Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2011

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΄ΛΟΥΚΑ, του πλουσίου νεανίσκου, Λκ.18, 18-27


 ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟΙ ΄ Η ΜΙΣΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ;

            Η ΧΡΥΣΗ εποχή δεν βρίσκεται στο παρελθόν , αλλά στο μέλλον. Γι’ αυτό κάθε φορά οργανώνουμε γιορτές και πανηγύρια, γιατί η ζωή χωρίς γιορτή μοιάζει με μεγάλη πορεία  χωρίς διανυκτέρευση σε κάποιο πανδοχείο.
            Όμως στον κόσμο δεν υπάρχουν λίγοι, αλλά δισεκατομμύρια ανθρώπων και είναι λογικό κοντά στους ποικίλους εορτασμούς να υπάρχει κι’ ένας προβληματισμός για το τι δέον γενέσθαι, ώστε πράγματι να έχουν βάση τα λόγια τα μεγάλα που εκστομίζονται από δυνατούς και αδυνάτους. 
            Τον προβληματισμό αυτό τον υποδαυλίζουν οι   Κυριακάτικες Εκκλησιαστικές συνάξεις με τα αναγνώσματα τους, αφού εκείνο που τις ενδιαφέρει είναι η αναγέννηση του κόσμου και όχι η θρησκευτική διαμόρφωση. Χαρακτηριστικό δείγμα ρεαλιστικού χριστιανικού προβληματισμού αποτελεί το σημερινό Ευαγγέλιο του πλούσιου νεανίσκου. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ του Χριστού και ενός ισχυρού οικονομικού παράγοντα της εποχής περί αιώνιας ζωής.
« Διδάσκαλε αγαθέ τι ποιήσω ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;»
            Υπάρχουν κείμενα που θεωρούνται δυνατά, γιατί μας στηρίζουν στον αγώνα της ζωής και κείμενα που μας προκαλούν ωμά και ρεαλιστικά. Στα δεύτερα ανήκει κι’ αυτό που διαβάστηκε σήμερα στην Κυριακάτικη Θ. Λειτουργία. Μας προκαλεί γιατί συσχετίζει το πανανθρώπινο και διαχρονικό αίτημα για ζωή αιώνια, « τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;», με την χριστιανική δράση με στόχο την απελευθέρωση των κοινωνιών από τα δεινά τους.
            Όταν ο πλούσιος άρχων ρωτάει τον Χριστό « τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω» Εκείνος του υπενθυμίζει πέντε από τις δέκα εντολές. Πέντε που έχουν σχέση με ενέργειες απανθρωποίησης και εκμαυλισμού των ανθρώπινων κοινωνιών.
            Συγκεκριμένα του υπενθύμισε τις εντολές περί μοιχείας, φόνου, κλοπής, ψευδομαρτυρίας, τιμής σε πατέρα και μητέρα. Ακούγοντας την υπενθύμιση αυτή συντηρητικοί και νεοσυντηρητικοί πανηγυρίζουν. Ενώ οι μοντέρνοι και νεωτεριστές ενοχλούνται. Τα  πράγμα όμως είναι τόσο σοβαρό ώστε ξεπερνάει τις συντηρητικές φόρμες νεοσυντηρητισμού και μόδας. Αφορά τις ευθύνες των χριστιανών που διαβιούν εν μέσω ανθρώπων σημαδεμένων από υλική απελπισία και μέσα σε κόσμο διηρημένο στην γεμάτη πίκρα χαμοζωή των φτωχών και στην ανθρώπινη ζωή εκείνων που να αντέχουν.
            Η ευθύνη τέτοιων χριστιανών είναι να αντιμετωπίζει την πραγματική κατάσταση χωρίς απλοϊκότητα, χωρίς αλλοτρίωση  και φυγή. Να είναι παράδειγμα θάρρους τη στιγμή που η αποθάρρυνση κυριεύει τα πάντα. Να διατηρούν την ψυχραιμία τους, όταν βρίσκονται όλοι σε αδιέξοδο. Να κυριαρχούν και να οδηγούν σε νίκη τα συναισθήματα της πίκρας και του μίσους  και να κάνουν το κάθε τι χωρίς να αγκιστρώνονται στον πιο δυνατό ή στον πιο αδύνατο, αλλά να ζητάνε από τον Χριστό αιώνια ζωή. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν κατέχουν υλική δύναμη.
            Η κατοχή υλικής δύναμης συνεπάγεται ανάληψη ευθύνης έναντι της κοινωνίας των ανθρώπων. Η εντολή είναι σαφής: « πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανοίς και δεύρο ακολούθει μοι».
            Η πρόκληση του ευαγγελίου μεγαλώνει καθώς οι εντολές που συνιστούν την απάντηση του Χριστού στην ερώτηση του  πλούσιου  νεανία « τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;» παραπέμπουν στην ποιότητα της κοινωνικής ζωής. Λ.χ. η εντολή « μη μοιχεύσεις» παραπέμπει στη χυδαία εμπορευματοποίηση της ερωτικής λειτουργίας, η οποία εξαθλιώνει πολλούς και φέρνει βρώμικο κέρδος σε λίγους. Η εντολή « μη ψευδομαρτυρήσεις» παραπέμπει σε πλείστες όσες αδικίες και στο ξέπλυμα βρώμικου κέρδους. Το « μη κλέψεις» παραπέμπει στον πειρασμό της παραοικονομίας και το « τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου» παραπέμπει έμμεσα στην ανεδαφική αμφισβήτηση σοβαρών κοινωνικών θεσμών.
                        Πως λοιπόν ο νεανίσκος αυτός ζητάει αιώνια ζωή και μάλιστα από τον Θεάνθρωπο Κύριο, όταν αδιαφορεί για θέματα ποιότητας ζωής; Πως το ζητάει χωρίς τη διάθεση ν’ αναλωθεί στην υπηρεσία του πλησίον ειδικά αυτός ο οικονομικά ισχυρός;
            Και βέβαια για την Εκκλησία η ανάλωση στην υπηρεσία του πλησίον δεν σημαίνει απλά την εκ των υστέρων ελεημοσύνη, αλλά εκπέμπει κάτι ουσιαστικότερο, γιατί η εκ των υστέρων ελεημοσύνη ανήκει στην  τάξη των λύσεων ανάγκης, ειδικά όταν η εξαθλίωση εξαπλώνεται και οξύνεται.
            Ο Χριστός όμως απαιτεί το περισσότερον, αυτό που δεν βάζει ο νους του ανθρώπου. Το απαιτεί και λέει: « τα αδύνατα παρ’ ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ έστιν». Που σημαίνει ο ίδιος ο Θεάνθρωπος επιβαρύνει έχοντας και κατέχοντας με την ευθύνη τουλάχιστον της διερεύνησης του θέματος για ποιότητα ζωής όλων.
            Μα δεν είναι προκλητικό να ζητάει κάποιος  με αγωνία αιώνια ζωή και σωτηρία και να του μιλάνε για ρύθμιση διανομής υλικών αγαθών; « όσα έχεις μοίρασε τα και  έλα να με ακολουθήσεις»;. Αλλά εξ ίσου προκλητικά είναι και όσα συζητούνται για κάθε θρησκευτικό ή μη θέμα την ώρα που το καυτό θέμα της κατανομής των υλικών αγαθών το κάνουμε γαργάρα κατά το κοινώς λεγόμενο.
            Ιδιαίτερα μάλιστα σήμερα που η  προκλητικότητα αυτή έχει φτάσει στο αποκορύφωμα της, όταν η εξαθλίωση εξαπλώνεται ακάθεκτη, κάποιοι επιδίδονται στην επίλυση θρησκευτικών γρίφων. Ο γρίφος είναι ένας και προκλητικός. Αιώνια ζωή δεν βρίσκω αν δεν ακολουθώ τον Ιησού Χριστό. Και τον Χριστό δεν τον ακολουθώ όσο δεν αγωνίζομαι για τη δίκαιη κατανομή των αγαθών. Το δίκαιο τονίζεται περισσότερο, διότι ο σκοπός ουδέποτε αγιάζει τα μέσα και ποτέ  δεν φέρνει σμίκρυνση του ανθρώπου στα μέτρα της εγκοσμιότητας. Γι’  αυτό και γίνεται λόγος για ανακολουθία Θεού και Χριστού.
            Η οριζόντια δράση ποτέ δεν εξουδετερώνει την κάθετη. Στον εκκλησιαστικό χώρο διασταυρώνεται η μία με την άλλη κατά μίμηση του χριστού που ενσαρκούμενος εμπλέκεται στα ανθρώπινα του κόσμου τούτου, οπότε και οι πιστοί θα πρέπει να κάνουν το ίδιο.
            Ουσιαστικά στον αιτούντα πλούσιο νεανία υποδεικνύεται η συσχέτιση του χριστιανισμού με όσα συμβαίνουν στην κοινωνία κάθε στιγμή. Και αιώνια ζωή υπάρχει και Χριστός υπάρχει. Απομένει ανεύρεση ενός τρόπου, μιας θεολογικής ενέργειας συσχετισμού τους με το γίγνεσθαι σε βάθος. Διότι ο επιφανειακός συσχετισμός χριστιανισμού – κοινωνικότητας είναι πολύ εύκολος. Αρκούν μερικά χωρία της Γραφής, λίγες θρησκευτικές κραυγές, κάποια θρησκευτικά σύμβολα, μερικά έντυπα κηρύγματα ή εντυπωσιακά περιοδικά και ψεύτικα θρησκευτικά χαμόγελα και να την η συνταγή του επιφανειακού συσχετισμού είναι έτοιμη. Παραμένει όμως σε εκκρεμότητα το βάθος της πραγματικότητας το οποίο δημιουργεί πτώση των ανθρώπων. Αυτό το βάθος είναι το ζητούμενο.
            Στα πλαίσια αυτής της πρόκλησης αξίζει η τοποθέτηση της άρνησης του Χριστού προς τον κατά πάντα επιτυχημένο νεαρό.
            Αποκάλεσε το Χριστό « διδάσκαλο αγαθό» και Εκείνος απάντησε; «τι με λέγεις αγαθόν;» Εμένα μη με αποκαλείς Δάσκαλο αγαθό , διότι απέχω πολύ από τη θέση όσων καμαρώνουν επειδή ελκύουν επιτυχημένους οπαδούς. Εμένα με ενδιαφέρει πρώτιστα αν συλλαμβάνεις τα ζητήματα και αναζητάς λύσεις την ώρα που φαίνονται αδύνατες.
            Όταν ο νέος τόλμησε να πει ότι περίπου τα συλλαμβάνω τα ζητήματα, τότε  άκουσε εμβρόντητος την προτροπή: « πούλησε όσα έχεις και μοίρασε τα σε όσους δεν έχουν και έλα να με ακολουθήσεις».
            Αποτέλεσμα: έφυγε περίλυπος ακολουθώντας το δρόμο  του συμβιβασμού και της φυγής γυρίζοντας την πλάτη στην αγωνιστική χριστιανικότητα.
            Τίποτα απ’ αυτά δεν ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει και να συζητήσει ο νεανίσκος αυτός. Εξασφαλισμένος στο εδώ ήθελε εξασφάλιση και αλλού. Είχε βέβαια μια πνευματικότητα για να μην τον αδικήσουμε. Ήταν όμως αποκλειστικά στραμμένη προς τον εαυτό του, γι’αυτό δεν μπορούσε να δει τα προβλήματα της ανθρωπότητας. Ο ίδιος ο Χριστός του έδειξε , ότι ο χριστιανός δεν ανήκει στον εαυτό του, αλλά σε μια κοινωνία όπου βρίσκει τον εαυτό του καθώς αγαπάει, αγαπιέται και αγωνίζεται για δικαιοσύνη, καθώς η εντολή είναι σαφής: « δικαιοσύνην  μάθατε οι ενοικούντες επί της γης». Αλλά όταν ο αγώνας για την δικαιοσύνη είναι υποτονικός ή ανύπαρκτος τότε η αιώνια ζωή γίνεται άπιαστο όνειρο.
            Τελικά διαψεύδονται όσοι θεωρούν την Εκκλησία σαν μια ράμπα από την οποία εκτοξεύεται  κανείς με άνεση σε μια άλλη ζωή. Η Εκκλησία είναι πεδίο αγώνων, σύναξη αγωνιστών πίστης, αγάπης και ελπίδας, αλλιώς δεν είναι Εκκλησία.
            Ο σημερινός πρωταγωνιστής του σημερινού ευαγγελίου κάνει ένα λάθος. Ενώ από τη μια μεριά εκφράζει νοσταλγία και βαθιά επιθυμία για γνήσια πνευματική ζωή και από την άλλη όταν έρχεται η ώρα ν’  αναλάβει  ευθύνες  κάνει στροφή 180 μοιρών. Συζητάει με τον Χριστό τη νοσταλγία του για αιώνια ζωή και ενώ η συζήτηση προχωρεί ικανοποιητικά , όταν ο Χριστός τον καλεί να πράξει όσα πρέπει να πράξει τότε καθηλώνεται. Προφανώς πίστευε ότι η πνευματική ζωή επιτυγχάνεται μηχανικά και χωρίς μεταβολή τρόπου ζωής.
            Ο Χριστός του έδειξε ξεκάθαρα, ότι η αυθεντική μύηση στην χριστιανική ζωή είναι όχι μόνο νοσταλγία, επιθυμία ,αλλά συνεχής περιπετειώδης πορεία προς το καλύτερο, το τέλειο, το αληθινό. Είναι κίνηση για μεταμόρφωση του ίδιου μας του εαυτού και της κοινωνίας με τη χάρη του Θεού.
            Την προσοχή μας  προσελκύει η απαίτηση του Χριστού από τον συνομιλητή του να είναι προσγειωμένος χωρίς να τον αφήνει να βυθιστεί εδώ και τώρα .Το « πάντα όσα έχεις πώλησον και διάδος  πτωχοίς» είναι η προσγείωση, το « και δεύρο ακολούθει μοι» είναι η υπέρβαση. Είναι η έξοδος από καλούπια, η πορεία προς το μέλλον
            Η συζήτηση Ιησού- πλούσιου νέου θα συνεχίζεται όσο οι άνθρωποι θάχουμε το θάρρος να θέτουμε το ερώτημα : « τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;». Και όσο θα συνεχίζεται η συζήτηση τόσο θα κρατάμε τη ζωή,  ατομική και κοινωνική, ασφαλέστατη πάνω από το χάος του τίποτε.
            Η ζωή είτε εγκόσμια είτε αιώνια ανήκει σε όσους τη ζητάνε, τη συζητάνε, την υπερασπίζονται έναντι του θανάτου, της αδικίας. Αυτοί είναι οι προνομιούχοι της ζωής . Οι άλλοι απλώς επιζούνε αν δεν φυτοζωούνε.
Καλή Κυριακή. 

π.Γ.Στ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: