Ο γέρο Μιχαήλ
κοιτούσε σκεφτικός το μεγάλο σωρό από πέτρες, που βρίσκονταν απέναντί μας,
απλωμένες άτακτα στον γκρεμό. Ήταν μια μεγάλη σάρα, που δυσκόλευε πολύ όσους
δοκίμαζαν να περάσουν από το σημείο. Σε μια στιγμή στρέφεται προς το Αχιλλέα
και του λέει.
-
Αχιλλέα να σε ρωτήσω κάτι; Θέλω όμως να μου απαντήσεις με
ειλικρίνεια.
-
Βεβαίως. Γιατί όχι.
-
Υπάρχεις;
-
Δεν κατάλαβα;!
-
Εσύ, υπάρχεις;
-
Ναι, υπάρχω, απάντησε με σιγουριά ο Αχιλλέας, πιάνοντας ασυνείδητα τα
γόνατά του με τα δυο του χέρια.
-
Αν σου έλεγα τώρα ότι δε γεννήθηκες ποτέ, αλλά υπήρξες ξαφνικά από το
τίποτα για πρώτη φορά στα τρία σου χρόνια. Θα με πίστευες;
-
Όχι φυσικά.
-
Γιατί; Πώς είσαι σίγουρος; Συνήθως, μετά τα πέντε θυμόμαστε τον εαυτό
μας. Μήπως θυμάσαι τη γέννησή σου; Είσαι όμως απολύτως βέβαιος ότι γεννήθηκες
και μεγάλωσες, χωρίς στην ουσία να έχεις ενδιαφερθεί ποτέ να το
αποδείξεις.
Ο γέρο Μιχαήλ
καθάρισε με το παπούτσι του το χώμα, μπροστά από το κούτσουρο που καθόμασταν
και με το ραβδί του ζωγράφισε έναν μικρό κύκλο. Τον παρακολουθούσαμε
συγκεντρωμένοι και με μεγάλη περιέργεια.
-
Ας συμβολίσουμε τον Αχιλλέα μ’ αυτόν το μικρό κύκλο.
Στη συνέχεια ο γέρο
Μιχαήλ τράβηξε μια μικρή γραμμούλα, που οδηγούσε από τον έναν κύκλο σ’ έναν
άλλο, επίσης μικρό κύκλο.
-
Ας συμβολίσουμε τη μάνα του Αχιλλέα μ’ αυτόν το δεύτερο κύκλο.
-
Να είναι καλά η μανούλα μου, είπε ψιθυριστά ο Αχιλλέας, που δεν έκρυβε
ποτέ την αδυναμία του προς τη μητέρα του.
Ο γέρο Μιχαήλ
συνέχισε να φτιάχνει κύκλους σε ευθεία στο χώμα και να τους συνδέει με
μικρές γραμμές.
-
Όπως πολύ σωστά φαντάζεστε, ο τρίτος κύκλος συμβολίζει τη μάνα της μάνας
σου, δηλαδή τη γιαγιά σου, ο επόμενος τη μάνα της γιαγιάς κοκ.
-
Πολύ ωραία. Που θέλεις να καταλήξεις;
-
Εσύ, Αχιλλέα, θα υπήρχες αν δεν υπήρχε έστω και ένα κύκλος αυτής της
αλυσίδας;
Ο Αχιλλέας σκέφτηκε
και χωρίς δισταγμό απάντησε.
-
Προφανώς και δεν θα υπήρχα.
-
Άρα λοιπόν, όχι απλά δε βρέθηκες ξαφνικά και χωρίς αιτία στα τρία σου
χρόνια, αλλά υπάρχει και μια τεράστια γραμμή πίσω σου, μέχρι να φτάσουμε σε
σένα. Με δεδομένο ότι υπάρχεις εσύ, υπάρχει και αυτή η τεράστια γραμμή, που
μάλιστα δε διακόπτεται πουθενά. Σύμφωνοι;
-
Σύμφωνοι.
-
Αν αποδεχτούμε τώρα τα είκοσι πέντε χρόνια σαν μέση διαφορά από τη μία
γενιά στην επόμενη, τότε με ογδόντα μόλις κύκλους έχουμε φτάσει στην εποχή του
Χριστού.
-
Θα ήταν συγκλονιστικό να μπορούσε κανείς να περπατήσει προς τα πίσω αυτή
τη γραμμή και να συναντήσει όλες αυτές τις γυναίκες! Φαντάζομαι τι εκπλήξεις θα
δοκίμαζα. Πού να οδηγούσε άραγε αυτή η γραμμή! αναρωτήθηκε με θαυμασμό ο
Αχιλλέας.
-
Με άλλες είκοσι γενιές ακόμα, έχουμε περάσει τα χρόνια του Περικλή και
έχουμε φτάσει στην εποχή του Πυθαγόρα και του Ηράκλειτου.
-
Είναι εκπληκτικό, με εκατό γενιές προς τα πίσω διανύσαμε δυόμιση
χιλιάδες χρόνια ιστορίας! συμπλήρωσα επίσης με θαυμασμό.
-
Αν δεχτούμε ως ακριβή τα συμπεράσματα της επιστήμης, ο άνθρωπος όπως τον
γνωρίζουμε σήμερα, ο homosapiens δηλαδή, έχει περίπου διακόσιες χιλιάδες χρόνια
παρουσίας πάνω στη γη. Δηλαδή οκτώ χιλιάδες γενιές προς τα πίσω. Δε σου
μοιάζει περίεργο και ανεξήγητο όλα να έγιναν από τις τελευταίες εκατό; Τι
έκαναν οι προηγούμενες επτά χιλιάδες εννιακόσιες γενιές; ρώτησε με απορία ο
γέρο Μιχαήλ. Αυτή η ιστορία μου μοιάζει με το συρτάκι που ξεκινάει πολύ αργά
και στο τέλος επιταχύνεται. Και αν είναι έτσι τα πράγματα, το τέλος του κόσμου
δεν είναι πολύ μακριά.
-
Πραγματικά μοιάζει περίεργο. Αλλά ας συνεχίσουμε και πριν τον
homosapiens. Κάποια στιγμή οι κύκλοι συναντούν τους μακρινούς προγόνους,
ανθρωποειδείς πιθήκους κλπ. συνέχισε ο Αχιλλέας .
-
Ας συναντήσουν ότι επιθυμείς Αχιλλέα. Το βασικό μου ερώτημα παραμένει.
Εσύ, θα υπήρχες αν δεν υπήρχε έστω και ένας κύκλος αυτής της τεράστιας γραμμής;
-
Προφανώς και δε θα υπήρχα. Το απαντήσαμε αυτό.
-
Αυτή η γραμμή αρχίζει κάπου ή συνεχίζεται επ’ άπειρον στο παρελθόν;
ρώτησε ο γέρο Μιχαήλ .
-
Συνεχίζεται μέχρι να συναντήσει τη στιγμή της δημιουργίας της ζωής πάνω
στη γη.
-
Και πριν από αυτήν τη στιγμή;
-
Δεν υπάρχει τίποτε πριν. Η γραμμή διακόπτεται, απάντησε ο Αχιλλέας.
-
Αν η γραμμή διακόπτεται εσύ δεν υπάρχεις. Διάλεξε. Υπάρχεις ή δεν
υπάρχεις;
Ο Αχιλλέας έμεινε
σιωπηλός για μερικά λεπτά. Σίγουρα σκεφτόταν τι θα μπορούσε να απαντήσει. Όχι
βέβαια ότι αυτός δεν υπάρχει. Ο γέρο Μιχαήλ μπήκε μέσα στην καλύβα και μετά από
λίγο βγήκε έξω κρατώντας στο χέρι ένα μεγάλο πήλινο λιβανιστήρι γεμάτο
αναμμένα καρβουνάκια και λιβάνια, που ανέδιδαν ένα ευχάριστο άρωμα
τριαντάφυλλου. Λιβάνισε μπροστά στο σπίτι και μετά ήρθε προς το μέρος μας για
να λιβανίσει κι εμάς. Ο Αχιλλέας δεν ήταν μόνο άθεος, είχε διακόψει και κάθε
σχέση με οτιδήποτε θρησκευτικό, γι’ αυτό λίγο δυσανασχέτησε με την εικόνα.
-
Παιδιά, με συγχωρείτε, είπα να λιβανίσω γιατί η συζήτησή μας ήταν πολύ
έντονη και φοβάμαι μήπως μαζέψουμε απρόσκλητους γύρω μας.
-
Κάνε ότι θέλεις, αλλά μην μας πεις κιόλας ότι ο Θεός, αυτός ο Άγνωστος,
έχει ανάγκη από λιβάνισμα, μίλησε επί τέλους ο Αχιλλέας.
-
Δε γνωρίζω τις ανάγκες Του, αλλά εγώ πάντως το χρειάζομαι πολύ το
λιβάνισμα. Μ’ αρέσει πολύ το άρωμά του, ειδικά το άρωμα τριαντάφυλλο.
Χαμογελάσαμε με την
εικόνα του γέρο Μιχαήλ να λιβανίζει και η ατμόσφαιρα μεταξύ μας χαλάρωσε.
-
Υπάρχεις τελικά ή δεν υπάρχεις Αχιλλέα; μας επανέφερε στην κουβέντα ο
γέρο Μιχαήλ.
-
Υπάρχω και σίγουρα η γραμμή μου φτάνει μέχρι τη στιγμή της δημιουργίας
της ζωής πάνω στη γη.
-
Και πριν από αυτήν τη στιγμή; Πως δημιουργήθηκε η πρώτη ζωντανή ύπαρξη
πάνω στη γη;
-
Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για το πώς δημιουργήθηκε η πρώτη μορφή ζωής
στη γη. Ίσως στα επόμενα χρόνια να έχουμε την οριστική απάντηση, που θα την
επιβεβαιώσουν και τα πειράματα στο εργαστήριο.
Ο γέρο Μιχαήλ
σηκώθηκε και μάζεψε μερικά μικρά χαλίκια και τα ακούμπησε πάνω στο ξύλινο
τραπέζι.
-
Υπάρχει περίπτωση αυτά τα χαλίκια, όσους αιώνες κι αν τα αφήσω εδώ, να
φτιάξουν μόνα τους το σύμβολο της ειρήνης;
-
Όχι, ποτέ δεν πρόκειται να το κάνουν.
-
Για να γίνει αυτό υπάρχει μια βασική προϋπόθεση. Να υπάρχει κάποια
θέληση. Και οι άψυχες πέτρες δεν έχουν καμιά θέληση. Θέληση υπάρχει μόνο εκεί
που υπάρχει ζωή. Πριν τη δημιουργία της ζωής στη γη, υπήρχε η θέληση του
Δημιουργού. Και ο Δημιουργός δε μπορεί να είναι άψυχη ύλη. Είναι Ζωή. Και ας
μην ξεχνάμε το διάσημο Γάλλο μικροβιολόγο Παστέρ, ο οποίος το 1864
απέδειξε επιστημονικά στο εργαστήριο, ότι η ζωή προέρχεται μόνοαπό ζωή.
Κανένα άψυχο υλικό δε μπορεί να δημιουργήσει ζωή. Όλα τα υπόλοιπα είναι ακόμα
απλά έωλες θεωρίες.
≈
Ο γέρο Μιχαήλ
σκέφτηκε για λίγο και στη συνέχεια ρώτησε.
-
Αχιλλέα έχεις δει ποτέ φιδοτόμαρο; Το παλιό δέρμα που βγάζουν και
αφήνουν πίσω τους τα φίδια αυτή την εποχή;
-
Όχι, δεν το έχω δει. Αλλά έχω ακούσει γι’ αυτό.
-
Μπορεί να υπάρξει το φιδοτόμαρο όταν δεν υπάρχει το φίδι;
-
Όχι, δε μπορεί να υπάρξει.
-
Το φιδοτόμαρο λοιπόν είναι κάτι σχετικό, που εξαρτάται απόλυτα από την
ύπαρξη του φιδιού. Μπορεί να υπάρχει η καλντέρα της Σαντορίνης χωρίς να υπάρχει
η Σαντορίνη;
-
Όχι.
-
Για να υπάρχει λοιπόν το σχετικό είναι εντελώς απαραίτητο να υπάρχει και
το απόλυτο.
-
Πού θέλεις να καταλήξεις;
-
Αχιλλέα πόσο μπορείς να ζήσεις χωρίς αέρα και οξυγόνο;
-
Δύο - τρία λεπτά.
-
Χωρίς νερό;
-
Δύο - τρείς μέρες.
-
Χωρίς φαγητό;
-
Σαράντα - πενήντα μέρες. Ναι αλλά γιατί τα ρωτάς όλα αυτά;
-
Πριν από λίγο συμφωνήσαμε ότι υπάρχεις. Είσαι ένα ον.
-
Μάλιστα. Παρακάτω.
-
Αφού λοιπόν η ύπαρξή σου εξαρτάται από τόσους παράγοντες, ανεξάρτητους
από εσένα, είσαι σίγουρα, όπως και κάθε άλλος άνθρωπος, ένα σχετικό ον. Και για
να υπάρχει το σχετικό ον πρέπει απαραίτητα να υπάρχει και το Απόλυτο Ον. Και το
Απόλυτο Ον οι άνθρωποι το ονόμασαν Θεό. Η σύλληψη της έννοιας Θεός είναι
κατάκτηση του ανθρώπινου πολιτισμού. Είναι το πρώτο σημαντικό βήμα, για να
γνωρίσει ό ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του. Επειδή λοιπόν το Απόλυτο είναι όρος
ύπαρξης του σχετικού ανθρώπου, δεν υπάρχει άνθρωπος στην κοινωνία που να μην
προβάλλει το Απόλυτο πάνω σε μια ιδέα, πάνω σ’ έναν ηγέτη, πάνω σε μια
ποδοσφαιρική ομάδα, πάνω σ’ ένα κόμμα, πάνω σε μια κοινωνική ουτοπία, πάνω στην
επιστήμη, πάνω σ’ έναν έρωτα ή ακόμα χειρότερα πάνω στο χρήμα. Η αναζήτηση του
Απολύτου, με όλα τα μέσα και με όλους τους τρόπους, είναι ένας απαράβατος νόμος
της ανθρώπινης ψυχής. Ο άνθρωπος μπορεί να βρίσκεται τις περισσότερες φορές στο
βαθύ σκοτάδι της άγνοιας, όμως ότι κι αν κάνει, το Θεό αναζητά και προς Αυτόν
πορεύεται μέσα από αναρίθμητους άγνωστους δρόμους. Και δε θα ησυχάσει ποτέ στη
ζωή του, αν δεν Τον συναντήσει. Όλοι οι μύστες, που πάτησαν το πόδι τους πάνω
σ’ αυτή τη γη, γνώριζαν πολύ καλά αυτήν τη μεγάλη αλήθεια. Αν δεν υπάρχει το
Απόλυτο, δεν υπάρχει ούτε το σχετικό. Αν δεν υπάρχει ο Θεός, δεν υπάρχει ούτε ο
άνθρωπος
Απόσπασμα από το
μυθιστόρημα «Το άγγιγμα του Αρχαγγέλου», εκδ. Αρμός (2015)
το βρηκα:Αντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου