Τρίτη 4 Μαρτίου 2025

Οι συνέπειες της Αδαμικής παράβασης

 


Στο σημείο αυτό υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη διδασκαλία των Εκκλησιών, οι οποίες προσδιορίζονται κατά κανόνα από τα διδάγματα της αρχέγονης δικαιοσύνης.

            Κατά την  Ορθόδοξη Εκκλησία, τα δώρα της χάριτος που κόσμησε ο Θεός την πρωτόκτιστη φύση, δεν ήταν μια απλή εξωτερική προσθήκη, αλλά σύνδεσμος εσωτερικός και οργανικός με το «κατ’ εικόνα» στον άνθρωπο, η αμαρτία του Αδάμ από τη μια μεριά γύμνωσε τη φύση από τα πνευματικά δώρα της χάριτος, κι από την άλλη αμαύρωσε και αχρείωσε το «κατ’ εικόνα».

            Με την απώλεια των δώρων της αρχέγονης δικαιοσύνης ο άνθρωπος διέρρηξε την κοινωνία που έτυχε με τον Δημιουργό, έγινε ξένος και έρημος της χάριτος του Θεού, διετάραξε τη σχέση του με την φυσική κτίση, την οποία τελικά λάτρευσε, και απορροφήθηκε από τα υλικά πράγματα της γης.

            Η δε αχρείωση του «κατ’ εικόνα» σημαίνει φθορά και καταστροφή του έσω ανθρώπου κυριαρχημένου από το σαρκικό φρόνημα, την αμαρτητική ορμή. Ο νους, το κέντρο της πνευματικής ουσίας του ανθρώπου, από την κατεύθυνση που είχε προς τον Θεό και τα θεία πράγματα, στράφηκε προς την ύλη και τα πράγματα του κόσμου, ενώ η βούλησή του, που κι αυτή φερόταν προς τον Θεό και ήθελε τα πράγματα του Θεού, μετά την πτώση φέρεται σταθερά προς το κακό, επιθυμώντας την αμαρτία. Σε τέτοια κατάσταση που βρέθηκε ο μεταπτωτικός άνθρωπος παραβάλλεται με τη φύση του αυτού που έπεσε στους ληστές, την οποία γύμνωσαν και κακοποίησαν.

            Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι την αχρείωση του «κατ’ εικόνα» η  ορθόδοξη ανθρωπολογία δεν την δέχεται ως πλήρη απόσβεση και καταστροφή, ώστε ο μεταπτωτικός άνθρωπος να είναι πνευματικά αναίσθητος και νεκρός. Και με τη φθαρείσα εικόνα του ο άνθρωπος δεν έπαψε να διασώζει στη φύση του ίχνη του θείου φωτός, βάσει των οποίων μπορεί να κάνει το καλό, όπως λέγει ο Απ. Παύλος, μαρτυρούν στην Π. Δ. οι μαίες που αθέτησαν τη διαταγή του Φαραώ και η Ραάβ η πόρνη που έσωσε τους αγγέλους του Ιησού του Ναυή. Το φυσικό αυτό καλό δεν μπορεί να βέβαια να σώσει τον άνθρωπο, αλλ’ ούτε και να τον κατακρίνει. Το καλό δεν μπορεί  να γίνει κακό. Μόνο το πνευματικό καλό- του αναγεννημένου- μπορεί να συμβάλλει στη σωτηρία του ανθρώπου.

            Τέλος ως προς το φρόνημα της σάρκας, την αμαρτητική ορμή που βρίσκεται σε κάθε άνθρωπο, πρέπει να γίνει διαστολή της παρουσίας του στο φυσικό άνθρωπο- τον μη βαπτισμένο- και της παρουσίας του στον αναγεννημένο. Στον πρώτο η παρουσία του αμαρτητικού, που προέρχεται από μολυσμένο έδαφος από το προπατορικό αμάρτημα, είναι αμαρτία και κατακρίνεται. Ενώ στο δεύτερο, του οποίου η ψυχή είναι αναγεννημένη με το βάπτισμα, δε είναι αμαρτία αλλά κατάσταση αδιάφορη, εκτοπισμένη στην κατώτερη σφαίρα τη φύσεως που στα χέρια της πρόνοιας του Θεού μπορεί  να  διαδραματίσει άριστο μέσο παιδαγωγίας του ανθρώπου. Στο μέτρο δηλαδή που ο άνθρωπος καταγωνίζεται το αμαρτητικό αυτό μπορεί, με την βοήθεια της χάριτος του Θεού, να το περιστείλει, και να προάγεται πνευματικά και να τελειώνεται. Αντίθετα, αν ολιγωρήσει, μπορεί να κυριευθεί από την αμαρτητική ορμή, να εκπέσει από το αγαθό και να απολεσθεί.

            Βέβαια αυτά τα πράγματα εμείς οι αδύνατοι δύσκολα τα καταλαβαίνουμε. Δεν μπορούμε δηλαδή να κατανοήσουμε, πως το ιερό βάπτισμα αφανίζει την αμαρτία από την  ψυχή και να αναγεννά τον άνθρωπο πνευματικά και την ιδία στιγμή παραμένει στη φύση η αμαρτητική ορμή, που είναι λείψανο της αμαρτίας.

            Ο ΚΑΤΗΧΗΤΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: