Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΑΠΟ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ (Σαμαρείτιδος) Ευαγγέλιο: Ιωάν. 4, 5-42



ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ

          Εν ολίγοις

          Μέσα στη λειτουργική περίοδο του Πεντηκοσταρίου που διανύουμε ο «εν ετέρα μορφή» αναστάς Κύριος βρίσκεται ανάμεσά μας. Μάλιστα σήμερα η Εκκλησία μας παρουσιάζει τον αναστημένο Χριστό ως Κύριο του πνευματικού κόσμου, αφού την παρελθούσα Κυριακή τον γνωρίσαμε ως θεραπευτή των σωμάτων.
          Η εικόνα της Σαμαρείτιδος του σημερινού ευαγγελίου είναι πράγματι εντυπωσιακή. Η Σαμαρείτιδα παίρνει τη θέση της μαθήτριας και ακούει προσεκτικά τις απαντήσεις που τις δίνει ο Χριστός στα πολλά της ερωτήματα. Ο διάλογος του Κυρίου με τη Σαμαρείτιδα  είναι ο εκτενέστερος που διασώζεται μέσα στα ευαγγέλια. Βέβαια έχουμε και περιπτώσεις που ο Χριστός διαδώζει τους όχλους για ώρες στην έρημο, όπου έκαμε και το θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων.
          Στη σημερινή όμως ευαγγελική διήγηση ο διάλογος έχει ένα πολύ αυστηρό προσωπικό χαρακτήρα, σε σημείο μάλιστα που οι μαθητές του Χριστού απορούσαν πώς συνομιλεί με μια αλλοεθνή γυναίκα. Ο Ιησούς όμως τόνισε την αλήθεια ότι οι γυναίκες διακρίνονται για την ευλάβεια, τη φιλομάθεια και το πνεύμα της μαθητείας.
          Ανάμεσα στα ερωτήματα που απασχολούσαν τη γυναίκα αυτή ήταν κι εκείνο που είχε σχέση με τη λατρεία του Θεού: «Οι πατέρες ημών εν τω όρει τούτω προσεκύνησαν και υμείς λέγετε ότι εν Ιεροσολύμοις έστιν ο τόπος όπου δει προσκυνείν». 
          Η απάντηση του Χριστού είναι καινοφανής, γιατί καταργεί κάθε διάκριση μεταξύ των ανθρώπων στα πλαίσια της νέας αληθινής λατρείας που διακηρύσσει ο Χριστός. Σ’ αυτή τη λατρεία οι αληθινοί προσκυνητές- Ιουδαίοι και Σαμαρείτες- «προσκυνήσουσι τον Πατέρα εν πνεύματι και αληθεία». Και «εν πνεύματι και αληθεία» σημαίνει ζωή εν Χριστώ και εν Αγ. Πνεύματι. Δηλ. σημαίνει συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας που αποτελεί το ζωντανό σώμα  του Χριστού και όχι ένα νεκρό οργανισμό  τυπολατρικού γράμματος. Κι εδώ αν δεν προσέξουμε  απειλούμαστε να εγκλωβιστούμε σ’ ένα νεκρό θρησκευτικό τύπο.
          Κοντολογίς τίθεται μπροστά μας το θέμα των κριτηρίων της λατρευτικής μας ζωής. Η σημερινή ευχαριστιακή μας σύναξη είναι, ως γνωστό, εξέλιξη της απλής ευχαριστιακής σύναξης των πρωτοχριστιανικών κοινοτήτων που ζούσαν έντονα την αδιάκοπη παρουσία του Κυρίου. Γι’ αυτό και η λατρευτική ζωή οργανώθηκε με βάση ορισμένες αρχές, όπως τον καθαρό πνευματικό χαρακτήρα της πίστης σε σχέση με την ειδωλολατρία, τη σωστή αντίληψη για τον άνθρωπο και τη χρησιμοποίηση των μορφών της τέχνης προκειμένου ο πιστός να προσεγγίζει το Θείο  μ’ ένα αναγωγικό τρόπο.
          Η χριστιανική Εκκλησία απέφυγε τις λεγόμενες ανθρωπομορφικές αντιλήψεις για το Θεό, γιατί μπορούσαν να οδηγήσουν σε μία ειδωλολατρική λατρεία. Βέβαια χρησιμοποίησε  στοιχεία από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο και από την Ιουδαϊκή λατρεία, αλλά το προσάρμοσε στα δικά της πνευματικά δεδομένα. Αν προσέξουμε θα δούμε ότι η χριστιανική λατρεία έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την αρχαία τραγωδία, αλλά δεν έγινε θεατρική. Διότι στην Εκκλησία δεν υπάρχουν ηθοποιοί, ούτε θεατές, αλλά πιστοί που συμμετέχουν- όχι παρακολουθούν-ενεργά στο μυστήριο της ζωής που αφορά την προσωπική τους σωτηρία.
          Έτσι μ’ αυτή την λειτουργική έκφραση η Εκκλησία πέτυχε να προβάλλει τα σωτηριωδη γεγονότα της ζωής του Χριστού σαν να είναι επίκαιρα και σημερινά. Λ. χ. «σήμερα κρεμάται επί ξύλου….» κ. ο. κ.
          Η Εκκλησία είπαμε, ότι χρησιμοποίησε όλες τις μορφές της τέχνης για να βοηθήσει τους πιστούς να επικοινωνούν ουσιαστικότερα με τον Θεό. Όπως την αρχιτεκτονική. Τη βασιλική στην αρχή και μετά την ποικιλία των βυζαντινών Ναών ως λατρευτικούς χώρους, την ζωγραφική ως αισθητικό μέτρο της πνευματικής μεταρσίωσης του πιστού. Η Εκκλησία με την βυζαντινή αγιογραφία μετέφραζε την πίστη της μ’ ένα αισθητό τρόπο, υπερκόσμιο. Με τις σχολές της βυζαντινής τέχνης που αναπτύχθηκαν απεφεύχθη ο κίνδυνος της ειδωλολατρίας, γιατί μέσα απ’ αυτές προβάλλονταν οι αλήθειες της πίστης με θαυμαστό τρόπο.
          Επίσης η ποίηση και η μουσική τέχνη με τη συμβολή τους βοήθησαν να δημιουργούν μία ουράνια ατμόσφαιρα απείρου πνευματικού κάλλους και μεταρσίωσης.
          Ομολογουμένως είναι ανεπανάληπτη η ατμόσφαιρα  της ορθόδοξης λατρευτικής ζωής της Εκκλησίας, γιατί είναι κατ΄ εξοχήν πνευματική. Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια έχει υπεισέλθει μέσα στο χώρο της θ. λατρείας μία κάποια κοσμικότητα. Και αυτό φαίνεται από τον τρόπο που προσέρχονται πολλοί πιστοί προκειμένου να τελέσουν τις μυστηριακές τελετές. Οι περισσότεροι νομίζουν πως πρόκειται για κάποιο κοινωνικό γεγονός και οργανώνουν εισβολή κοσμικών μέσων σε σημείο που οι λειτουργοί να εμποδίζονται να εκτελέσουν το έργο τους.
          Για ν’ αποφευχθεί όλη αυτή η ακοσμία πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας τις δύο σημαντικές λέξεις της σημερινής περικοπής: «εν πνεύματι» και «αληθεία», γιατί αυτές μας οδηγούν στην πιο γνήσια διατύπωση σχετικά με τον Θεό και τη λατρεία Του. Έχουμε χρέος να σεβαστούμε στο ακέραιο το πνεύμα της λειτουργικής μας παράδοσης και οι επίδοξοι μεταρρυθμιστές ας είναι προσεκτικοί όταν ασχολούνται νε τέτοια πράγματα που τα έχει καθαγιάσει η εμπειρία και η αγιότητα των αγίων και των πατέρων της Εκκλησίας μας.

Χριστός Ανέστη!

π.γ.στ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Αληθώς Ανέστη πάτερ.
Πολύ σωστά αυτά, να τα δουν οι μετα-πατερικοί θεολόγοι που θέλουν να μεταδώσουν στα παιδιά μας μια άλλη πίστη, ξένη των Πατέρων μας.