Τρίτη 31 Μαρτίου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

Αξιότιμη
κα Νίκη Κεραμέως
Υπουργό Παιδείας & Θρησκευμάτων
Αξιότιμη κα Υπουργέ,
Αφορμή για την επιστολή αυτήν, την οποία αποστέλλω και στον κ. Υπουργό Υγείας, αποτελεί η νέα Κοινή Υπουργική Απόφαση που υπογρά­ψατε στις 28.3.2020 (Δ1α/ΓΠ.οικ. 21285 ΚΥΑ).
Ευθύς εξ αρχής, θα ήθελα να σας καταστήσω σαφές ότι δεν εκ­προσω­πώ κανέναν άλλον παρά τον εαυτό μου και μόνον, νομίζω όμως ότι οι σκέ­ψεις που ακολουθούν εκφράζουν την κοινή λογική και φυσικά τα αισθήματα πολλών συμπολιτών μας, μάλιστα και κατοίκων της Νότιας Αττικής και μεγάλου τμήματος της Ανατολικής, την εκκλησια­στική ευθύνη της οποίας έχω ως Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής.
Δεν αποτελεί κολακεία ούτε υποκρύπτει σκοπιμότητα το να εκφρά­σω τις ευχαριστίες μου και προς εσάς προσωπικά και προς την Κυβέρνηση για όσα πολλά και με περισσή σύνεση και τόλμη κάνετε για την προστασία και την ευημερία του λαού μας, κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.
Παρά ταύτα, επιτρέψτε μου με όλον  το σεβασμό στο πρόσωπο και στη θέση ευθύνης που κατέχετε να μοιραστώ κάποιες σκέψεις και ερωτή­ματά μου, όχι με διάθεση να σας ελέγξω, αλλά να συμβάλω κι εγώ στην καλύτερη ρύθμιση των θεμάτων που αφορούν τη λειτουργία της Εκκλησίας μας, μάλι­στα ύστερα και από την χθεσινή σας Απόφαση (ΚΥΑ) και κάτω από τα δεδομένα των ημερών.
Σύμφωνα με αυτήν, συνεχίζεται η απαγόρευση όχι μόνο των θρησκευ­τικών συναθροίσεων, αλλά αυστηρώς και της τέλεσης ακολουθιών και της θείας λειτουργίας εντός των ιερών ναών.
1. Θεωρώ ότι η Απόφαση αυτή της Κυβέρνησης, η οποία όμως φέρει τη δική σας υπογραφή, παραβιάζει τα όσα διακηρύττονται περί των διακρι­τών ρόλων μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας. Ρόλος της πολιτείας ασφαλώς και είναι, στα μέτρα ευθύνης της για την προστασία του αγαθού της δημό­σιας υγείας, εφόσον έτσι κρίνει, να απαγορεύσει μεταξύ άλλων και τις θρη­σκευ­τικές συναθροίσεις. Η τέλεση όμως της θείας λατρείας για μας τους Ορθο­δόξους είναι αποκλειστικά «ρόλος», εμείς το ονομάζουμε αποστολή, και ευθύνη της Εκκλησίας. Συνε­πώς, μια απόφαση περιορισμού της θείας λα­τρείας δεν μπορεί να λαμβά­νεται μονομερώς από την πολιτεία, ή τουλά­χιστον χωρίς την σύμφωνη γνώ­μη της επίσημης Εκκλησίας ή πολύ περισσό­τερο με παράκαμψη ή και περιφρόνηση της Ιεράς Συνόδου. Βγήκαν δύο Αποφάσεις αγνοώντας παντε­λώς επίσημες Συνο­δικές Θέσεις και Αιτήματα χωρίς τη στοιχει­ώδη εκ προτέρων ενημέρωση ή συνεννόηση. Δεν είναι η Εκκλησία ένα άτακτο κοριτσάκι που του τραβάμε τα μαλλιά ή το χαστου­κίζουμε για να συμμορφωθεί. Ο θεσμικός σεβασμός τραυματίστηκε καίρια. Η Εκκλησία είχε και έχει πολύ λογικές λύσεις και προτάσεις στα πλαίσια της αποκλει­στικής αρμοδιότητάς της για να βοηθήσει την πολιτεία στον αγώνα της.
2. Απαγόρευση της θείας λατρείας δεν έχει γίνει ποτέ, ακόμη και από τα επισήμως ταυτιζόμενα με τον αθεϊσμό καθεστώτα, πλην του Εμβέρ Χότζα στην Αλβανία. Το σοβιετικό καθεστώς πολέμησε τη θρησκευτικό­τητα, εδίωξε την Εκκλησία, γκρέμισε ναούς, εξόντωσε κληρικούς, δεν απα­γό­ρευσε όμως τη λατρεία κεκλεισμένων των θυρών. Η Κυβέρνησή μας το έκανε!
3. Στις μέρες μας, κάτω από το καθεστώς της απειλής εξάπλωσης του κορωνοϊού, σε καμία άλλη χώρα πλην της Ελλάδας δεν έχει απαγο­ρευθεί η τέλεση της θείας λατρείας, ούτε στην Κύπρο, ούτε στις σλαβικές χώρες, ούτε στην Κορέα, ούτε στις εκκλησίες του Οικουμενικού Θρόνου. Εκεί το θέμα το ρύθμισαν οι αρμόδιες εκκλησίες μόνες τους, σεβόμενες ασφαλώς τις αποφά­σεις των κυβερνήσεων τους.  Οι συναθροίσεις πάσης φύσεως, και οι θρησκευ­τικές, απαγορεύτηκαν, την λατρεία όμως κανείς δεν την ακούμπησε.  
4. Με τη νέα Απόφαση (ΚΥΑ), ενώ επιτρέπεται η τέλεση θείων λειτουρ­γιών σε ναούς από όπου γίνεται αναμετάδοση μέσω τηλεοπτικού ή ραδιο­φωνικού σταθμού, ρητά απαγορεύεται η τέλεση σε ναούς με αναμετάδοση μέσω διαδικτύου. Γιατί αυτό; Το internet δημιουργεί μικρόβια και ιούς και η τηλεόραση όχι; Πού παραβιάζονται οι όροι υγιεινής προστασίας; Κάποιοι ναοί είναι ασφαλείς και οι υπόλοιποι όχι; Η διαδικτυακή αναμετάδοση δεν θα βοηθούσε να ελεγχθεί και η παρουσία κόσμου στους ναούς;
5. Το όλο πλαίσιο ως έχει προκαλεί για παράνομες υπεκφυγές με τέλεση λειτουργιών «κρυφά» ή εκεί που δεν περιλαμβάνει η ΚΥΑ, με συνέπειες που δύσκολα θα ελεγχθούν και τότε θα δημιουργηθεί πρόβλημα με τη δημόσια υγεία. Αν οι ιερείς τελούν λειτουργίες στα σπίτια τους, σε αποθήκες, σε σαλόνια, σε ουδέτερους χώρους, σε ξωκλήσια που η πολιτεία τα μετέτρεψε σε μουσεία και δεν είναι πλέον χώροι θρησκευτικών συνα­θροίσεων, με πολύ περισσότερα άτομα, αυτό δεν προκαλεί ανησυχία στην Κυβέρ­νηση; Θα ήταν πιο ασφαλές σε λίγα τετραγωνικά να συγκεντρώνονται κρυφά άτομα ανεξέλεγκτα σε αριθμό (μέλη οικογένειας, συχνά πολύτεκνης κ.λπ.) από το να τελεσθεί η λειτουργία παρουσία 3 ή 5 ή 10 ατόμων σε ένα χώρο 200 ή 400 ή και περισσότερων τετραγωνικών; Αυτές τις παρεκκλίσεις θα μπορούσε να τις απαγορεύσει η Εκκλησία, πώς όμως θα τις ελέγξει η πολι­τεία, αν δεν συνεργαστεί μαζί της;
6. Τα μέτρα αυτά πληγώνουν βαθιά τους εχέφρονες πιστούς και θα εξαγριώσουν αυτούς από τους οποίους θέλουμε να προστατευθούμε και τους οποίους δύσκολα ελέγχουμε. Πώς θα ελεγχθεί ο φανατισμός, η παρα­νοϊκή εμπάθεια, ο εξαγριωμένος παραλογισμός; Επιπλέον, διχάζεται και  ο λαός και προκαλείται σύγχυση, όταν δεν υπάρχουν αιτιολογημένες απα­ντή­σεις και λογικά επιχειρήματα και εξηγήσεις. Ποιος να καταλάβει ότι 5 άτομα σε ένα χώρο 300 τετραγωνικών, όταν λειτουργούνται, απειλείται η δημόσια υγεία;
7. Από τα μέτρα δεν εξαιρούνται τα μοναστήρια. Εκεί γιατί επιτρέ­πεται η κοινή ζωή, η κοινή τράπεζα και ρητά απαγορεύεται η θεία λατρεία, τη στιγμή που οι συνήθως λίγες μοναχές ή μοναχοί θα μπορούσαν να δια­σκορπιστούν μέσα στον ναό; Τους αναγνωρίζονται όλα πλην της λατρείας που είναι το κέντρο της ζωής τους. Γιατί να μη γίνονται οι ακολουθίες κεκλει­σμένων των θυρών αποκλειστικά για τα μέλη της μοναστικής αδελφότητος;
8. Σας προτείνουμε να ερωτηθεί ο κ. Τσιόδρας και να αποφανθεί για το αν η τέλεση της θείας λατρείας από τους ιερείς με πέντε ή δέκα ανθρώ­πους στις μεγάλες γιορτές, υπό την προϋπόθεση της αυστηρής τήρησης των όρων της Κυβέρνησης, ενέχει κίνδυνο μετάδοσης του ιού ή κάπως παραβιάζει το πνεύμα των μέτρων. Ας απαντήσει ο ίδιος και η ομάδα του με καθαρά επιστημονικά κριτήρια, όχι με βάση την ιδεολογία τους (τι πιστεύουν), αλλά αυστηρά στη βάση της επιστημονικής ειδικότητας τους (τι γνωρίζουν).
9. Έχει δημιουργηθεί το αίσθημα μιας εχθρικότητας και παράλογης πολε­μικής από την πλευρά της Κυβέρνησης προς την Εκκλησία ή ακόμη ότι έτσι υποθάλπεται η ύβρις, που κατά κόρον εκφράστηκε για το ιερότερο στοιχείο της πίστης των Ορθοδόξων, που είναι η Θεία Ευχαριστία. Πώς αυτό θα εξαλειφθεί;
10. Την Εκκλησία φαίνεται πως δεν την έχει καταλάβει η Κυβέρνηση. Ίσως να φταίμε κι εμείς. Η πίστη είναι πολύ βαθύ στοιχείο υπαρξιακής δύναμης στην ψυχή μας. Χωρίς αυτήν δεν μπορούμε να ζήσουμε, πολύ δε περισσότερο δεν υπάρχουμε. Αυτό έχει καίρια χτυπηθεί. Μας πνίγηκε η ζωή, μας κόπηκε η αναπνοή, μας απειλείται η ταυτότητα. Αυτό είναι η λειτουργία.
11. Αναγνωρίζουμε ότι τα μέτρα είναι προσωρινά, η κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη, ότι στην ουσία το πρόβλημα είναι σε μία Κυριακή (5/4), στον Ακάθιστο Ύμνο (Παρασκευή 3/4) και στο Σάββατο του Λαζάρου (11/4). Ακολουθεί όμως η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα. Και καταλαβαίνετε αυτό τι σημαίνει. Χωρίς τη συνεργασία της Εκκλησίας, με τραυματισμένη την εμπιστοσύνη και τον αμοιβαίο σεβασμό, πώς είναι δυνατόν να ρυθμι­σθεί το όλο θέμα;
Κα Υπουργέ, σας ζητώ συγγνώμη αλλά ο σκοπός της επιστολής μου δεν είναι να σας ελέγξει, αλλά να βοηθήσει στην εξεύρεση μιας πιο ορθο­λογικής Απόφασης, πολιτικά συνετότερης και εκκλησιαστικά δικαιότερης. Η συνεννόηση με την Εκκλησία, η συνεργασία μαζί της και ο αμοιβαίος σεβα­σμός και εμπιστοσύνη είναι μονόδρομος. 
Επίσης η επιστολή μου θα δημοσιευθεί όχι για να ασκήσει μικρο­νοϊκά κάποια πίεση ή να εκβιάσει με κοσμική αντίληψη, αλλά για να κριθεί δημό­σια ως προς τη λογική της και το φρόνημά της, γιατί τα μέτρα που πήρε η Κυβέρνηση αφορούν τον δημόσιο βίο.
Η ισχύς της ΚΥΑ λήγει στις 11/4. Τί θα γίνει μετά; Είναι δυνατόν την Μεγάλη Πέμπτη που τιμούμε τον Μυστικό Δείπνο να μην τελέσουμε τη θεία Ευχαριστία; Είναι δυνατόν την Κυριακή των Βαΐων να μην ακουστεί το Ωσαννά στους ναούς μας, όπως έχουμε μάθει; Είναι δυνατόν τη Μεγάλη Παρασκευή να μη γίνει περιφορά του Επιταφίου μέσα στους ναούς; την Κυριακή του Πάσχα να απαγορεύσουμε το «Χριστός Ανέστη»; Είναι σαν να βάζουμε τον Χριστό μέσα στον τάφο πασχαλιάτικα και να Τον εμποδίζουμε να βγει. Εμείς πάντως πιστεύουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας ότι ο Κύριος εξέρχεται και «ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος» και «εἰσέρχεται τῶν θυρῶν κεκλεισμένων». Και το κάνει πάντοτε. Και φέτος.
Το «Χριστός Ανέστη» πρέπει να ακουστεί, όχι μόνο στις καρδιές μας αλλά και σε όλους τους ναούς μας.
Περιμένουμε την κατανόηση σας και πριν πάρετε τις όποιες αποφά­σεις να συνεργαστείτε με τη Σύνοδό μας. Τα λάθη που έγιναν πρέπει να διορ­θωθούν, για να μην ακολουθήσουν τα μεγαλύτερα που δεν θεραπεύονται.

Ευχή του Οσίου Θαλασσίου



Κύριε τῶν πάντων Χριστὲ, ἐλευθέρωσέ μας ἀπὸ ὅλα αὐτὰ, ἀπὸ τὰ ὀλέθρια πάθη καὶ ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς ποὺ προέρχονται ἀπὸ αὐτὰ.

Πλασθήκαμε ἀπὸ Σένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὸν παράδεισο ποὺ ἐφύτευσες Ἐσὺ.

Τὴν τωρινή μας ἀτιμία μόνοι τὴν προκαλέσαμε, μὲ τὸ νὰ προτιμήσουμε τὴν ὀλέθρια ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ἀπόλαυση.

Ἐπήραμε τὴν ἀμοιβή μας γι’ αὐτὸ, ἀνταλλάσσοντας τὴν αἰώνια ζωὴ μὲ τὸ θάνατο.

Τώρα λοιπὸν, Κύριε, καθὼς ἐστράφηκες μὲ εύμένεια πρὸς ἐμᾶς, κάνε τὸ ἴδιο ὥς τὸ τέλος. Καθὼς ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ μᾶς, σῶσε μας ὅλους.

Γιατὶ ἦλθες νὰ σώσεις ἐμᾶς τοὺς χαμένους. Μὴ μᾶς χωρίσεις ἀπὸ τὴν μερίδα ὅσων σώζονται.

Ἀνέστησε τὶς ψυχὲς καὶ σῶσε τὰ σώματά μας. Καθάρισέ μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ.

Σπάσε τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν ποὺ μᾶς κατέχουν. Ἐσύ, ποὺ συνέτριψες τὶς φάλαγγες τῶν ἀκάθαρτων δαιμόνων.

Καὶ ἀπάλλαξέ μας ἀπὸ τὴν τυραννία τους, γιὰ νὰ λατρεύσουμε Ἐσένα μόνο, τὸ αἰώνιο Φῶς.

Ἀφοῦ ἀναστηθοῦμε ἐκ νεκρῶν, συγκροτώντας μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους μία εὐλογημένη καὶ ἀκατάλυτη χορεία. Ἀμὴν.

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΌΜΟΣ

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

Μολυσματική νόσος

Ο μιαρός! ούστ! ούστ! Διώξτε μακριά τον μιαρό! Alessandro Manzoni, Οι αρραβωνιασμένοι

Μια από τις πιο απάνθρωπες συνέπειες του πανικού που επιδιώκεται με κάθε τρόπο να εξαπλωθεί στην Ιταλία με την ευκαιρία της επονομαζόμενης επιδημίας του κορωνοϊού είναι απτή στην ίδια ιδέα της μόλυνσης, βάσει της οποίας διαμορφώθηκαν τα έκτακτα μέτρα που υιοθέτησε η κυβέρνηση. Η ιδέα αυτή, η οποία ήταν ξένη προς την ιατρική του Ιπποκράτη, είχε τον πρώτο ανύποπτο πρόδρομό της κατά τη διάρκεια των λοιμών που κατέστρεψαν ορισμένες ιταλικές πόλεις μεταξύ του 1500 και του 1600. Αυτή είναι η μορφή του μιαρού, του πανουκλιασμένου, που αποθανατίζεται από τον Manzoni τόσο στο μυθιστόρημά του, όσο και στο δοκίμιο για την Ιστορία της μιαρής στήλης. Μια μιλανέζικη “κραυγή” για την πανούκλα του 1576, τους περιγράφει κατ ‘αυτόν τον τρόπο, καλώντας τους πολίτες να τους καταγγείλουν:

“Έχοντας ενημερωθεί από τον κυβερνήτη ότι μερικοί άνθρωποι με λιγοστό ζήλο φιλανθρωπίας προκειμένου να τρομοκρατήσουν και να τρομάξουν τους ανθρώπους και τους κατοίκους αυτής της πόλης του Μιλάνου και να τους παρακινήσουν σε κάποια αναταραχή, αλείφουν με ουσίες που λέγεται ότι είναι λοιμώδεις και μολυσματικές, τις πόρτες και τις κλειδαριές των σπιτιών και τις γωνιές των συνοικιών αυτής της πόλης και άλλες περιοχές, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να συμβαίνουν πολλά ανάρμοστα και να παρατηρείται όχι μικρή αλλοίωση στις σχέσεις των ανθρώπων, περισσότερο μάλιστα σε όσους πείθονται εύκολα να πιστεύουν τέτοια πράγματα, κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως τάξης, κατάστασης, βαθμού, ας εννοήσει για λογαριασμό του ότι μέσα σε σαράντα ημέρες θα είναι εφικτό να εντοπίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα που έχουν ευνοήσει, βοηθήσει ή πληροφορηθεί για αυτήν την υβριστική πράξη, αν θα του δοθούν πεντακόσια σκούντα … »

Με δεδομένες  τις αναντίρρητες, διαφοποιήσεις οι πρόσφατες αποφάσεις (οι οποίες ελήφθησαν από την κυβέρνηση με διατάγματα που θα θέλαμε να ελπίζουμε –  ματαίως ωστόσο- ότι δεν θα επιβεβαιωθούν από το κοινοβούλιο με νόμο εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας) μετατρέπουν πραγματικά το κάθε άτομο σε δυνητικό μολυσματικό φορέα, ακριβώς όπως εκείνες οι αποφάσεις που αφορούν στην τρομοκρατία, υπολαμβάνουν κάθε πολίτη ως εν δυνάμει τρομοκράτη.  Η αναλογία είναι τόσο ξεκάθαρη, ώστε ο δυνητικός μολυσματικός φορέας που δεν συμμορφώνεται με τις υποδείξεις τιμωρείται με φυλακή. Ιδιαίτερα αποτρόπαιη είναι η μορφή του υγιούς ή πρώιμου φορέα, ο οποίος μολύνει μια πληθώρα ατόμων χωρίς να είναι κανένας σε θέση να αμυνθεί εναντίον του, όπως κάποιος θα μπορούσε να προστατέψει τον εαυτό του από έναν πραγματικό μολυσματικό φορέα.

Ακόμη πιο λυπηρός από τους περιορισμούς των ελευθεριών, που συνεπάγονται οι πρόσφατες αποφάσεις, είναι, κατά τη γνώμη μου, ο εκφυλισμός των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων που δύνανται αυτές να προκαλέσουν. Ο άλλος άνθρωπος, όποιος κι αν είναι, ακόμα και ένας αγαπημένος, δεν πρέπει να πλησιαστεί ή να αγγιχθεί και μάλιστα προκρίνεται να τεθεί, ανάμεσα σε εμάς και σε εκείνον, μια απόσταση, που σύμφωνα με ορισμένους είναι ένα μέτρο, αλλά σύμφωνα με τις τελευταίες υποδείξεις των λεγόμενων εμπειρογνωμόνων θα πρέπει να είναι 4,5 μέτρα (ενδιαφέροντα τα πενήντα εκατοστά!). Η έννοια του πλησίον έχει καταργηθεί. Είναι δυνατόν, δεδομένης της ηθικής ασυνέπειας των κυβερνώντων, αυτές οι αποφάσεις να απευθύνονται σε εκείνους που τις εκλαμβάνουν και τις εφαρμόζουν με τον ίδιο φόβο που είναι θεμιτό να προκαλέσουν, αλλά είναι δύσκολο να μην σκεφτεί κανείς ότι η κατάσταση που δημιουργούν είναι ακριβώς εκείνη που όποιος μας κυβερνά προσπάθησε -όχι λίγες φορές- να πραγματοποιήσει: τα πανεπιστήμια και τα σχολεία να κλείνουν και τα μαθήματα να γίνονται μόνο διαδικτυακά, να πάψουμε, μια και καλή, να συναντιώμαστε και να μιλάμε για πολιτικά ή πολιτιστικά θέματα, να ανταλλάσσουμε μόνο ψηφιακά μηνύματα και, οπουδήποτε είναι εφικτό, τα μηχανήματα να αντικαθιστούν κάθε επαφή – αποτρέποντας οποιαδήποτε μολυσματική ασθένεια – μεταξύ των ανθρώπων.


Ένας Ιταλός δημοσιογράφος καταπιάστηκε, σύμφωνα με την καλή συνήθεια του επαγγέλματός του, να παραμορφώσει και να παραποιήσει τις σκέψεις μου για τη σύγχυση, ηθικής τάξεως, στην οποία η επιδημία ρίχνει τη χώρα, όπου δεν έχουμε πλέον σεβασμό ούτε για τους νεκρούς. Όπως ακριβώς δεν κρίνει απαραίτητο να αναφέρει το όνομά του, δεν μπαίνει ομοίως στον κόπο να διορθώσει τα αυτονόητα και δεδομένα που διατυπώνει με έκδηλες χειριστικές προθέσεις. Όποιος θέλει  μπορεί να διαβάσει το κείμενο του άρθρου μου με τίτλο “Μολυσματική νόσος” στον ιστότοπο του εκδοτικού οίκου Quodlibet. Δημοσιεύω εδώ ορισμένες άλλες σκέψεις, οι οποίες, παρά τη σαφήνεια τους, πιθανότατα θα παραποιηθούν και αυτές.

Ο φόβος είναι κακός σύμβουλος, αλλά φανερώνει πολλά πράγματα που προσποιούμαστε ότι δεν βλέπαμε. Το πρώτο πράγμα που αποκαλύπτει το κύμα πανικού που παραλύει τη χώρα είναι ότι η κοινωνία μας δεν πιστεύει πλέον σε τίποτα εκτός από τη γυμνή ζωή. Είναι σαφές ότι οι Ιταλοί είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν σχεδόν τα πάντα, τις συνήθεις συνθήκες διαβίωσης, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμα και τις φιλίες, τα συναισθήματα και τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις, μπροστά στον κίνδυνο να αρρωστήσουν. Η γυμνή ζωή -και ο φόβος της απώλειάς της- δεν είναι κάτι που ενώνει τους ανθρώπους, αλλά τους τυφλώνει και τους χωρίζει. Τα άλλα ανθρώπινα όντα, όπως στον λοιμό που περιγράφεται από τον Manzoni, θεωρούνται τώρα μόνον ως πιθανοί μολυσματικοί φορείς (“πανουκλιασμένοι”), οι οποίοι πρέπει να αποφεύγονται πάση θυσία και οι οποίοι πρέπει να διατηρούνται σε απόσταση τουλάχιστον ενός μέτρου. Οι νεκροί – οι νεκροί μας – δεν έχουν δικαίωμα σε κηδεία και δεν μας είναι σαφές τι συμβαίνει στα πτώματα των αγαπημένων μας. Η έννοια του πλησίον ακυρώνεται και είναι περίεργο ότι οι εκκλησίες σωπαίνουν γι ‘αυτό. Τι γίνονται οι ανθρώπινες σχέσεις σε μια χώρα που συνηθίζει να ζει με αυτόν τον τρόπο χωρίς να γνωρίζει κανείς για πόσο καιρό; Και τι είναι μια κοινωνία που δεν έχει άλλη αξία από την επιβίωση;

Το άλλο πράγμα, όχι λιγότερο ανησυχητικό από το πρώτο, που η επιδημία καθιστά ολοφάνερο είναι ότι η έκτακτη κατάσταση, στην οποία οι κυβερνήσεις μάς έχουν συνηθίσει εδώ και καιρό, έχει γίνει πραγματικά η φυσιολογική κατάσταση. Υπήρξαν πιο σοβαρές επιδημίες στο παρελθόν, αλλά κανείς δεν είχε σκεφτεί ποτέ να δηλώσει γι ‘αυτό μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, όπως η σημερινή, η οποία μας εμποδίζει ακόμη και τη μετακίνηση. Οι άνθρωποι έχουν τόσο εθιστεί να ζουν σε συνθήκες πολυετούς κρίσης και πολυετούς έκτακτης ανάγκης που δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η ζωή τους έχει μειωθεί σε καθαρά βιολογική κατάσταση και έχει χάσει κάθε διάσταση όχι μόνο κοινωνική και πολιτική, αλλά και ανθρώπινη και συναισθηματική. Μια κοινωνία που ζει διηνεκώς σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να είναι μια ελεύθερη κοινωνία. Στην πραγματικότητα ζούμε σε μια κοινωνία που έχει θυσιάσει την ελευθερία στους λεγόμενους «λόγους ασφαλείας» και, ως εκ τούτου, καταδικάστηκε να ζήσει σε μια μόνιμη κατάσταση φόβου και ανασφάλειας.

Δεν μας εκπλήσσει που αναφορικά με τον ιό μιλάμε για πόλεμο. Τα μέτρα έκτακτης ανάγκης μας υποχρεώνουν να ζούμε σε συνθήκες απαγόρευσης κυκλοφορίας. Αλλά ένας πόλεμος με έναν αόρατο εχθρό, που μπορεί να κρύβεται σε οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, είναι ο πιο παράλογος των πολέμων. Είναι, μάλιστα, ένας εμφύλιος πόλεμος. Ο εχθρός δεν είναι έξω, είναι μέσα μας.

Εκείνο που προκαλεί ανησυχία δεν είναι τόσο ή όχι μόνο το παρόν, αλλά το μετά. Ακριβώς όπως οι πόλεμοι έχουν αφήσει μια σειρά δυσοίωνων και επιτευγμάτων ως κληρονομιά στην ειρήνη, από αγκαθωτά σύρματα έως πυρηνικούς σταθμούς, είναι πολύ πιθανό ότι θα καταβληθούν προσπάθειες να συνεχιστούν, ακόμη και μετά την έκτακτη ανάγκη για την υγεία, τα πειράματα που οι κυβερνήσεις δεν είχαν πραγματοποιήσει πρωτύτερα, ώστε τα πανεπιστήμια και τα σχολεία να κλείνουν και τα μαθήματα να γίνονται μόνο διαδικτυακά ή, μια και καλή πλέον, να πάψουμε να συναντιώμαστε και να μιλάμε για πολιτικά ή πολιτιστικά θέματα και να ανταλλάσσουμε μόνο ψηφιακά μηνύματα και, οπουδήποτε είναι εφικτό, τα μηχανήματα να αντικαθιστούν κάθε επαφή – αποτρέποντας οποιαδήποτε μολυσματική ασθένεια – μεταξύ των ανθρώπων.

Μετάφραση: Αναστάσιος Θεοφιλογιαννάκος
ΑΝΤΙΦΩΝΟ

Κυριακή 29 Μαρτίου 2020

Ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος



ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ

          Η μνήμη του οσίου πατρός Ιωάννη της Κλίμακος φέρνει στη σκέψη μας τη λαμπρή ιστορία της Σιναϊτικής παράδοσης.

          Ως γνωστόν η ορθόδοξη πνευματικότητα βρήκε την  γνήσια έκφρασή της στην περιοχή της μοναχικής άσκησης. Τα διάφορα μοναστικά κέντρα αποτελούσαν πόλους έλξεως για πνευματικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Γι’ αυτό και αποτελούν σπουδαία πνευματικά κέντρα της Ορθοδοξίας.

          Η Ιερά Μονή Σινά στην έρημο της Αραβίας, σ’ ένα  χώρο που σπάνια συναντά κανείς το πράσινο και τα ρέοντα ύδατα, έχει μια ξεχωριστή δική της ομορφιά μέσα σ’ εκείνο το ζεστό και σκληρό τοπίο με τον υπερκόσμιο χαρακτήρα της.

          Εκεί ο θεόπτης Μωυσής έλαβε τις  Δέκα Εντολές και πολύ αργότερα ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός έκτισε την παλαίφατη Μονή του Όρους Σινά και από τότε μέχρι σήμερα αμέτρητες ψυχές βρήκαν του Χριστό και σώθηκαν από την ματαιότητα του κόσμου και μας βοηθούν με το φωτεινό τους παράδειγμα να εισέλθουμε  κι εμείς στη Βασίλευα του Θεού, στην αιωνιότητα.

          Ο όσιος Ιωάννης, σύμφωνα με τον βιογράφο του Δανιήλ Ραϊθώ, σε νεαρή ηλικία, 16 χρόνων, αποφάσισε να αφιερωθεί στην μοναχική ζωή και έγινε δεκτός ως δόκιμος μοναχός στο Ιερό Κοινόβιο της Μονής Σινά. Σε ηλικία 19 χρόνων αναχώρησε, μετά την κοίμηση του πνευματικού του καθοδηγητή, στον τόπο Θολά και έζησε ως ερημίτης  αυστηρή ζωή σαράντα ολόκληρα χρόνια.

          Όταν όμως εκλέγεται από τους αδελφούς της Μονής ως ηγούμενος υπακούει και γίνεται πνευματικός της Σιναϊτικής αδελφότητας. Αργότερα άφησε τις ευθύνες της Μονής για να αποσυρθεί στο χώρο της απόλυτης ησυχίας και προσευχής μέχρι το τέλος της επίγειας ζωής του.

          Ο βιογράφος του περιγράφει την πνευματική του ακτινοβολία και αγιότητα, αλλά το έργο που ο όσιος Ιωάννης έγραψε και διατηρείται μέχρι σήμερα, δείχνει καθαρά την υπέροχη πνευματική προσωπικότητα του οσίου. Το έργο του ονομάζεται “Κλίμαξ” και συνοδεύει πάντοτε ως επώνυμο το όνομα του αγίου. Η “Κλίμακα” αποτελείται από τριάντα κεφάλαια ή βαθμίδες και αντιστοιχούν στα τριάντα χρόνια της σιωπηρής ζωής του Ιησού Χριστού. Είναι μια “Κλίμακα”, μια σκάλα του ουρανού, που ανεβάζουν από τη γη στον ουρανό και στο τέλος φανερώνει τον ίδιο τον Θεό.

          Τα θέματα των κεφαλαίων της “Κλίμακας” αναφέρονται στη φυγή από τον κόσμο, την υπακοή, στην μετάνοια, στη μνήμη θανάτου, στο χαροποιόν πένθος, την αοργησία, την πραότητα, τη μνησικακία, την ακτημοσύνη, την προσευχή, τα πάθη, τις αρετές, την ησυχία, στην απάθεια, την ελπίδα, την αγάπη και την πίστη.

         Ο όσιος Ιωάννης της “Κλίμακος” είναι από τους πιο δυνατούς συγγραφείς. Ο λόγος του είναι γνήσιος, γιατί βγαίνει μέσα από το ζωντανό βίωμα της ασκητικής ζωής. Οι πολλές μεταφράσεις που έχουν γίνει φανερώνουν τη δημοτικότητα και το πλήθος του αναγνωστικού κοινού που με αγάπη διαβάζει. Ιδιαίτερη θέση κατέχει στην ασκητική και μυστική παράδοση της ορθόδοξης πνευματικότητας και αποτελεί πηγή έμπνευσης και αφετηρία για μεταγενέστερους συγγραφείς του ίδιου είδους.

          Στα μοναστήρια απετέλεσε το προσφιλέστερο ανάγνωσμα για την πνευματική οικοδομή  και μύηση στη  μοναχική πολιτεία. Μάλιστα επειδή συνηθίζεται στα Μοναστήρια να διαβάζεται κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία καθιέρωσε να αφιερώνεται η Δ΄ Κυριακή των Νηστειών στην μνήμη του αγίου Ιωάννου της “Κλίμακος”.

          Με ιδιαίτερη χαρά βλέπουμε, ότι και σήμερα η “Κλίμακα” διαβάζεται με ζήλο και νέες εκδόσεις με μεταφράσεις στη νέα ελληνική γλώσσα δίνουν την ευκαιρία στους νεοέλληνες να γευτούν από τον πνευματικό θησαυρό της ορθόδοξης πνευματικότητας.

          “Ταις αυτού πρεσβείες, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς”.

          π. γ. στ.

Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ



Η προσευχή κατ’ εξοχήν υπόθεση ελευθερίας



          Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι κατ’ εξοχήν περίοδος πνευματικού αγώνα. Η ζωή του πιστού μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο του κακού, της φθοράς και  της ασθένειας είναι ένας συνεχής αγώνας. Αυτό ακριβώς μας υπενθυμίζει η περίοδος της Μ. Τεσσαρακοστής. 

          Η ευαγγελική διήγηση που διαβάστηκε σήμερα στην  Εκκλησία, αναφέρεται στη θεραπεία ενός δαιμονισμένου παιδιού, εξυπηρετεί αυτόν ακριβώς τον σκοπόν. Μας υπενθυμίζει  τον αγωνιστικό χαρακτήρα  αυτής της περιόδου. Η Εκκλησία μας καλεί να εντείνουμε τον πνευματικό  μας αγώνα για να γίνουμε μέτοχοι του σταυρού και της αναστάσεως του Κυρίου.

          Σίγουρα η νηστεία είναι το κυρίαρχο στοιχείο προετοιμασίας. Σήμερα όμως μας προτείνεται κι ένα ακόμη μέσον: η προσευχή και η πίστη.

          Ο πατέρας του σημερινού ευαγγελίου πίστευε και για τη θεραπεία του παιδιού του και για τη δική του απιστία. Ο Θεός δεν θα ζητήσει από εμάς να βγάλουμε δαιμόνια, αλλά τα σωματικά πάθη και τους κακούς διαλογισμούς  της καρδιάς. Και την νίκη του κακού αυτού ο Χριστός τη συσχετίζει με την υπερνίκηση του πονηρού με την πίστη αφ’ ενός και την προσευχή και την νηστεία αφ’ ετέρου.

          Για να δούμε τι ρόλο παίζει η προσευχή στην νίκη κατά του κακού.

          Πολλοί θεωρούν την προσευχή ως περιττή ή και ανάρμοστη για τον σύγχρονο άνθρωπο. Τι μπορεί αλήθεια να προσφέρει η προσευχή; Ή πως μπορεί κανείς να νοιώθει αξιοπρεπής, όταν καταφεύγει στην προσευχή;

          Ουσιαστικά τα ερωτήματα αυτά πρέπει ν’ αντιστραφούν. Πως μπορεί ο άνθρωπος να ζει χωρίς προσευχή; Ή πως μπορεί να αισθάνεται πληρότητα  και ελευθερία, αν δεν τρέφεται και δεν αναζωογονείται από αυτήν;

          Τελικά η προσευχή αποτελεί ουσιώδες αίτημα της ανθρώπινης υπάρξεως.

          Αν η πίστη είναι η νοοτροπία να νικάει τον κόσμο και να τον μεταμορφώνει, σαν όπλο της πίστεως παρουσιάζεται η προσευχή  και η νηστεία. Τα όπλα αυτά είναι τόσο ταιριαστά για την περίοδο του πνευματικού αγώνα της Μ. Τεσσαρακοστής. Όταν οι μαθητές ρώτησαν τον Χριστό γιατί δεν μπορούσαν να θεραπεύσουν τον δαιμονισμένο παιδί, απάντησε : “τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία”. Αυτά τα δύο στην Παλαιά Διαθήκη σημαίνουν μετάνοια. Όταν οι προφήτες καλούν το λαό να μετανοήσουν, τους προτρέπουν στην προσευχή και την νηστεία.

          Γιατί προσευχή; Τι είναι η προσευχή;

          Προσευχή είναι η αναφορά του ανθρώπου προς τον Θεό, η κοινωνία και η ένωση μαζί Του. Η προσευχή δεν αποτελεί μια μαγική πράξη, αλλά είναι υπόθεση ελευθερίας. Η μαγική πράξη γίνεται για να ικανοποιήσει το ανθρώπινο θέλημα, άσχετα αν αυτό συμφωνεί με το θέλημα του Θεού. Η προσευχή γίνεται με την ελεύθερη αυτοεγκατάλειψη του ανθρώπου στο θέλημα του Θεού. Όταν η προσευχή γίνεται με την προϋπόθεση αυτή, αλλά  αποβλέπει στην πραγματοποίηση του θελήματος του ανθρώπου, εκλαμβάνεται ως μαγική πράξη.

          Για να προσεγγίσει ο άνθρωπος τον Θεό πρέπει να παραμερίσει κάθε κοσμική φροντίδα, ν’ αποσπάσει τον νου του από τα δημιουργήματα και να την στρέψει προς τον Δημιουργό. Και για να το κατορθώσει αυτό απαιτείται  να ενεργοποιήσει εκείνη την ενέργεια του νου που λέγεται προσευχή. Όταν ο νους προσηλωθεί στο Θεό, ενώνεται με την καρδιά και ενοποιεί ολόκληρο τον άνθρωπο.

          Βέβαια ακούγοντας ο σύγχρονος χειραφετημένος άνθρωπος τέτοιες συστάσεις ίσως γελάει. Καταλαβαίνει ότι παρά τις τόσες πρόοδοι που έχει κάνει η επιστήμη και η τεχνική, το κακό έχει πλεονάσει. Δείτε τι γίνεται την σήμερον ημέρα! Μερικές φορές  αισθάνεται τόσο τη δύναμη του, που τρομοκρατείται από την ιδέα, ότι μπορεί να μας αφανίσει. Καταλαβαίνει  επίσης  μερικές φορές ο σύγχρονος άνθρωπος και την ανάγκη να πιστέψει. Αλλά αυτή την έννοια της προσευχής στον αγώνα και την πάλη κατά του πονηρού δεν την πολυκαταλαβαίνει. Και ο λόγος είναι απλός. Ο σημερινός άνθρωπος είναι εγωιστής και ιδιοτελής στις επιδιώξεις του. Ό, τι κάνει το κάνει για την προσωπική του ευτυχία και την ικανοποίηση του. Για την πλειοψηφία των ανθρώπων αυτός είναι ο σκοπός τη ζωής.

          Οπότε για να νικήσει στην πάλη κατά των πονηρών δυνάμεων, πρέπει να αντλήσει δύναμη όχι από το “εγώ” του ανθρώπου, αλλά από κάπου αλλού πρέπει να αντλήσει πίστη και δύναμη. Και στην προκειμένη περίπτωση η προσευχή μας συνδέει με την πηγή εκείνη της δυνάμεως που καθαρίζει το “εγώ” μας, το υποτάσσει και το οδηγεί στη δημιουργία μιας νέας ζωής. Είναι τόσες οι επιρροές πάνω στον άνθρωπο, που αν δεν συνδεθεί δια της προσευχής  σε μια συνεχή επαφή με την δύναμη του Θεού, δεν μπορεί να διεξαγάγει νικηφόρο  πόλεμο κατά του κακού.

          Ποιο μπορεί να είναι το περιεχόμενο της προσευχής μας;

          Πολλοί περιορίζουν την προσευχή στο πλαίσιο  της αιτήσεως ή της συναλλαγής με τον Θεό. Αυτό είναι μεγάλο λάθος. Εξ άλλου η προσευχή δεν είναι μόνον μέσον αιτήσεως, αλλά και μέσον περιγραφής της αθλιότητας που αισθάνεται ο άνθρωπος μέσα του, τις αδυναμίες, του φόβου, της αμφιβολίας, της απόγνωσης. Τέλος η προσευχή είναι μέσον ευχαριστίας και δοξολογίας. Με την ευχαριστία ο πιστός εκφράζει την ευγνωμοσύνη του στον Θεό.

          Ταυτόχρονα όμως η προσευχή παρακινεί το Θεό για μεγαλύτερες δωρεές. Αλλά και ιδιαίτερες δωρεές μπορεί να ζητήσει και ο άνθρωπος με την προσευχή. Ας μην λησμονούμε όμως ότι ο Θεός δεν είναι μέσον για την ικανοποίηση τω επιθυμιών του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πάντοτε το αληθινό συμφέρον του. Ούτε μπορεί να  είναι βέβαιος, ότι θα ωφεληθεί πραγματικά αν ικανοποιηθεί κάποιο αίτημά του. Γι’ αυτό πρέπει να  αφήνει πάντοτε την τελική κρίση του Θεού και να δέχεται με υπομονή το θέλημά Του. Όταν ο πιστός παραδίδεται στο  θέλημα του Θεού, τελειοποιείται και ωριμάζει πνευματικά. Όταν όμως επιμένει στο δικό του θέλημα, ταλαιπωρείται και καταστρέφεται.

          Ακόμη ο χριστιανός δεν προσεύχεται μόνον γι τον εαυτό του, αλλά και για τους συνανθρώπους του, ζώντας και κεκοιμημένους. Το λάθος που συνήθως γίνεται στην “κατ’ ιδίαν” προσευχή είναι ότι ο πιστός περιορίζεται στον εαυτό του και αγνοεί τους άλλους. Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και στην προσευχή ου πραγματοποιείται στην Εκκλησία. Αλλά μια τέτοια προσευχή δεν είναι χριστιανική.

          Η Εκκλησία είναι οίκος του Θεού και πιστοί αποτελούν μία οικογένεια με πατέρα τον Θεό. Όποιος δεν αισθάνεται έτσι, δεν βλέπει την Εκκλησία σαν σπίτι του ούτε τους άλλους ως αδελφούς και τον Θεό ως κοινό Πατέρα. Η κατάσταση αυτή που χαρακτηρίζει την ατομοκεντρική εποχή μας, είναι καταστρεπτικό για τη ζωή των παιδιών της Εκκλησίας. Διότι η χριστιανική προσευχή νοείται μόνον ως προσευχή των παιδιών του Θεού, που ανήκουν στο ενιαίο σώμα της Εκκλησίας.

          Η σημερινή ευαγγελική περικοπή στηρίζει το αγωνιστικό μας έργο κατά των πονηρών δυνάμεων που υπονομεύουν τον πνευματικό μας αγώνα με κάθε τρόπο και  μέσον, κυρίως με την προσευχή, την πίστη και τη νηστεία, με την δύναμη της αγάπης του Θεού.

          Στο τέρμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής  είναι η Ανάσταση του Κυρίου. Στο τέρμα του αγώνα του χριστιανού είναι η ανάσταση και η μεταμόρφωση του κόσμου σε Βασιλεία του Θεού.

          π. γ. στ.

Μάνης Χρυσόστομος Γ': «Μη καμφθούμε ψυχικά»



Του Σεβ. Μητροπολίτη Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ'



«Κύριος οἶδε», γιατί ἔπληξε τήν πατρίδα μας καί ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα ὁ λοιμός αὐτός, ὁ τόσον ἐπικίνδυνος, τοῦ νέου κορωνοϊοῦ (COVID-19), μία πανδημία πού φέρνει θλίψη, φόβο, πόνο, ἀσθένεια, θάνατο. Πρόκειται πράγματι γιά ἕνα μεγάλο πειρασμό, γιά μία σκληρή δοκιμασία ὅλων μας.

Ὡστόσο, δέν θά πρέπει νά λησμονοῦμε, ὅτι ὁ παρών ἀνθρώπινος βίος γέμει παραδειγμάτων καί περιπτώσεων «λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου καί αἰφνιδίου θανάτου», ὡς ἀναφέρεται καί στή γνωστή δέηση.

Ἀλλά, μήν ἀνεβαίνει στό νοῦ μας ὁ κακός λογισμός, στό πού εἶναι ἡ ἀγάπη καί ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ γιά τά πλάσματά Του, τόν ἄνθρωπο. Ἐν προκειμένῳ, ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς διδάσκει: «Τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» καί ἀκόμη: «Ὡς ἀνεξερεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί αὐτοῦ» (Ρωμ. ια', 33-34).

Ἔπειτα ἰσχύει ἀπόλυτα ἡ διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ: «Οὐχί δύο στρουθία.... καί ἕν ἐξ αὐτῶν οὐ πεσεῖται (δέν πέφτει νεκρό) ἐπί τήν γῆν, ἄνευ τοῦ πατρός ἡμῶν» (Ματθ. ι'29). Καί βεβαίως, ἄς προσέξουμε καί τοῦτο, ὅτι: «Οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός, ὅπως θά μᾶς πεῖ σέ σπουδαιοτάτη ὁμιλία του ὁ σοφός Μέγας Βασίλειος.

Ἀλλά, χριστιανοί μου, ὅπου θλίψη ἐκεῖ καί ἡ παραμυθία. Γι' αὐτό, καί σᾶς γράφω αὐτή τήν πατρική Ἐγκύκλιο.

Ὅλοι μας, ἐνώπιον αὐτῆς τῆς φοβερᾶς δοκιμασίας μή δειλιάσουμε, μή καμφθοῦμε ψυχικά καί μή ἀποκάμουμε ἀπό τό βάρος τῆς στενοχώριας, τῆς λύπης, τῆς πίκρας, δι' ὅσα συμβαίνουν καί καταποθεῖ ἡ ψυχή μας.

Νά στερεωθοῦμε ἀκόμα περισσότερο στό βράχο τῆς πίστεως. Πάλιν ὁ μέγας Ἀπόστολος, ὁ θεῖος Παῦλος παραγγέλλει «γρηγορεῖτε, στήκετε ἐν τῇ πίστει, ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε» (Α' Κορ. ιστ',13). Εὐχή, προσευχή καί ἀποδοχή μας νά εἶναι τά λόγια τῶν μαθητῶν καί ἀποστόλων πρός τόν Κύριον: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λουκ. ιζ' 5).

Ναί, λυπούμεθα, ἀλλά δέν φθάνουμε στήν ἀπελπισία. «Οὐκ ἐάσει ἡμᾶς (ὁ Θεός) πειρασθῆναι ὑπέρ ὅ δύνασθε» (Α' Κορ. ι',13). Δέν θά μᾶς ἐγκαταλείψει ἡ ἀγάπη καί ἡ φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Καί γι' αὐτόν πού ἐλπίζει στό Θεό, δέν ὑπάρχουν ποτέ ἀδιέξοδα καί τίποτα δέν τρέφει τήν ψυχή ὅσον ἡ ἀγαθή ἐλπίδα καί ἡ προσδοκία τοῦ καλοῦ.

Μετά ἀπό τά παραπάνω, θά ἤθελα νά σᾶς παρακαλέσω νά προσέξουμε μερικές συμβουλές καί νουθεσίες ἀλλά καί ὑποδείξεις τοῦ πνευματικοῦ σας πατρός, τοῦ Ἐπισκόπου σας.

Πρῶτον, νά ἔχετε στό φρόνημά σας τά θεῖα λόγια τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, ὁ ὁποῖος τόσα, ὅπως γνωρίζουμε, ὑπέστη στή ζωή του, τά καταπληκτικά ἐκεῖνα λόγια: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἤ στενοχωρία ἤ διωγμός ἤ λιμός ἤ γυμνότης, ἤ κίνδυνος ἤ μάχαιρα; ἀλλ' ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διά τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς, Ἰησοῦ Χριστοῦ. (Ρωμ. η',35-37). Αὐτά τά λόγια εἶναι μεγάλο στήριγμα αὐτές τίς δύσκολες ὧρες.

Δεύτερον, παρατηρεῖται, τῇδε κἀκεῖσε, μεγάλη πολυλογία, ἀβασάνιστοι λόγοι, προχειρότητα ἀπόψεων, μία θεολογική ἀπαιδευσία γιά θέματα τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά «φωνή ἄφρονος ἐν πλήθει λόγων». Γι' αὐτό, ἀνακαλύψατε τήν μεγάλη ἀρετή τῆς σιωπῆς, καθ' ὅτι «ἡ πολυλογία θρόνος τῆς κενοδοξίας ἐστί» καί πολλά ἔχει τά σφάλματα, ἐνῶ τό σιγᾶν εἶναι ἀσφαλές. «Κρεῖσσον ὁ σιωπῶν τοῦ πολλά λαλοῦντος».

Τρίτον, νά γνωρίζετε ὅτι ἡ θρησκεία δέν συγκρούεται μέ τήν ἐπιστήμη καί ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ καί καταφάσκει τήν ἐπιστημονική ἔρευνα καί τήν πρόοδο καί χαίρεται μέ τά ἐπιτεύγματα ὅλων τῶν ἐπιστημῶν, καί ἰδιαίτερα μέ ἐκεῖνα τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης, πού ἄμεσα σχετίζονται μέ τό πολύτιμο ἀγαθό τῆς ὑγείας.

Καί τοῦτο, γιατί «Κύριος ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις Αὐτοῦ» (Σοφία Σειράχ, λη', 6) καί «Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα» (Σοφία Σειράχ, λη', 4).

Ἔτσι, ἡ θεία ἐντολή εἶναι: «Τίμα ἰατρόν πρός τάς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ» (Σοφία Σειράχ λη', 1) καί τιμή εἶναι νά ἀκοῦμε τούς ἰατρούς καί τούς εἰδικούς στή συγκεκριμένη περίπτωση τῆς λοιμώξεως αὐτῆς ἀκολουθῶντας τίς ἰατρικές ὁδηγίες τους.

Ἀλλά ἀκόμη νά ἔχετε ὑπ' ὄψιν σας καί τόν βιβλικόν λόγον: «Οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τόν Θεόν σου» (Ματθ. δ',7).

Τέταρτον, παραμένοντας ὅπως πρέπει στό σπίτι, μή βρεθεῖτε σέ κατάσταση ραθυμίας. Στήν «κατ' οἶκον Ἐκκλησία», ἐντείνατε τίς προσευχές σας. Τό δέον νά γίνει καί δέηση. Ἀγαπήσατε ἔτι περισσότερον τίς Ἱερές Ἀκολουθίες τίς ὁποῖες κάθε πρωί καί βράδυ νά τίς ἔχετε στά χείλη καί στή καρδιά σας.

Ἰδιαίτερα μάθετε καί νά λέτε τήν ὑπέροχη προσευχή αὐτῆς τῆς κατανυκτικῆς περιόδου τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς:« Κύριε τῶν Δυνάμεων, μεθ' ἡμῶν γενοῦ˙ ἄλλον γάρ ἐκτός σου βοηθόν ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν. Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς». Ὡς ἐπίσης νά λέτε καί τούς Χαιρετισμούς στήν Παναγία μας. Μελετῆστε Ἁγία Γραφή καί Βίους Ἁγίων.

Μεγίστη θά εἶναι ἡ πνευματική σας ὠφέλεια καί οἰκοδομή. Καί ἔπειτα, παρακολουθῶντας ἀπό τήν τηλεόραση ἤ τό ραδιόφωνο τίς Ἱ. Ἀκολουθίες, προσπαθεῖστε νά ἔχετε τήν αἴσθηση ὅτι ἐκ τοῦ σύνεγγυς ζεῖτε τά ψαλλόμενα καί τελούμενα.

Σέ δυσχερεῖς καταστάσεις ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει καί τό «κατ' οἰκονομίαν» τῆς ποιμαντικῆς της καί θέτει σέ ἐφαρμογή τήν «ἐκκλησιαστική οἰκονομία» ἤτοι τό φιλάνθρωπον γιά τίς δυσχερεῖς περιστάσεις καί τό ἀδύναμον τῶν ἀνθρώπων.

Καί πέμπτον, στή σκέψη καί στήν προσευχή σας καθημερινῶς νά ἔχετε ὅλους ἐκείνους, τούς καθηγητές Ἰατρικῆς, τούς ἰατρούς, τό νοσηλευτικό προσωπικό, τούς φαρμακοποιούς, τούς ἐρευνητές καί τούς λοιπούς ἐργαζομένους εἴτε στά νοσηλευτικά ἱδρύματα εἴτε σ' ἄλλους χώρους, οἱ ὁποῖοι μοχθοῦν γιά τήν καταπολέμηση τοῦ ἰοῦ καί τήν ὅλη βοήθεια στόν συνάνθρωπο. Ἡ προσευχή μας πρός τόν Θεό ἀπαραιτήτως πρέπει νά τούς συνοδεύει. Ἡ ἐντολή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι: «Ποιεῖσθε δεήσεις, προσευχάς, ἐντεύξεις, εὐχαριστίας, ὑπέρ πάντων ἀνθρώπων».

Ὅλα αὐτά σᾶς τά ὑπογραμμίζω πρός ἀπόκτησιν ἀνδρείας, ὑπομονῆς, παραμυθίας καί ἐλπίδος εἰς τόν Ὕψιστον. Τώρα πού βιώνουμε τό τοῦ ψαλμωδοῦ:«Ὡμοιώθην πελεκᾶνι ἐρημικῷ» (Ψ. 101,7).

Χριστιανοί μου,

«Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ Θεῷ». Νά γονατίσουμε καί ὑψώσουμε τά χέρια μας πρός τόν Πανοικτίρμονα Κύριόν μας καί νά εἰποῦμε: «Ἔπιδε, ἐξ' ἁγίου κατοικητηρίου Σου, ἐξέγειρον τήν δυναστείαν Σου καί ἐλθέ εἰς τό σῶσαι ἡμᾶς». Ἡ Παναγία ἡ «Γιάτρισσα», πού τόσο ἐδῶ εὐλαβούμεθα, σκέπη, προστασία καί βοηθός. Οἱ πάντες εὐοδοῦσθε._

Ο συγκλονιστικός διάλογος του Μεγάλου Βασιλείου με τον Άρχοντα Μόδεστο



Το κείμενο που ακολουθεί λέει τα πάντα για το ήθος και το φρόνημα του αγίου Βασιλείου. 

Και από τον διάλογο που ακολουθεί μεταξύ του Μεγάλου Βασιλείου και του πανίσχυρου μετά τον αυτοκράτορα άρχοντα Μοδέστου, μπορούμε να καταλάβουμε γιατί η Εκκλησία ονόμασε τον Άγιο Βασίλειο, «ΜΕΓΑ»!

Η συνομιλία του με τον Μόδεστο έχει ως εξής

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: « Πως σκέφτηκες σύ, Βασίλειε – δεν τον ονόμασε επίσκοπο – και τολμάς να αντιστέκεσαι ενάντια στην εξουσία και να φέρεσαι μόνος συ με τόση αυθάδεια;

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Γιατί μου κάνεις τέτοια ερώτηση; Ποια είναι η απείθεια και η υπεροψία μου; Γιατί ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω.

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Γιατί δεν ακολουθείς την θρησκεία του αυτοκράτορα, ενώ όλοι πιά οι άλλοι υποτάχτηκαν και νικήθηκαν;

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Δεν είναι αρεστά αυτό στο δικό μου Βασιλιά. Ούτε ανέχομαι να προσκυνώ το Χριστό σαν κάποιο κτίσμα, όπως τον θεωρείτε σεις οι αιρετικοί, αφού εγώ είμαι κτίσμα του Θεού.

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Και μάς πώς μάς θεωρείς; Δεν είμαστε τίποτε ημείς, που διατάζουμε αυτά; Πώς λοιπόν; Δεν θεωρείς μεγάλο και τιμητικό το να ταχθής με το μέρος μας και να έχης φίλους και συντρόφους;

Μ.ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Αναγνωρίζω και δεν αρνούμαι ότι σείς είσθε ύπαρχοι και επιφανείς, αλλά καθόλου ανώτεροι από το Θεό. Και θεωρώ σπουδαία τη φιλία σας, αλλά και ισάξια με τη φιλία των άλλων ανθρώπων που πιστεύουν. Γιατί δεν είναι επίσημος ο Χριστιανισμός από την αξία των προσώπων που ανήκουν σ΄ αυτόν, αλλά από την πίστη.

Στο σημείο αυτό ο ύπαρχος ταράχθηκε. Άναψε από το θυμό του. Σηκώθηκε από την έδρα του και με λόγια ορμητικά είπε:

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Πως λοιπόν δεν φοβάσαι την εξουσία;

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Τι θα μου συμβή; Τι πρόκειται να πάθω;

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Τι θα πάθης; Ένα από τα πολλά που έχω στην εξουσία μου.

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Ποια είναι αυτά; Πες μου τα, για να ξέρω.

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Δήμευση, εξορία, βασανιστήρια, θάνατος.

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Απείλησε τίποτε άλλο, αν υπάρχη. Γιατί κανένα απ΄ αυτά που ανέφερες, δεν μπορεί να με θίξη και να με βλάψη.

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Πως είναι δυνατόν και με ποίο τρόπο θα τα καταφέρης;

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Γιατί δήμευση περιουσίας δεν μπορεί να πάθη εκείνος που δεν έχει τίποτα, εκτός αν πάρης τα τρίχινα αυτά φτωχά ρούχα και τα λίγα βιβλία, από τα οποία αποτελείται ολόκληρη η περιουσία μου. Εξορία δεν ξέρω αφού δεν είμαι πουθενά εγκατεστημένος και ούτε αυτή τη πόλη του κατοικώ τώρα, θεωρώ δική μου, αλλά θα έχω πατρίδα μου κάθε τόπο, στον οποίο θα με ρίξουν. Και μάλλον κάθε τόπο του Θεού, όπου εγώ είμαι ξένος και πάροικος. Τα βασανιστήρια πάλι τι μπορούν να κάνουν σε άνθρωπο που δεν έχει σώμα, εκτός αν λές βάσανο την πρώτη πληγή με την οποία θα πέσει το σώμα αυτό. Μόνο της πληγής αυτής είσαι κύριος. Και ο θάνατος θα είναι για μένα ευεργεσία, γιατί θα με στείλει γρηγορότερα στο Θεό, για τον οποίο ζω και πολιτεύομαι και χάρη του οποίου νεκρώθηκα και προς τον οποίο από καιρό τώρα σπεύδω.

ΜΟΔΕΣΤΟΣ: Κανείς μέχρι σήμερα δε μίλησε με τέτοιο τρόπο και με τόση μεγάλη παρρησία σε μένα τον Ύπαρχο.

Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ: Ίσως δε συνάντησες ποτέ ΕΠΙΣΚΟΠΟ. Γιατί αν συναντούσες πραγματικό Ιεράρχη, που ν΄ αγωνίζεται για την ορθή πίστη, με αυτό τον τρόπο θα σου απαντούσε. Ημείς Ύπαρχε, σε όλα τα άλλα ζητήματα είμαστε επιεικείς και ταπεινότεροι από κάθε άλλο άνθρωπο, γιατί τέτοια εντολή έχουμε από τον Κύριο. Και όχι μόνο σε τόση μεγάλη εξουσία, όπως η δική σου, αλλά ούτε στον τυχόντα άνθρωπο σηκώνουμε μάτια. Αλλά όπου πρόκειται για το Θεό και κινδυνεύει η πίστη, σ΄ Αυτόν μόνο αποβλέπουμε. Φωτιά και ξίφος και θηρία και νύχια που κόβουν τις σάρκες είναι για μας αυτά περισσότερο ευχαρίστηση παρά εκφοβισμός και κατάπληξη. Γι΄ αυτό βρίζε, φοβέριζε, κάνε ό,τι θέλεις, χρησιμοποίησε την εξουσία σου. Ας ακούση την απάντηση αυτή και ο Βασιλιάς. Δεν θα υποτάξης, ούτε θα με πείσης να ταχθώ με το μέρος της αιρετικής ασέβειας, έστω και αν με απειλήσης με ακόμη τρομερότερα.»

Tα παραπάνω ας τα διαβάσουν κι αυτοί οι κατήγοροι της Εκκλησίας που λένε πως , δήθεν, η Εκκλησία του Χριστού, βασίστηκε στην κρατική εξουσία για να επικρατήσει ενώ η αλήθεια είναι ότι από τις αρχές τής ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας η Ορθόδοξη Εκκλησία διώχθηκε ακόμα και από «χριστιανούς» αυτοκράτορες».