ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ
ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ (Α΄ )
Δύο τρόποι υπάρχουν δια να μεταβή
κανείς από την μονήν Βατοπεδίου εις την
του Παντοκράτορος: πεζή και με βενζιλόπλοιον. Και ενώ δια ξηράς απαιτούνται δύο
ημίσειαι ώραι, δια θαλάσσης αρκεί μία. Αν και η πορεία είναι επιπονωτέρα, όμως
θεωρείται γοητευτικωτέρα και πλουσιωτέρα εις θεάματα. Τον ανήφορον ακολουθεί ο
κατήφορος και τανάπαλιν. Η βλάστησις εδώ οργιάζει, αλλά και η αγριότης του
τοπίου δεν απουσιάζει. Έτσι ο οδοιπόρος απολαμβάνει μίαν άτακτον και αγρίαν
ομορφιάν. Και η συντομωτέρα με το βενζινόπλοιον ματάβασις έχει τα θεάματα της.
Ο επισκέπτης αντικρύζει κατ’ αρχάς από την θάλασσαν τα ερείπια της παλαιάς
Αθωνιάδος Σχολής, εις την οποίαν εδίδαξεν επί τετραετίαν ο πολύς Ευγένιος Βούλγαρης, έπειτα
κάνουν την εμφάνισιν των μερικά κελλία, εγκατεσπαρμένα εις καταπρασίνους λόφους
και κοιλάδας. Μόλις δε το βανζινόπλοιον περιπλεύσει μικρόν όρμον, διακρίνεται
από μακρυά υψηλός πύργος, περιβαλλόμενος από πολλά προσκτίσματα. Είναι η μονή
Παντοκράτορος. Η πρώτη εντύπωσης είναι ότι αναδύεται από την θάλασσαν. Μετ’
ολίγον όμως αντιλαμβάνεται κανείς ότι υψώνεται επάνω εις θαλασσόδαρτον βράχον
και εις ύψος περίπου 30
μέτρων.
Ο ορίζων της είναι ευρύτατος. Ο αρχοντάρης είναι ένας καλωσυνάτος
γέρων. Ερωτηθείς κάποτε που ευρίσκονται οι μοναχοί και δεν φαίνονται πουθενά,
απάντησεν:
«Αναπαύονται. Διότι το βράδυ θα έχουν ολονύκτιον
ακολουθίαν».
Όταν δε την επομένην του απηυθύνθη η
ιδία ερώτησις, απάντησεν ο αγαθός γέρων:
«Οι πατέρες αναπαύονται διότι είχον ολονύκτιον
αγρυπνίαν».
Η μονή Παντοκράτορος εκτίσθη κατά τα
μέσα του 14ου αιώνος υπό του μεγάλου στρατοπεδάρχου του Βυζαντίου
Αλεξίου και του αδελφού του Ιωάννου του μεγάλου πριμικυρίου. Και οι δύο
γενόμενοι μοναχοί εμόνασαν εις την μονήν αυτήν, όπου απέθανον και ετάφησαν,
όπως δεικνύει η διαθήκη των και το εντός του καθολικού σωζόμενον πυραμοσκεπές
μαυσωλείον των. Ενωρίς, το 1393 ή ολίγον πρότερον, υπέστη ζημίας από πυρκαιάν.
Εφρόντισαν όμως δια την ανοικοδόμησιν της ο Πετράρχης Αντώνιος και ο αυτοκράτωρ
Μανουήλ Παλαιολόγος.
Κατά τα τέλη του 14ου
αιώνος προσηρτήσθησαν εις αυτήν αι μοναί Αυξεντίου, Αγίου Δημητρίου, Φαλακρού,
Σωτήρος και Ραβδούχου. Έκτοτε εγνώρισεν οικονομικήν και πνευαμτικήν ακμήν. Τον
18ο αιώνα τα κελλία των μοναχών εγνώρισαν γενικήν ανακαίνισιν.
Πυρκαιά κατ΄ςσρεςψε το 1950 την
βοειοανατολικήν πτέρυγα αυτής, η οποία και πάλιν ανεκαινίσθη υπό της ελληνικής
πολιτείας και των μοναχών. Είναι Κοινόβιος και αριθμεί περί τους 30 μοναχούς,
μεταξύ των οποίων διακρίνονται οι προηγούμενοι Αθανάσιος και Ευθύμιος.
Π. Κ. ΧΡΗΣΤΟΥ, «ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ» Πατρ.
Ιδρ. Πατερικών μελετών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου