Ο όσιος Νικόλαος Πλανάς ήταν πράος και ταπεινός, ελεήμων, υπομονετικός
και ανεξίκακος, ασκητικός και φιλακόλουθος. Για πενήντα χρόνια λειτουργούσε
καθημερινά στο μικρό εκκλησάκι του Αγίου Ελισαίου στην Πλάκα, και τις Κυριακές
στον Άγιο Ιωάννη τον Κυνηγό στην οδό Βουλιαγμένης, όπου μνημόνευε χιλιάδες
ονόματα. Από τα πολλά περιστατικά της
ζωής του, που μας δείχνουν το πλήθος των αρετών του, θα διηγηθούμε μόνο δύο,
που μας τον παρουσιάζουν ως υπόδειγμα πραότητας και υπομονής.
«Στις καθημερινές
πολύωρες ακολουθίες του είχε ένα ακόλουθο, που τον συνόδευε πάντα και έψαλλε
όταν δεν υπήρχε άλλος. Τον έλεγαν Μιχάλη. Αυτός αγαπούσε τον παπά- Νικόλα, αλλά
κάποτε τον βασάνιζε κιόλας. Μια φορά, ήταν καλοκαίρι, μετά από την πολύωρη
ακολουθία κατά τις 3 μ. μ. και κάθισε ο γέροντας ιερέας κατάκοπος έξω από την
εκκλησία σε μια καρέκλα και αποκοιμήθηκε. Ο Μιχάλης, που είχε το κακό ελάττωμα
να πίνει, ώσπου να τελειώσει η θεία Λειτουργία, έφυγε ήπιε και κατέφθασε στην αυλή της εκκλησίας…..
Βλέπει τον παπά-Νικόλα
στην καρέκλα, τρέχει και τον σκουντάει άγαρμπα, τον ταρακουνάει φωνάζοντας: «Θα
κρυώσεις, παπάαα!». Τον τρόμαξε τόσο πολύ! Όσα
πνευματικά του παιδιά παραβρέθηκαν εκεί, μάλωσαν τον Μιχάλη για τη συμπεριφορά
του. Ο παπά-Νικόλας όμως, με την απροσποίητη ταπεινοφροσύνη του είπε: «Μην τον
μαλώνετε. Με αγαπά, αλλά δεν μου δίνει αέρα». Τους αποστόμωσε όλους! Και τα
μικρά παιδιά ακόμα, έχουν τα νεύρα τους, τους εγωισμούς τους. Ο παπά- Πλανάς δεν ήξερε το είναι οργή.
«Μια κυρία όταν άκουσε
για τις αρετές του π. Νικολάου, αποφάσισε να τον δοκιμάσει. Μια μέρα στην
Εκκλησία του λέει: «Να έρθεις, πάτερ μου, στο σπίτι να μου κάνεις 40
παρακλήσεις, διότι έχω οικογενειακές φουρτούνες. Θα σε περιμένω κάθε απόγευμα».
«Μετά χαράς, παιδί μου». Αποκρίθηκε. Πήρε τη διεύθυνση και την επομένη πήγε.
Στο τέλος της παράκλησης του έδωσε μία δεκάρα. Αυτό επαναλήφθηκε σαράντα φορές,
χωρίς καθόλου να γογγύσει ο πράος παπά- Νικόλας. Στο τέλος η γυναίκα έπεσε στα
πόδια του, του ζήτησε συγχώρεση και είπε: «Εσύ είσαι ο ενδεδειγμένος ιεράς της
υπομονής και του καθήκοντος».
Αλήθεια, δεν είχε
πειρασμούς ο παπά-Πλανάς; Ή μήπως δεν καταλάβαινε ότι τον αδικούσαν; Την
απάντηση την έδωσε ο ίδιος σε πνευματικό του παιδί: «Νομίζεις, παιδί μου, πως
εγώ δεν ξέρω να μιλήσω; Ξέρω, αλλά σκέφτομαι το αποτέλεσμα, και έτσι σιωπώ».
«ΠΡΟΣ ΤΗ ΝΙΚΗ», τ.
887
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου