Βασανιζόμαστε τον περισσότερο χρόνο
της ζωής μας πασχίζοντας να αρέσουμε στους άλλους, κι αυτό μας οδηγεί σε
επίγεια κόλαση. Στον αντίποδα κάποιοι βασανίζονται οδυνηρά για να αρέσουν στον
Θεό, έστω κι αν αυτό στοιχίζει την καθημερινή τους ηρεμία ή ακόμη και την ζωή
τους. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι ανάμεσα στους δεύτερους.
Ο
διδάκτωρ Θεολογίας Αθ. Μουστάκης αναφέρεται στο θαρραλέο κήρυγμά του, στα
βάσανα και στις τελευταίες μέρες του.
Όταν
οι ανθρώπινες εντολές δεν συμφωνούν με τις εντολές του Θεού, τότε ο χριστιανός
δεν πρέπει να έχει καμιά αμφιβολία. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος τόλμησε κι
εναντιώθηκε στην αρχή του κόσμου τούτου. Δεν είχε αμφιβολία για τον λόγο, αλλά
και τις πράξεις του κύριε Μουστάκη!
Καμιά! Το θαρραλέο κήρυγμά του είχε
προκαλέσει αντιδράσεις, από ανθρώπους που θίγονταν τα συμφέροντά τους εκείνη
την εποχή στις αρχές του 4ου αιώνα και τον θεωρούσαν εχθρό
τους, και δημιουργήθηκε έντονο κλίμα εναντίον του. Ιδιαίτερες αντιδράσεις προκάλεσε ο ελεγκτικός του λόγος στο περιβάλλον
της Αυτοκράτειρας Ευδοξίας και στον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόφιλο, ο οποίος
έκανε στόχο ζωής την εξόντωσή του. Τελικά συνήλθε σύνοδος παρωδία,
η οποία τον καθήρεσε, αλλά λόγῳ της αντιδράσεως του λαού, σύντομα επανήλθε στον
θρόνο του. Οι εχθροί του όμως δεν σταμάτησαν να αγωνίζονται για την εκ νέου
αποπομπή του από την Αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και για την
βιολογική του ακόμη εξόντωση. Πράγματι, μετά από λίγο, ήρθε και η ώρα της οριστικής
εξορίας του Αγίου.
Όταν
κάποιος ακολουθεί τον δρόμο του Θεού είναι σαν να μπαίνει σε ναρκοπέδιο. Αυτή η
εξορία κ. Μουστάκη νομίζω ότι είναι και η τελική! Αυτή που τον οδήγησε στον
θάνατο.
Πράγματι! Ο Άγιος Ιωάννης δεν
σταμάτησε. Ήταν ανυποχώρητος. Συνέχισε να ασκεί έντονη κριτική προς την
Αυτοκράτειρα Ευδοξία, τα όργανα της οποίας μετά από συκοφαντίες, και αφού παρά
τις προσπάθειές τους δεν πέτυχαν να τον δολοφονήσουν, τον έδιωξαν από τον
Οικουμενικό Θρόνο.
Βρισκόμαστε
στο έτος 406. Οι εχθροί του Αγίου Ιωάννου έχουν απομακρύνει τον ιεράρχη από τον
Πατριαρχικό Θρόνο και την Κωνσταντινούπολη και τον έχουν μεταφέρει στη Βιθυνία
και τη Νίκαια, όπου περιμένει να ορισθεί ο τόπος της εξορίας του.
Βρισκόμαστε στο καλοκαίρι του 406.
Πολλοί από όσους τον υποστήριζαν συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στη Χαλκηδόνα,
ενώ άλλοι συλλαμβάνονταν διαρκώς και πιέζονταν να αποκηρύξουν τον Άγιο. Ήδη οι
επίσκοποι που ήταν εχθροί του είχαν χειροτονήσει ως Πατριάρχη στην
Κωνσταντινούπολη τον πρεσβύτερο Αρσάκιο, έναν ευλαβή αλλά απαίδευτο και άπραγο
γέροντα που παρέμεινε στον Πατριαρχικό Θρόνο μόνο λίγους μήνες, από τις 27
Ιουνίου μέχρι τις 11 Νοεμβρίου του 405. Τον Μάρτιο του 406 τον διαδέχθηκε ο
σκληρός διώκτης του Αγίου, ο Αττικός.
Τον Ιούλιο του 406 ο αυτοκράτορας
Αρκάδιος όρισε την Κουκουσό της Αρμενίας, ως τόπο εξορίας του Αγίου. Η απόσταση
από τη Νίκαια είναι περισσότερο από 700 χιλιόμετρα.
Κατά την περίοδο που βρισκόταν στη
Νίκαια ο Άγιος ανέκτησε κάπως τις δυνάμεις του και ασχολήθηκε με την
ιεραποστολή στη Φοινίκη, στην Αραβία και την Κύπρο, ενισχύοντάς την με χρήματα
αλλά κυρίως με δοκιμασμένους και ικανούς ιερείς.
Ιεραποστολή
Παράλληλα, ενδιαφέρθηκε για την
ιεραποστολή στην Περσία και έκανε προσπάθειες για τον εκχριστιανισμό των
Γότθων.
Όσο εισχωρούσαν προς το εσωτερικό της
Μικράς Ασίας οι συνθήκες επιδεινώνονταν. Μεγάλο υψόμετρο, καύσωνας την ημέρα,
δριμύ ψύχος τη νύκτα, πολύωρη πεζοπορία. Ευτυχώς, κατά τη διάρκεια του
ταξιδιού, πέρα από τον κόπο και τις κακουχίες, πολλοί ήταν αυτοί που έδειχναν
την αγάπη τους προς τον Άγιο. Θλίψη τον περίμενε στην Άγκυρα όπου ο επίσκοπος
Λεόντιος τον υποδέχθηκε εχθρικά.
Η κατάσταση έγινε τραγική μέχρι να
φτάσουν στην Καισάρεια, καθώς πέρα από τις κακουχίες τον Άγιο βασάνιζε υψηλός
πυρετός. Αν και διαδιδόταν ότι ο επίσκοπος της πόλεως Φαρέτριος τον περίμενε με
χαρά, η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική. Πάντως, και εκεί τον
υποδέχθηκαν πολλοί χριστιανοί με αγάπη όταν μισοπεθαμένος έφτασε στην πόλη
τους.
Δέχθηκε
πόλεμο
Η στάση του επισκόπου δεν ήταν η
καλύτερη! Δυστυχώς τον αγνόησε επιδεικτικά και τον ανάγκασε να καταλύσει στο
άκρον της πόλεως, σε κάποιο σπίτι που του παρεχώρησαν. Εκεί δέχθηκε τις
φροντίδες ικανών ιατρών και ανέλαβε κάπως δυνάμεις. Παρέμενε κλινήρης, αλλά οι
επιθέσεις κακόβουλων και φανατικών, που υποκινούνταν από τον επίσκοπο Φαρέτριο,
δεν τον άφηναν στιγμή ήσυχο, καθώς πολλοί από αυτούς έμπαιναν ακόμη
και στο κατάλυμά του για να τον απειλήσουν ώστε να φύγει, όσο το δυνατό
γρηγορότερα, από την πόλη τους.
Τελικά, μετά από όλη την πίεση που
δέχθηκε και παρά τους κινδύνους των ληστών της περιοχής, αποφάσισε να φύγει. Ο
Φαρέτριος όμως και πάλι έστειλε τον πρεσβύτερο Ευήθιο, ο οποίος πήγε στο
κατάλυμα του Αγίου έξω από την πόλη και τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την
περιοχή την ίδια ώρα, μεσάνυκτα, χωρίς σελήνη.
Οι
απίστευτες ταλαιπωρίες, η παραμονή στην Κουκουσό και οι 240 επιστολές που
έστειλε σε Ανατολή και Δύση
Απίστευτη
σκληρότητα απέναντι σε έναν επίσκοπο, ασθενή και γέροντα, και, αν σκεφτούμε ότι
στην Καισάρεια υπάρχει μεγάλο υψόμετρο, οι συνθήκες θα ήταν οδυνηρές.
Για να πάρουμε μία γεύση των συνθηκών
που αντιμετώπιζε ο Άγιος αρκεί να σας πω ότι η περιοχή της Καισάρειας έχει
υψόμετρο μεγαλύτερο από 1.100 μέτρα, ενώ σε κάποια σημεία ξεπερνά τα 1.400.
Άρρωστος
Με πολλή δυσκολία, λοιπόν, σηκώθηκε
νύχτα, άρρωστος και βασανισμένος. Τον υποβάσταζαν και άρχισε η φοβερή πεζοπορία
σε δρόμο ανώμαλο, στην περιοχή του δύσβατου και φοβερού Ταύρου. Η πορεία του
υπήρξε μαρτυρική, αλλά επιτέλους, στις 20 Σεπτεμβρίου, έφθασε στην Κουκουσό
(υψόμετρο 1350 μ.). Το ταξίδι των 700 περίπου χιλιομέτρων είχε διαρκέσει 70
ημέρες.
Ευτυχώς, με τη χάρη του Θεού, στην
Κουκουσό τον υποδέχθηκαν με αγάπη και τον φρόντισαν καλά. Μάλιστα, ο ευγενής
γαιοκτήμονας Διόσκορος του προσέφερε το σπίτι του για διαμονή.
Ακούραστος
Ο Άγιος, απλός και ταπεινός, σημειώνει
στις επιστολές του, γι᾿ αυτή την περίοδο, ότι ήταν χίλιες φορές πιο
ευχαριστημένος στον τόπο της εξορίας από τη μαρτυρική πεζοπορία. Με αυτόν τον
τρόπο ήθελε να αποφύγει τη σχεδιαζόμενη αλλαγή του τόπου εξορίας.
Κατά την παραμονή του στην Κουκουσό
δεν σταμάτησε να δέχεται φίλους, πιστούς, κληρικούς και λαϊκούς, από τα γύρω
μέρη, αλλά και την πατρίδα του την Αντιόχεια, η οποία βρισκόταν σε απόσταση 250
περίπου χιλιομέτρων και οι κάτοικοί της δεν τον ξεχνούσαν ποτέ.
Μέχρι την έλευση του χειμώνα δεν
σταμάτησε να φροντίζει τους πάντες, να παρηγορεί τους φίλους του στην
Κωνσταντινούπολη και να μεριμνά για την ιεραποστολή. Με την έναρξη της περιόδου
του ψύχους οι αρρώστιες επανήλθαν, πυρετός, εμετοί, στομαχόπονοι, κεφαλαλγίες
και αϋπνίες.
Παρά την κατάσταση αυτή δεν σταμάτησε
να ζητεί με επιστολές, σε ανατολή και δύση, να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα
που είχε δημιουργήσει η αντίθετή του ομάδα με σύγκληση Μεγάλης Συνόδου, η οποία
θα έπαιρνε μία θέση βασισμένη στην ορθή κρίση και όχι στην κακία, την εμπάθεια
και τις προσωπικές εχθρότητες.
Κατά τη διάρκεια της εξορίας του
ακούραστος έγραψε περίπου 240 επιστολές. Σε αυτές διηγείται τις ταλαιπωρίες του
και με ανακούφιση δεν σταματά να γράφει το περίφημο «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν». Αντί να τον ενισχύουν, με πίστη
ενισχύει τους πάντες.
Μάλιστα, στην Κουκουσό, συνέταξε και
δύο έργα στα οποία υποστηρίζει ότι οι δυσκολίες είναι μία άριστη αφορμή που
δίνεται στον καθένα μας για πνευματική πρόοδο.
Ο
ένας φρουρός του φερόταν σκληρά γιατί, αν πέθαινε στον δρόμο, θα πληρωνόταν
καλά.
Όλο
αυτό θυμίζει την ρήση του Ορθόδοξου μοναχού Στάινχαρτ: “Να μας φυλάει ο Θεός
από τυράννους οργισμένους και βαρβάρους, οι οποίοι επειδή δεν πιστεύουν τελικά
στον Θεό, νομίζουν πως είναι οι ίδιοι Θεοί”. Τέτοιοι άνθρωποι τον τυράννησαν;
Τέτοιοι ακριβώς. Παρά την απομόνωση
και τα βάσανα οι εχθροί του Αγίου δεν ησύχαζαν. Ο αυτοκράτορας Αρκάδιος,
υπέγραψε διάταγμα που άλλαζε τον τόπο εξορίας του στην Πιτυούντα, την περιοχή
μιας βάρβαρης φυλής, των Τζάνων, στους πρόποδες του Καυκάσου, στην περιοχή της
σημερινής Αμπχαζίας, στην ανατολική ακτή του Ευξείνου Πόντου. Εκεί δεν θα
μπορούσαν να τον βρουν και να επικοινωνήσουν μαζί του οι φίλοι του. Βέβαια, κρυφή ελπίδα των
εμπνευστών αυτής της μετακίνησης ήταν να πεθάνει ο Άγιος κατά το ταξίδι των
1.500 χιλιομέτρων περίπου, όλο σχεδόν επάνω σε βουνά.
Την συνοδεία αποτελούσαν ο Άγιος και
δύο φρουροί στρατιώτες. Ο ένας φρουρός μάλιστα φερόταν στον Άγιο με ιδιαίτερη
σκληρότητα, αφού θα είχε μεγαλύτερη αμοιβή αν ο κρατούμενος πέθαινε στον δρόμο.
Τον
έσυραν!
Πορεύθηκαν προς τη Σεβάστεια. Παρά την
κατεστραμμένη υγεία του και την απίστευτη εξάντληση έπρεπε να βαδίζει περίπου
20 χιλιόμετρα την ημέρα. Συχνά βάδιζε μέσα στην παγωμένη βροχή, ακάλυπτος.
Σύντομα άρχισαν και πάλι ρίγη, πυρετοί και πονοκέφαλοι. Οι στρατιώτες δεν του
επέτρεπαν να αναπαυθεί ή να δεχθεί οποιαδήποτε περίθαλψη.
Μόλις ξημέρωσε ο Άγιος ζήτησε από τους
φρουρούς του να μην ξεκινήσουν ή τουλάχιστον να ξεκινήσουν κατά το μεσημέρι,
ώστε να προλάβει λίγο να αναπαυθεί και να μειωθεί το ψύχος της νύκτας, αλλά
εκείνοι, με απίστευτη βιαιότητα, τον έσυραν στον δρόμο και τον υποχρέωσαν να
βαδίσει προς την Νεοκαισάρεια.
Μετά από 5 περίπου χλμ. οι φρουροί
πείσθηκαν ότι ο Άγιος δεν μπορούσε να κάνει ούτε βήμα παραπάνω και τον βοήθησαν
να επιστρέψει στον ναό. Ζήτησε από τον πρεσβύτερο του ναού του μάρτυρος
Βασιλίσκου να του αλλάξει ενδύματα, μοίρασε τα λιγοστά του υπάρχοντα,
κοινώνησε, προσευχήθηκε, είπε για μία ακόμη φορά το «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν» προσθέτοντας το «Ἀμήν» και παρέδωσε το πνεύμα του
στις 14 Σεπτεμβρίου του έτους 407. Ενταφιάστηκε στον ναό του μ. Βασιλίσκου,
όπου εκοιμήθη.
Βέβαια, σιγά σιγά, φανερώθηκε ο
παράνομος πόλεμος που του ασκήθηκε και το 438, επί Πατριάρχου Πρόκλου, το Ιερό
Λείψανό του επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη μέσα σε πανηγυρισμούς του λαού και
τοποθετήθηκε στον Θρόνο του. Εν συνεχείᾳ τοποθετήθηκε στον ναό των Αγίων
Αποστόλων με τιμές. Ανάμνηση του γεγονότος εορτάζουμε, στις 27 Ιανουαρίου κάθε
χρόνου.
___________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ