Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Ευαγγέλιο: Ματθ. 4, 18-23





Εμείς ποιον Χριστό ακολουθούμε;

          Εν ολίγοις

          Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Χριστός προσκαλεί τους τέσσερεις πρώτους μαθητές να Τον ακολουθήσουν: Τον Πέτρο και τον Ανδρέα, όπως και τους αδελφούς Ιάκωβο και Ιωάννη. Στα βιβλικά κείμενα φαίνεται δύο φορές να καλεί ο Κύριος τους μαθητές Του. Η πρώτη ήταν δοκιμαστική, ενώ η δεύτερη οριστική και μάλιστα γίνεται σ’ ένα χρονικό διάστημα που ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος έχει θανατωθεί από τον Ηρώδη.
          Στην πρόσκληση του Χριστού προς τους μαθητές Του θα πρέπει να προσέξουμε μια πολύ μικρή λέξη της προσκλήσεως. Τους είπε «δεύτε οπίσω μου» και τους κάλεσε να Τον ακολουθήσουν. Ποιόν; Τον αληθινό Κύριο. Δεν τους προσκάλεσε ν’ ακολουθήσουν κάποιον άλλο, κάποιον που είχαν πλάσει μέσα στη φαντασία τους. Ο Χριστός τους είπε «οπίσω μου». Ακολουθήστε εμένα, όπως είμαι και όχι όπως με θέλετε να είμαι.
          Βέβαια από την αρχή δεν τους είπε ότι δεν είναι κάποιος πολιτικός ή στρατιωτικός αρχηγός που θα εκδιώξει τους ρωμαίους κατακτητές από τη χώρα τους, ούτε ότι θα τους ανέβαζε σε υψηλά αξιώματα και θα τους δώσει δόξα και χρήματα. Ούτε μόλις τους πλησίασε τους εξήγησε ότι ο «εν μορφή Θεού υπάρχων» και «μορφήν δούλου λαβών» ο «υιός του ανθρώπου» που θα ταπεινωθεί τόσο πολύ, ώστε να γίνει «υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού». Γι’ αυτό ήταν φυσικό οι μαθητές έχοντας στο νου τους όχι Εκείνον, όπως πράγματι ήταν, αλλά μια εικόνα Του που στηρίζονταν στις παραδόσεις του λαού τους. Μερικοί που είχαν ακολουθήσει το Χριστό, όταν ανακάλυψαν την πλάνη τους, απογοητεύτηκαν τόσο που Τον εγκατέλειψαν «και ουκέτι μετ’ αυτού περιεπάτουν» .
          Πράγματι, τί απογοήτευση και πικρία κρύβουν τα λόγια εκείνα που χωρίς να αντιληφθούν τι έλεγαν εκείνοι οι δύο μαθητές προς Εμμαούς. «ημείς δε ηλπίζομεν ότι αυτός έστιν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ»!
          Πότε οι μαθητές αλήθεια άρχισαν ν’ ακολουθούν τον Χριστό όπως πράγματι ήταν; «Πότε διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί και επέγνωσαν αυτόν;»
          Μετά την ανάσταση Του. Μέχρι τότε «οι οφθαλμοί αυτών εκρατούντο του μη επιγνώναι αυτόν». Μετά όμως την ανάσταση και το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, κατανόησαν ποιος ήταν ο Κύριος τους. Τότε Τον αντιλήφθησαν ως αρχηγό της ζωής. Με τα μάτια πλέον της πίστεως ήταν δυνατόν να βλέπουν τον υιόν του ανθρώπου «εκ δεξιών του Θεού εστώτα» με τα μάτια της ψυχής τους.
          Και αυτά μεν έγιναν τότε. Ας αναλογισθούμε τι γίνεται με μας σήμερα. Πώς αντιλαμβανόμαστε τον Χριστό; Μήπως στη θέση του πραγματικού Χριστού έχουμε βάλει κάποιο είδωλο, που να μην έχει καμιά σχέση με τον Κύριο της δόξας, τον Κύριο της Βίβλου, έτσι όπως πραγματική είναι;
          Λ. χ. η Εκκλησία μας διδάσκει τον Χριστό ως τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο. Εμείς όμως δυσκολευόμαστε πολλές φορές να τον δεχθούμε μ’ αυτόν τον τρόπο, όμοιο κατά πάντα με μας, εκτός βέβαια της αμαρτίας. Μέσα μας δεν θέλουμε να δεχθούμε, ότι ο Χριστός δοκίμασε όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες και πειρασμούς που δοκιμάζουμε εμείς στη ζωή μας εμείς οι ασθενείς και ατελείς άνθρωποι. Κι’ όμως το ευαγγέλιο μας βεβαιώνει, ότι ο Χριστός είναι «πεπειραμένος κατά πάντα καθ’ ομοιότητα χωρίς αμαρτίας». Εμείς έχουμε τη εντύπωση, ότι ο Χριστός δεν είχε ανάγκη από τροφή, ανάπαυση κόπο, ύπνο και όλες τις ανθρωπινός ανάγκες. Αλλά η Γραφή μας  βεβαιώνει, ότι ο Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος.
          Μπορεί κάποιος όμως να διερωτηθεί: Και τι σημασία έχει αν εμείς δεν έχουμε μπροστά μας το Χριστό, όπως πραγματικά ήταν; Ο Κύριος τώρα βρίσκεται αναστημένος στους ουρανούς και η ενανθρώπισή Του θα έπρεπε ν’ απασχολεί τους θεολόγους και τους ιστορικούς.
          Εξ άλλου ποια χρησιμότητα θα είχε το γεγονός αν εγώ ή εσείς προσπαθούσαμε να είχαμε μια σωστή αντίληψη για το τί ήταν ο Ιησούς Χριστός; Εγώ θα πει κάποιος τηρώ τις εντολές του Θεού, και εκπληρώνω τις υποχρεώσεις μου όσο μπορώ καλύτερα. Ποια σημασία λοιπόν θα είχε τέλος πάντων για μένα μια σωστή αντίληψη για τον Κύριο;
          Έχει και μάλιστα ανυπολόγιστη αξία!
          Αρκεί να σκεφθούμε μόνο τη σημασία που έχει το ζήτημα αυτό σχετικά με το θάρρος και την παρρησία με την οποία απευθυνόμαστε προς Αυτόν. Πότε έχουμε περισσότερο θάρρος και παρρησία, όταν έχουμε την αίσθηση ότι μπορεί να μας κατανοήσεις, αφού κι’ Εκείνος δοκίμασε ό, τι κι εμείς δοκιμάζουμε, ή όταν τον θεωρούμε ψυχρό και ασυγκίνητο μπροστά στις δυσκολίες και τα δράματα μας;
          Πάντως ο λόγος του Θεού μας βεβαιώνει ότι συμβαίνει το πρώτο και γι’ αυτό μας προτρέπει να «προσερχόμεθα μετά παρρησίας τω θρόνω της χάριτος, ίνα λάβωμεν έλεος και χάριν εύρωμεν εις εύκαιρον βοήθειαν». Με παρρησία, λοιπόν, και θάρρος θα προστρέχουμε στον Κύριο, όταν καθαρίσουμε το νου μας σχετικά με λαθεμένες αντιλήψεις που έχουμε με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
          Εκείνο που χρειάζεται είναι να ακολουθούμε το Χριστό όπως αποκαλύφθηκε εδώ στην επίγεια ζωή Του και όπως Τον παρουσιάζει η ορθόδοξη θεολογία και η παράδοση της Εκκλησίας μας. Τότε θα Τον νοιώθουμε οικείο μας και θα τον αποκαλούμε Κύριο και Θεό μας.

Καλή Κυριακή


π. γ. στ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Δυστυχώς έχουμε ανακαλύψει εμείς και έχουμε κατασκευάσει τον δικό μας Χριστό,στα μέτρα μας
Ωραία η ανάλυση του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος
Καλή και ευλογημένη Κυριακή να έχετε.