β'
του ενορίτου μας Νικολάου Βοϊνέσκου
3.ΔΕΝ ΕΧΟΜΕ
ΤΙΠΟΤΕ;
Μερικοί λένε:
«Εγώ ούτε σκότωσα, ούτε έκλεψα, ούτε εμοίχευσα …, τότε γιατί να πάω να
εξομολογηθώ;». Άλλοι δε συγκρίνοντας τον εαυτό τους με άλλους ανθρώπους
νομίζουν ότι είναι εντάξει. Και όταν πηγαίνουν να εξομολογηθούν λένε στον
πνευματικό: «Δεν έχω τίποτε, ήλθα να μου διαβάσετε μία ευχή». Έτσι, έστω κι αν
ο πνευματικός τούς διαβάσει την ευχή φεύγουν χωρίς καμιά ωφέλεια. Αλλά, αδελφέ
μου, συ που νομίζεις ότι δεν έχεις τίποτε, για εξέτασε καλύτερα τον εαυτό σου.
Για σκέψου, δεν είδες, ούτε άκουσες, ούτε είπες κάτι άσχημο; Δεν σκέφθηκες κάτι
άπρεπο; Δεν επεθύμησες κάτι αμαρτωλό; Δεν θύμωσες; Δεν έχεις εγωισμό; Αλλά και
πόσα καλά που μπορούσες να κάνεις δεν τα έκανες; Ξέρεις τι λέει ένας ασκητής;
«Αν ο Θεός υπολογίσει τις ελλείψεις μας στην προσευχή, δεν θα σωθεί κανείς».
Για σύγκρινε τον εαυτό σου με τον Άγιο του οποίου έχεις το όνομα. Τότε,
πιστεύω, ότι θα σκύψεις το κεφάλι και θα πεις: «Είμαι ένας μεγάλος αμαρτωλός».
Άλλωστε οι Άγιοι παρόλα τα θαύματα που έκαναν, δεν θεωρούσαν τον εαυτό τους
άγιο και αναμάρτητο, αλλά σαν τον πρώτο αμαρτωλό. Πώς, λοιπόν, εμείς θα λέμε
ότι δεν έχουμε τίποτε, όταν οι Άγιοι θεωρούν έτσι τον εαυτό τους και όταν ο
Κύριος μας λέγει: «όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι
αχρείοι εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. ιζ΄ 10).
4. ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Για να είναι η
εξομολόγησις ευάρεστη στο Θεό και αποτελεσματική πρέπει να προετοιμαζόμαστε
κατάλληλα. Κάθε βράδυ πρέπει να εξετάζουμε προσεκτικά τον εαυτό μας και να
σκεπτόμαστε τι κακό πράξαμε και τι καλό παραλείψαμε την ημέρα που πέρασε. Να
σημειώνουμε δε τις αμαρτίες μας σ’ ένα χαρτί για να μην τις ξεχνάμε και να μην περιμένουμε την
τελευταία ημέρα ή στιγμή προ της εξομολογήσεως για να σκεφτούμε τι αμαρτίες
κάναμε.
Χρειάζεται ακόμη
να νηστεύουμε και να προσευχόμαστε στον Θεό να μας βοηθά να βλέπουμε τα
σφάλματά μας και να είμαστε αυστηροί στον εαυτό μας και επιεικείς στους άλλους.
Τέλος, είναι
ανάγκη να συναισθανθούμε την ενοχή μας, την αμαρτωλότητά μας και την
μηδαμινότητά μας, να μετανοήσουμε ειλικρινά σαν τον άσωτο και ενώπιον του
πνευματικού ν΄ αναφωνήσουμε το «Ήμαρτον» και τότε «το αίμα Ιησού Χριστού του
υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας» (Α΄ Ιωαν. α΄ 7 ). Διαφορετικά η
εξομολόγησις θα είναι άκαρπη.
Πρέπει όμως, όπως
όταν είμαστε ασθενείς σωματικά, δεν πάμε στον οποιοδήποτε γιατρό αλλά να
αναζητούμε τον πιο έμπειρο και ειδικό για την περίπτωσή μας, έτσι και για τις
ασθένειες της ψυχής πρέπει να φροντίζουμε να βρίσκουμε έμπειρο πνευματικό
γιατρό ο οποίος θα μπορεί να μας θεραπεύσει. Όπως δε στο γιατρό μόνο τις
ασθένειές μας με λεπτομέρεια φανερώνουμε, έτσι και στον πνευματικό μας πατέρα
μόνο τα πάθη της ψυχής με συντριβή και κατάνυξη πρέπει να εξομολογούμεθα και
όχι να περιαυτολογούμε ούτε να λέμε τις αμαρτίες των άλλων.
Παρακάτω θα
αναφέρουμε ένα πολύ θαυμαστό και διδακτικό περιστατικό από τη ζωή του στάρετς
Ζαχαρία. Κάποτε πήγαιναν να εξομολογηθούν στον στάρετς δυο κύριες. Η μία
σκεπτόταν τις αμαρτίες και μετανοημένη έλεγε: «Κύριε μου πόσο αμαρτωλή είμαι!
Έχω τούτο και εκείνο στα οποία έσφαλλα, κάποιον έκρινα, συγχώρησέ με Κύριε…»,
και η καρδιά της και ο νους της είχαν ριχθεί στα πόδια του Κυρίου «… Συγχώρησέ
με, Κύριε, και δώσε μου τη δύναμη να μη σε ξαναπροσβάλω. Συγχώρησέ με Κύριε».
Από τη σκέψη της πέρασε ολόκληρη η ζωή της και συνέχεια μετανοούσε έντονα.
Η άλλη γυναίκα
όμως ήταν ήρεμη καθώς πήγαινε στον Γέροντα. «Θα φθάσω», έλεγε μέσα της, «θα
εξομολογηθώ, θα πω ότι είμαι ένοχη για όλα και αύριο θα κοινωνήσω, αλλά τώρα
που περπατώ στον δρόμο, να σκεφθώ τι ύφασμα θα αγοράσω για το φόρεμα του
κοριτσιού μου, τι χρώμα να της διαλέξω, που θα πηγαίνει με το πρόσωπό της…».
Τέτοιες και άλλες παρόμοιες κοσμικές σκέψεις απασχολούσαν την καρδιά και το
μυαλό της δεύτερης κυρίας.
Έφθασαν στο
μοναστήρι και μπήκαν στο κελλί του πατρός Ζαχαρία μαζί. Στην πρώτη ο Στάρετς
είπε: «Γονάτισε, θα σου διαβάσω αμέσως τη συγχώρεση για τις αμαρτίες σου». «Μα,
πάτερ, πώς μπορείτε!... Ακόμη δεν σας τα έχω πει…». -«Δεν χρειάζεται να πεις
τίποτε. Έλεγες όλες τις αμαρτίες σου στον Κύριο συνεχώς… Μετανοούσες ενώ ήσουν
στον δρόμο και εγώ όλα τα άκουσα, γι’ αυτό τώρα θα σε συγχωρήσω και θα σου δώσω
την ευλογία μου να κοινωνήσεις αύριο». «Εσύ όμως», απευθύνθηκε ο Στάρετς στην
άλλη κυρία μετά από λίγο, «να πάς, βεβαίως, και να αγοράσεις το ύφασμα για το
φόρεμα της κόρης σου. Διάλεξε το χρώμα, ράψε το, κάνε όπως θέλεις. Όταν όμως η
ψυχή σου έλθει σε μετάνοια έλα ξανά να εξομολογηθείς. Τώρα δεν θα σε
εξομολογήσω…».
5.ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ
ΘΕΑΡΕΣΤΟΥ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΩΣ
Η εξομολόγησις
για να είναι θεάρεστος και καρποφόρος πρέπει: α) να είναι εκούσιος και
ειλικρινής για να είναι σωστή και αποτελεσματική, διότι η βεβιασμένη και
ανειλικρινής εξομολόγησις είναι άκαρπη, διότι δεν είναι υπαγόρευσις της καρδιάς
και έκφρασις μετανοίας και ένδειξις πόθου προς θεραπείαν.
β) να γίνεται
χωρίς αιδώ και συστολή, αλλά με παρρησία και κατάκρισι του εαυτού μας, διότι η
παρρησία είναι εκδήλωσις αποστροφής προς την αμαρτία και διάθεσις προς
απομάκρυνσι από αυτή. Για την ντροπή που νοιώθουμε όταν πηγαίνουμε να
εξομολογηθούμε, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος λέει: «Εάν ενταύθα δι’ αισχύνην
δεν εξαγορευθώμεν, θα αισχυνθώμεν εκεί ενώπιον πολλών μυριάδων». Άλλος δε πατήρ
της Εκκλησίας λέει: «Μη απαξιώσης εξαγορεύσαι την αμαρτίαν σου ίνα τη εντεύθεν
αισχύνη την εκείθεν φύγης (επειδή μέρος και τούτο της εκείνης κολάσεως) και
φανής ότι την αμαρτίαν όντως μεμίσηκας». Τέλος, ο Αγάπιος ο Κρής, λέει, ότι δεν
πρέπει να ντρεπόμαστε να εξομολογηθούμε. Πρέπει όμως να ντρεπόμαστε διότι
λυπήσαμε το Θεό και βλάψαμε τον πλησίον και τον εαυτό μας. Αυτή η ντροπή είναι
μέρος της μετανοίας και φέρει δόξαν και χάριν.
γ)να γίνεται με
συντριβή της καρδιάς διότι αυτή φανερώνει την αληθινή μετάνοια και εκφράζει τη
θλίψι για την παράβαση των εντολών του Θεού τον Οποίον ζητεί να εξιλεώση. Η
χωρίς συντριβή εξομολόγησις φανερώνει έλλειψη βαθιάς συναισθήσεως της ενοχής
μας.
δ) να είναι απλή
και σύντομη, δηλαδή δεν πρέπει να φλυαρούμε, αλλά απλά και σύντομα να λέμε τις
αμαρτίες μας.
ε) να είναι
ταπεινή, δηλαδή πρέπει να συναισθανόμαστε ότι είμαστε αμαρτωλοί και ελεεινοί
και να μην καυχόμαστε για τα καλά μας έργα, αλλά με λόγια συνετά και ταπεινά να
ομολογούμε σαν τον τελώνη τις αμαρτίες μας.
στ) να είναι
αληθής, δηλαδή δεν πρέπει να λέμε ψέμματα ούτε να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας
ότι ο διάβολος ή ο τάδε άνθρωπος μας έκανε να αμαρτήσουμε. Ο διάβολος και οι
άλλοι μπορεί να μας πειράζουν, εμείς όμως είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις
μας.
ζ) να είναι
ταχεία, δηλαδή μόλις αμαρτήσουμε αμέσως να τρέξουμε στον εξομολόγο και να μην
αφήσουμε να περάσει ο χρόνος, όπως κάνουμε όταν κτυπήσουμε και τραυματιστούμε
που τρέχουμε αμέσως στο γιατρό και δεν αφήνουμε να τρέχη το αίμα ή ν’
αρρωστήσουμε βαριά.
η) να είναι
ακέραιη, δηλαδή δεν πρέπει να κρύβουμε κανένα αμάρτημα.
θ) να είναι
συνεχής, δηλαδή πρέπει τακτικά να εξομολογούμεθα.
ι) να είναι
μυστική, δηλαδή να μη γίνεται σε δημόσιο χώρο παρουσία πολλών προσώπων αλλά στο
εξομολογητήριο ενώπιον του πνευματικού.
ια) ακόμη ο
εξομολογούμενος πρέπει να είναι έτοιμος να κάνει τον κανόνα που θα του βάλει ο
πνευματικός του. Ας γνωρίζουμε δε ότι ο κανόνας (επιτίμιο) που μας βάζει ο
πνευματικός μας δεν είναι προς τιμωρία μας, αλλά προς διόρθωσίν μας.
ιβ) Τέλος, πρέπει
να παίρνουμε σταθερή απόφασιν και να υποσχόμαστε στον Θεό ότι θα αγωνιστούμε να
μην επαναλάβουμε τις ίδιες αμαρτίες και να αποφεύγουμε κάθε αμαρτία.
Ας ακούσουμε τώρα
τι διδάσκει για την εξομολόγηση ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός: «Αν έχεις εκατό
αμαρτίες και πής στον πνευματικό τις ενενήντα εννέα μη φανερώνοντας τη μία,
όλες θα σου μείνουν ασυγχώρητες. Να ντρέπεσαι όταν κάνης την αμαρτία και όχι
όταν την εξομολογήσαι. Αν ο πνευματικός σε ρωτήσει: «γιατί, παιδί μου, έκαμες
αυτά τα αμαρτήματα;» πρόσεξε να μην κατηγορήσεις άλλον, αλλά μονάχα τον εαυτό
σου. Πες: «αυτά τα έκαμα όλα από την κακή μου προαίρεσι». Όταν φύγεις απ’ τον
πνευματικό συγχωρημένος, να ’χης την εξής απόφαση: καλύτερα να πεθάνης, παρά να
ξανακάνεις αμαρτία. Αν έτσι εξομολογηθείς, σώζεσαι. Αν έτσι δεν εξομολογηθείς,
χιλιάδες καλά να κάμης, μένεις ασυγχώρητος» (Διδαχή Δ΄).