψω όλα και να παραμένω μόνο με τον Θεό. Πλημμύρισα από βαθιά χαρά και οι ουρανοί ανοίγονταν θαυμάσια. Αργότερα αποφάσισα να μεταλάβω. Είχαν ήδη ειπωθεί από τον ιερέα και οι ευχές για τη Θεία Μετάληψη. Έψαξα σε μια πτυχή του σακακιού μου κι έβγαλα από ένα μικρό σακουλάκι ένα μικρό μαργαρίτη του Σώματος του Χριστού, που τον φύλαγα σαν τον πιο πολύτιμο θησαυρό. Τα Άγια Δώρα είχαν μπει στη φυλακή με επικίνδυνους τρόπους, μέσω ενός μοναχού, που είχε συλληφθεί πριν από περίπου δύο χρόνια και τα είχε εμπιστευθεί στους κρατουμένους που ήθελαν να μεταλάβουν.

Θέλοντας, λοιπόν, να πάρω το ψίχουλο της Θείας Κοινωνίας, δεν ξέρω πώς έγινε και μου έπεσε κάτω. Άρχισα να το ψάχνω με αγωνία, αλλά δεν το βρήκα. Τότε αποφάσισα να γλείψω με τη γλώσσα ένα κομμάτι πατώματος όπου θεωρούσα ότι είχε πέσει, όμως δεν το αισθάνθηκα. Ωστόσο πίστεψα ότι η Θεία Μετάληψη είχε γίνει. Ηρέμησα και γύρισα προσευχόμενος στην άκρη του κρεβατιού . …………..…


Ιωάννης Ιανολίδε

"Εξουθενωμένος για τον Χριστό και την Πατρίδα"



Δεν υπάρχουν σχόλια: