Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024

H νηστεία της παραμονής των Θεοφανείων

 


Συνήθως λέγεται ότι η νηστεία της παραμονής των Θεοφανείων αφορά στην πόση του μεγάλου αγιασμού και επομένως ότι η προϋπόθεση για την κοινωνία από αυτόν αποτελεί η νηστεία μιας ημέρας. Για το θέμα αυτό θα ήταν σκόπιμο να λεχθούν δυο λόγια, γιατί είναι από τα πιο συζητούμενα θέματα από αυτά που σχετίζονται με τον αγιασμό των Θεοφανείων και για τα οποία ζητούν οι πιστοί τη συμβουλή των ιερέων.

Ότι ο μέγας αγιασμός «τα δευτερεία επέχει των θείων μυστηρίων» (Ευχολόγιον, κώδ. Βατοπεδίου 134 [745] του έτους 1538), είναι δηλαδή το δεύτερο μετά τη θεία κοινωνία ιερώτατον «μυστηριακόν είδος» (κατά τη σχολαστική ορολογία), κανείς δεν αμφιβάλλει. Είναι το «ύδωρ της αναγεννήσεως» του αγίου βαπτίσματος, που διά της επικλήσεως και επιφοιτήσεως του αγίου Πνεύματος «αναστοιχειούται» (ή «μεταστοιχειούται»), κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας (Εις Ιωάννην Β΄ 1), και γίνεται «αφθαρσίας πηγή, αγιασμού δώρον, αμαρτημάτων λυτήριον, νοσημάτων αλεξιτήριον» για τους πιστούς που μεταλαμβάνουν ή χρίονται από αυτό, πάροχο αγιασμού και ευλογίας σ’ ολόκληρη την κτίση.

Ότι το ύδωρ του μεγάλου αγιασμού είναι το ίδιο με το ύδωρ του αγίου βαπτίσματος είναι καταφανές και από την ταυτότητα των καθαγιαστικών ευχών, και από την παλαιά, και τη σύγχρονη ακόμα, πράξη της Εκκλησίας, που βάπτιζε και βαπτίζει σ’ αυτό τους κατηχουμένους, και από όσα γράφει ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, που θεωρεί μάλιστα αντιστρόφως το ύδωρ του βαπτίσματος «κατ΄ ουδέν ελαττούμενον του των αγίων Θεοφανείων» (Διάλογος, κεφ. 70). Ως τέτοιο δίδεται αντί της θείας κοινωνίας στους πιστούς, που για κάποιο λόγο κωλύονται να προσέλθουν σ’ αυτήν.

Αυτό ακριβώς προκάλεσε δύο ευλαβείς παρεξηγήσεις: ότι δηλαδή υποκαθιστά τη θεία μετάληψη, ως κατά κάποιο τρόπο ίσο με αυτήν, και ότι κατ’ αναλογίαν προηγείται της πόσεώς του νηστεία. Το πρώτο δεν θα έπρεπε καν να συζητείται, γιατί είναι σαφές ότι ο μέγας αγιασμός είναι μεν για τους λόγους που είπαμε το ιερότερο μετά τη θεία κοινωνία είδος, αλλά επ’ ουδενί είναι κοινωνία του σώματος και του αίματος του Κυρίου, ούτε ποτέ την αντικαθιστά. Παρά ταύτα υπάρχει η λαϊκή αντίληψη ότι τα Θεοφάνεια δεν κοινωνούμε, γιατί θα πάρουμε αγιασμό και «είναι το ίδιο».

Όσο δε για τη νηστεία προ του μεγάλου αγιασμού, και αυτή μάλλον καλλιεργήθηκε κατ’ αναλογίαν προς το νεώτερο έθος της νηστείας προ της θείας κοινωνίας, που δεν μπόρεσε όμως και αυτή να εξελιχθεί σε τριήμερη, λόγω του ότι οι προ των Θεοφανείων ημέρες του εορταστικού δωδεκαημέρου έχουν «κατάλυσιν εις πάντα», πλην, εννοείται της παραμονής. Όσο για τη νηστεία αυτή της παραμονής, που κοινώς θεωρείται ότι γίνεται για τον αγιασμό, είναι άσχετη με αυτόν και τηρείται, είτε πρόκειται κανείς να κοινωνήσει από αυτόν είτε όχι. Γι’ αυτό και δεν καταλύεται μετά την τυχόν πόση του αγιασμού κατά την παραμονή.

Έχει δε την αρχή της στο αρχαίο έθος να προηγείται των μεγάλων εορτών μία ημέρα νηστείας της Εκκλησίας όλης, είτε για το βάπτισμα των κατηχουμένων, όπως κοινώς λέγεται, που εγίνετο κατ’ αυτές, είτε, ασχέτως μάλλον προς αυτό, ως ένας από τους πολλούς τρόπους εξάρσεως της κυρίας ημέρας της εορτής και προπαρασκευής γι’ αυτήν με νηστεία, εγκράτεια και προσευχή. Ότι δε δεν αφορά στην πόση του αγιάσματος, φαίνεται και από το ότι ο αγιασμός όχι μόνον τελείται – επομένως και πίνεται – και κατά την παραμονή, κατά το νεώτερο έθος, της οποίας παραμονής δεν προηγείται ποτέ νηστεία, και από το ότι συχνά συμβαίνει και η παραμονή να μην είναι νήστιμος ημέρα, όταν συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή.

Δεν προηγείται δηλαδή της πόσεως του μεγάλου αγιασμού νηστεία; Βεβαίως, ναι. Αλλ’ αυτή δεν είναι νοητό να είναι αυστηροτέρα ή μακροτέρας διαρκείας από την προβλεπομένη για την προσέλευση στη θεία κοινωνία νηστεία, τη λεγομένη «ευχαριστιακή νηστεία». Και αυτή, όπως και άλλοτε μας δόθηκε αφορμή να γράψουμε, είναι σαφής και απαράβατος, με μόνιμη εξαίρεση όταν υπάρχει κίνδυνος θανάτου. Η τελεία δηλαδή αποχή τροφής και ποτού από του δείπνου ή του μεσονυκτίου, της προηγούμενης ημέρας μέχρι της κοινωνίας, οποιαδήποτε ώρα κι αν γίνεται αυτή, το πρωί δηλαδή κατά τις μη νήστιμες ημέρες και το εσπέρας κατά τις ημέρες της νηστείας.

Όπως δε είδαμε, η τέλεση και η πόση του μεγάλου αγιασμού προβλέπεται από την εκκλησιαστική μας τάξη και παράδοση μετά τη θεία μετάληψη και προ της βρώσεως του αντιδώρου, δηλαδή λειτουργικότερα – το επαναλαμβάνουμε – μεταξύ της εκφωνήσεως της ευχής της ευχαριστίας μετά το «πάντας μεταλαβείν» («Ότι συ ει ο αγιασμός ημών…»), κατά την παλαιοτέρα τάξη, ή μετά την οπισθάμβωνο ευχή, κατά τη νεωτέρα, και του «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον…» και την επακολουθούσα διανομή του αντιδώρου και απόλυση.

Η νηστεία, κατά τους πατέρες και την παράδοση της Εκκλησίας, είναι «μέγα καλόν». Κινείται όμως μέσα σε ορισμένες από την παράδοση προδιαγραφές χρόνου και ποιότητος, που καλούμαστε να προβάλλουμε και να αξιοποιούμε. Η επέκτασή της όμως πέραν των ορίων αυτών μπορεί να έχει αρνητικά αποτελέσματα και να αποβαίνει τελικώς εις βάρος αυτού του θελήματος του Θεού και του σκοπού της Εκκλησίας, που είναι ο αγιασμός των πιστών και όλης της δημιουργίας διά της μεταλήψεως και του ραντισμού διά του ύδατος του μεγάλου αγιασμού των Θεοφανείων. Καλός συμβιβασμός της παλαιάς με τη νεωτέρα παράδοση μπορεί να είναι η σύσταση ξηροφαγίας κατά το δείπνο της παραμονής, όταν συμπίπτει με Σάββατο ή Κυριακή. Η επέκταση δηλαδή κατά κάποιο τρόπο της ευχαριστιακής νηστείας μέσα σε λογικά όρια.

(Απόσπασμα από το έργο «Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας», Ε΄, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, σ. 235-237)

Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2024

Γιὰ τὸν Μέγα Ἁγιασμὸ

 


Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός τελεῖται κάθε χρόνο τήν 5η καί 6η Ἰανουαρίου. Πολλοί εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι ρωτοῦν ἄν ὁ Ἁγιασμός αὐτός πίνεται, χρησιμοποιεῖται γιά ραντισμό, φυλάσσεται στά σπίτια καί ἄν ἀντικαθιστᾶ τήν θεία Κοινωνία. Τό κείμενο πού ἀκολουθεῖ, μεταγλωττισμένο στήν νεοελληνική, ἀποτελεῖ «εἰδική γνωμοδότηση περί τοῦ θέματος τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, δηλ. πῶς λαμβάνεται αὐτός παρά τῶν χριστιανῶν, ἐάν φυλάσσεται καί ἐάν ἀπ' αὐτόν μεταλαμβάνουν» οἱ πιστοί, συνταχθέν ὑπό τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Πατρῶν κυροῦ Νικοδήμου. Ἀρχικῶς αὐτή δημοσιεύθηκε στά ΔΙΠΤΥΧΑ τοῦ ἔτους 1999 (σσ. οη΄-π΄), πρός ἐνημέρωση τῶν εὐλαβέστατων Ἐφημερίων καί πληροφόρηση τῶν πιστῶν:...

1. Ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στό Μεγάλο Ἁγιασμό πού τελεῖται τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων καί ἐκεῖνον τῆς κύριας ἡμέρας τῆς ἑορτῆς;

Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός πού τελεῖται τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων καί ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἴδιος. Ἐσφαλμένα κάποιοι θεωροῦν ὅτι δῆθεν τελεῖται τήν παραμονή ὁ «μικρός Ἁγιασμός» καί τήν ἑπόμενη ὁ «Μέγας». Καί στίς δύο περιπτώσεις τελεῖται ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός. Μικρός Ἁγιασμός τελεῖται τήν πρώτη μέρα κάθε μήνα, καθώς καί ἐκτάκτως ὅταν τό ζητοῦν οἱ χριστιανοί σέ διάφορες περιστάσεις (ἐγκαίνια οἰκιῶν, καταστημάτων καί ἱδρυμάτων, σέ θεμελίωση κτισμάτων κ.λπ.). Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός τελεῖται μόνο δύο φορές τό χρόνο (τήν 5η καί 6η Ἰανουαρίου) στό Ναό.

2. Ποῦ φυλάσσεται ὁ Μέγας Ἁγιασμός καί γιά ποιό λόγο;

Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός φυλάσσεται ὅλο τό χρόνο στό Ναό. Φυλάσσεται ὄχι ἄνευ λόγου. Καί ὁ λόγος δέν εἶναι ἄλλος, παρά γιά νά «μεταλαμβάνεται» ἀπό τούς πιστούς ὑπό ὁρισμένες συνθῆκες καί προϋποθέσεις. Συνηθισμένη εἶναι η περίπτωση πού ἀφορᾶ στούς διατελοῦντες ὑπό ἐπιτίμιο τοῦ Πνευματικοῦ, πού ἐμποδίζει τή συμμετοχή τους στη θεία Κοινωνία, γιά ὁρισμένο καιρό, καί εἴθισται νά δίδεται σέ αὐτούς, γιά εὐλογία καί παρηγοριά τους, Μέγας Ἁγιασμός. Κανένα κώλυμα δέν ὑφίσταται πρός τοῦτο, ἐφ' ὅσον μάλιστα βρίσκονται «ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει». Ἀπαραίτητα ὅμως πρέπει νά συνειδητοποιοῦν ὅτι ὁ Μέγας Ἁγιασμός δέν ὑποκαθιστᾶ οὔτε ἀντικαθιστᾶ τή θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία ὀφείλουν μέ τή μετάνοια νά προετοιμάζονται, γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τά κωλύματα τῆς ἁμαρτίας, ὥστε νά ἀξιωθοῦν νά κοινωνήσουν τό ταχύτερο.

3. Μπορεῖ ὁ Μέγας Ἁγιασμός νά φυλάσσεται στό σπίτι καί νά πίνουν ἀπ' αὐτόν σέ καιρό ἀσθένειας ἤ γιά ἀποτροπή βασκανίας καί κάθε σατανικῆς ἐνέργειας;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι θετική. Παρέχεται ἀπ' αὐτό τοῦτο τό ἱερό κείμενο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, πού προβλέπει «ἵνα πάντες οἱ ἀρυόμενοι καί μεταλαμβάνοντες ἔχοιεν αὐτό (τό ἡγιασμένον ὕδωρ...) πρός ἰατρείαν παθῶν, πρός ἁγιασμόν οἴκων, πρός πᾶσαν ὠφέλειαν ἐπιτήδειον», καί δή καί «δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις δυνάμεσιν ἀπρόσιτον» (πρβλ. καί τή συναφή εὐχή σέ βασκανία· «φυγάδευσαν καί ἀπέλασαν πᾶσαν διαβολικήν ἐνέργειαν, πᾶσαν σατανικήν ἔφοδον καί πᾶσαν ἐπιβουλήν... καί ὀφθαλμῶν βασκανίαν τῶν κακοποιῶν ἀνθρώπων»).

Ἀναντίρρητα χειραγωγεῖται μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ πιστός νά ἀποφεύγει ἄλλες διεξόδους («ξόρκια», μαγεῖες καί ἄλλες μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ), καί νά καταφεύγει στά ἔγκυρα «ἁγιάσματα» τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι ὁ Μέγας Ἁγιασμός, ἀλλά καί ὁ «μικρός» λεγόμενος Ἁγιασμός, ὡς συνειδητό μέλος τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ταμειούχου τῆς θείας χάριτος, καί μέτοχος τῶν ἁγιαστικῶν της μέσων. Προϋποτίθεται βέβαια ὅτι στίς οἰκίες ὅπου φυλάσσεται ὁ Μέγας Ἁγιασμός, καί τό καντήλι θά ἀνάβει καί θά καίει ἐπιμελῶς, καί ἡ εὐλάβεια θά ὑπάρχει στά μέλη τῆς οἰκογενείας, τούς συζύγους καί τά παιδιά, καί θά ἀποφεύγεται κάθε αἰτία πού ἀποδιώχνει τή θεία χάρη (ὅπως βλασφημίες ἤ ἄλλες ἀσχημοσύνες).

4. Ποιά ἡ σχέση νηστείας καί Μεγάλου Ἁγιασμοῦ;

Ἡ ἱστορική ἀρχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ εἶναι ἡ ἑξῆς: Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων -ὅπως τήν παραμονή τοῦ Πάσχα καί τῆς Πεντηκοστῆς- γινόταν ἡ βάπτιση τῶν Κατηχουμένων, δηλ. τῶν νέων χριστιανῶν. Τά μεσάνυχτα τελοῦνταν ὁ ἁγιασμός τοῦ ὕδατος γιά τήν τελετή τοῦ Βαπτίσματος· τότε εἰσήχθη ἡ συνήθεια -ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος- οἱ χριστιανοί νά παίρνουν ἀπό τό ἁγιασμένο νερό καί νά πίνουν ἤ νά τό μεταφέρουν στά σπίτια τους γιά εὐλογία καί νά τό διατηροῦν ὁλόκληρο τό χρόνο· «Διά τοῦτο καί ἐν μεσονυκτίῳ κατά τήν ἑορτήν ταύτην ἅπαντες ὑδρευσάμενοι, οἴκαδε τά νάματα ἀποτίθενται, καί εἰς ἐνιαυτόν ὁλόκληρον φυλάττουσιν» (Λόγος εἰς τό ἅγιον βάπτισμα τοῦ Σωτῆρος· ΡG 49, 366).

Ἀργότερα ὅμως, σέ καιρούς λειτουργικῆς παρακμῆς, ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ ἀπομονώθηκε ἀπό αὐτή τοῦ Βαπτίσματος, παρόλο πού διατήρησε πολλά στοιχεῖα του. Παρέμεινε ἡ συνήθεια ὥστε οἱ πιστοί νά παίρνουν ἀπό τό ἁγιασμένο νερό «πρός ἁγιασμόν οἴκων», ὅπως ἀναφέρει ἡ καθαγιαστική εὐχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ.

Νωρίς ἐπίσης ἐπικράτησε ἡ συνήθεια τῆς νηστείας πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων, γιά δύο λόγους:

Πρῶτο, οἱ δύο μεγάλες ἑορτές τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων στήν ἀρχαία Ἐκκλησία ἦταν ἑνωμένες σέ μία, αὐτή τῶν Θεοφανείων ἤ Ἐπιφανείων, πού τελοῦταν τήν 6η Ἰανουαρίου (συνήθεια πού διατηρεῖται στήν Ἀρμενική Ἐκκλησία μέχρι σήμερα)· ὅμως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (4ος αἰ.) χώρισε τίς δύο γιορτές καί ὅρισε ἡ μέν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ νά γιορτάζεται τήν 25η Δεκεμβρίου, ἡ δέ Βάπτιση καί φανέρωση τῆς ἁγίας Τριάδας τήν 6η Ἰανουαρίου.

Πρίν ἀπό κάθε Δεσποτική ἑορτή προηγοῦνταν νηστεία γιά τήν ψυχική καί σωματική κάθαρση τῶν πιστῶν. Ἄς θυμηθοῦμε πώς ἡ νηστεία ἔχει μέσα της τό στοιχεῖο τοῦ πένθους γιά τίς ἁμαρτίες. Ἔτσι ὅταν χώρισαν οἱ δύο ἑορτές, ἡ νηστεία πού προηγοῦνταν ἀκολούθησε τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων· γι' αὐτό ἡ Ἐκκλησία ὅρισε νά νηστεύουμε μόνο τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων σάν προετοιμασία γιά τήν ἑορτή, καί ὄχι περισσότερες ἡμέρες, γιατί βρισκόμαστε σέ ἑορταστική περίοδο, τό ἅγιο Δωδεκαήμερο.

Καί δεύτερο· ἀρχαία συνήθεια ἦταν ἐπίσης αὐτοί πού θά βαπτίζονταν νά νηστεύουν καί μαζί μέ αὐτούς οἱ Ἀνάδοχοι, οἱ συγγενεῖς, ἀλλά καί ἄλλοι χριστιανοί οἱ ὁποῖοι τηροῦσαν ἐθελοντικά νηστεία «ὑπέρ τῶν βαπτιζομένων». Δέν ἦταν λοιπόν δύσκολο στή συνείδηση τῶν χριστιανῶν νά συνδεθοῦν ἡ πόση τοῦ ἁγιασμοῦ καί ἡ νηστεία, χωρίς νά ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ αὐτῶν. Ἔτσι λοιπόν, μεταφέροντας τό ζήτημα στή σημερινή ἐποχή μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι οἱ τακτικῶς μεταλαμβάνοντες τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί τηροῦντες τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως καί τῆς 5ης Ἰανουαρίου, εἶναι ἤδη ἕτοιμοι ὥστε νά πιοῦν ἀπό τό Μεγάλο Ἁγιασμό τῆς 5ης καί 6ης Ἰανουαρίου. Σέ ἄλλη περίπτωση, ἐνδείκνυται νά τελοῦν σχετική νηστεία, ὅπως ὁρίζει σ' αὐτούς ὁ Πνευματικός τους.

Τέλος ὅσοι ἐκτάκτως πίνουν ἀπό τό Μεγάλο Ἁγιασμό πού φυλάσσουν στό σπίτι τους, σέ ὧρες ἀσθενειῶν καί κινδύνων κ.λπ., μετά ἤ ἄνευ νηστείας, ἄς μήν ὑστεροῦν στήν πνευματική νηστεία ἀπέχοντες «ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός τε καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄ Κορ. 7,1).

Εν Ιορδανη αργο απολυτικιο Θεοφανειων - Χασανιδης Ι.

 


Χριστουγεννιάτικο αντι-παραμύθι

 

Σκηνοθεσία: Ευθύμης Χατζής Διασκευή Σεναρίου: πρ. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος Διήγημα: Ηλία Βουλγαράκη | «Μια αξιοπρεπής Τριάδα» Μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα Εκτέλεση Παραγωγής: View Master Films Παραγωγή: ΑΝΕΕ ΤΕΧΝΑΒΑ .Α.Ε. Σε ένα φουτουριστικό κόσμο της δεκαετίας του 1950 αναζητείται σωτήρας. Μια διεθνής επιτροπή επιστημόνων, στην οποία συμμετέχουν εκπρόσωποι των τριών φυλών της γης, συγκαλείται για να επιλύσει την κρίση. Παραμονή των Χριστουγέννων.... και τίθεται το ερώτημα, ποιος άνθρωπος θα σώσει τα σκουλήκια – και την ανθρωπότητα; Aν και η ταινία έχει φανταστικό ή ακόμα και σουρεαλιστικό χαρακτήρα, έχει τις ρίζες της στον ποιητικό ρεαλισμό. Συνιστά μια σύγχρονη προσέγγιση, που εμπνέεται από την παράδοση της τεχνης του κινηματογράφου, την εποχή του βουβού κινηματογράφου, το «φίλμ νουάρ» ενώ η εικονογραφία της εμπνέεται από τη βυζαντινή εικονογράφηση.

Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Άνθρωπος……Ποίημα

                                               


                                                 «Σ’ αυτόν τον κόσμο, που ολοένα

    στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται

       όλους τους άλλους. Πρέπει ν’ αναζητήσουμε

τον  άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται».

                                                           Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος: Σύγχρονοι Ηρώδεις όσοι δρομολογούν την τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια

 


Κάθετα αντίθετος στην τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια εμφανίστηκε στο σημερινό κήρυγμά του ο Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος.

«Η Εκκλησία γνωρίζει και ευλογεί τον γάμο μεταξύ ανδρός και γυναικός και πορεύεται σύμφωνα με την διδασκαλία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού», είπε και πρόσθεσε ότι: «Σέβεται και ευλογεί την οικογένεια με την μορφή που την γνωρίζομε και την αποδεχόμεθα όλοι και δεν πρόκειται ποτέ να συμβιβασθεί με «πρότυπα» τα οποία εισάγονται εις βάρος αυτής ταύτης της οντολογίας και φυσιολογίας του ανθρώπου, όπως τον εδημιούργησε ο Θεός και εις βάρος του ιερού θεσμού της οικογενείας και των ιερών παραδόσεων του τόπου μας».



Οπως αναφέρεται σε Ανακοίνωση της Ιεράς Μητροπόλεως Πατρών:

 

Ἀπό τόν ἂμβωνα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Εὐαγγελιστρίας Πατρῶν, Κυριακή, μετά τήν Χριστοῦ Γέννησιν, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος, στό κήρυγμά του ἀναφέρθηκε μεταξύ τῶν ἂλλων, στόν μιαιφόνον Ἡρώδη, ὁ ὁποῖος ἐδίωξε τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί ἐφόνευσε χιλιάδες Νήπια, προκειμένου νά ἐξοντώσῃ τόν Σαρκωθέντα Κύριο. Ὁ Ἡρώδης, ἐσημείωσε ὁ Σεβασμιώτατος εἶχεν οἰκτρό καί φοβερό τέλος.

Ἐν συνεχείᾳ μίλησε γιά τούς συγχρόνους Ἡρώδεις, οἱ ὁποῖοι εἶναι, ὃσοι δέν ἀφήνουν τά παιδιά νά γεννηθοῦν καί τά φονεύουν, προτοῦ δοῦν τό φῶς τοῦ ἡλίου· Ὃσοι σκοτώνουν παιδιά στίς πολεμικές ἐπιχειρήσεις καί τέλος ὃσοι βούλονται νά νομοθετήσουν εἰς βάρος τῶν παιδιῶν, ἀδιαφορώντας γιά τά δικαιώματά τους, ὃσοι δηλαδή προωθοῦν τήν τεκνοθεσία ἀπό τά ὁμόφυλα «ζευγάρια».

Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος: Σύγχρονοι Ηρώδεις όσοι δρομολογούν την τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια (msn.com)