Είναι φυσική δυσκολία το να
συνειδητοποιήσουμε και να ζήσουμε αυτό που είπε ο Χριστός στον Απόστολο Θωμά
«Μακάριοι οἱ μή εἰδόντες καί πιστεύσαντες», και για πολλούς από μας γίνεται
ανυπέρβλητη, γιατί ισχύει αυτό που έγραψε η Φλάνερι Ο’ Κόνορ: «Δεν σε γνωρίζω,
Κύριε, γιατί ο εαυτός μου ο ίδιος είναι το εμπόδιο»! Η πιο δύσκολη εφαρμογή της
πίστης είναι η εφαρμογή της στη ζωή.
Εχουμε στραβή αντίληψη για τα
ανθρώπινα δεδομένα και φανταζόμαστε ότι όσα έχουμε, τα μπορούμε ή τα αποκτούμε
ή τέλος πάντων μας χορηγούνται ως «πακέτο», δηλαδή σαν ενιαίο σύνολο και όχι ως
αύξουσα πορεία μετοχής. Δεχόμαστε και για την πίστη ότι ή έχει κάποιος πίστη ή
δεν έχει! Φανταζόμαστε ότι είναι κάτι όπως το χέρι μας ή το χρώμα των ματιών
μας. Δηλαδή ή έχω χέρι ή δεν έχω. Ή τα μάτια μου είναι γαλάζια ή όχι. Η πίστη
όμως είναι εντελώς άλλη υπόθεση. Είναι μικρή ή μεγάλη, αύξουσα ή μειούμενη.
Πίστη είναι η αίσθηση και το βίωμα που δημιουργείται από μια σχέση. Αίσθηση
ασφάλειας ή ασάφειας. Σιγουριάς ή εκκρεμότητας. Μεγάλης εμπιστοσύνης ή
ελάχιστης εμπιστοσύνης.
Πίστη είναι αυτό που βεβαιώνει
την καρδιά του ανθρώπου ώστε να είναι σίγουρος για τον άλλον. Εκείνο που
εισέρχεται στην καρδιά των ανθρώπων και την ίδια στιγμή παραμένει ασύλληπτο.
Είναι αυτό που λέει ο Βλάσιος Πασκάλ: «Εχει λόγους η καρδιά να εμπιστεύεται,
που το μυαλό αδυνατεί να καταλάβει». Πίστη είναι μια ψυχική διεργασία που,
ξεκινώντας από τα ανθρώπινα (στη σχέση με τους γονείς), γίνεται η βάση και το
βάθρο για να υπάρξει και να στηθεί και η πίστη στον Χριστό. Αυτά όλα, φυσικά,
δεν έχουν καμιά σχέση με την απλή διανοητική πεποίθηση ότι ο Θεός υπάρχει.
Φυσικά η διανοητική αποδοχή της ύπαρξης του Θεού προϋποτίθεται, γιατί αλλιώτικα
η όλη ιστορία καταντάει μια αυταπάτη. Η παραδοχή όμως ύπαρξης Θεού δεν συνιστά
εμπιστοσύνη. Η Ευαγγελική πίστη είναι ήδη στην αγάπη. Πίστη στον Χριστό είναι
να αφηνόμαστε σ’
Αυτόν για ό,τι συνιστά την ύπαρξή
μας. Πίστη είναι η βεβαιότητα ότι αγαπιόμαστε, ότι συνοδευόμαστε και
καθοδηγούμαστε, ακόμα και στα χειρότερα, που μπορούν να μας συμβούν!
Ο Θεός είναι πάντα Θεός της
Εξόδου, της απελευθέρωσης από τις δουλείες μας. Γι’ αυτό πίστη και χαρά πάνε
μαζί. Οπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή: Πίστη σημαίνει
«σιγουριά» για αυτά που ελπίζουμε, «βεβαιότητα» για αυτά που δεν βλέπουμε
(11,1). Η πόρνη εκδηλώνει την ευγνωμοσύνη της πριν ο Χριστός της πει: «Ἡ πίστις
σου σέσωκέ σε» (Λουκ. 7, 35-40). Η πίστη της ήταν μια πίστη που μπόρεσε να
προκαταλάβει, με μια χειρονομία ευγνωμοσύνης, την έκβαση της συνάντησης!
Ο Χριστός προσεύχεται να μην
«εκλίπει» (δηλαδή να μην εξαφανιστεί) η πίστη του Πέτρου, ώστε να στηρίζει τους
αδελφούς του επιστρέφοντας, τότε που ο Σατανάς ζητάει να μας «λειώσει» σαν το
σιτάρι στις μυλόπετρες (Λουκ. 22, 31-34). Στην αρχή ο Χριστός μιλάει στον ενικό
και στη συνέχεια στον πληθυντικό, επισημαίνοντας ότι το θέμα αφορά όλους.
Η αμφιβολία
Οι Ευαγγελιστές μάς έκαναν
γνώστες και μετόχους της αβεβαιότητας της πίστεως των μαθητών (των πρώτων
πιστών), για να συνειδητοποιήσουμε ότι «μια πίστη που δεν αμφιβάλλει, είναι
πεθαμένη πίστη» (Βλ. Πασκάλ). Οι απόστολοι ζητούν από τον Χριστό να τους
«προσθέσει» πίστη!
Ο πατέρας του σεληνιαζόμενου
νεαρού με την κραυγή του «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ με στην απιστία μου» εκπέμπει
την πιο ανθρώπινη φωνή. Αν χρησιμοποιήσουμε μια σύγχρονη εικόνα, η πίστη σε
παρακινεί να προχωράς στη ζωή, όπως ένας ρεπόρτερ σε άγνωστη χώρα...!
Αν η πίστη σας σάς κάνει λιγότερο
ευαίσθητους, σας σκληραίνει στη χαρά της ζωής ή και σας κάνει τραχείς, αν σας
δίνει την αυταπάτη ότι τα ελέγχετε όλα, αν τέλος πάντων η πίστη σας σάς κάνει
λιγότερο... έξυπνους, τότε μπορείτε να πείτε στον εαυτό σας ότι τέτοια πίστη
δεν προέρχεται από τον Ζώντα Θεό Ιησού! Είναι μια κακή απομίμηση: Αντί να είναι
δυνατή και ανοιχτή στις εκπλήξεις (ως κλήση που είναι από τον Χριστό),
κακομοιριάζει και γίνεται ξερή σαν σλόγκαν.
Η πίστη είναι ο συνδετικός κρίκος
ανάμεσα στην ανθρώπινη αδυναμία και στη θεϊκή παντοδυναμία.
Πίστη είναι το μάτι, με το οποίο
βλέπουμε τον Χριστό. Ενα θολό ή ένα δακρυσμένο μάτι εξακολουθεί να είναι ένα
μάτι που μπορεί να δει τον Χριστό.
Πίστη είναι το χέρι με το οποίο
κρατιόμαστε από τον Χριστό. Ενα χέρι που τρέμει, είναι ένα χέρι που μπορεί να
απλώσει και να πιάσει το κράσπεδο του ιματίου του Χριστού.
Πίστη είναι η γλώσσα με την οποία
γευόμαστε και διαπιστώνουμε ότι «Χρηστός ὁ Κύριος». Μια γλώσσα που την καίει ο
οποιοσδήποτε πυρετός, μπορεί να παραμένει μια γλώσσα επικοινωνίας και
εμπιστοσύνης.
Πίστη είναι το πόδι που βαδίζει
προς τον Χριστό. Και ένα πόδι που κουτσαίνει, συνεχίζει να είναι ένα πόδι που,
έστω και προχωρώντας αργά, μπορεί να πηγαίνει προς τον Χριστό.
Πιστεύουμε, Κύριε, βοήθησέ μας
στην απιστία μας, γιατί, Κύριε, δεν πιστέψαμε επειδή τάχα τα καταλάβαμε όλα!
* Ο π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος είναι
εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου Πρέβεζας.
1 σχόλιο:
Ωραίο κείμενο!
Δημοσίευση σχολίου