ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ
ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Ἐν
Πειραιεῖ τὴ 23η Ἀπριλίου 2020
Μὲ
πολλὴ ἀνησυχία καὶ θλίψη παρακολουθοῦμε τὸν τελευταῖο καιρὸ μία καταιγιστικὴ ἐπέλαση
τοῦ πάθους τῆς ὁμοφυλοφιλίας σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο. Πρόκειται γιὰ ἕνα γενικότερο
παγκόσμιο κίνημα, ποὺ προωθεῖται ἀπὸ τοὺς σχεδιαστὲς τῆς Νέας Ἐποχῆς, τὸ ὁποῖο
δραστηριοποιεῖται κυρίως στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ καὶ τὸ ὁποῖο ἔχει κάνει αἰσθητὴ
τὴν παρουσία τοῦ ἐδῶ καὶ ἀρκετὲς δεκαετίες μὲ «παρελάσεις ὑπερηφάνειας», (Gay
Pride), μὲ φεστιβὰλ καὶ διακηρύξεις, μὲ αἰτήματα πρὸς τὴν πολιτεία γιὰ τὰ
δικαιώματα τῶν σεξουαλικῶν μειονοτήτων, γιὰ ἀναγνώριση καὶ νομικὴ κατοχύρωση τοῦ
γάμου, ἢ τῆς ἐλεύθερης συμβίωσης μεταξὺ ὁμοφυλοφίλων, υἱοθεσίας παιδιῶν κλπ.
Σύμφωνα
μὲ τὴν ἰδεολογία τοῦ κινήματος, ἡ ὁμοφυλοφιλία δὲν ἀποτελεῖ μορφὴ σεξουαλικῆς
διαστροφῆς, μία παρὰ φύσιν κατάσταση, ὅπως διδάσκει ἡ Ἐκκλησία καὶ ὅπως αὐτὸ ἐθεωρεῖτο
αὐτονόητο καὶ ἀπὸ ὅλους ἀποδεκτό, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ τὴν
ψυχολογία, πρὶν ἀπὸ 30-35 χρόνια, ἀλλὰ ἀποτελεῖ ἁπλῶς ἔνα διαφορετικο σεξουαλικὸ
προσανατολισμό, μία φυσικὴ διαφορετικότητα. Ἡ διαφορετικότητα αὐτὴ προβάλλεται ὡς
φυσιολογικὸς τρόπος ζωῆς, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νὰ γίνει ἀποδεκτὸς ἀπὸ τὴν εὐρύτερη
κοινωνία καὶ νὰ θεσμοθετηθεῖ ἀπὸ τὴν πολιτεία μὲ κατάλληλες νομοθετικὲς
ρυθμίσεις, ἀνεξαρτήτως τῶν συνεπειῶν πάνω στὴν εὐρύτερη κοινωνία, (οἰκογένεια,
σχολεῖο, δομὲς κοινωνικὲς κλπ). Ἐπίσης σύμφωνα μὲ τὴν καινούργια ἰδεολογία καὶ
νοοτροπία, κάθε ἀντίδραση καὶ κριτικὴ πρὸς τὴν σεξουαλικὴ αὐτὴ
«διαφορετικότητα» θεωρείται «ὁμοφοβία» καὶ ρατσισμός, ἡ ὁποία πρέπει νὰ
καταστέλλεται καὶ νὰ πατάσσεται μέσω...
τοῦ
ποινικοῦ δικαίου. Ἡ καινούργια αὐτὴ ἰδεολογία ἔχει πλέον ἀποκρυσταλλωθεῖ καὶ ἔχει
βρεῖ τὴν πλήρη νομικὴ κατοχύρωσή της στὴν Ἀπόφαση –Ψήφισμα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ
Κοινοβουλίου στὶς 4 Φεβρουαρίου 2014.
Τὸ
ἀκόμη πιὸ τραγικὸ εἶναι τὸ γεγονός, ὅτι ἡ ἀναγνώριση τῆς ὁμοφυλοφιλίας ὠς
«φυσιολογικὴ σεξουαλικὴ ἐπιλογὴ» ἔχει εἰσχωρήσει ἀκόμη καὶ μέσα στὸν
προτεσταντικὸ χῶρο, ὅπως στὴν λεγόμενη «Ἀγγλικανικὴ Ἐκκλησία», στὴν ὁποία ἔχουν
καθιερωθεῖ ἐδῶ καὶ δεκαετίες, χειροτονίες «κληρικῶν» ὅλων τῶν βαθμίδων καὶ τῶν
δύο φύλων, μεταξὺ τῶν ὁποίων συγκαταλέγονται καὶ δεδηλωμένοι ὁμοφυλόφιλοι καὶ
λεσβίες. Οἱ ὀπαδοὶ – μέλη αὐτῆς τῆς προτεσταντικῆς κοινότητος προσπάθησαν νὰ ἀναπτύξουν
διάφορα θεολογικὰ ἐπιχειρήματα, γιὰ νὰ ἀποδείξουν ὅτι τὸ πάθος αὐτὸ δὲν ἔρχεται
δῆθεν σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς. Ἄλλοι ἐξ’ αὐτῶν ποὺ ἀσπάστηκαν
τὴν Ὀρθοδοξία, ἐξακολουθοῦν νὰ προβληματίζονται καὶ νὰ ἀμφιταλαντεύονται, ἐνῶ τὸ
θέμα αὐτὸ ἀπὸ Ὀρθοδόξου αποψεως εἶναι ξεκαθαρισμένο καὶ λελυμένο, τόσο ἀπὸ τὴν
διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὅσο καὶ ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.
Πρόσφατα
ἔπεσε στὴν ἀντίληψή μας μία σχετικὴ δημοσίευση στὸ περιοδικὸ «Σύναξη» (τεύχ.
153, 2020). Πρόκειται γιὰ ἄρθρο του π. Μπράντον Γκάλλαχερ, μὲ τίτλο: «Ἀνταμώνοντας
μὲ τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση στὴ νεωτερικὴ Δύση: Φυσικὸς νόμος, ὁμοφυλοφιλία καὶ ζῶσα
παράδοση». Ο συγγραφέας, πρώην ἀγγλικανὸς πάστορας, ἔζησε ἐπὶ χρόνια σὲ ὁμοφυλοφιλικὸ
περιβάλλον, ἀφοῦ ὁ ἀδελφός του, ὅπως ἐξομολογεῖται, ἦταν ὁμοφυλόφιλος, ἐνῶ ὁ ἴδιος
ὡς φοιτητὴς στὸ σεμινάριο τοῦ ἁγίου Βλαδίμηρου σπούδασε μὲ πολλοὺς ὁμοφυλόφιλους
ὑποψηφίους «ἱερεῖς». Εν τέλει, κουρασμένος «ἀπὸ τὴν ἀτέρμονη ἀντιπαράθεση
σχετικὰ μὲ τὴν ὁμοφυλοφιλία καὶ μίας αἴσθησης ὅτι οἱ ἀλλαγὲς ποὺ γίνονταν
τότε», στὴν ἐκκλησία του, «ἀποτελοῦσαν μία διολίσθηση ἐκτός της κλασικῆς
Χριστιανοσύνης», ἀσπάστηκε τὴν Ὀρθοδοξία, χωρὶς ὡστόσο νὰ μπορέσει νὰ ἀπαλλαγεῖ
ὁλοσχερῶς ἀπὸ ὁμοφυλοφιλικὰ κατάλοιπα τοῦ παρελθόντος. Ἐμεῖς βέβαια δὲν
πρόκειται νὰ σχολιάσουμε βῆμα πρὸς βῆμα τὸ ἐκτεταμένο ἄρθρο του. Θὰ
περιοριστούμε μονο νὰ ἀπαντήσουμε σὲ ἕνα καυτὸ ἐρώτημα, στὸ ὁποῖο, ἀπ’ ὅτι
φαίνεται, δυσκολεύεται νὰ δώσει ἀπάντηση. Γράφει: «Γιὰ μένα τὸ κεντρικὸ ἐρώτημα
στὴν τωρινὴ διαμάχη σχετικὰ μὲ τὴν ὁμοφυλοφιλία εἶναι, ἂν μπορεῖ, ἢ ὄχι, ἡ Ὀρθοδοξία
νὰ θεωρήσει ‘εὐλογημένες’ τὶς ὁμοφυλοφιλικὲς σχέσεις, οἱ ὁποῖες τελοῦν στὸ
πλαίσιο δέσμευσης καὶ πιστότητας». Το παρὰ πάνω ἐρώτημα ἀναλύει σὲ ἄλλη
συνάφεια περισσότερο ὡς ἑξῆς: «Πρέπει μὲ πίστη νὰ ἐπιχειρήσουμε νὰ δώσουμε μία
θεολογικὴ ἀπόκριση ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας στὸν μαχητικὸ ἰσχυρισμό, ὅτι
τὰ ἐν λόγω προσωπα εἶναι δημιουργημένα ‘φοβερὰ καὶ θαυμαστὰ’ (πρβλ. Ψάλμ.
139,14), ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀκριβῶς ὡς τέτοια πρόσωπα καὶ ὅτι, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἔτσι ἔχουν
φτιαχτεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος εὐλογεῖ τὶς ἐπιθυμίες τους καὶ τὴν ταυτότητα ποὺ
τὰ συνοδεύει, μποροῦν νὰ ζοῦν σὲ ὁμοφυλόφιλες σχέσεις ἀμοιβαίας δέσμευσης καὶ
πιστότητας, σχέσεις οἱ ὁποῖες εὐλογοῦνται ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ συνεπῶς δύνανται νὰ εὐλογηθοῦν
καὶ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία».
Ἂς
ἐξετάσουμε πρῶτα τὰ ἐν λόγω ἐρωτήματα ἀπὸ τὴν ἰατρικὴ τοὺς πλευρὰ καὶ στὴ
συνέχεια ἀπὸ τὴν θεολογική. Τι λέγει ἡ ἰατρικὴ ἐπιστήμη καὶ ἡ ψυχολογία σχετικὰ
μὲ τὴν σεξουαλικὴ αὐτὴ διαστροφή; Ἐνοχοποιοῦνται γενετικοὶ καὶ κληρονομικοὶ
παράγοντες, ἢ ἀποδίδεται σὲ ἐπίκτητα αἴτια; Έγκυρες ἐπιστημονικὲς μελέτες
διαφόρων ψυχιάτρων ἐπιστημόνων δηλώνουν ξεκάθαρα σὲ ψυχιατρικὰ ἐγχειρίδιά τους,
ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία δὲν εἶναι κάτι τὸ ἔμφυτο, ἢ ἔστω κληρονομικό, (δὲν ὑπάρχει
δηλαδὴ εἰδικὸ γονίδιο ὁμοφυλοφιλίας), ἀλλὰ ὅτι εἶναι μία ἐπίκτητη σεξουαλικὴ ἐπιλογή,
ἕνας ἐπίκτητος σεξουαλικὸς προσανατολισμός, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἀποκτᾶται κατὰ τὴν
διάρκεια τῆς ζωῆς καὶ δὲν προέρχεται ἀπὸ φυσική, ἢ καὶ γενετικὴ προδιάθεση. Ὅταν
ὁ διασημος ερευνητὴς τοὺ «γκέι γονιδίου» Dean Hamer ρωτήθηκε ἐὰν ἡ ὁμοφυλοφιλία
ὀφείλεται ἀποκλειστικὰ στὴ βιολογία, ἡ ἀπάντησή του ἦταν: «Ξεκάθαρα ὄχι». Η
Ελληνίδα ψυχίατρος κ. Καλλιόπη Προκοπάκη σε σχετικὴ μελέτη τῆς ἀναφέρει ὄτι
«μέχρι στιγμῆς δὲν ἔχει ἐντοπιστεῖ κάποιος βιολογικὸς παράγοντας (ὁρμονικός, ἀνατομικός,
χημικός, γεννητικὸς) ποὺ νὰ προκαλεῖ ἄμεσα, ἢ ἔμμεσα, τὴν ὁμοφυλοφιλία… Ἡ ὁμοφυλοφιλία
παγιώνεται ὡς σταθερὴ ἐπιλογὴ συνήθως μετὰ τὸ τέλος τῆς ἐφηβείας». Σημαντικό
ρόλο στὴν παγίωση αὐτὴ παίζουν ἐξωτερικοὶ παράγοντες, ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὸ
κοινωνικὸ περιβάλλον, ἀπὸ τὰ μηνύματα τὰ ὁποῖα δέχονται οἱ νέοι ἀπὸ τὰ ΜΜΕ, ὅτι
δῆθεν ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι μία φυσιολογικὴ σεξουαλικὴ ἐπιλογή, ἀπὸ τὶς φιλίες
καὶ τὶς συναναστροφὲς τῶν, ἀπὸ τὴν ἔμφυτη τάση καὶ ἐπιθυμία τῶν νέων νὰ
δοκιμάσουν τὰ πάντα, ὅπως ἐπίσης καὶ σὲ καταστάσεις στὶς ὁποῖες ὑπάρχει
μακροχρόνια ἔλλειψη τοῦ ἀντιθέτου φύλου.
Ἐπίσης
σχετικὰ μὲ τὸ ἐρώτημα, ἂν ἡ ὁμοφυλοφιλία θεωρεῖται ἀπὸ τὴν ψυχιατρικὴ ἐπιστήμη ὡς
ψυχιατρικὴ νόσος, ἡ κ. Προκοπάκη στὴν ἴδια αὐτὴ μελέτη τῆς ἀναφέρει ὄτι «ἡ ὁμοφυλοφιλία
συμπεριλήφθηκε ὡς ψυχιατρικὴ διαταραχή, (κοινωνιοπαθητικὴ διαταραχὴ
προσωπικότητας), στὴν πρώτη ἔκδοση τοῦ Διαγνωστικοῦ καὶ Στατιστικοῦ Ἐγχειριδίου
τῶν Ψυχιατρικῶν Διαταραχῶν τῆς Ἀμερικανικῆς Ψυχιατρικῆς Ἑταιρείας, τὸ 1952».
Στη συνέχεια «ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 1980, σταδιακὰ ‘ἀποϊατρικοποιήθηκε’, καθὼς ὁ
χαρακτηρισμός της ὡς ‘νόσου’ θεωρήθηκε ἀπὸ τὰ ὁμοφυλοφιλικὰ κινήματα ὡς νέο
στίγμα». «To 1992 ἡ κατηγορία ‘ὁμοφυλοφιλία’ ἀφαιρεῖται καὶ ἀπὸ τὴν Διεθνῆ
Ταξινόμηση τῶν Ἀσθενειῶν τοῦ Παγκόσμιου Ὀργανισμοῦ Ὑγείας (WHO)…. Η διεθνὴς
σύγχρονη προσπάθεια νομιμοποίησης τῆς ὁμοφυλοφιλίας ὡς φυσιολογικῆς πρακτικῆς δὲν
βασίζεται σὲ ἐπιστημονικὰ ἰατρικὰ δεδομένα, ἀλλὰ σὲ ‘φιλοσοφικὰ-κοινωνικὰ’
δεδομένα καὶ ἰσχυρὲς πολιτικὲς πιέσεις. Τα ἀποτελέσματα τῆς θεώρησης τῆς ὁμοφυλοφιλίας
ὡς φυσιολογικῆς καὶ ἰσότιμης συμπεριφορᾶς καὶ ἡ νομοθέτηση πρακτικῶν ὅπως ὁ
‘γάμος’ μεταξὺ ὁμοφυλοφίλων καὶ ἡ δυνατότητα υἱοθέτησης παιδιῶν μπορεῖ νὰ ἔχουν
σοβαρὲς συνέπειες στὴν δομὴ τῆς κοινωνίας καὶ στὶς ἀνθρώπινες σχέσεις». Τὶς ἴδιες
διαπιστώσεις κάνει καὶ ὀ καθηγητὴς Κοινωνικῆς Ψυχιατρικῆς στὸ Παντεῖο κ.
Στέλιος Στυλιανίδης, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει, ὅτι ἡ ὁμοφυλοφιλία «καταργήθηκε ἀπὸ
διακριτὴ ψυχιατρικὴ διάγνωση ποὺ ἀνῆκε στὴν ὁμάδα τῶν παραφιλιῶν τὸ 1987, (καὶ
στὸ Γαλλικὸ νοσογραφικὸ σύστημα τὸ 1992), ἔπειτα ἀπὸ πίεση τοῦ κινήματος τῶν ὁμοφυλοφίλων
καὶ τῶν κινημάτων πολιτῶν γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων».
Παρὰ
τὸ γεγονὸς ἡ ὁμοφυλοφιλία δὲν θεωρεῖται πλέον ψυχιατρικὴ διαταραχή, ὡστόσο πολλὲς
πρόσφατες ἔρευνες ἔχουν ἐπιβεβαιώσει ὅτι πολλοὶ ὁμοφυλόφιλοι παρουσιάζουν πολὺ
συχνότερα κατάθλιψη, ἀπόπειρες αὐτοκτονίας, γενικευμένη ἀγχώδη διαταραχή,
διαταραχὴ διαγωγῆς, χρήση οὐσιῶν καὶ ἀλκοολισμό. Ἐπίσης παρουσιάζουν αὐξημένο
κίνδυνο νὰ παρουσιάσουν σεξουαλικὰ μεταδιδόμενα νοσήματα, ὅπως σύφιλη,
γονόρροια, ἡπατίτιδα B καὶ C, ἕρπητα γεννητικῶν ὀργάνων καὶ AIDS, καθὼς καὶ ὁρισμένους
τύπους καρκινωμάτων. Οἱ πρῶτες περιπτώσεις AIDS ἀναφέρθηκαν τὸ 1981 σὲ νέους ἄνδρες
ὁμοφυλοφίλους.
Ἂς
δοῦμε τώρα, ποιὰ εἶναι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας σχετικὰ μὲ τὸ παρὰ πάνω ἐρώτημα.
Δὲν ὑπάρχει καμία ἀπολύτως ἀναφορά, οὔτε στὴν ἁγία Γραφή, οὔτε στοὺς ἁγίους
Πατέρες, (οὔτε καν ὑπαινιγμός), ποὺ νὰ δικαιώνει τὸν ἰσχυρισμό, ὅτι ὁ Θεὸς
δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο μὲ δύο δυνατότητες σεξουαλικοῦ προσανατολισμοῦ, τὸν ἐτερόφιλο
καὶ τὸν ὁμόφιλο. Όπως εἶναι γνωστὸ ἀπὸ τὴν βιβλικὴ διήγηση τῆς Γενέσεως, οἱ
συζυγικὲς σχέσεις ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ἀποτελοῦν τὶς μόνες κατὰ φύσιν ἀνθρώπινες
σχέσεις, μέσα στοὺς ὅρους τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ καὶ ὡς ἀντίδοτο, τρόπον τινά,
τοῦ βιολογικοῦ θανάτου, ποὺ ἦταν ἀποτέλεσμα τοῦ πνευματικοῦ θανάτου, ἐξ’ αἰτίας
τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι προφανὲς λοιπόν, ὅτι οἱ σεξουαλικὲς σχέσεις ἀνδρὸς μὲ ἄλλον
ἄνδρα, ἢ γυναικὸς μὲ ἄλλην γυναίκα, ἀποτελοῦν μία παρὰ φύσιν κατάσταση, ἕνα εἶδος
σεξουαλικῆς διαστροφῆς, ξένο καὶ ἄγνωστο ὄχι μόνο στὸ ἀρχικὸ σχέδιο τῆς
δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ καὶ στὸ σχέδιο τῆς οἰκονομίας του, μετὰ δηλαδὴ τὴν
πτώση τῶν πρωτοπλάστων, ἀφοῦ μὲ μία τέτοιου εἴδους σχέση εἶναι ἀδύνατη ἡ ἀναπαραγωγὴ
τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τοῦτο μαρτυρεῖ πέραν τῶν ἄλλων ἡ ἴδια ἡ ὀντολογία τῆς
κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ κατασκευὴ δηλαδὴ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τῶν γεννητικῶν ὀργάνων
ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς ἀποτελοῦν τρόπον τινὰ ἕνα ὁδοδείκτη, ποὺ μᾶς δείχνει, ποιὰ
εἶναι ἡ κατὰ φύσιν σχέση καὶ ποιὰ ἡ παρὰ φύσιν.
Δεῖγμα
τῆς ἀποστροφῆς τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸ τὸ πάθος εἴναι η καταστροφή του ἀρχαίου
κόσμου μὲ τὸν κατακλυσμὸ τοῦ Νῶε. Αν ὁ Θεὸς εἶχε δημιουργήσει ἀνθρώπινα ὄντα μὲ
ὁμόφιλο σεξουαλικὸ προσανατολισμό, δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ καταστρέψει τον ἀρχαῖο
κόσμο, διότι τότε θὰ ἐρχόταν σὲ ἀντίφαση μὲ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό Του. Βλέποντας ὁ
Θεὸς τοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τοῦ Νῶε νὰ ἀθετοῦν τοὺς σεξουαλικοὺς νόμους, ποὺ
ὁ ἴδιος ἔθεσε καὶ ὅλη τους ἡ ζωὴ νὰ διέρχεται ζυμωμένη μὲ τὴν σεξουαλικὴ αὐτὴ
διαστροφή, σὰν νὰ μεταμελήθηκε, ποὺ δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸν
καταστρέψει παιδαγωγικά, ἐνῶ συγχρόνως μὲ τὴν ἐξαίρεση τοῦ Νῶε ἀπὸ τὴν
καταστροφή, ἔδειχνε τὴν φιλανθρωπία Του καὶ τὴν προοπτική της μελλοντικῆς
σωτηρίας του ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο Σωτήρα Χριστό.
Τὸ
ἴδιο αὐτὸ πάθος ὑπήρξε η αἰτία τῆς καταστροφῆς τῶν δύο ἀρχαίων πόλεων, τῶν
Σοδόμων καὶ τῶν Γομόρρων. Ὅπως διηγεῖται ἡ Γραφὴ στὸ βιβλίο τῆς Γενέσεως, οἱ
κάτοικοι τῶν δύο αὐτῶν πόλεων εἶχαν ἐπιδοθεῖ τόσο πολὺ στὸ πάθος αὐτὸ καὶ εἶχαν
φθάσει σὲ τέτοιο βάθος κακῶν, ὥστε ὁ ἴδιος o Θεος θέλησε νὰ κατέβει προσωπικα,
γιὰ νὰ δεῖ, ἂν πράγματι γίνεται μία τέτοιου εἴδους ἁμαρτία, σὰν νὰ μὴν πίστευε
καλά, ἂν ἤταν δυνατον νὰ βρεθεῖ ἐπάνω στὴ γῆ μία τέτοια κακία: «Καταβὰς οὒν ὄψομαι,
εἰ κατὰ τὴν κραυγὴν αὐτῶν τὴν ἐρχομένην πρὸς μὲ συντελοῦνται, εἰ δὲ μὴ ἴνα γνῶ»
(Γέν.18,13), λέγει χαρακτηριστικὰ τὸ βιβλικὸ κείμενο. Ἂν ὁ Θεὸς εἶχε
δημιουργήσει ἀνθρώπινα ὄντα μὲ ὁμόφιλο σεξουαλικὸ προσανατολισμό, θὰ ἦταν πότε
δυνατὸν νὰ θέσει στὸν ἑαυτὸ τοῦ ἕνα τέτοιο ἐρώτημα; Ὄχι βέβαια, διότι τὸ ἐρώτημα
αὐτὸ θὰ ἦταν τελείως παράλογο. Αργότερα, στὴ Μωσαϊκὴ Νομοθεσία, τὸ πάθος αὐτὸ
χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὡς βδέλυγμα: «Ὃς ἐὰν κοιμηθῆ μετὰ ἄρσενος κοίτην
γυναικός, βδέλυγμα ἐποίησαν ἀμφότεροι. Θανάτω θανατούσθωσαν, ἔνοχοι εἰσὶν»
(Λευϊτ.20,13).
Στὴν
Καινὴ Διαθήκη ο ἀπόστολος Παῦλος στιγματίζει μὲ τὰ μελανότερα χρώματα στὶς ἐπιστολὲς
τοῦ τὸ πάθος τῆς ὁμοφυλοφιλίας: «αἳ τὲ γὰρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τὴν φυσικὴν
χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν, ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἄρσενες ἀφέντες τὴν φυσικὴν χρῆσιν
τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τὴ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην
κατεργαζόμενοι» (Ρώμ.1,26-28). Δηλαδή: Οἱ γυναῖκες ἄλλαξαν τὴν φυσικὴν σχέσιν
καὶ χρῆσιν μὲ τὴν παρὰ φύσιν. Ὅπως καὶ οἱ ἄνδρες ἄφησαν τὴν φυσικὴ σχέση καὶ
χρήση τῆς γυναικὸς καὶ κάηκαν ἀπὸ τὴν ἀσυγκράτητη φλόγα τῆς ἐπιθυμίας μεταξύ
τους, διαπράττοντες ἄρρενες μὲ ἄρρενες ἀπαράδεκτες καὶ ἄτιμες πράξεις. Στην Ἃ΄
πρὸς Κορινθίους επιστολη προσθέτει: «μὴ πλανάσθε· οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι,
οὔτε μοιχοί, οὔτε μαλακοί, οὔτε ἀρσενοκοῖται, [ἐννοεῖ τοὺς ὁμοφυλόφιλους], οὔτε
πλεονέκται, οὔτε κλέπται, οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὒχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ
οὐ κληρονομήσουσι» (Ἃ΄Κόρ.6,9-11).
Ὁ
μεγάλος Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας Αγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσοστομος λέγει σχετικὰ μὲ τὸ
πάθος αὐτό: «Πάντα μὲν οὒν ἄτιμα τὰ πάθη, μάλιστα δὲ ἡ κατὰ τῶν ἀρρένων μανία».
Ὅλα τὰ πάθη εἶναι ἄτιμα, πάνω ἄπ? ὅλα ὅμως ἄτιμο, ἀτιμότατο, εἶναι ἡ ὁμοφυλοφιλία.
Καὶ συνεχίζει: Ὁποιοδήποτε ἁμάρτημα καὶ ἂν ἀναφέρεις, δὲν εἶναι ἴσο μὲ αὐτὴν τὴν
παρανομία, ἡ ὁποία ἀνατρέπει ὄχι μόνο τοὺς θετοὺς ἀνθρώπινους νόμους, ἀλλὰ καὶ
τοὺς νόμους τῆς φύσεως: «Καὶ ὅπερ ἂν εἴποις ἁμάρτημα, οὐδὲν ἴσον ἐρεῖς τῆς
παρανομίας ταύτης… Οὐ γὰρ οἱ θετοὶ μόνον, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ τῆς φύσεως ἀνατρέπονται
νόμοι». Σε ἄλλο σημεῖο ὀνομάζει τὴν ὁμοφυλοφιλία «κολοφώνα τῶν κακῶν καὶ
κεφάλαιον τῆς συμφορᾶς». Ἐπίσης ἕνας ἄλλος Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὀ Άγιος
Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γραφει ὄτι «Οὐδὲν γὰρ ἀληθῶς μυσαρώτερον ἢ ἀκαθαρτώτερον
τῶν οὕτω πορνευομένων τὲ καὶ πορνευόντων». Ὁ Μέγας Βασίλειος στὸν Ζ΄ Κανόνα τοῦ
συγκαταριθμεῖ τοὺς ὁμοφυλοφίλους μὲ τοὺς κτηνοβάτες, τοὺς φονεῖς, τοὺς
φαρμακούς, τοὺς μοιχοὺς καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες.
Θὰ
μπορούσαμε νὰ παραθέσουμε πολλὲς ἀκόμη βιβλικὲς καὶ πατερικὲς μαρτυρίες, ὡστόσο
δὲν θὰ θέλαμε νὰ κουράσουμε περισσότερο. Νομίζουμε ὅτι ὅσα παρὰ πάνω ἀναφέραμε
εἶναι ἀρκετά, ἀφ’ ἑνὸς μὲν γιὰ νὰ δώσουμε κάποια ἀπάντηση στὸ καυτὸ ἐρώτημα, ποὺ
ἔθεσε ὁ π. Γκάλλαχαν καὶ ἀφ’ ἑτέρου πρὸς ἐνημέρωση τῶν ἀναγνωστῶν μας. Ἐλπίζουμε
ὅτι ὁ κατὰ τὰ ἄλλα συμπαθέστατος π. Γκάλλαχαν, θὰ βοηθηθεῖ πνευματικὰ μὲ ὅσα
γράψαμε καὶ θὰ ξεπεράσει τοὺς προβληματισμούς του. Βέβαια αὐτὸ δὲν εἶναι μία εὔκολη
ὑπόθεση, δεδομένου ὅτι ἀκόμη καὶ μέσα στὴν Ὀρθοδοξία ἀκούγονται ἀρκετὲς
θεολογικὲς φωνές, ποὺ συνηγοροῦν ὑπὲρ τῶν ὁμοφυλοφιλικῶν σχέσεων, πράγμα τὸ ὁποῖο
προκαλεῖ σ’ αὐτὸν σύγχυση. Τὸ γεγονὸς ὅτι στὸ ἄρθρο τοῦ παραθέτει πολλὲς
μαρτυρίες Ἑλλήνων Πατέρων, ὅπως καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ἀμφισβητεῖ, οὔτε ἀπορρίπτει
τοὺς ἁγίους Πατέρες, αὐτὸ δείχνει ὅτι βρίσκεται σὲ καλὸ δρόμο. Ἔκανε ἕνα μεγάλο
βῆμα: Νὰ ἀσπασθεῖ τὴν Ὀρθοδοξία. Τώρα ἀπομένει νὰ κάνει καὶ τὸ δεύτερο μεγάλο βῆμα:
Νὰ ξεπεράσει τὰ ὁμοφυλοφιλικὰ κατάλοιπα τοῦ προτεσταντικοῦ παρελθόντος, πράγμα
τὸ ὁποῖο εὐχόμαστε ἀπὸ καρδίας.
Ἐκ
τοῦ Γραφείου Αἱρέσεων καὶ Παραθρησκειῶν.
2 σχόλια:
Εξαιρετικό κείμενο με αγάπη και ενδιαφέρον για το ατόπημα του πατρός.
Η.
εξαιρετικο κειμενο μπραβο στην ομαδα του πειραιως.
Δημοσίευση σχολίου