Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009

O κρυμμένος θησαυρός

Παραμύθι από την Ιταλία

Ο Τζιάνι έσπρωξε την πόρτα του παλιού αγροτόσπιτου. "-Σινιόρ Μπρούνο, καλησπέρα!" φώναξε.

"-Έλα μέσα, έλα, πέρασε, Τζιάνι", απάντησε ο σινιόρ Μπρούνο. "-Χαίρομαι να σε βλέπω. Έλα, κάτσε να πιούμε ένα κρασάκι".

Οι δυο άντρες ήπιανε κρασί και κουβέντιασαν για τον καιρό και για τα σπαρτά τους. Κάποια στιγμή ο Τζιάνι είπε:

"-Σινιόρ Μπρούνο, μου φαίνεται πως έχεις κάποια στενοχώρια. Τι σου συμβαίνει?"

Ο σινιόρ Μπρούνο αναστέναξε. "-Αχ, είναι για τον εγγονό μου, το Μάριο", είπε. "-Είναι καλό παιδί, αλλά τεμπέλης. Όλη τη μέρα βρίσκεται ξαπλωμένος σε μια κούνια και δε λέει να κάνει την παραμικρή δουλειά. Δεν ξέρω τι να κάνω μαζί του".

Ο Τζιάνι έμεινε για λίγο σιωπηλός. "-Σκέφτηκα κάτι", είπε ύστερα, "-που ίσως μπορεί να λύσει το πρόβλημα". Και εξήγησε το σχέδιό του στο σινιόρ Μπρούνο.

Ο γέρο παππούς γέλασε. "-Καλό είναι. Ας ελπίσουμε ότι θα πετύχει", είπε.

Το άλλο πρωί στις έντεκα, ο Τζιάνι πήρε το δρόμο για το αγροτόσπιτο, όπου βρήκε το Μάριο στην κούνια του, να μισοκοιμάται κάτω από τις ακτίνες του ήλιου.

"-Καλημέρα Μάριο", είπε κι έβγαλε από την τσέπη του έναν παλιό τσαλακωμένο χάρτη και τον εξέταζε.

"-Βρήκα αυτό τον παλιό χάρτη", είπε. "-Διαβάζεται πολύ δύσκολα. Όμως, μοιάζει να λέει ότι κάπου εδώ, σ' αυτό το χωράφι, είναι κρυμμένα πενήντα χρυσά φλουριά".

Ο Μάριο ανακάθισε. "-Πενήντα χρυσά φλουριά? Θα μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα μ' αυτά. Πάμε να ψάξουμε!" είπε και πήδηξε κάτω από την κούνια.

Ο Μάριο και ο Τζιάνι, κι οι δυο μαζί έτρεξαν στο χωράφι, στάθηκαν και το κοίταξαν. Το είχαν πνίξει τ' αγριόχορτα.

"-Πρέπει να καθαρίσουμε πρώτα το χωράφι, πριν αρχίσουμε να ψάχνουμε για χρυσάφι", είπε ο Μάριο κι έτρεξε στην αποθήκη να φέρει εργαλεία. Μετά, εργάστηκε ολόκληρη την ημέρα, καθαρίζοντας τ' αγριόχορτα.

Το άλλο πρωί ο Μάριο σηκώθηκε νωρίς κι όταν ο Τζιάνι έφτασε στο χωράφι, ήταν στρωμένος στη δουλειά. Μεγάλα σύννεφα από σκόνη γέμιζαν τον αέρα, γιατί το χώμα ήτανε κατάξερο.

"-Πρέπει να ποτίσεις", είπε ο Τζιάνι κι ο Μάριο έτρεξε κι έφερε ένα σωλήνα και πότισε όλο το χωράφι.

Ο Τζιάνι, έβγαλε να μελετήσει το χάρτη του. "-Ίσως θα έπρεπε να ξεκινήσεις να σκάβεις από εκεί", είπε, δείχνοντας σε κάποιο σημείο του χωραφιού.

Εκείνη τη στιγμή, μια παρέα από παιδιά που γύριζαν από το σχολείο, χύθηκε μέσα στο χωράφι.

"-Πρέπει να τα διώξουμε από εδώ", είπε ο Μάριο. "-Μπορεί να βρούνε τα φλουριά".

"-Το ξέρω! Θα ρίξω λίπασμα", είπε ο Τζιάνι. "-Αυτό, θα τα κρατήσει μακρυά".

Έτρεξε κι έφερε ένα άλογο και ένα κάρο. Πήγε στο στάβλο, γέμισε το κάρο με λίπασμα και το 'φερε και το σκόρπισε σ' όλο το χωράφι. Ύστερα άρχισε να σκαλίζει το χώμα σ' όλες τις μεριές.

Ο Μάριο έσκαψε ολόκληρο το χωράφι, μα δε βρήκε κανένα φλουρί. Απογοητευμένος και θυμωμένος, αποφάσισε να γυρίσει στο σπίτι.

Δεν είχε πάρει είδηση ότι ο Τζιάνι έριχνε σπόρους, καθώς πηγαινοερχόταν στο χωράφι. "-Ίσως να μην μπόρεσα να διαβάσω σωστά το χάρτη", είπε ο Τζιάνι στον Μάριο, όταν γύρισε στο σπίτι. "-Θα τον στείλλω σ΄ένα φίλο μου που ξέρω ότι διαβάζει τέτοιους χάρτες. Μόλις μου απαντήσει, θα 'ρθω να σου πω".

Ο Μάριο περίμενε βδομάδες και βδομάδες. Επιτέλους, κάποιο πρωί έφτασε ο Τζιάνι. "-Έλα να δεις το χωράφι σου", του είπε. Οι δυό τους, μαζί κι ο σινιόρ Μπρούνο, ο γέρο παππούς, ξεκίνησαν για 'κει. Όταν έφτασαν, ο Μάριο στάθηκε και κοίταξε κατάπληκτος. Όλο το χωράφι ήτανε γεμάτο σειρές σειρές δροσερά μαρούλια!

"-Βλέπεις τι πέτυχες, με όλα τα καθαρίσματα, τα ποτίσματα, τα σκαψίματα και τα λιπάσματά σου? Εγώ, το μόνο που έκανα, ήταν να φυτέψω μερικούς σπόρους".

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, έφτασε ένας έμπορος με το άλογο και το κάρο του. "-Όλα αυτά τα μαρούλια, σας τα δίνουμε για πενήντα φλουριά", είπε στον έμπορο ο σινιόρ Μπρούνο. Ο έμπορος, έβγαλε και μέτρησε τα φλουριά και τα 'δωσε στον γέρο παππού.

Ο Μάριο και ο Τζιάνι μάζεψαν όλα τα μαρούλια και τα φόρτωσαν στο κάρο του εμπόρου.

"-Να τα τα πενήντα φλουριά σου", γέλασε ο παππούς, δίνοντας τα λεφτά στον Μάριο. "-Βρίσκονταν πάντα μέσα στο χωράφι. Δεν είχες παρά να το καλλιεργήσεις"..


Παραμύθι Μυθικό



1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραίο παραμύθι και διδακτικό.
Να που και τα εκκλησιαστικά μπλογκς δεν μας βομβαρδίζουν συνεχώς με πατερικά κείμενα, αλλά χαλαρώνουν και λίγο με παραμύθια.
Θέλουμε και άλλα.