Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

ΕΝ ΙΟΡΔΑΝΗ - ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ

 

Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου, Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητὸν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα, καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές


Γιάννης ὁ Εὐλογημένος

 

Τοῦ Φώτη Κόντογλου

O Ἅγιος Βασίλης, σὰν περάσανε τὰ Χριστούγεννα, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύρισε σ᾿ ὅλα τὰ χωριά, νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τόνε γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Πέρασε ἀπὸ λογιῶν - λογιῶν πολιτεῖες κι ἀπὸ κεφαλοχώρια, μὰ σ᾿ ὅποια πόρτα κι ἂν χτύπησε δὲν τ᾿ ἀνοίξανε, ἐπειδὴ τὸν πήρανε γιὰ διακονιάρη. Κ᾿ ἔφευγε πικραμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὰ ἔνοιωθε τὸ πόσο θὰ πονοῦσε ἡ καρδιὰ κανενὸς φτωχοῦ ἀπὸ τὴν ἀπονιὰ ποὺ τοῦ δείξανε κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.

Μιὰ μέρα ἔφευγε ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄσπλαχνο χωριό, καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, κ᾿ εἶδε τὰ κιβούρια πὼς ἤτανε ρημαγμένα, οἱ ταφόπετρες σπασμένες κι ἀναποδογυρισμένες,καὶ τὰ νιόσκαφτα μνήματα εἴτανε σκαλισμένα ἀπὸ τὰ τσακάλια. Σὰν ἅγιος ποὺ εἴτανε ἄκουσε πὼς μιλούσανε οἱ πεθαμένοι καὶ λέγανε: «Τὸν καιρὸ ποὺ εἴμαστε στὸν ἀπάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι ἀφήσαμε πίσω μας παιδιὰ κ᾿ ἐγγόνια νὰ μᾶς ἀνάβουνε κανένα κερί, νὰ μᾶς καίγουνε λίγο λιβάνι μὰ δὲν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπᾶ στὸ κεφάλι μας νὰ μᾶς διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρὰ σὰν νὰ μὴν ἀφήσαμε πίσω μας κανέναν». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ᾿ εἶπε: «Τοῦτοι οἱ χωριάτες οὔτε σὲ ζωντανὸ δὲ δίνουνε βοήθεια, οὔτε σὲ πεθαμένον», καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, καὶ...

περπατοῦσε ὁλομόναχος μέσα στὰ παγωμένα χιόνια.

* * *

Παραμονὴ τῆς πρωτοχρονιᾶς ἔφταξε σὲ κάτι χωριὰ ποὺ εἴτανε τὰ πιὸ φτωχὰ ἀνάμεσα στὰ φτωχοχώρια, στὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας. Ὁ παγωμένος ἀγέρας βογκοῦσε ἀνάμεσα στὰ χαμόδεντρα καὶ στὰ βράχια, ψυχὴ ζωντανὴ δὲν φαινότανε, νύχτα πίσσα! Εἶδε μπροστά του μιὰ ραχούλα, κι ἀπὸ κάτω της εἴτανε μιὰ στρούγκα τρυπωμένη. Ὁ ἅγιος Βασίλης μπῆκε στὴ στάνη καὶ χτύπησε μὲ τὸ ραβδί του τὴν πόρτα τῆς καλύβας καὶ φώναξε: «Ἐλεῆστε με, τὸν φτωχό, γιὰ τὴν ψυχὴ τῶν ἀποθαμένων σας κι ὁ Χριστός μας διακόνεψε σὲ τοῦτον τὸν κόσμο!». Τὰ σκυλιὰ ξυπνήσανε καὶ χυθήκανε ἀπάνω του, μὰ σὰν πήγανε κοντά του καὶ τὸν μυριστήκανε, πιάσανε καὶ κουνούσανε τὶς οὐρές τους καὶ πλαγιάζανε στὰ ποδάρια του καὶ γρούζανε παρακαλεστικὰ καὶ χαρούμενα. Ἀπάνω σ᾿ αὐτά, ἄνοιξε ἡ πόρτα καὶ βγῆκε ἕνας τσοπάνης, ὡς εἰκοσιπέντε χρονῶν παλληκάρι, μὲ μαῦρα στριφτὰ γένεια, ὁ Γιάννης ὁ Μπαρμπάκος, ἄνθρωπος ἀθῶος κι ἀπελέκητος, προβατάνθρωπος, καὶ πρὶν νὰ καλοϊδεῖ ποιὸς χτύπησε, εἶπε: «Ἔλα, ἔλα μέσα. Καλὴ μέρα, καλὴ χρονιά!».

Μέσα στὸ καλύβι ἔφεγγε ἕνα λυχνάρι, κρεμασμένο ἀπὸ πάνω ἀπὸ μία κούνια, ποὺ εἴτανε δεμένη σὲ δυὸ παλούκια. Δίπλα στὸ τζάκι εἴτανε τὰ στρωσίδια τους καὶ κοιμότανε ἡ γυναίκα τοῦ Γιάννη. αὐτός, σὰν ἐμπῆκε μέσα ὁ ἅγιος Βασίλης, κ᾿ εἶδε πὼς εἴτανε γέρος σεβάσμιος, πῆρε τὸ χέρι του καὶ τ᾿ ἀνεσπάσθηκε κ᾿ εἶπε: «Νά ῾χω τὴν εὐχή σου, γέροντα», καὶ τό ῾λεγε σὰν νὰ τὸν γνώριζε κι ἀπὸ πρωτύτερα, σὰ νά ῾τανε πατέρας του. Καὶ κεῖνος τοῦ εἶπε: «Βλογημένος νά ῾σαι, ἐσὺ κι ὅλο τὸ σπιτικό σου, καὶ τὰ πρόβατά σου ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νά ῾ναι ἀπάνω σας!». Σηκώθηκε κ᾿ ἡ γυναίκα καὶ πῆγε καὶ προσκύνησε καὶ κείνη τὸν γέροντα καὶ φίλησε τὸ χέρι του καὶ τὴ βλόγησε. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἴτανε σὰν καλόγερος ζητιάνος, μὲ μιὰ σκούφια παλιὰ στὸ κεφάλί του, καὶ τὰ ράσα του εἴτανε τριμμένα καὶ μπαλωμένα καὶ τὰ τσαρούχια του τρύπια, κ᾿ εἶχε κ᾿ ἕνα παλιοτάγαρο ἀδειανό.

Ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος ἔβαλε ξύλα στὸ τζάκι. Καὶ παρευθύς, φεγγοβόλησε τὸ καλύβι καὶ φάνηκε σὰν παλάτι. Καὶ φανήκανε τὰ δοκάρια, σὰ νά ῾τανε μαλαμοκαπνισμένα, κ᾿ οἱ πητιὲς ποὺ εἴτανε κρεμασμένες φανήκανε σὰν καντήλια, κ᾿ οἱ καρδάρες καὶ τὰ τυροβόλια καὶ τ᾿ ἄλλα τὰ σύνεργα ποὺ τυροκομοῦσε ὁ Γιάννης, γινήκανε σὰν ἀσημένια, καὶ σὰν πλουμισμένα μὲ διαμαντόπετρες φανήκανε, καὶ τ᾿ ἄλλα, τὰ φτωχὰ τὰ πράγματα πού ῾χε μέσα στὸ καλύβι του ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος. Καὶ τὰ ξύλα ποὺ καιγόντανε στὸ τζάκι τρίζανε καὶ λαλούσανε σὰν τὰ πουλιὰ ποὺ λαλοῦνε στὸν παράδεισο, καὶ βγάζανε κάποια εὐωδιὰ πάντερπνη. Τὸν ἅγιο Βασίλη τὸν βάλανε κ᾿ ἔκατσε κοντὰ στὴ φωτιὰ κ᾿ ἡ γυναίκα τοῦ ῾θεσε μαξιλάρια νὰ ἀκουμπήσει. Κι ὁ γέροντας ξεπέρασε τὸ ταγάρι του ἀπὸ τὸ λαιμό του καὶ τό ῾βαλε κοντά του, κ᾿ ἔβγαλε καὶ τὸ παλιόρασό του κι ἀπόμεινε μὲ τὸ ζωστικό του.

Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε κι ἄρμεξε τὰ πρόβατα μαζὶ μὲ τὸν παραγυιό του, κ᾿ ἔβαλε μέσα στὴν κοφινέδα τὰ νιογέννητα τ᾿ ἀρνιά, κι ὕστερα χώρισε τὶς ἑτοιμόγεννες προβατίνες καὶ τὶς κράτησε στὸ μαντρί, κι ὁ παραγυιὸς τά ῾βγαλε τ᾿ ἄλλα στὴ βοσκή. Λιγοστὰ εἴτανε τὰ ζωντανά του, φτωχὸς εἴτανε ὁ Γιάννης, μὰ εἴτανε Βλογημένος. Κ᾿ εἶχε μία χαρὰ μεγάλη, σὲ κάθε ὥρα, μέρα καὶ νύχτα, γιατὶ εἴτανε καλὸς ἄνθρωπος κ᾿ εἶχε καὶ καλὴ γυναίκα, κι ὅποιος λάχαινε νὰ περάσει ἀπὸ τὴν καλύβα τους, σὰν νά ῾τανε ἀδελφός τους, τὸν περιποιόντανε. Γιὰ τοῦτο κι ὁ ἅγιος Βασίλης κόνεψε στὸ σπίτι τους, καὶ κάθησε μέσα, σὰ νά ῾τανε δικό του σπίτι, καὶ βλογηθήκανε τὰ θεμέλιά του. Κείνη τὴ νύχτα τὸν περιμένανε ὅλες οἱ πολιτεῖες καὶ τὰ χωριὰ τῆς Οἰκουμένης, οἱ ἀρχόντοι, οἱ δεσποτάδες κ᾿ οἱ ἐπίσημοι ἀνθρῶποι μὰ ἐκεῖνος δὲν πῆγε σὲ κανέναν, παρὰ πῆγε καὶ κόνεψε στὸ καλύβι τοῦ Γιάννη τοῦ Βλογημένου.

* * *

Τὸ λοιπόν, σὰν σκαρίσανε τὰ πρόβατα, μπῆκε μέσα ὁ Γιάννης καὶ λέγει στὸν ἅγιο: «Γέροντα, ἔχω χαρὰ μεγάλη. Θέλω νὰ μᾶς διαβάσεις τὰ γράμματα τ᾿ Ἅη-Βασίλη. Ἐγὼ εἶμαι ἄνθρωπος ἀγράμματος, μὰ ἀγαπῶ τὰ γράμματα τῆς θρησκείας μας. Ἔχω καὶ μία φυλλάδα ἀπὸ ἕναν γούμενο ἁγιονορίτη, κι ὅποτε τύχει νὰ περάσει κανένας γραμματιζούμενος, τὸν βάζω καὶ μοῦ διαβάζει ἀπὸ μέσα τὴν φυλλάδα, γιατὶ δὲν ἔχουμε κοντά μας ἐκκλησία».

Ἔπιασε καὶ θαμπόφεγγε κατὰ τὸ μέρος τῆς ἀνατολῆς. Ὁ ἅγιος Βασίλης σηκώθηκε καὶ στάθηκε κατὰ τὴν ἀνατολὴ κ᾿ ἔκανε τὸ σταυρό του, ὕστερα ἔσκυψε καὶ πῆρε μία φυλλάδα ἀπὸ τὸ ταγάρι του, κ᾿ εἶπε: «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν πάντοτε,νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων». Κι ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος πῆγε καὶ στάθηκε ἀπὸ πίσω του, κ᾿ ἡ γυναίκα βύζαξε τὸ μωρὸ καὶ πῆγε καὶ κείνη καὶ στάθηκε κοντά του, μὲ σταυρωμένα χέρια. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης εἶπε τὸ «Θεὸς Κύριος» καὶ τ᾿ ἀπολυτίκιο τῆς Περιτομῆς «Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες», δίχως νὰ πεῖ καὶ τὸ δικό του τὸ ἀπολυτίκιο ποὺ λέγει «Εἰς πάσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου». Ἡ φωνή του εἴτανε γλυκειὰ καὶ ταπεινή, κι ὁ Γιάννης κ᾿ ἡ γυναίκα του νοιώθανε μεγάλη κατάνυξη, κι ἂς μὴν καταλαβαίνανε τὰ γράμματα. Κ᾿ εἶπε ὁ ἅγιος Βασίλης ὅλον τὸν Ὄρθρο καὶ τὸν Κανόνα τῆς Ἑορτῆς: «Δεῦτε λαοὶ ἄσωμεν ἄσμα Χριστῷ τῷ Θεῷ, χωρὶς νὰ πεῖ τὸ δικό του τὸν Κανόνα, ποὺ λέγει «Σοῦ τὴν φωνὴν ἔδει παρεῖναι, Βασίλειε». Κ᾿ ὕστερα εἶπε ὅλη τὴ λειτουργία κ᾿ ἔκανε ἀπόλυση καὶ τοὺς βλόγησε.

Καὶ σὰν καθήσανε στὸ τραπέζι καὶ φάγανε κι ἀποφάγανε, ἔφερε ἡ γυναίκα τὴ βασιλόπητα καὶ τὴν ἔβαλε ἀπάνω στὸ σοφρᾶ. Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πῆρε τὸ μαχαίρι καὶ σταύρωσε τὴ βασιλόπητα, κ᾿ εἶπε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κ᾿ ἔκοψε τὸ πρῶτο τὸ κομμάτι κ᾿ εἶπε «τοῦ Χριστοῦ» κ᾿ ὕστερα εἶπε «τῆς Παναγίας», κ᾿ ὕστερα εἶπε «τοῦ νοικοκύρη Γιάννη τοῦ Βλογημένου». Τοῦ λέγει ὁ Γιάννης: «Γέροντα, ξέχασες τὸν ἅη- Βασίλη!». Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ναί, καλά! κ᾿ ὕστερα λέγει: «Τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Βασιλείου». Κ᾿ ὕστερα λέγει πάλι: «Τοῦ νοικοκύρη, «τῆς νοικοκυρᾶς», «τοῦ παιδιοῦ», «τοῦ παραγυιοῦ», «τῶν ζωντανῶν», «τῶν φτωχῶν». Τότε λέγει στὸν ἅγιο ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Γέροντα, γιατί δὲν ἔκοψες γιὰ τὴν ἁγιωσύνη σου; Τοῦ λέγει ὁ ἅγιος: «Ἔκοψα, Βλογημένε!» μά, ὁ Γιάννης δὲν κατάλαβε τίποτα, ὁ μακάριος. Κ᾿ ὕστερα, σηκώθηκε ὄρθιος ὁ ἅγιος Βασίλειος κ᾿ εἶπε τὴν εὐχή του «Κύριε ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι οὐκ εἰμὶ ἄξιος, οὐδὲ ἱκανός, ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς τοῦ οἴκου τῆς ψυχῆς μου».

Κ᾿ εἶπε ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος: «Πές μου, γέροντα, ποῦ ξέρεις τὰ γράμματα, σὲ ποιὰ παλάτια ἄραγες πῆγε σὰν ἀπόψε ὁ ἅγιος Βασίλης; οἱ ἀρχόντοι κ᾿ οἱ βασιληάδες τί ἁμαρτίες νά ῾χουνε; Ἐμεῖς οἱ φτωχοὶ εἴμαστε ἁμαρτωλοί, ἐπειδὴς ἡ φτώχεια μᾶς κάνει νὰ κολαζόμαστε». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης δάκρυσε κ᾿ εἶπε πάλι τὴν εὐχή, ἀλλοιώτικα: «Κύριε, ὁ Θεός μου, οἶδα ὅτι ὁ δοῦλος σου Ἰωάννης ὁ ἁπλοῦς ἐστὶν ἄξιος καὶ ἱκανὸς ἵνα ὑπὸ τὴν στέγην του εἰσέλθῃς. Ὅτι νήπιος ὑπάρχει καὶ τὰ μυστήριά Σου τοῖς νηπίοις ἀποκαλύπτεται». Καὶ πάλι δὲν κατάλαβε τίποτα ὁ Γιάννης ὁ μακάριος, ὁ Γιάννης ὁ Βλογημένος...

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2021

Η αγελαιοποίηση της σκέψης (groupthink)

 

Ενώ ο τρόπος διασύνδεσής μας με τον κόσμο έχει αλλάξει ριζικά, το πρόβλημα παραμένει πάντα το ίδιο: η κατανόηση όσων συμβαίνουν γύρω μας. Τα σύγχρονα μεγάλα θέματα είναι πάνω κάτω γνωστά: η εθνική ταυτότητα και η κοσμόπολη, το έθνος κράτος και η Ευρωπαϊκή Ένωση, το πολιτικό Ισλάμ, o Τουρκικός πανεθνικισμός και οι στόχοι του, η πανδημία, το μεταναστευτικό, οι κοινωνικές και σεξουαλικές ταυτότητες, η νεοφτωχοποίηση (neo-pauperism), η λειτουργία των ελεύθερων αγορών και κανείς δεν γνωρίζει τι άλλο θα προκύψει στο μέλλον. Αξίζει να ειπωθεί εξαρχής ότι, κατά τη γνώμη μας, οι προσεγγίσεις που παραμένουν αγκιστρωμένες σε ιδεολογικά ρεύματα, ή σε αντιλήψεις που πηγάζουν μέσα από ομάδες οι οποίες προωθούν μια συγκεκριμένη “Χ” κοσμοθεωρία, έχουν λιγότερες πιθανότητες να δουν αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «αντικειμενικά αληθές». Από την άλλη, άτομα που διαμορφώνουν γνώμη δίχως να εξαρτώνται από ομάδες, ενδεχομένως καταφέρνουν να υπερπηδήσουν τα εμπόδια της ομαδικής σκέψης (groupthink) και συνεπώς έχουν περισσότερες πιθανότητες να κατανοήσουν όσα πραγματικά συμβαίνουν γύρω τους. Αυτό ισχύει διότι ο άνθρωπος έχει προικιστεί με σημειολογικές ικανότητες· μπορεί, με άλλα λόγια, να εντοπίζει και να ερμηνεύει εκείνα τα σημεία (του καιρού του) που του δίνουν μίαν αντίληψη και αίσθηση του κόσμου που τον περιβάλλει. Αν και η «μικροσκοπική», θα λέγαμε «τοπική αντίληψη» της πραγματικότητας, δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με την συνολική «μακροσκοπική» εικόνα, ωστόσο είναι η μόνη που διαθέτει πραγματικές αξιώσεις αλήθειας και σε κάθε περίπτωση αποτελεί τη βάση για την εκδίπλωση της κριτικής σκέψης – ακόμη και στο μακροσκοπικό επίπεδο. Ο άνθρωπος διαθέτει επομένως ικανότητες τις οποίες «μεταφράζει» σε λέξεις, ώστε αυτές στην συνέχεια να διατυπωθούν ελεύθερα και δημόσια. Πιο συγκεκριμένα, ο Carl Gustav Jung μιλά για αρχέτυπα και ασυνείδητες διαδικασίες του νου που δεν είναι κοινωνικές κατασκευές αλλά, αντιθέτως, κληρονομούνται και συνδέονται με την ανάγκη[1]. Τα αρχέτυπα εντοπίζονται στο βαθύτερο στρώμα αυτών των ασυνείδητων διαδικασιών και διαμορφώνουν τον τρόπο αντίληψής μας βάσει συγκεκριμένων προτύπων τα οποία παρότι είναι εκτοψυχικά (δηλαδή αποτέλεσμα κοινωνικών διεργασιών) την ίδια στιγμή φιλτράρονται και επεξεργάζονται από ενδοψυχικούς καθοριστικούς παράγοντες, ενώ στο τέλος εκφράζονται μέσω του λόγου. Τα ένστικτα και τα αρχέτυπα αποτελούν, από κοινού, το λεγόμενο «συλλογικό ασυνείδητο». Έτσι, παρότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη το σύνολο και την ομάδα, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να υπάρξει νοητική ή άλλη σύλληψη, την ίδια στιγμή διαθέτει ενδοχυψικούς μηχανισμούς ώστε να επεξεργαστεί τις πληροφορίες που μια ομάδα του διοχετεύει (ασχέτως και αν αυτοί οι μηχανισμοί βρίσκονται σε αλληλεπίδραση με το εξωτερικό περιβάλλον) δίχως να βρίσκεται σε απόλυτη εξάρτηση από την ίδια αυτή την ομάδα. Κάτι τέτοιο ασφαλώς δεν υποδηλώνει ότι το άτομο είναι αποδεσμευμένο από οποιαδήποτε ομάδα, κάθε άλλο· ακόμα και η πιο ανεπτυγμένη μορφή αυτοδυναμίας είναι ακατανόητη (και ανούσια) δίχως το σύνολο.

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2021

Πίστη καί Ἐπιστήμη από π. Δημήτριο Μπαθρέλλο

 

Πολύ συχνά ἀκοῦμε ὅτι στήν ἐποχή τῆς ἐπιστήμης ἡ θρησκεία δέν ἔχει θέση. Οἱ λεγόμενοι “νέοι ἀθεϊστές”, ὅπως, γιά παράδειγμα, ὁ Ρίτσαρντ Ντόκινς, ὑποστηρίζουν ὅτι στήν ἐποχή μας ἡ ἐπιστήμη ἀποτελεῖ τή μόνη ἀξιόπιστη πηγή γνώσης, ἐνῶ ἡ θρησκεία εἶναι μία μορφή δεισιδαιμονίας, πού θά πρέπει ἐπιτέλους νά ἐγκαταλείψουμε. Ἡ ἐπιστήμη θά πρέπει νά κυριαρχήσει καί ἡ πίστη νά ἐγκαταλειφθεῖ.

Προφανῶς, τό πρόβλημα ἐν προκειμένῳ δέν εἶναι ἡ ἐπιστήμη ἀλλά ὁ ἐπιστημονισμός. Αὐτό πού ἡ θεωρία αὐτή ὑποστηρίζει δέν εἶναι ἡ ἀξία τῆς ἐπιστήμης, ἀλλά ἡ ἀντίληψη ὅτι ἡ ἐπιστήμη ἀποτελεῖ τή μόνη ἀξιόπιστη πηγή γνώσης. Εἶναι ὅμως ἔτσι;

Ἡ ἀξία τῆς ἐπιστήμης εἶναι αὐτονόητη. Χάρη σ’ αὐτήν ἡ ζωή μᾶς ἔχει γίνει εὐκολότερη, οἱ γνώσεις μᾶς ἔχουν πολλαπλασιαστεῖ, οἱ δυνατότητές μας ἔχουν αὐξηθεῖ, τό προσδόκιμο ζωῆς μας ἔχει ὑπερδιπλασιαστεῖ. Μπορεῖ, ὡστόσο, ἡ ἐπιστήμη νά δώσει ἀπάντηση σέ ὅλα μας τά ἐρωτήματα; Ἀναμφίβολα ὄχι.

Ἄν πάρουμε, γιά παράδειγμα, ἕνα βιβλίο, ἡ ἐπιστήμη μπορεῖ νά μᾶς πεῖ ἀπό ποιά ὑλικά εἶναι κατασκευασμένο, μπορεῖ νά κάνει χημική ἀνάλυση τῶν ὑλικῶν αὐτῶν, νά μᾶς προσδιορίσει τό βάρος καί τίς διαστάσεις του καί οὕτω καθεξῆς. Δέν μπορεῖ ὅμως νά μᾶς κάνει λόγο γιά τό περιεχόμενο καί τίς ἰδέες τοῦ βιβλίου. Ἡ ἐπιστήμη μπορεῖ νά μᾶς πεῖ ἀπό ποιά ὑλικά εἶναι κατασκευασμένος ἕνας ζωγραφικός πίνακας. Δέν μπορεῖ ὅμως νά μᾶς πεῖ ποῦ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ αἰσθητική του ἀξία, τί τόν καθιστά ἔργο τέχνης. Ἡ πεζογραφία, ἡ μουσική, ἡ ζωγραφική, ἡ ποίηση, οἱ ἠθικές ἀξίες καί τόσοι ἄλλοι χῶροι τῆς ζωῆς καί τοῦ πολιτισμοῦ δέν εἶναι δυνατόν νά καταστοῦν ἀντικείμενο τῆς ἐπιστήμης. Ὁ ἐπιστημονισμός, λοιπόν, δέν ταυτίζεται μέ τήν ἐπιστήμη. Εἶναι, θά λέγαμε, μία ἰδεολογία, πού ἐπιδιώκει νά ἐπιβάλει τήν πρωτοκαθεδρία τῆς ἐπιστήμης ἀκόμη καί σέ χώρους ἄσχετους πρός τό ἀντικείμενό της.

Σέ ἕνα δεύτερο ἐπίπεδο, ὁ ἐπιστημονισμός ἐπιδιώκει νά ἐκτοπίσει ὄχι ἁπλῶς τούς χώρους τῆς ζωῆς καί τοῦ πολιτισμοῦ πού μόλις ἀναφέραμε ἀλλά καί τόν ἴδιο τόν Θεό. Καί ἐδῶ ἔγκειται ἕνα ἀκόμα λάθος αὐτῆς τῆς ἰδεολογίας. Ἡ ἐπιστήμη ἀσχολεῖται μέ τήν ὑλική δημιουργία καί τούς φυσικούς νόμους. Λέγεται ὅτι ὅταν ὁ πρῶτος Ρῶσος ἀστροναύτης, ὁ Γιούρι Γκαγκάριν, ἐπέστρεψε ἀπό τό διάστημα, δήλωσε ὅτι δέν εἶδε πουθενά τόν Θεό. Προφανῶς αὐτό συνέβη, ὄχι ἐπειδή ὁ Θεός δέν ὑπάρχει, ἀλλά ἐπειδή δέν ἀποτελεῖ ὑλικό ἀντικείμενο, τοῦ ὁποίου τήν παρουσία ἤ τήν ἀπουσία θά μποροῦσε κανείς νά πιστοποιήσει μέ τίς αἰσθήσεις του ἤ τά ὄργανα καί τίς μεθόδους τῆς ἐπιστήμης. Ὁ Θεός δέν εἶναι μέρος τοῦ κόσμου ἀλλά ὁ Δημιουργός του.

Ἑπομένως, ναί, ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἀξιόλογη καί χρήσιμη – ἀλλά εἶναι ἀπαραίτητο νά γνωρίζουμε τά ὅριά της.

II.

Πέραν ὅμως αὐτοῦ, ἡ ἐπιστήμη δέν εἶναι σέ θέση νά μᾶς δώσει μία τελική ἐξήγηση οὔτε κἄν γιά τό ἴδιο της τό ἀντικείμενο. Δέν μπορεῖ, δηλαδή, νά μᾶς δώσει ἀπάντηση στό θεμελιῶδες ἐρώτημα: γιατί ὑπάρχει κάτι καί ὄχι τίποτα; Ἡ χριστιανική θεολογία διδάσκει ὅτι αὐτό συμβαίνει ἐπειδή ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο. Εἶναι ὅμως ὁ ἰσχυρισμός αὐτός συμβατός μέ τά πορίσματα τῆς ἐπιστήμης;

Καταρχάς τά πορίσματα αὐτά δέν εἶναι σταθερά καί μόνιμα. Παλαιότερα πολλοί ἔκαναν λόγο γιά τήν αἰωνιότητα τοῦ σύμπαντος. Σήμερα ὅμως οἱ ἐπιστήμονες, στή συντριπτική τους πλειονότητα, ἀσπάζονται τή θεωρία τῆς μεγάλης ἔκρηξης. Σύμφωνα μέ τή θεωρία αὐτή, ὁ κόσμος ἦρθε στήν ὕπαρξη μετά ἀπό μία μεγάλη ἔκρηξη πού συνέβη πρίν ἀπό περίπου δεκατέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Ἡ ὕλη, ἡ ἐνέργεια, ὁ χῶρος, καί ὁ χρόνος ἀποτελοῦν συνέπεια αὐτοῦ του γεγονότος. Πρίν ἀπό αὐτό δέν ὑπῆρχε τίποτε, ἐνῶ μετά ἀπό αὐτό ἀρχίζουν νά ὑπάρχουν τά πάντα. Ὅ,τι ὅμως ἔρχεται στήν ὕπαρξη ἔχει αἰτία. Ἐφόσον τίποτα δέν μπορεῖ νά προέλθει ἀπό τό τίποτα καί μάλιστα αὐτό τό ἀχανές καί θαυμαστό σύμπαν πού, χάρη στήν ἐπιστήμη, σήμερα τό γνωρίζουμε καλύτερα ἀπό ποτέ ἄλλοτε– ἡ πίστη στόν Θεό Δημιουργό ἀποτελεῖ τήν πλέον εὔλογη ἀπάντηση στό ἐρώτημα γιά τήν προέλευση τοῦ κόσμου.

Ἐδῶ, βέβαια, θά ἀναρωτηθοῦμε: ἀποτελεῖ κάτι τέτοιο ἀπόδειξη γιά τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ; Αὐτό θά μπορούσαμε καί θά ἔπρεπε νά τό συζητήσουμε. Ἀλλά ἐν πάσῃ περιπτώσει μᾶς δείχνει ὅτι ἡ σχέση τῆς χριστιανικῆς πίστης μέ τήν ἐπιστήμη εἶναι πολύ πιό σύνθετη καί πολύ πιό θετική ἀπό ὅ,τι ἰσχυρίζονται πολλοί ἀπό ὅσους ἀρνοῦνται τήν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ.

Από το περιοδικό “Εφημέριος” Ιούνιος 2020 τεύχος 3 σελ 8-10.

αντιφωνο

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΦΩΤΩΝ (Μρκ. 1, 1-8)

Ο τίμιος πρόδρομος ρίζα της πνευματικής μας ζωής

          Μετά την μητροπολιτική γιορτή των Χριστουγέννων και της γιορτής της Περιτομής του Χριστού, αυτή την Κυριακή η Εκκλησία μας προετοιμάζει για τα άγια Θεοφάνεια. Με τα ιερά αναγνώσματά της επιχειρεί να μας εισαγάγει επίκαιρα στο πνεύμα της επικείμενης γιορτής.

          Η εισαγωγή αυτή είναι απαραίτητη γιατί μας οδηγεί στο μεγάλο μυστήριο της φανέρωσης της Αγίας   Τριάδος στον κόσμο. Ο Υιός και Λόγος του Θεού καταδέχεται να βαπτιστεί και ο τριαδικός Θεός  φανερώνεται στον κόσμο! Και  διάκονος αυτού του μυστηρίου γίνεται ένας άνθρωπος: Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, αυτός που χρονικά προηγείται του Μεσσία και παρασκευάζει το λαό να υποδεχθεί τον Ιησού Χριστό ως Λυτρωτή.

          Αυτή η υψηλή διακονία του Προδρόμου δείχνει, ότι ο Θεός δεν επιβάλλει στανικώς τη σωτηρία στον κόσμο, αλλά μας προετοιμάζει σε βάθος και ουσία. Ο Πρόδρομος προετοίμασε το έργο του Χριστού και τη δράση του προείπε ο προφήτης Μιχαίας και ο Ησαΐας, όπως ακούσαμε στο σημερινό ευαγγέλιο.

          Ο Ιωάννης λειτουργεί ως “αγγελιοφόρος”, ο οποίος κατά το λόγο του Μαλαχία προαναγγέλλει την Νέα Διαθήκη του Θεού, προετοιμάζει τους ανθρώπους για την υποδοχή του Κυρίου “ιδού αποστέλλω τον άγγελό μου προ προσώπου σου, ος κατασκευάσει την οδό σου”.

          Ο Ιωάννης είναι “φωνή βοώντος εν τη ερήμω”, μια φωνή που καλεί το λαό του Θεού να επιστρέψει από την αιχμαλωσία της αμαρτίας, της εξορίας, στην πραγματικότητα της βασιλείας  του Θεού. Μέσα από την έρημο της δοκιμασίας ανοίγεται ένας νέος δρόμος κάτι που ο προφήτης Ησαΐας αναφέρει αρκετές φορές. “ετοιμάσατε την οδό Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού”, και ο Ιωάννης προάγγελος τώρα θριαμβικά με τα ίδια λόγια για τον ερχομό του Μεσσία συνεγείρει τις ανθρώπινες καρδιές. Πλήθη λαού σπεύδουν στην έρημο του Ιορδάνη ν’ ακούσει το αφυπνιστικό κήρυγμα μετανοίας και βαπτίζονται στον Ιορδάνη εξομολογούμενοι  της αμαρτίες τους.

          Ο λαός έσπευδε προς αυτόν ενώ απέφευγε τους εκπροσώπους του νόμου, γραμματείς, φαρισαίους, νομομαθείς, διδασκάλους, αρχιερείς και ιερείς, οι οποίοι αν και είχαν το Νόμο και τους προφήτες, με την αντίθετη ζωή τους σκανδάλιζαν το λαό. Αντίθετα ο Πρόδρομος έλκυε το λαό γιατί τον συγκλόνιζε ο ασκητικός βίος του μεγάλου αυτού προφήτη του Θεού.

          Το κήρυγμα του Ιωάννη δεν μπορούσε ν’ αφήσει αδιάφορους εκείνους που τον πρωτάκουσαν. Συμπατριώτες του και σύγχρονοι Ιουδαίοι κληρονόμοι των παλαιών επαγγελιών που προσδοκούσαν με πόθο τον Σωτήρα και την σωτηρία. Μάλιστα η καθολική απήχηση του κηρύγματος του, όπως σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος, μας βοηθεί να συνειδητοποιήσουμε πόσο μεγάλη ήταν η προσμονή του ερχόμενου Μεσσία στα ευρύτερα στρώματα του πιστού λαού.

          Ποιος ήταν ο σκοπός του κηρύγματος του Ιωάννη; Να εγκαταλείψουν οι άνθρωποι τις πόλεις, τα χωριά και τα σπίτια τους και να βρουν καταφύγιο σε έρημους τόπους; Όχι βέβαια. Ο πυρήνας του κηρύγματος του Ιωάννη  ήταν η υπαρξιακή μεταστροφή των ανθρώπων, η μετάνοια.  Η επιστροφή τους από το εγώ τους, το εγωιστικό φρόνημα  στη νέα πορεία της ελευθερίας που φέρνει ο Ιησούς Χριστός.

          Ο Πρόδρομος προέτρεπε τους ακροατές του να εξομολογηθούν και να δεχθούν το βάπτισμα της μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών. Το βάπτισμα στον Ιορδάνη ήταν βάπτισμα μετανοίας και ο τύπος του δια καταδύσεως προετύπωνε το δικό μας βάπτισμα, το οποίο αποτελεί επιπλέον βάπτισμα αφέσεως. Κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά κατά την στιγμή του βαπτίσματος η θεία χάρη “απορρήτως προσφύεται” δηλαδή “μυστικά φυτεύεται” μέσα στην καρδιά μας. Και όταν έλθει η ευλογημένη εκείνη ώρα και πυρποληθεί ο άνθρωπος από την μετάνοια, η ίδια αυτή χάρη “άνωθεν εφίπταται” και αλλάζει τελείως όλος ο βίος  του ανθρώπου. Τότε ενεργοποιούνται και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος καθώς λαμβάνουμε του ιερό χρίσμα. Με το βάπτισμα ενσωματωνόμαστε  στο Σώμα του Χριστού και με τη συμμετοχή μας στη Θ.  Ευχαριστία συσσωματωνόμαστε με τον Χριστό.

          Μια φορά βαπτιστήκαμε εμείς οι ορθόδοξοι και αυτό αποτελεί τη δεύτερη γέννα  μας με τον Θεό Πατέρα και την Εκκλησία Μητέρα μας. Στην κολυμπήθρα συνετάφημεν με το Χριστό και συναναστηθήκαμε,  αλλά με τα πονηρά έργα μας μολύναμε το φωτεινό αναστάσιμο ένδυμά μας. Και εδώ έρχεται η μετάνοια και τα δάκρυα που καθαρίζουν τις κηλίδες των αμαρτημάτων και γινόμαστε πάλι ολοφώτεινοι.

          Καλό θα ήταν η ενθύμηση των αμαρτιών μας  να μη μας οδηγεί στη απόγνωση, αλλά στη συνειδητοποίηση να επικαλούμαστε αδιαλείπτως τον μόνο δυνάμενο να μας σώσει Ιησού Χριστό.

          Τελικά ο Πρόδρομος δεν είναι μόνο πρόδρομος του Χριστού, είναι συγχρόνως και πρόδρομος της νέας εν Χριστώ ανθρωπότητας, ένας δείκτης ασφαλούς πορείας για τους αναγεννημένους εξ ύδατος και πνεύματος, γι’ αυτούς που αγωνίζονται να βιώσουν διαρκώς τη μετάνοια, την υπακοή στο θέλημα του Θεού, την ταπείνωση και την αγάπη, το σεβασμό στη δημιουργία του Θεού, την προφητική και εν Χριστώ διάσταση της χρήσεως του κόσμου.

          Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος  αποτελεί την σπονδυλική στήλη της πνευματικής μας πορείας, είναι ο διάκονος του Χριστού και μπορεί να γίνει και ο πρόδρομος της δικής μας τελειώσεως, ο πρόδρομος της εισόδου μας στο μυστήριο της εν Χριστώ σωτηρίας και ο πρεσβευτής την προσωπικής μας επιφάνειας.

          Ζώντας τις πρώτες μέρες της νέας χρονιάς καλό θα ήταν να αφουγκραζόμαστε το σιωπηλό αλλά σωτήριο μήνυμα της ερήμου μέσα στη σημερινή “έρημο” του σύγχρονου κόσμου και ας ετοιμάσουμε όλοι μας “την οδό του Κυρίου” για να βιώσουμε το πολυδύναμο νόημα της σωτήριας μετάνοιας.

          Καλή και ευλογημένη χρονιά

          π. γ. στ.

Κίνημα ὑπέρ τῆς Ἑλληνικότητος μέ σημαία τήν γλῶσσα!

 

Μπαμπινιώτης – Φιλόλογοι βάλλουν μέ ἀνακοινώσεις ἐναντίον τῆς γλωσσικῆς ἀπατρίας καί τῆς ἀλλοιώσεως τοῦ λεξιλογίου μας

Η ΞΕΝΟΛΑΓΝΕΙΑ κορυφαίων Ὑπουργῶν, τινές ἐκ τῶν ὁποίων ἔχουν καί ΙΕΚ ἐκμαθήσεως τῆς ἑλληνικῆς γραμματείας, δημοσιογράφων τηλεοπτικῶν σταθμῶν, συγγραφέων διανοουμένων τῆς λεγόμενης ἐλίτ, μέ ἀφορμή τήν πανδημία, ἐξοργίζει τόσο τήν κοινή γνώμη ὥστε μέ ἀφορμή τήν γενικευμένη χρήση ξένων λέξεων νά δημιουργεῖ κίνημα ὑπέρ τῆς ἑλληνικότητος. Μέ ἐπίκεντρο τήν γλῶσσα. Ὁ καθηγητής Γιῶργος Μπαμπινιώτης, ὁ ὁποῖος ἔκανε πρῶτος τήν ἀρχή μέ ὀργίλες ἀναρτήσεις του στό διαδίκτυο ἐναντίον ὅλων ὅσοι ὑπετάχθησαν ἀκρίτως στήν ξενοκρατία τῶν ὅρων καί τῶν ἐννοιῶν, ἀπό χθές ἀπέκτησε ὡς σύμμαχό του τήν Πανελλήνια Ἕνωση Φιλολόγων, ἡ ὁποία μέ ἀνακοίνωσή της ξιφουλκεῖ κατά τῆς γλωσσικῆς ἀπατρίας. Ἡ ἀπόπειρα διακωμωδήσεως τῆς πρωτοβουλίας του ἀπό ἕναν ἑσμό ἀναλυτῶν καί λοιπῶν ἄλλων σέ διατεταγμένη ὑπηρεσία, ὄχι ἁπλῶς δέν ἔκαμψε τό φρόνημά του ἀλλά τόν ὡδήγησε νά «βγεῖ» στήν ἀντεπίθεση.

Ὁ πρώην Πρύτανις τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν χαρακτηρίζει γλωσσική πρόκληση λέξεις ὅπως Black Friday, click away, delivery, lockdown καί rapid test ὅπως καί τήν χριστουγεννιάτικη εὐχή πού δίδουν πολλά καταστήματα, Merry Christmas. Μέ καυστικό ὕφος ἀπευθύνεται στόν γελοιογράφο τῶν «Νέων» Κώστα Μητρόπουλο, ὑπογραμμίζων ὅτι μπορεῖ νά ἔχει δίκιο νά φοβᾶται ὅτι μπορεῖ νά τοῦ ἐπιφέρει λιποθυμία «ἡ ἐκτόξευση ἀγγλιστί τῆς συγκεκριμένης εὐχῆς ἀντί τοῦ “Καλά Χριστούγεννα”».

«Ἡ φωνή ἔγκριτων φιλολόγων τῆς ΠΕΦ (Πανελλήνια Ἕνωση Φιλολόγων) πού ἀνήκουν στήν μαχομένη ἐκπαίδευση βαρύνει πολύ περισσότερο ἀπό τήν δική μου φωνή, πολλῷ μᾶλλον πού ἀκούγεται δημόσια, ὄχι τώρα μόνο ἀλλά ὅταν ἀνακύπτουν σοβαρά θέματα (ὅπως ἡ διδασκαλία τῆς γλώσσας καί τῆς ἱστορίας στήν Ἐκπαίδευση κ.ἄ.) καί χρειάζονται ἔγκυρη καί γενναία παρέμβαση. Ἡ βαρύνουσα αὐτή παρέμβαση καί ἡ ὅποιου κύρους δική μου φωνή ἄς εὐαισθητοποιήσουν καί ἄς προβληματίσουν τούς Ἕλληνες πού ἀγαποῦν καί σέβονται τήν γλῶσσα μας, αὐτό τό μεγάλο κεφάλαιο καί προνόμιο τοῦ πολιτισμοῦ μας» ἀναφέρει ὁ διακεκριμένος γλωσσολόγος.

Ἡ Ἕνωσις Φιλολόγων κρούει τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου γιά τήν ἄκριτη υἱοθέτηση ἀμεταφράστων ξενικῶν ὅρων σέ ποικίλες ἐκφάνσεις τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, μέ συνέπεια νά νοθεύεται τό γλωσσικό αἴσθημα καί βαθμιαίως νά μετατρέπεται ἡ γλῶσσα τῆς καθημερινότητος σέ ἕνα ὑβριδικό, ἀγγλοελληνικό ἰδίωμα.

Ἡ Ἕνωσις φέρνει ὡς παράδειγμα λέξεις πού χρησιμοποιοῦνται εὐρέως ἀπό τά λαϊκά στρώματα ὅπως οἱ ποδοσφαιρικές «Super League», ἀντί «Πρωτάθλημα Α΄ Ἐθνικῆς Κατηγορίας», Football League, ἀντί «Πρωτάθλημα Β΄ Ἐθνικῆς Κατηγορίας» κ.ο.κ. Τό ἴδιο συμβαίνει στόν χῶρο τῆς πολιτικῆς, ὅπου τά «hot spots» τείνουν σχεδόν ὁλοσχερῶς νά ἀντικαταστήσουν τά «κέντρα φιλοξενίας», τό «debate» τήν «τηλεμαχία», τό «win win» τό «ἀμοιβαῖο ὄφελος» κ.λπ. «Τέλος, στόν χῶρο τῆς ὑγείας, πού λόγω τῆς πανδημίας κατέχει τά πρωτεῖα –πρόσκαιρα ἄς ἐλπίσουμε– στήν καθημερινή ἐνημέρωση, τά lockdown καί τά rapid tests υἱοθετοῦνται ἄκριτα καί ἐπιπόλαια ἀπό τόν ἔντυπο καί ἠλεκτρονικό Τύπο, χωρίς νά καταβάλλεται μιά ἐλάχιστη ἔστω προσπάθεια γιά μεταγλώττιση τῶν συγκεκριμένων ὅρων.

»Ἐπιτακτική λοιπόν θεωροῦμε τήν ἀνάγκη γιά δημιουργία ἑνός ἐπίσημου ἐπιτελικοῦ ὀργάνου, στελεχωμένου ἀπό πνευματικούς ἀνθρώπους πού ἀποδεδειγμένα γνωρίζουν καί μεριμνοῦν γιά τήν γλωσσική καί πολιτισμική μας παράδοση, οἱ ὁποῖοι θά εἶναι σέ θέση νά δίνουν ἀνά πᾶσα στιγμή λύση στά προβλήματα πού θέτει ἐπί τάπητος ἡ ἀνάγκη χρήσης νεολογισμῶν σέ κάθε τομέα τῆς καθημερινῆς δραστηριότητας. Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι μποροῦν νά ἀναλάβουν καί τό ἔργο τῆς σταδιακῆς ἀποκατάστασης τῶν ὅρων πού σήμερα ἔχουν ἀντικατασταθεῖ ἀπό ξενικούς» ἐπισημαίνουν οἱ φιλόλογοι. Προειδοποιοῦν ὅτι ἀρκεῖ ἕνας καί μόνον ἄνθρωπος, στήν κατάλληλη θέση, καί μέ τήν σχετική ἐξουσία, γιά νά καθορίζει τήν κοινή γλωσσική χρήση τῶν πολλῶν. Γιά τόν λόγο αὐτόν ἡ Ἕνωσις θεωρεῖ ἐπιβεβλημένη τήν κατοχύρωση στό νέο Σύνταγμα τῆς προστασίας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης «μέ τήν ἴδια στοργική μέριμνα ἡ ὁποία προβλέπεται γιά τήν προστασία τῆς χλωρίδας καί τῆς πανίδας τοῦ τόπου, ὥστε νά γίνει συνείδηση πώς ἡ ἑλληνική γλῶσσα συνιστᾶ πολύτιμο πνευματικό κεφάλαιο τό ὁποῖο ἀφορᾶ στήν πεμπτουσία τῆς ἰδιοσυστασίας μας καί παράλληλα ἀποτελεῖ πολιτισμικό μέγεθος οἰκουμενικῆς ἐμβέλειας, λόγω τοῦ τεράστιου ἱστορικοῦ της βάθους καί τῆς ἀχανοῦς γραμματειακῆς της παράδοσης».

Τέλος, ἀπευθύνει πρόσκληση σέ ὅλους τούς πνευματικούς ἀνθρώπους τῆς πατρίδος, ἀλλά καί σέ ὅλους τούς πολῖτες τῆς χώρας, νά ὑπερασπισθοῦν τήν ἑλληνική γλῶσσα, τήν ποιότητα, τήν αἰσθητική καί τό ἱστορικό βάθος της, ἔχοντες πάντα κατά νοῦ τό σολωμικό αἴτημα, τόσο ἐπίκαιρο μέ τόν ἐπικείμενο ἑορτασμό τῆς ἐθνικῆς ἐπετείου: «Μήγαρις ἔχω ἄλλο στό νοῦ μου πάρεξ ἐλευθερία καί γλῶσσα;».

εστια

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

Η ΚΑΤΑ ΣΑΡΚΑ ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥ



Η έννοια του ονόματος

          Ο χριστιανισμός, ως γνωστόν, έχει ενσωματώσει στη διδασκαλία και τη λατρεία του πολλές αρχαιοελληνικές και ιουδαϊκές συνήθειες και τους έδωσε νέο περιεχόμενο. Ο σκοπός αυτής της τακτικής ήταν κατ’ εξοχή παιδαγωγικός, καθώς είχε αποδέκτες όλους αυτούς που ήταν ειδωλολάτρες ή Εβραίοι και έδειχναν ενδιαφέρον για τη νέα θρησκεία ή προσέρχονταν σ’ αυτή.

          Σήμερα ο ευαγγελιστής Λουκάς μας ομιλεί για μια τέτοια συνήθεια. Ο νεογέννητος Χριστός οκτώ μέρες μετά τη γέννησή του, υποβλήθηκε στη πράξη της περιτομής, παίρνοντας το όνομα Ιησούς. Αυτό το γεγονός το γιορτάζει η Εκκλησία μας κάθε πρωτοχρονιά. Στα αναγνώσματα που διαβάζονται και τα τροπάρια της ημέρας τονίζεται η ταπείνωση του Χριστού, ο οποίος όχι μόνο καταδέχθηκε να γεννηθεί ως άνθρωπος, αλλά και να υποβληθεί και σε όλες τις κοινωνικές συνήθειες.

          Σε αντιστοιχία προς το παράδειγμα του Χριστού η Εκκλησία μας καθιέρωσε ως ημέρα ονοματοδοσίας κάθε νεογέννητου βρέφους την όγδοη ημέρα από τη γέννησή του. Οι περισσότεροι όμως γνωρίζουν ότι το όνομα ενός ανθρώπου δίνεται όταν βαπτίζεται. Εδώ πρόκειται για μια παρεξήγηση. Στο βάπτισμα απλά επαναλαμβάνεται το όνομα, που έχει ήδη δοθεί την όγδοη ημέρα της γέννησης του βρέφους. Επειδή όμως αυτό συνήθως δεν συμβαίνει, το όνομα εκφωνείται για πρώτη φορά κατά την βάπτιση. Έτσι η βάπτιση συνδέθηκε με την ονοματοδοσία.

          Καλό θα ήταν να επανέλθει σιγά -σιγά αυτή η ορθή εκκλησιαστική πράξη να δίνεται το όνομα στο νεογέννητο παιδί, όπως ορίζει η λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας μας. Πολύ περισσότερο όταν αυτό γίνεται με πρότυπο  τον Χριστό, όπως ακούσαμε σήμερα στην ευαγγελική περικοπή.

          Το πρώτο όνομα που παίρνει ο άνθρωπος με την ευχή τη ονοματοδοσίας είναι το όνομα του Χριστού. Ο χριστιανός, ως μέτοχος του ονόματος του Χριστού καλείται να ενστερνισθεί και τα γνωρίσματα του Χριστού. Μόνο με αυτή την προϋπόθεση μπορεί να φέρει επάξια και όχι υποκριτικά το όνομα του Χριστού:ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ.

          Στο συναξάρι του αγίου Κρήσκεντος-15   Απριλίου- γίνεται ένας διάλογος σύντομος μεταξύ στον άγιο και τον ηγεμόνα της περιοχής. Όταν ερωτάται  ο άγιος απο   τον ηγεμόνα να πει, ποιο είναι το όνομά του και ποια η πατρίδα του, έδινε μονότονα την απάντηση ότι είναι χριστιανός, παρατηρεί ο ι. Χρυσόστομος, δηλώνει και την πατρίδα και το γένος και το επάγγελμα και όλα. Η καταξίωση του ονόματος του χριστιανού απαιτεί τη μεταμόρφωση του ανθρώπου που το φέρει. Για να γίνει όμως αυτό, χρειάζεται να βαδίσει ο χριστιανός την οδό της ταπεινώσεως που βάδισε  ο Χριστός.

          Στην ευχή της ονοματοδοσίας, της όγδοης ημέρας μετά τη γέννηση, το βρέφος προσφωνείται για πρώτη φορά με το προσωπικό του όνομα. Είναι το όνομα που επιλέγουν οι γονείς του. Αυτό το όνομα φέρει ο άνθρωπος σε ολόκληρη τη ζωή του και με αυτό το όνομα θα εισέλθει τελικά στην αναμενόμενη βασιλεία του Θεού.

          Η Εκκλησία θεωρεί το νεογέννητο παιδί, οκτώ μόλις ημερών, ως ολοκληρωμένο άνθρωπο. Το όνομα του δίνει ταυτότητα ως πρόσωπο, διαβεβαιώνει τη μοναδικότητα του και αναγνωρίζει το θεϊκό δώρο της ανεπανάληπτης προσωπικότητάς του.

          Με την πράξη αυτή η Εκκλησία δείχνει τον τελικό σκοπό της υπάρξεως του ανθρώπου, που δεν είναι να έρθει σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά να κερδίσει τη βασιλεία των ουρανών. Γι’ αυτό η παρούσα ζωή έχει ρόλο σταδίου και αποτελεί τη γέφυρα της παραπάνω μεταβάσεως.  Σκοπός του ανθρώπου δεν είναι να παραμείνει πάνω στη γέφυρα, αλλά να καταλήξει στο τέρμα που οδηγεί αυτή.

          Επειδή αυτόν  τον σκοπό κατόρθωσαν οι άγιοι, επικράτησε η συνήθεια οι χριστιανοί γονείς να δίνουν στα παιδιά τους ονόματα αγίων. Οι άγιοι ως μέλη του σώματος του Χριστού αποκαλύπτουν τον ίδιο τον Χριστό και κάνουν αισθητή την παρουσία του μέσα στην ιστορία. Η αναφορά του ονόματος ενός αγίου παραπέμπει στην αρετή του και εκείνη με τη σειρά της παραπέμπει στην αρετή του Χριστού. Το όνομα ενός αγίου οδηγεί στην κοινωνία του αγίου με το πρόσωπο που φέρει το όνομα. Οι άγιοι έζησαν στον κόσμο για το όνομα του Θεού και υπέταξαν το θέλημά τους στο θείο θέλημα. Έτσι χρέος των χριστιανών γονέων είναι να επιλέγουν για τα παιδιά   τους χριστιανικά ονόματα και να μην παρασύρονται απο κοσμικές συνήθειες ξένες προς την χριστιανική παράδοσή μας.

          Καλή και ευλογημένη χρονιά

          π. γ. στ.