Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

Η έννοια του “δοσίματος”


Η έννοια του “δοσίματος” έχει πολλές διαστάσεις και ερμηνείες. Δίνεις για να κατέχεις, για να πάρεις, για να αισθάνεσαι ότι είσαι κάποιος, για να επιτεθείς, για να εξουσιάσεις, για να ελέγξεις, για να ικανοποιήσεις την ναρκισσιστική σου ανάγκη να αισθάνεσαι ότι θυσιάζεσαι για τους άλλους κ. λ. π.

          ΄Όταν δίνεις κάνοντας υπολογισμούς, δηλ. απαιτείς ανταπόκριση και ανταπόδοση, αν μια τέτοια ανταπόδοση δεν ήλθε, τότε αισθάνεσαι εξαπατημένος, ότι έγινες αντικείμενο εκμετάλλευσης, ότι προδόθηκες, ότι πιαστήκαμε κορόιδο και σε τίποτα δεν σε απαλύνει το γεγονός, ότι σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν υπάρχει καμία προσυμφωνία για ανταπόδοση.

         Για τον Χριστό όμως το δόσιμο είναι περίσσευμα, ξεχείλισμα, σημάδι ζωής, έκφραση δυναμισμού, πράξη δημιουργίας. Το αυθεντικό δόσιμο προϋποθέτει  σχέση με την Εκκλησία. Να δίνεις χωρίς λόγο και αιτία, έτσι επειδή το θέλεις. Πρόκειται για την κατάθεση αυτού που λέει ο άγιος Μάξιμος “γνωμικό θέλημα”, την παραχώρηση της ανθρώπινης θελήσεως στο Χριστό. (“πλην ουχ  ως εγώ θέλω αλλ’ ως συ”).

          Η θέληση κάνει πραγματικότητα την έφεση για κοινωνία. Οπότε σ’ αυτή την περίπτωση το να δίνεις είναι ένας τρόπος ζωής, σχέσης αντίθετος με το  βιολογικό  και το φίλαυτο. Το δόσιμο της Εκκλησίας έχει να κάνει με το ουσιαστικό δόσιμο της ζωής ή του θανάτου.  Άλλο το δόσιμο της φύσης  και άλλο το δόσιμο του προσώπου. Στην πρώτη περίπτωση νομίζεις ότι όλα εξαρτώνται από σένα, γίνεται αυτοσκοπός, ενώ στη δεύτερη δεν πιστεύεις ότι δίνεις εσύ, αλλά ο Χριστός μέσα από σένα. Το προσωπικό δόσιμο, το εν Χριστώ δόσιμο, δεν σημαίνει χάσιμο ορίου. Ο Χριστός  λέει να γυρίζουμε και το άλλο μάγουλο, αλλά λέει επίσης “να παραιτείσαι από την νουθεσία αιρετικού ανθρώπου μετά από πρώτη και δεύτερη απόπειρα, και όποιος δεν μας δέχτηκε σκουπίστε και τη σκόνη από τα παπούτσια σας. Μπορώ να δίνω αρνούμενος, να δίνω ματαιώνοντας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερος ναρκισσισμός από το να παγιδεύεις τον άλλο στη γοητεία του δοσίματος, στη γοητεία και καταναγκαστική αποδοχή της “καλοσύνης” μου.

      Λέγοντας και “όχι”, δίνω ίσως κάτι πολυτιμότερο από τις όποιες υπηρεσίες και εξυπηρετήσεις μου. Δίνω σημαίνει αφήνω το περιθώριο της ελευθερίας του άλλου να με αρνηθεί, να θυμώνει μαζί μου, να μην πει “όχι” και εκείνος. Ο Χριστός αγαπά τόσο, ώστε να συγχωρεί τους σταυρωτές, χωρίς όμως να τους κάνει κανένα ιδιαίτερο χατίρι.
γ.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ωραίο!