Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

Τρεις Ιεράρχες : οι φάροι του ελληνικού πνεύματος

Του Γεράσιμου Xρυσάφη, καθηγητή Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών


Oι Τρεις Ιεράρχες έζησαν σε μια πολύ δύσκολη μεταβατική εποχή, σε μια ταραχώδη εποχή όπου συντελούνταν ριζικές αλλαγές. Από τη μια ο αρχαίος κόσμος παρέμενε αρκετά ισχυρός, από την άλλη η εκκλησία συγκλονιζόταν από τις αιρέσεις. O αυτοκράτορας ήταν παντοδύναμος, με συνέπεια αυτός και οι σύμβουλοί του, από τη μια μέρα στην άλλη, να μπορούν να αλλάζουν πολιτική ως προς την Εκκλησία, τη Θρησκεία, την Παιδεία και έτσι να εκδιωχθούν μεγάλες προσωπικότητες από τη θέση τους. Αυτό ασφαλώς συνέβαινε και με τη σύμπραξη και τη συνέργεια εκκλησιαστικών ανθρώπων και κυρίως Επισκόπων. Για τούτο, άλλωστε, μιλούν με τόση πικρία γι' αυτούς και οι Τρεις Ιεράρχες και κυρίως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος ήταν εκείνος που βασανίστηκε περισσότερο από τους άλλους. Θέλω να υπενθυμίσω ότι το ιδανικό, το πρότυπο του αρχαίου κόσμου ήταν «αιείν αριστεύειν και υπείροχον έμενε άλλων», ενώ στο Χριστιανισμό ήταν «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι» και ο «υψωθείς ταπεινωθήσεται και ο ταπεινωθείς υψωθήσεται».

Για να εφαρμοστεί αυτό το χριστιανικό μήνυμα που και κατά τους Τρεις Ιεράρχες και κατά την Εκκλησία είναι ο πυρήνας της πίστης πρέπει να υπάρχει απέραντη αγάπη. Αυτή η αγάπη, όμως, είναι δύσκολο να βρεθεί. Και γι' αυτό, όταν η Εκκλησία έπαψε να είναι η Εκκλησία των καταδιωκομένων μαρτύρων και μετατράπηκε σε κέντρο εξουσίας, τα προβλήματα διογκώθηκαν. Πολλοί μοναχοί, που δεν ήταν τόσο πιστοί όσο περίμενε η Εκκλησία, αναστάτωναν το κράτος, καταστρέφοντας βιβλία και καίγοντας αρχαίους ναούς. Στο σημείο αυτό οι Τρεις Ιεράρχες, και κυρίως ο Μέγας Βασίλειος, έκαναν μια μεγάλη προσπάθεια να ελέγξουν τους μοναχούς.


Στέρεες βάσεις ελληνικής παιδείας...


Η παιδεία τους ήταν στηριγμένη στα αρχαία ελληνικά κείμενα. O Μέγας Βασίλειος και ο Μέγας Γρηγόριος είχαν σπουδάσει στην Αθήνα, θυμόνταν τα φοιτητικά τους χρόνια με αγάπη και νοσταλγία.

Αυτά που έμαθαν τα αφομοίωσαν και τα αγάπησαν. O Χρυσόστομος, πάλι, σπούδασε στη Μεγάλη Σχολή της Αντιοχείας, με δάσκαλο τον μεγαλύτερο ρήτορα και λόγιο της εποχής του, τον Λιβάνιο, ο οποίος μάλιστα δεν ήταν Χριστιανός. Κανείς από τους τρεις τους όμως δεν χρησιμοποίησε τα αρχαία κείμενα με τη στενόμυαλη λογική, απομονώνοντας δηλαδή απλώς ορισμένα γνωμικά και φράσεις που να ταιριάζουν στη νέα θρησκεία και εντάσσοντάς τα στα χριστιανικά Eυαγγέλια. Oύτε προσπάθησαν οι Τρεις Ιεράρχες, όπως έκαναν πριν από αυτούς ορισμένοι από τους λεγόμενους απολογητές, να πείσουν ότι τα αρχαία κείμενα ή ορισμένα από αυτά ήταν μια προετοιμασία για τον Χριστιανισμό. Είχαν ξεκάθαρη άποψη, ήταν σίγουροι για την πίστη τους αλλά και σίγουροι για την αξία των κλασικών κειμένων. Και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν τον αρχαίο κόσμο στο σύνολό του και το πόσο αγαπούν τα κείμενα, τόσο για τις ιδέες που ξεπηδούν από αυτά, όσο, κυρίως, για την ομορφιά τους και την απόδοση των αρετών του αρχαίου κόσμου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μέγας Βασίλειος, όταν αναφέρεται στον πλούτο και το χρυσό, αντί να ανατρέχει στη Γραφή, αναφέρεται στους δυο μεγάλους γλύπτες της αρχαιότητας, το Φειδία και τον Αλκαμένη και τα χρυσελεφάντινα αγάλματα του Διός στην Oλυμπία και της Ήρας στο Άργος. Συγκεκριμένα, σημειώνει για τους σπουδαίους αυτούς καλλιτέχνες ότι, αν καμάρωναν για το χρυσό και το ελεφαντόδοντο που τοποθέτησαν εκεί θα ήταν καταγέλαστοι, ανόητοι, γιατί γνώριζαν αυτοί ότι η τέχνη τους ήταν πιο άξια από το χρυσό και το ελεφαντόδοντο, και η τέχνη τους ήταν αυτή που έκανε τον χρυσό περισσότερο πολύτιμο και ωραιότερο. Και ο Γρηγόριος, σε ανάλογη περίπτωση, σε καθαρώς εκκλησιαστικό κείμενο, αναφέρεται στους μεγάλους ζωγράφους της αρχαιότητας, επί παραδείγματι στον Ζεύξη.

Επομένως, είναι προφανές ότι όχι μόνον ξέρουν να χρησιμοποιήσουν άριστα τη γλώσσα και να την προσαρμόσουν στην εποχή τους, αλλά παράλληλα γνωρίζουν και εκτιμούν τις ιδέες και την ομορφιά των αρχαίων κειμένων. Μια λεπτομερής μελέτη των κειμένων τους δείχνει πόσο βαθύτατα τους είχε επηρεάσει η επαφή τους με την αρχαία σκέψη, όπως για παράδειγμα στη χρήση των δυο βασικών λέξεων 'άνθρωπος' -όπως χρησιμοποιείται στη σπουδαία φράση του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού «ο μικρός ούτος κόσμος, ο άνθρωπος»- και 'έλεος'. Αν εξετάσουμε τις αναφορές στα κείμενά τους, εκτός από την Βιβλική άποψη του 'ελέους του Θεού' υπάρχει βαθύτατα και η έννοια του 'ελέους της τραγωδίας'. Σε άλλο κείμενο του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού φαίνεται αυτή η αναγωγή, όταν αναφέρεται με όρους καθαρά αριστοτελικούς στα δεινά της ζωής ή όταν εκφράζει την άποψη ότι πολλοί μύθοι από τις μεγάλες οικογένειες των αρχαίων ελληνικών μύθων -και παίρνει ως παράδειγμα την οικογένεια των Ατρειδών- αναπλάσθηκαν, προκαλώντας μια ηδονή που μας παραπέμπει κατευθείαν στον Αριστοτέλη. Όσο απρόβλεπτη είναι η ζωή κατά τους αρχαίους τραγικούς, έτσι αντιμετωπίζεται και από τους Τρεις Ιεράρχες, μόνο που οι τελευταίοι μεταφέρονται από τον κόσμο της τραγωδίας στον κόσμο της σωτηρίας, εκεί που το έλεος του Θεού μπορεί όλα να τα καλύψει και να τα αγιάσει.




Η κοινωνική τους παρουσία και προσφορά


Ως προς την κοινωνική διάσταση του έργου τους, και οι τρεις Ιεράρχες έχουν υποδείξει ποιος είναι ο πραγματικός, μορφωμένος, καλλιεργημένος Χριστιανός. O Μέγας Βασίλειος στο μεγάλο λοιμό της Καισαρείας, προτού ιδρύσει τη Βασιλειάδα, αυτό το περίφημο συγκρότημα χριστιανικής φιλανθρωπίας, οργάνωσε ταχύτατα και αποτελεσματικά συσσίτια από τα οποία δεν απέκλεισε ούτε τους Εβραίους ούτε τους Αριανούς. Εδραιώθηκε έτσι το κύρος του σε μια εποχή που υπήρχαν αντιδράσεις για την προσωπικότητά του από την κεντρική εξουσία της Κωνσταντινουπόλεως. Το προσωπικό του κύρος, η προσωπική του αίγλη ήταν πολύ μεγάλη, όχι μόνο στους ορθοδόξους Χριστιανούς αλλά και στους Αριανούς και τους Εβραίους. Την ίδια κοινωνική ευαισθησία είχε δείξει για τα, επονομαζόμενα σήμερα, βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Στο κείμενο της λειτουργίας του, εκτός των άλλων κατηγοριών ταλαιπωρουμένων και χειμαζόμενων αδελφών των χριστιανών, αναφέρεται στους αδελφούς μας των 'εν μετάλλοις', αυτούς που δουλεύουν στα μεταλλεία. Θεωρεί ότι είναι η πιο βαριά δουλειά και στα κείμενά του βρίσκει κανείς και μια αναφορά του στον ύπαρχο της περιοχής Μόδεστο, που αναφέρεται στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των εργαζομένων στην οροσειρά του Ταύρου, που ανήκε στην ευρύτερη επισκοπική του περιοχή. O ίδιος είχε προσωπική γνώμη για τα βάσανα αυτών των ανθρώπων και στο απόσπασμα αυτό υποδεικνύει στον Μόδεστο την ανάγκη να αλλάξει η ζωή και οι συνθήκες εργασίας τους.

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα σχετίζεται με το θέμα των δούλων. Περιμένει κανείς από τους Τρεις Ιεράρχες να ακούσει τη γνωστή φράση του Αποστόλου Παύλου ότι δεν υπάρχει διάκριση μέσα στην Χριστιανική Εκκλησία. O Γρηγόριος, όμως, θέτει σε άλλη βάση το θέμα, όταν λέει ότι κανένας δεν είναι εκ φύσεως δούλος, ρήση που φυσικά ανατρέπει την άποψη τόσο του αρχαίου κόσμου όσο και του ιουδαϊκού. Την ίδια στάση στα μεγάλα κοινωνικά θέματα μπορεί κανείς να την ανιχνεύσει και στους τρεις Ιεράρχες, περισσότερο ίσως στον Μεγάλο Βασίλειο. Αναφέρεται στο θέμα της τοκογλυφίας και λέει ότι οι άνθρωποι που πλουτίζουν μέσω αυτής πίνουν το αίμα των αδελφών τους. Τον απασχολεί το ζήτημα της ισότητας των φύλων. Αυτό το ενδιαφέρον των Τριών Ιεραρχών για τους πάσχοντες, για τη γυναίκα, για τους δούλους, για τα βαρέα επαγγέλματα και η ευρύτητα του πνεύματός τους φαίνεται και σε άλλα σημεία, όπως, για παράδειγμα, στις αποφάσεις του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, όταν ασκεί τα καθήκοντα τού αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, που ενώ δεν δέχεται να παραχωρηθεί εκκλησία στους Αριανούς, δέχεται να παραχωρηθεί εκκλησία στους Γότθους για να τελούν τη λατρεία τους στη δική τους γλώσσα, μια τελείως βαρβαρική γλώσσα ακόμη, που προμηνύει όμως την ανάπτυξη του 9ου και του 10ου αιώνος με τον εκχριστιανισμό των Σλάβων και την ευρύτητα αυτή, την οικουμενικότητα της Oρθοδοξίας.


Μεγάλοι Διδάσκαλοι και Παιδαγωγοί


Η αξιοσημείωτη προσφορά τους στην Παιδεία αποτυπώνεται στο σύνθημα τους για μόρφωση όχι, όμως, περιορισμένη στις ανώτερες τάξεις. Ακόμη στο σύνθημα του Γρηγορίου του Θεολόγου από τον Δεύτερο Ψαλμό του Δαυίδ 'Δράξασθε Παιδείας', ένα σύνθημα που επαναλαμβάνεται μέσα στην Ελληνική Ιστορία από τα χρόνια του Παχωμίου, ενός εξαιρετικά σημαντικού λογίου του 16ου αιώνος και από τον μεγάλο διαφωτιστή, τον Αδαμάντιο Κοραή. Αυτή τη γραμμή υπέρ της Παιδείας την ενστερνίστηκαν οι νεοέλληνες και καθ' όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, αλλά ακόμη περισσότερο στα χρόνια του Βυζαντίου. Σε όλη την ιστορία του Βυζαντίου, σε αυτό που ονομάζουμε σήμερα αναλυτικό πρόγραμμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης υπήρχαν σταθερά στο βυζαντινό σχολείο -όπου στις περισσότερες περιπτώσεις οι δάσκαλοι ήταν μοναχοί- και ο Όμηρος και οι Ιστορικοί και οι Ρήτορες, τρεις τραγωδίες του Αισχύλου, τρεις του Σοφοκλή, τρεις του Ευριπίδη αλλά και τρεις κωμωδίες του Αριστοφάνη. Έχουν αυτή την ευρύτητα πνεύματος οι Τρεις Ιεράρχες, ώστε να ασκήσουν τέτοια επίδραση στην εκπαίδευση να συμπεριληφθούν αυτά τα κείμενα, που αλλιώς θα ήταν αμφίβολο αν θα σώζονταν μέχρι τις μέρες μας. Στο νέο Ελληνικό κράτος ο Καποδίστριας με ελάχιστα μέσα προσπάθησε να οργανώσει και να εφοδιάσει με βιβλία 400 σχολεία. Το '34 και το '36, επί Όθωνος, με τους νόμους που θεσπίζονται για την ίδρυση των λεγομένων ελληνικών σχολείων και γυμνασίων, είναι η Ελλάδα που με όλες τις δυσκολίες της είναι η πρώτη χώρα στον κόσμο που κατοχυρώνει υποχρεωτική επταετή εκπαίδευση.

Αυτή η ισχυρή επίδραση των Τριών Ιεραρχών φάνηκε και στις δύσκολες στιγμές της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Στις μεγάλες στιγμές της αγωνίας ο Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδωνας, όταν ήταν μητροπολίτης Ιωαννίνων, οργανώνει συσσίτια μέσα στην πείνα της κατοχής και την πρώτη μέρα εγγράφονται και εξακόσιοι Εβραίοι, σε λίγες μέρες ο αριθμός τους διπλασιάζεται. Χωρίς να κάνει, λοιπόν, καμία διάκριση, ακολουθώντας το παράδειγμα του Μεγάλου Βασιλείου, προσφέρει τροφή σε όλους τους ανθρώπους. Αλλά και ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός σε δυο, κυρίως, περιπτώσεις ακολουθεί το παράδειγμα τους: στην περίπτωση που του ζητούν να αποδοκιμάσει την Εθνική Αντίσταση και το Ε.Α.Μ., καθώς και όταν παρεμβαίνει μαζί με όλη την πνευματική ηγεσία της Ελλάδος υποστηρίζοντας τους Εβραίους όχι μόνο με επιχειρήματα Βιβλικά αλλά και με επιχειρήματα νομικά, όπως είχαν κάνει με την μεγάλη τους Παιδεία αυτοί οι τρεις Μεγάλοι Ιεράρχες. Και όπως χρησιμοποίησαν και εκείνοι τα αρχαία κείμενα ή τα χωρία της Γραφής προσαρμόζοντάς τα στις συγκυρίες, το ίδιο συμβαίνει και με την περίφημη επιστολή που στέλνει ο Δαμασκηνός προς την ηγεσία τού τόπου για τους Εβραίους, όταν λέει πως «η Αγία ημών Εκκλησία ουδεμίαν διάκρισιν υπεροχήν ή μείωσιν δέχεται λόγω καταγωγής ή θρησκείας». Εκτός από την παιδεία, οι Τρεις Ιεράρχες έχουν, επίσης, ασκήσει τεράστια επίδραση στη βυζαντινή υμνολογία. Επιπλέον, σε πολλές περιπτώσεις τα λόγια τους και η σκέψη τους έχουν επηρεάσει βαθύτατα τη Βυζαντινή αγιογραφία.


Μορφές αναπόσπαστα συνδεδεμένες με την παράδοση


Oι Τρεις Ιεράρχες έχουν περάσει στη λαϊκή παράδοση. Αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι στα κρητικά κάλαντα για την πρωτοχρονιά ο πρώτος άνθρωπος που συναντά ο Χριστός στη γη είναι ο Άγιος Βασίλης και τον συναντά να οργώνει τα χωράφια. Επίσης, στους θρήνους της Κωνσταντινουπόλεως, σε έναν περίφημο ποντιακό θρήνο που έχει εμπνεύσει και εντυπωσιάσει και τον Καβάφη, αναφέρεται χαρακτηριστικά για τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο 'κλαίνε οι εκκλησίες, κλαίνε τα μοναστήρια και ο Αϊ Γιάννης ο Χρυσόστομος κλαίει, δερνοκοπιέται'.

Δεν υπάρχουν σχόλια: