Η ΜΕΣΣΙΑΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΩΣ ΘΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΚΟΝΙΑ
Κάποιοι απορούν γιατί η ορθοδοξία θέτει τέτοια ζητήματα. Κι’ όμως θάπρεπε νάχουν καταλάβει όσοι απορούν πως η συνεχής φθορά είναι πολύ σημαντικό φαινόμενο για ν’ αγνοηθούν όπως λ.χ. αγνοείται από την αντιθρησκευτική προπαγάνδα.
Ερωτάται : μπορεί σε κάποιον να λες που σπουδάζει, υποφέρει, αγωνίζεται ,αγαπά, μπορεί να του λες ότι όλα αυτά είναι ένα ψέμα; Πάντως η Εκκλησία δεν μπορεί να λέει τέτοια πράγματα, όπως δεν μπορεί να έχει ψευδαισθήσεις προτείνοντας συμβιβασμούς και υπεκφυγές.
Έτσι επιλέγει τη γιορτή του Πάσχα για να θέτει ζητήματα για την ανθρώπινη σκέψη, έντονο προβληματισμό.
Η επιστήμη καλύπτει τα πάντα τεχνηέντως οριζόντια και κάθετα. Επομένως δεν έχουμε τίποτε να κάνουμε ή που πρέπει να ειπωθεί. Πρέπει προφανώς να διαφωνήσουμε μ’ αυτή την άποψη. Έχουμε υποχρέωση να ζωοποιήσουμε τη σκέψη μας ερευνώντας τα ζητήματα που αφορούν τη γήινη περιπέτεια μας.
Ένας τρόπος είναι το πάθος και η Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Διότι ο Θεάνθρωπος Κύριος δεν αντιμετωπίζει μακρόθεν τα μεγάλα ζητήματα. Αντίθετα μετέχει της ζωής αυτής και την αναπόφευκτη σχέση της ζωής με τη φθορά και τον θάνατο .Ο Ιησούς δεν νικάει σ’ αυτή τη ζωή δείχνοντας την παντοδυναμία Του. Νικάει δείχνοντας τη δύναμη της ανθρωπιάς που εμπνέεται από την θεανθρώπινη παρουσία Του. Έτσι ηγείται χωρίς να εξετάζει, χωρίς να δεσμεύει. Αλλά κινείται ελευθερώνοντας τις γνήσιες ανθρώπινες δυνάμεις αποκαλύπτοντας που είναι άμεσα ή έμμεσα καλοντυμένη για λόγους σκοπιμότητας.
Κοντολογίς προχωρούμε προς την εορτή του Πάσχα γι’ αυτό αρνούμαστε να αποσιωπήσουμε μεγάλα ζητήματα που αφορούν κάθε άνθρωπο , επειδή αρνούμαστε τον εγκλεισμό τη σκέψης σε αδιέξοδα. Μία τέτοια δυνατή ώθηση προς αυτή την κατεύθυνση δίνει το Ευαγγέλιο της σημερινής θ. Λειτουργίας, το οποίο μας λέγει όσα έγιναν « τω καιρώ εκείνω» το πρώτο χριστιανικό Πάσχα.
Όπως ακούσαμε σήμερα το Ευαγγέλιο μας παρουσιάζει το Χριστό να μιλάει για το μέλλον. Επίσης παρουσιάζει τους υιούς Ζεβεδαίου να προκαλούν γι’ αυτό το μέλλον, με σκοπό την τακτοποίηση τους μέσα σε συνθήκες απόλυτης ασφάλειας και εξουσίας.
Ο Χριστός αποδέχεται ως λογικό το αίτημα των δύο αδελφών για ένα καλύτερο αύριο. Τι καλύτερο από το να ελπίζουν οι άνθρωποι; Όμως τη ευθύνη του καλύτερου αύριο τη μεταθέτει στους ώμους των παραγόντων της συζήτησης. Στους δύο υιούς Ζεβεδαίου. Και μάλιστα με επώδυνο τρόπο γι’ αυτούς. « ουκ οίδατε τι αιτείσθε. Δύνασθε ποιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω; Και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι;» Έτσι η πρωτοβουλία για το καλύτερο μέλλον ανατίθεται σε όσους θέλουν.
Η καταξίωση προχωρεί ακόμη περισσότερο καθώς ο λόγος με τον λόγο τον εμποδίζει να εξιδανικευθεί το παρελθόν και να εξωραϊστεί το μέλλον πριν την ώρα τους. Τους λέγει ξεκάθαρα: « ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και ο Υιός του ανθρώπου παραδοθήσεται τοις αρχιερεύσιν και γραμματεύσιν, κατακρινούσιν αυτόν θανάτω και παραδώσωσιν αυτόν τοις έθνεσιν και εμπτύσουσιν αυτω και μαστιγώσωσιν αυτώ και αποκτενούσιν αυτόν και τη Τρίτη ημέρα αναστήσεται».
Τι να εξωραΐσει κανείς από όλα αυτά; Η πορεία προς το καλύτερο μέλλον είναι ανάβαση. Ο δρόμος της ελπίδας είναι ανάβαση δηλ. όλοι θέλουμε το αύριο να είναι καλύτερο και αφού δεν έχει γίνει ακόμα φροντίζουμε να το ζωγραφίσουμε όμορφα αποβάλλοντας νοερά κακότητες ή δυσκολίες από το παρελθόν ή το παρόν.
Αυτό είναι λάθος τακτική. Στις κορυφές δεν ανεβαίνουμε με άλματα. Αναβαίνουμε από κακοτράχαλες πλαγιές και λόφους και φαράγγια. Ο Χριστός μας επαναφέρει στην πραγματικότητα. « και τη τρίτη ημέρα αναστήσεται». Όμως η ημέρα αυτή δεν θα έρθει αυτόματα. Θα είναι η κατάληξη μιας μακράς διαδικασίας. Όσα μας λέγει σήμερα το Ευαγγέλιο αναφέρονται σ’ αυτή τη διαδικασία. Απ’ αυτά αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής εκείνα που μιλάνε για το ήθος των διεκδικητών του μέλλοντος.
Στο ερώτημα αν μπορούν να υποστούν όσα πρέπει για το καλύτερο μέλλον οι υιοί Ζεβεδαίου απαντάνε καταφατικά. Εν τούτοις τους έρχεται μια ψυχρολουσία: ακόμα κι αν ανεβείτε στο Σταυρό, στο Γολγοθά, τους λέει ο Κύριος, δεν θα κάνετε τίποτε, γιατί απλούστατα δεν έχετε το ήθος του Γολγοθά. Θεωρείτε τη σταυρική ανάβαση κάτι σαν αυτόματη διαδικασία, ιδιωτική εξασφάλιση του μέλλοντος, ας πούμε ένα είδος Ι.Κ.Α. Όμως η πορεία προς το καλύτερο αύριο είναι η περιπέτεια της πίστης , της ελπίδας και της αγάπης. Το ήθος που ταιριάζει σ αυτή την πορεία είναι το ήθος τη περιπέτειας. Ας μη λησμονούμε ,αν ενδιαφερόμαστε ‘ότι ο Χριστός πριν βγει για τη μεγάλη υπόθεση της λύτρωσης των ανθρώπων από τα δεινά τους, πέρασε από την περιπέτεια των πειρασμών τη ς ερήμου.
Στο σημείο αυτό αξίζει μια παρένθεση, έστω και αν μακρηγορήσουμε, για να θυμηθούμε τις τρείς φράσεις αυτής της μεγάλης περιπέτειας- προετοιμασίας του μέλλοντος.
Ο πρώτος πειρασμός είναι εκείνος της πείνας και της δίψας.. Ο καθημερινός βιολογικός πειρασμός που συμπυκνώνει το σύνολο των προβλημάτων και θεμάτων της διαβίωσης για το παρόν και το μέλλον.
Το αγιογραφικό κείμενο αναφέρει, ότι ο Χριστός αφού νήστεψε σαράντα μέρες και νύχτες μετά πείνασε. Τότε τον πλησιάζει ο διάβολος και του είπε: « εάν είσαι γιος του Θεού πες να γίνουν αυτές οι πέτρες ψωμί». Προφανώς ο πειρασμός δεν επικεντρώνεται στον καθημερινό επιούσιο άρτο. Αλλά με πρόσχημα την καθημερινή ανάγκη στρέφεται στην οικονομική κυριαρχία. Δηλ. στη συσσώρευση χρήματος. Όλα μα όλα και οι πέτρες και τα δάση και οι θάλασσες και τα σώματα ,όλα μα όλα να γίνουν χρήμα για να δούμε άσπρη μέρα.. Αυτή είναι η σατανική πρόταση, ο πρώτος πειρασμός. Ο φαινομενικά ανώδυνος πλουτισμός ο οποίος γίνεται ιδανικό σε βαθμό κακουργήματος και δεν είναι καθόλου ανώδυνος. Ο Χριστός αντιστέκεται στον πειρασμό με την πρόταση : « ουκ επ’ αρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος». Που σημαίνει το αεί ζητούμενον, το καλύτερο μέλλον, η ελπίδα μας που αδυνατεί να θεμελιωθεί αποκλειστικά στην ευκαιριακή ευδαιμονία και ευμάρεια και στην άκριτη συσσώρευση οικονομικών αγαθών. Η υπόσταση μας δεν μπορεί να ορισθεί με οικονομικά μεγέθη .Απ’ εδώ και πέρα τίθεται θέμα προτεραιοτήτων.
O δεύτερος πειρασμός είναι πνευματικότερος και γι’ αυτό δυσκολότερος από τον πρώτο. Έχει σχέση με την εκμετάλλευση της άγριας δυνατότητας και της ανάγκης του ανθρώπου να σχετίζεται με τον Θεό.
Το κείμενο είναι εκφραστικότατο « Τότε παραλαμβάνει ο διάβολος τον Ιησού και τον φέρνει στην αγία Πόλη και τον βάζει να σταθεί στην άκρη της στέγη του Ναού και του λέγει, αν είσαι υιός του Θεού πέσε κάτω, γιατί είναι γραμμένο ότι θα έρθουν οι άγγελοι του Θεού να σε σηκώσουν σα χέρια τους για να μην σκοντάψει το πόδι σου σε πέτρα».
Εδώ έχουμε τον πειρασμό των εμπόρων του πνεύματος έναντι του πειρασμού των εμπόρων του χρήματος. O πειρασμός αυτός αναφέρεται σ’ εκείνους που θέλουν να εκμεταλλευτούν κάθε πνευματική αξία, ιδεολογία, αγώνα προς το κοινό όφελος. Γι’ αυτό ο πειρασμός αναπτύσσεται σε χώρο ιερό, όπου συνήθως παρασιτούν και διαβιούν εκμεταλλευτές του πνεύματος, χωρίς να υποψιάζεται κανείς ην παρουσία του πονηρού εκεί κοντά.
Ακούστε θράσος: «αν είσαι υιός του Θεού ανέβα στα κεραμίδια και κάνε μας τον ακροβάτη, τον θαυματοποιό. Πέσε κάτω και ο Θεός θα σε σώσει μ τους αγγέλους Του».
Ο Χριστός αντιτίθεται ορθά κοφτά : « ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου» λέγει. Επιτέλους! Δεν μπορούμε να ποδοπατούμε τα ιερά και τα όσια. Δεν μπορούμε να εμπορευόμαστε ιδέες για να περάσουμε καλά, όπως λέμε. Υπάρχουν όρια που αν ξεπεραστούν υφίστασαι συνέπειες. Οι πνευματικές αξίες και ωραίες ιδέες και τα μεγάλα «πιστεύω» δεν παίζονται στο πράσινο τραπέζι του προσωπικού συμφέροντος . Αξίζουν άλλου είδους αντιμετώπιση.
Και ο τρίτος πειρασμός. Αυτός αποτελεί αποκορύφωση όλων των πειρασμών, γατί αποβλέπει στην καθολική αλλοτρίωση τω προσπαθειών για το καλύτερο μέλλον με το δόλωμα της εξουσίας.
Το κείμενο λέγει, ότι ο διάβολος φέρει το Χριστό σ’ ένα υψηλό βουνό και του δείχνει όλες τις βασιλείες του κόσμου και τη δόξα τους και του λέγει : « αυτά θα σου τα δώσω αν πέσεις και με προσκυνήσεις». Δηλ. να εξασφαλίσουμε το μέλλον με απεριόριστη εξουσία χρησιμοποιώντας δαιμονικές μεθοδεύσεις.
Αυτή είναι μία χυδαία πρόταση.
Αντιλαμβάνεται κανείς καλά τι θα γινόταν αν ο Χριστός δεχόταν αυτή την πρόταση; Τότε οι θρησκευτικές και σατανικές δυνάμεις με σατανικές μεθόδους θα έκαναν τους ανθρώπους δούλους. Τότε θα υπήρχε πλήρης έλλειψη διακρίσεως μεταξύ αλήθειας και ψεύδους, δικαιοσύνης και αδικίας, φωτός και σκότους, καλού και κακού, θείου και δαιμονικού. Και όλα αυτά υπό έναν όρο: « εάν πεσών προσκυνήσεις εμένα τον διάβολο».
Το πράγμα πηγαίνει βαθύτερα. Ο άρχοντας του σκότους δεν επιδιώκει να αποτρέψει πνευματικές επιδιώξεις ή κοινωνικές αποστολές ή ν’ αποτρέψει αγώνες ή υψηλά ιδανικά. Κάθε άλλο. Δεν επιδιώκει να αποθαρρύνει ανθρώπους που θέλουν ν’ ανέλθουν τις όποιες βαθμίδες αξιολογικής κλίμακας. Όχι. Μόνη επιδίωξη του είναι να τα θέσει όλα αυτά κάτω από τον σκοτεινό του έλεγχο.
Ο Χριστός κυριολεκτικά διαλύει την επιδίωξη αυτή λέγοντας : « ύπαγε οπίσω μου σατανά. Γέγραπται γαρ. Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις».
Επιτέλους ένας Θεός υπάρχει. Δεν μπορούν άλλοι να παριστάνουν τους θεούς και να υποδουλώνουν τους ανθρώπους.!
Προφανώς οι τρείς πειρασμοί που υπέστη ο Χριστός στην έρημα σχετίζονται άμεσα με τις καλές προοπτικές για το καλύτερο μέλλον. Χρήμα, «θρησκεία», εξουσία είναι τρείς δρόμοι που διαπλέκονται στην πορεία προς ένα καλύτερο αύριο, άλλοτε επικίνδυνα κι άλλοτε όχι. Πάντα διαπλέκονται.
Ίσως είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο το ότι στην αντίδραση του Χριστού στο αίτημα των υιών Ζεβεδαίου κατακλείνεται με απόψεις περί εξουσίας. « προσέξτε λέει στους μαθητές Του : αυτοί που νομίζουν ότι είναι αρχηγοί κατακυριεύουν τα έθνη…. Εσείς δεν μπορείτε στο όνομα του χριστιανισμού να κάνετε τα ίδια. Αντίθετα θα ασκείτε την εξουσία ως διακονία,. Αν έχετε ως χριστιανοί κάποιο ειδικό δικαίωμα, αυτό είναι το δικαίωμα να διακονείτε τους ανθρώπους στην υπόθεση του καλύτερου μέλλοντος.
Όλα τα στοιχεία του σημερινού Ευαγγελίου δείχνουν, ότι κάθε άνθρωπος μέσα από τη χριστιανική του πορεία μπορεί να βρει μία άλλη πρωτότυπη δημόσια έκφραση του εαυτού του και θα συμβάλλει επώνυμα στην καλυτέρευση της κοινωνίας..
Το ερώτημα είναι : Ποιος έχει τι θάρρος να εγκαταλείψει το ρόλο ρουτίνας αφενός και να επιδιώξει μία πρωτότυπη έκφραση κοινωνικής δράσης αφετέρου;
Πάντως όσοι έχουν ή θέλουν να έχουν τέτοιο θάρρος ας έχουν υπόψη τους και τη δύναμη της χριστιανικής πίστεως, οποία εκπηγάζει από ην παρουσία του χριστού που βρίσκεται ζώντας εντός της εκκλησιαστικής κοινότητος.
π.γ.στ.