ΟΙ ΔΙΑΣΤΡΕΒΛΩΤΕΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Οι περισσότεροι από μας νομίζουν, ότι η πραγματικότητα και η αλήθεια είναι αποστομωτικές, αλλ’ αυτό δεν συμβαίνει πάντοτε. Διότι για να γίνει δεκτή χρειάζεται να υπάρχουν και οι ψυχές που είναι διατεθειμένες να την δεχτούν.
Η περίπτωση του εκ γενετής τυφλού που αναφέρεται στο σημερινό ευαγγέλιο, αποτελεί μια τέτοια περίπτωση που φαίνεται πόσο δύσκολο είναι να παραδεχθεί ο άλλος την αλήθεια ακόμη και όταν είναι εκατό τοις εκατό αναμφισβήτητη. Διότι ο τυφλός επειδή ζητιάνευε ήταν σε όλους γνωστός. Όλοι γνώριζαν ότι δεν έβλεπε και μάλιστα εκ γενετής. Και τώρα με το θαύμα έβλεπε .Συνεπώς δεν υπήρχε καμία αμφιβολία, ότι είχε γίνει κάτι εξαιρετικό. Κι’ όμως επειδή τον τυφλό τον είχε θεραπεύσει ο Χριστός, οι εχθροί Του με κανένα τρόπο δεν ήθελαν να το παραδεχθούν. Προσπαθούν να διαστρέψουν την πραγματικότητα και με διάφορους συλλογισμούς επιχειρούν να διαψεύσουν την αλήθεια.
Οι εχθροί Του είπαν, ότι δεν τηρεί την ημέρα του Σαββάτου. Αυτό σημαίνει, ότι δεν μπορεί να είναι άνθρωπος του Θεού αλλ’ αμαρτωλός. Άρα ο αφού είναι αμαρτωλός ο Θεός δεν μπορεί να τον ακούσει και συνεπώς το θαύμα δεν έγινε! Το ότι ο πρώην τυφλός είναι μπροστά τους έχοντας το φως του και το ότι η πραγματικότητα αποδεικνύει ως γελοίους όλους του ισχυρισμούς τους, δεν είχε καμία σημασία γι’ αυτούς. Φτάνει να μην αναγνωρίσουν ότι το θαύμα το είχε κάνει ο Χριστός.
Τα ο φαινόμενο όμως αυτό, δηλ. να προσπαθούμε να διαψεύδουμε την πραγματικότητα και ν’ αρνιούμαστε την αλήθεια, είναι γενικότερο.
Και διερωτάται κανείς: γιατί να συμβαίνει αυτό και οι άνθρωποι να παρουσιάζονται, ότι αγαπούν μάλλον το σκότος ή το φως;
Ήδη είδαμε μια από τις αιτίες : την εμπάθεια.
Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι.
Λ.χ. Μερικοί προσπαθούμε να διαψεύσουμε την πραγματικότητα, γιατί νομίζουμε πως αν την αναγνωρίσουμε μπορεί να θιγεί κάποιο υλικό μας συμφέρον. Έτσι καταντούμε κατά κάποιο τρόπο πληρωμένοι συνήγοροι της ψευτιάς και είμαστε έτοιμοι με αναίδεια να αρνηθούμε και τα πιο χειροπιαστά πράγματα και την πιο φωτεινή αλήθεια. Για να μην ζημιωθούμε μπορούμε να συμμαχήσουμε ακόμη και με τον διάβολο.
Άλλοι πάλι προσπαθούν να συγκαλύψουν την αλήθεια από έλλειψη ταπείνωσης και θάρρους. Δεν έχουμε ταπείνωση να δεχθούμε και το θάρρος να ομολογήσουμε, ότι πλανηθήκαμε,
Παραλείπουμε τις περιπτώσεις εκείνες που από εξοργιστική υποτίμηση της νοημοσύνης των άλλων θέλουμε να παραστήσουμε την πραγματικότητα εντελώς διαφορετική απ’ ό,τι είναι. Δεν είναι όμως λιγότερο εξοργιστικές και άλλες περιπτώσεις που πολεμείται η αλήθεια και διαστρέφεται η πραγματικότητα από έλλειψη ευθύτητας και τιμιότητας. Μερικοί έχουν τόσο πολύ συνηθίσει στο να διαστρέφουν την αλήθεια και να παραποιούν την πραγματικότητα, ώστε να ενοχλούνται να αναγνωρίσουν και να την παραδεχθούν στην αληθινή της εμφάνιση.
Όλες αυτές οι αιτίες που οδηγούν στη συγκάλυψη της αλήθειας και στη νοθεία της πραγματικότητας θα μπορούσαν να συνοψισθούν σε μια και μόνη: την έλλειψη της αντικειμενικότητας. Εάν υπήρχε μέσα μας η διάθεση της αντικειμενικότητας τότε η κακή πίστη δεν ήταν ποτέ δυνατόν να σταθεί ούτε το συμφέρον και η έλλειψη ταπείνωσης, θάρρους και τιμιότητας να υπερισχύσει. Ο σεβασμός και η αγάπη προς το αντικειμενικό ορθό θα βοηθούσε ώστε όλα τα άλλα να υποχωρούσαν μπροστά σ΄αυτό.
Δυστυχώς πολλοί από μας σκεπτόμαστε και κρίνουμε πολύ υποκειμενικά. Έχουμε τοποθετήσει κέντρο τον εαυτό μας και όχι την αλήθεια. Και το χειρότερο είναι, ότι η έλλειψη αντικειμενικότητας παρουσιάζεται ιδιαίτερα μεταξύ εκείνων που θα έπρεπε να είναι η προσωποποίηση και η ενσάρκωση της, δηλ. αυτών που έχουν σχέση με την Εκκλησία. Στο θέμα αυτό φταίμε πολύ.
Πρώτον η πίστη μας παρουσιάζεται συμβατική και όχι πηγαία. Δηλ. προσποιούμαστε ότι πιστεύουμε σ’ αυτό ή εκείνο και δείχνουμε κάποιο ζήλο, χωρίς όμως να το πιστεύουμε. Απλώς ακολουθούμε το ρεύμα. Ίσως να έχουμε τη γνώμη ότι η θρησκεία γενικά είναι κάπως ευεργετική στην κοινωνία ή το κράτος, αλλά δεν πιστεύουμε, ότι όσα λέγει η Εκκλησία είναι αληθινά και ότι πρέπει να συμμορφώσουμε τη ζωή μας σύμφωνα μ’ αυτά, αλλά προσπαθούμε να μην τα θίξουμε γιατί τάχα είναι χρήσιμα.. για τους άλλους.
Δεύτερον μερικοί αγαπούν την αλήθεια, αλλά όχι όπως πράγματι είναι, αλλ’ όπως εμείς τη θέλουμε. Την αγαπάμε εάν συμφωνεί με τις αντιλήψεις μας, αν όμως είναι διαφορετικές τόσο το χειρότερο γι’ αυτήν. Εμείς θα προσπαθήσουμε να την προσαρμόσουμε σ’ αυτές.
Τρίτον και χειρότερο, ότι δεν έχουμε εμπιστοσύνη στη δύναμη της αλήθειας και δεν πιστεύουμε, ότι μόνον η αλήθεια σώζει, γι’ αυτό και διστάζουμε να την ομολογήσουμε και να εμφανίσουμε γυμνή την πραγματικότητα.
Εκεί όμως που η κατάσταση είναι πράγματι γελοία είναι στις περιπτώσεις που για λόγους σκοπιμότητας με τη βοήθεια του ψεύδους παρουσιαζόμαστε τάχα συνήγοροι της αλήθειας του Θεού. Αιτία είναι ότι δεν εμπιστευόμαστε όχι μόνο την δύναμη της αλήθειας, αλλά και τη σοφία του Θεού.. Γιαυτό προσπαθούμε με γελοίο τρόπο να παραστήσουμε το συνήγορο του Θεού. Και τα κάνουμε αυτά για να προστατέψουμε δήθεν τη θεϊκή Αλήθεια, η οποία δεν έχει καμιά ανάγκη από τη δική μας προστασία.
Αξίζει να προσέξουμε και κάτι άλλο στη σημερινή ευαγγελική διήγηση. Οι Ιουδαίοι νόμιζαν, ότι τάχα προσφέρουν υπηρεσία στη θρησκεία πολεμώντας την Αλήθεια και συγκαλύπτοντας την πραγματικότητα. Αυτή η πολεμική τους ήταν η χειρότερη υπηρεσία προς τον Θεό και την Αλήθεια Του.
Η Αλήθεια δεν χωρίζεται από τον Θεό, διότι Αυτός είναι « η οδός και η αλήθεια και ζωή». Συνεπώς όποιος πολεμά την Αλήθεια γίνεται θεομάχος. Όσοι πιστεύουμε όντως στον Θεό και την δύναμη της Αλήθειας Του « ου δυνάμεθα τι κατά της αληθείας, αλλ’υπέρ της αληθείας» ( Β΄Κοριν. 3,8).
Γιατί κάθε υπονόμευση της και προσπάθεια συγκάλυψης αποτελεί όχι μόνο ύβρη του Θεού, αλλά και υπονόμευση και νοθεία του έργου Του.
Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά έχουμε ανάγκη από το φώς της Αλήθειας του Θεού, για να φωτίσει το δρόμο μας. Αρκετά έχουμε ταλαιπωρηθεί από την βιομηχανία του ψεύδους. Έχουμε απόλυτη ανάγκη να γνωρίσουμε σε όλη του την έκταση το ιλαρό και χαρούμενο φως της Αλήθειας του Χριστού και ας είμαστε βέβαιοι, ότι αλήθεια « ελευθερώσει ημάς» ( Ιωάν.8,32).
π.Γ.Στ.