Δευτέρα 29 Απριλίου 2024

Ανδρέας Μοράτος: Είδοσαν και είδον

 


Είδοσαν και είδον

            Στην αρχή της Θ. Λειτουργίας της Σταυροπροσκυνήσεως στον ψαλμικό στίχο που προηγείται του πρώτου «Σώσον, ημάς Υιέ Θεού…», ακούμε: «Είδοσαν πάντα τα πέρατα της γης το σωτήριον του Θεού ημών» [= « Όλα τα πέρατα της γης είδαν τη σωτηρία που φέρνει ο Θεός μας» ] (Ψαλμ. 97, 3).

            Ο τύπος «είδοσαν» φαίνεται παράξενος, καθώς παίρνει τη θέση του κλασσικού τύπου «είδον» [αόριστος β΄ του ρήματος οράω/ορώ] θα τον συναντήσουμε και πάλι στους ψαλμούς. Στο χωρίο Ψαλμ. 76, 17: «είδοσάν σοι ύδατα και εφοβήθησαν» [= σε είδαν τα νερά, Θεέ, σε είδαν τα νερά και φοβήθηκαν»], φράση που επαναλαμβάνεται αυτούσια σε ευχή του Μεγάλου Αγιασμού.

            Παράλληλα, στην Π. Δ. θα βρούμε και τον κλασσικό (κανονικό) τύπο «είδον» [π. χ. «ότι είδον οι οφθαλμοί μου», Α΄ Βασιλειών 14, 29]. Τον ίδιο τύπο θα βρούμε και στην Κ. Δ. (π.χ. στη γνωστή φράση του γηραιού Συμεών «ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου» [Λουκ. 2, 30], η στο Λουκ. 24, 24: «αυτόν δε ουκ είδον»].

            Πως εξηγείται αυτή η διτυπία, να συναντάμε δηλ. στην Αγ. Γραφή και το «είδον» και το είδοσαν»;

            Η εξήγηση έχει να κάνει με ότι, μετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, η ((Αρχαία ) Ελληνική έγινε διεθνής γλώσσα της εποχής της (όπως τα Αγγλικά σήμερα). Όταν μια γλώσσα επεκτείνει τόσο πολύ το εύρος της, και καθώς πρέπει πλέον να ομιλείται από μεγάλο αριθμό ομιλητών που δεν την κατέχουν ως μητρική, τείνει να άρει δύσκολους τύπους και εξαιρέσεις, και προσανατολίζεται σε πιο ομαλές, πιο κανονικές μορφές, ώστε να καταστεί πολύ πιο εύκολη στην εκμάθησή της.

            Στη συγκεκριμένη περίπτωση, έχουμε συνδυασμό δύο δυσκολιών: Η πρώτη έχει να κάνει με ότι ο Αόριστος β΄ ήταν ένας άλλος τρόπος σχηματισμού Αορίστου, που είχε καταλήξεις Παρατατικού και ενεστώτα (!). Και τέτοιο, όπως είναι ευνόητο, προκαλούσε σύγχυση στον μη φυσικά ομιλητή της Ελληνικής. Η δεύτερη δυσκολία έχει να κάνει με ό,  τι ο Αόριστος α΄ (ο κανονικός Αόριστος) είχε κατά συντριπτικό κανόνα-σ- πριν την κατάληξη (στην περίπτωση αυτή λέγεται ένσιγμος Αόριστος), όπως συμβαίνει και σήμερα [π. χ. αρχαιοελληνικός και νεοελληνικός Αόριστος «έλυσα»].

            Έτσι, ο τύπος «είδοσαν» απάλλασε τον ξένο που έπρεπε να μάθει Αρχαία Ελληνικά και από τις δύο  δυσκολίες που του δημιουργούσε ο τύπος «είδον» : Αφενός είχε –σ-  [ήταν ένσιγμος]. Αφετέρου είχε κατάληξη Αορίστου α’ (αν), όχι Παρατατικού (-όν) ! ].

            Ανδρέας Μοράτος

Δεν υπάρχουν σχόλια: