Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Μια άλλη σκοπιά του μηνύματος της παραβολής του Ασώτου



Μια αληθινή ιστορία με ένα δραματικό αδικαίωτο άσωτο γιό και από έναν αφάνταστα σκληρό πατέρα



          Ο JOHANN  CHRISTIAN GYHTHER ( 1695- 1723) ίσως ήταν ο πιο προικισμένος Γερμανός ποιητής πριν από τον Γκαίτε.

          Συνοπτικά η σύντομη δραματική ζωή του.

          Γιος γιατρού, ανώτερης ευφυΐας, καλής θελήσεως, όχι σταθερού χαρακτήρα.

          Σπουδές ιατρικής σε πανεπιστήμιο άλλης πόλης, εντυπωσιακό ξεκίνημα, μπλεξίματα, αχαλίνωτη φοιτητική ζωή, ρήξη με τον πατέρα του. Μέθυσος, χρέη, περιπλάνηση από το ένα πανεπιστήμιο στο άλλο. Μάταια προσπαθούν οι φίλοι του να τον βοηθήσουν, Μπροστά στην έκτακτη ανάγκη επιστρέφει στο οικογενειακό του σπίτι για να ζητήσει συγχώρεση και βοήθεια από τον πατέρα του. Αυτός του κλείνει την πόρτα. Με συγκλονιστικά ποιήματα ξεχύνει την απόγνωση του. Στο χείλος της αβύσσου βρίσκει κουράγιο να πάει για δεύτερη φορά στον πατέρα του με το ίδιο αίτημα. Ξανά η πόρτα κλειστή. Από πάνω τον εγκαταλείπει και η καλή του.

          Τότε γράφει σπαρακτικά:



                             «Στα δάση μέσα θα χαθώ,

                             θα φύγω μακριά απ’ τους ανθρώπους,

                             φθόγγους θα βγάλω παραπονεμένους

                             μαζί με τα ορφανεμένα περιστέρια.

                             Θα πάω με τα κυνηγημένα αγρίμια,

                             ώσπου η θλίψη κι ο καημός

                             να μου ληστέψουν τη ζωή,

                             ώσπου να σβήσουν όλες μου οι δυνάμεις.

                             Και τότε ένας τάφος

                             σκεπασμένος με δενδρόφυλλα

                             θα είναι για μένα πιο πονετικός

                             απ’ τη δική σου την καρδιά.



          Και τρίτη προσπάθεια στον ασυγκίνητο πατέρα  του έχει την ίδια με τις άλλες δύο τύχη. Στην συγκινητική ποιητική του εξομολόγηση και πριν σαλέψει το λογικό του- απευθύνεται στο Θεό, την τελευταία του ελπίδα:



                   «Θεέ μου, στα είπα όλα τίμια,

                   συγχώρεσέ με.

                   …………………


                  Απ’ εδώ και πέρα τον εαυτό μου

                   ολότελα σ’ Εσένα θε ν’ αφήσω.

                   Και την ώρα της καταιγίδας

                   θα’ μαι γερά πιασμένος απ’ την  πανίσχυρη άγκυρα της ελπίδας, που’  ναι σκαλωμένη πάνω στο Γολγοθά…»



          Όλα τελείωσαν. Ανθρώπινα κανένας δεν βρέθηκε ή δεν στάθηκε ικανός να βοηθήσει. Στα 28 του, κατάμονος και με το νου του σαλεμένο, πεθαίνει στην Ιένα το 1723.



          Πολλά θα είχε κανείς να πει, να στοχαστεί, να νοιώσει συγκρίνοντας την τύχη του νεώτερου γιού της παραβολής  μ’ αυτό το αβάστακτο δράμα της σχέσης πατέρα και γιου.

          Και θα μας άρεσαν τα τελευταία αποφθεγματικά λόγια με τα οποία ο λόγιος μοναχός Βασίλειος αναφέρει πριν κλείσει την ανάλυση της παραβολής του ασώτου:



          « Το σύμπαν είναι κατοικήσιμο,

          εφόσον έχουμε το Θεό πατέρα

          και το συνάνθρωπο αδελφό μας»



          Γ. Τσανανάς, « ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ»














3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Έξοχο!

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραία και διδακτική ιστορία!

Ανώνυμος είπε...

Έξοχη ιστορία συγκινητική και θαυμαστή.