Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

Ο Θεός ως πνεύμα



          

Στη Βίβλο ο Θεός παρομοιάζεται και ως φωτιά. Όταν ο Παράκλητος κατέρχεται στους πρώτους χριστιανούς την ημέρα της Πεντηκοστής είναι «διαμεριζόμεναι γλώσσαι ωσεί πυρός». Σαν τον άνεμο, κι η φωτιά είναι άπιαστη, ζωντανή, ελεύθερη, αεικίνητη, δεν μπορεί να μετρηθεί, δεν μπορεί να ζυγισθεί ή να περιορισθεί σε στενά όρια. Νιώθουμε τη ζέστη από τις φλόγες αλλά δεν μπορούμε να τις κλείσουμε και να τις κρατήσουμε στα χέρια μας.
          Τέτοια είναι η σχέση μας με το Πνεύμα. Έχουμε συνείδηση της παρουσίας του, ξέρουμε τη δύναμή του, αλλά δεν μπορούμε ν’ απεικονίσουμε εύκολα το πρόσωπό του. Το δεύτερο πρόσωπο της Αγ. Τριάδος ενσαρκώθηκε, ζώντας ως άνθρωπος πάνω στη γη. Τα ευαγγέλια μας λένε  για τα λόγια του και τις πράξεις  του, το πρόσωπό του μας κοιτάζει από τις άγιες εικόνες κι έτσι δεν είναι δύσκολο να το απεικονίσουμε μέσα τις καρδιές μας. Αλλά το Άγ. Πνεύμα δεν ενσαρκώθηκε. Το θείο του πρόσωπο δεν μας αποκαλύφθηκε μ’ ανθρώπινη μορφή. Στην περίπτωση του δευτέρου προσώπου της Τριάδος, ο όρος «γενεά» ή «γεννάται», που χρησιμοποιείται για να δείξει την αιώνια προέλευσή του από τον Πατέρα, φέρνει στο νου μας μια συγκεκριμένη ιδέα, ένα ορισμένο σχήμα αν και αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή η έννοια δεν ερμηνεύεται κυριολεκτικά. Ο όρος όμως που χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την αιώνια σχέση του Πνεύματος προς τον Πατέρα, -εκπόρευση- δεν δίνει σαφή και συγκεκριμένη ιδέα. Είναι σαν ένα ιερογλυφικό που δείχνει κάποιο μυστήριο που δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί τελείως. Ο όρος δείχνει ότι η σχέση ανάμεσα στο Πνεύμα και στον Πατέρα δεν είναι η ίδια όπως αυτή ανάμεσα στον Υιό και στον Πατέρα. Αλλά τι μπορεί να είναι η ακριβής φύση της διαφοράς δεν μας έχει ειπωθεί. Αυτό είναι αναπόφευκτο γιατί η ενέργεια του Αγ. Πνεύματος δεν μπορεί να οριστεί με λόγια. Πρέπει να βιωθεί ως εμπειρία άμεσα.
          Όμως, παρ’ όλη αυτή τη μυστική ιδιότητα στο Άγ. Πνεύμα, η ορθόδοξη παράδοση διδάσκει σταθερά δύο πράγματα γι’ αυτό : πρώτον, το Πνεύμα είναι ένα πρόσωπο. Δεν είναι μόνο μια «θεία ριπή», δεν είναι μόνο μία αναίσθητη δύναμη, αλλά ένα από τα τρία πρόσωπα της Αγ. Τριάδος. Κι έτσι, παρ’ όλη τη φαινομενική αδυναμία σύλληψής του, μπορούμε και μπαίνουμε σε μια προσωπική «Εγώ-Συ» σχέση μαζί του. Δεύτερο, το Πνεύμα σαν το τρίτο μέλος της Αγ. Τριάδας είναι ισότιμο και συναϊδιο με τ’ άλλα δύο. Δεν είναι απλώς μία λειτουργία που εξαρτάται απ’ αυτά ή ένας μεσάζοντας που χρησιμοποιούν.
          Μία από τις κύριες αιτίες, για την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία απορρίπτει τη Λατινική προσθήκη του Φιλιόκβε στο «Πιστεύω», όπως επίσης τη παπική διδασκαλία για τη «διπλή εκπόρευση» του Πνεύματος που βρίσκεται πίσω απ’ αυτή την προσθήκη, είναι ακριβώς ο φόβος μας ότι μια τέτοια διδασκαλία ίσως οδηγήσει τους ανθρώπους ν’ αποπροσωποποιήσουν και να υποβιβάσουν το Άγ. Πνεύμα. 

Κάλλιστου Γουέαρ, «Ο Ορθόδοξος Δρόμος»  

Δεν υπάρχουν σχόλια: