Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

KYΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ Ματθ. 25, 31- 46



Η ΑΓΑΠΗ ΩΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑ

          Εν ολίγοις

          Η σημερινή ευαγγελική διήγηση έχει μία οργανική συνάφεια αντίστοιχη με αυτή της προηγούμενης Κυριακής. Η περασμένη παραβολή μας υπογράμμισε την αγαθότητα και την ευσπλαχνία του Θεού. Ο Θεός δεν είναι μόνο πατέρας γεμάτος από αγάπη που υποδέχεται τον νεώτερο γιό, αλλά είναι και δίκαιος, υπέρτατος Κριτής που κρίνει όχι αυθαίρετα βέβαια, αλλά αμείβει ή τιμωρεί  ανάλογα με τα έργα του τον άνθρωπο. Ουσιαστικά ο ίδιος ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για την σωτηρία του ή την απώλειά του.
          Ένα αναπόφευκτο γεγονός που θα λάβει χώρα στα έσχατα και θα σφραγίσει την προσωπική μας ζωή, είναι η μέλλουσα Κρίση. «Όταν έλθει ο υιός του ανθρώπου….», αργά ή γρήγορα θα έλθει η ώρα της κρίσεως, της αποκαλύψεως της τραγικής αλήθειας. Αυτή είναι η μόνη αληθινή  κρίση για τον άνθρωπο, όταν τα ψεύτικα επιτεύγματα χάσουν τη λάμψη τους και στη θέση τους θα μπει η φωνή του υπέρτατου κριτού, αυτή που τόσο παραστατικά εμφανίζεται στη σημερινή ευαγγελική περικοπή.
          Υπάρχουν πολλοί που δυσπιστούν για τον ερχομό αυτής της ώρας της κρίσεως. Μπορεί βέβαια να μην έρχεται τώρα σ’ αυτή την μορφή, μέσα σε μια αλλαγή του κόσμου. Έρχεται όμως καθημερινά σαν ερώτημα προς τον άνθρωπο, σαν υπενθύμιση του Χριστού για το ποιο είναι το έσχατο  κριτήριο  που καταξιώνει την ανθρώπινη ζωή. Τα λόγια του Χριστού κρίνουν τον άνθρωπο από τώρα κιόλας, χωρίς να έχει έρθει η ώρα του έσχατου δικαστηρίου που περιγράφει ο ιερός ευαγγελιστής. Γιατί το κριτήριο για την αποτίμηση της ζωής μας είναι δοσμένο, αρκεί ν’ ακούμε μέσα μας τη φωνή του: Είναι η αγάπη που ενσάρκωσε ο Χριστός, όπως την διακηρύσσει η Εκκλησία, όπως την έζησαν οι άγιοι, αυτοί που συγκρατούν τον κόσμο από τον αφανισμό μέσα στην ερημιά της μόνωσης και της εγκατάλειψης.
          Μόνο που η αγάπη δεν είναι ένας απλός συναισθηματισμός ή συμπόνια. Αυτά βέβαια είναι καλά πράγματα, αλλά είναι προβαθμίδες της αγάπης. Η αγάπη είναι διαφορετικό πράγμα. Είναι η κένωση, το άδειασμα του εαυτού μας, έτσι που να δεχτούμε τον άλλο ισότιμα, ως πρόσωπο, ως αδελφό, ως τύπο του Χριστού. Αγάπη είναι η κοινωνία του Εγώ με το Εσύ χωρίς καμία προκατάληψη. Γι αυτό όταν ο Χριστός μιλά για πεινασμένους και διψασμένους, δεν αναφέρεται στα αίτια που τους οδήγησαν στην πείνα ή την δίψα. Ούτε όταν αναφέρεται για ξένο, δεν νοιάζεται  αν είναι φίλος ή εχθρός, σοβαρός ή αλήτης.
          Η αγάπη είναι παγκόσμια. Και γίνεται το απόλυτο διαχρονικό μέτρο του Θεού που μας ζυγίζει. Αποτελεί το αδιαμφισβήτητο  κριτήριο της κρίσεώς μας. Ο άνθρωπος δεν έχει ασφαλέστερο δρόμο και τρόπο για να ενωθεί με τον Θεό  και να μπει στη βασιλεία Του, παρά μόνο την έμπρακτη αγάπη προς τον άλλο. Εδώ σημασία δεν έχει το ποιος είναι ο πλησίον, αλλά στο πώς θα γίνουμε εμείς «πλησίον» στον άλλο. Ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος λέγει χαρακτηριστικά: «Όταν φθάνουμε την αγάπη, φθάνουμε στο Θεό και ο δρόμος του αγώνα μας τελειώνει». Ο Χριστός  ταυτίζει τον εαυτό του με τους ταλαιπωρημένους, τους θλιμμένους, τους καταφρονεμένους και μας ζητά να τον ανακαλύψουμε και να τον συναντήσουμε μέσα από την αγάπη μας γι’ αυτούς. Όταν πάσχει ο άνθρωπος, συμπάσχει μαζί του και ο Θεός. Γι’ αυτό η διακονική αγάπη προς τον πάσχοντα αποδεικνύει με απτό τρόπο την πίστη και την αγάπη μας προ τον Θεό.
          «Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα…και ουκ διακονήσαμέν σοι;». Αν η αγάπη δεν διακονεί, τότε δεν είναι γνήσια και ξεπέφτει. Η διακονία είναι κορυφαία έκφραση της χριστιανικής παρουσίας και μαρτυρία του κόσμου. Είναι μία θυσία που μπορεί να θεραπεύσει ό, τι βασανίζει τον όλο άνθρωπο. Τα διάφορα δεινά της ζωής που μαστίζουν τον άνθρωπο ως πρόσωπο και την κοινωνία δημιουργούν αναρίθμητες εστίες κακού, όπως ασθένειες, δυστυχία, θεομηνίες, πείνα, εγκατάλειψη, εγκληματικότητα, περιφρόνηση, μοναξιά, εκμετάλλευση, μετανάστευση, αδικία, ανεργία κ. α. Είναι καταστάσεις που ζουν οι ελάχιστοι αδελφοί του Ιησού Χριστού.
         Αλλά το συγκλονιστικό ερώτημα είναι: πώς αντιμετωπίζονται όλες αυτές οι ανθρώπινες τραγωδίες; Δυστυχώς τις προσπερνάμε με αδιαφορία ή με οίκτο ή με συναισθηματισμό. Περιορίζουμε το ενδιαφέρον μας στα όρια της ελεημοσύνης. Αδυνατούμε να ξεπεράσουμε το φόβο και την ανασφάλεια που προέρχεται από την ανωνυμία των αγνώστων συνανθρώπων μας. Είμαστε τραγικά ανίκανοι να κατέβουμε στον «Άδη της ζωής τους», ώστε να τους βοηθήσουμε και να τους αναστήσουμε στη ζωή της αγάπης.
       Μερικοί ίσως πουν, ότι καλά είναι όλα αυτά, αλλά κινούνται στη σφαίρα της ουτοπίας. Σωστά, αλλά μήπως και ο αγώνας  για την κατάκτηση του πλούτου ή της δόξας είναι μικρότερος και απλούστερος ή πιο ανώδυνος; Οι δυσκολίες που απαιτεί η αγάπη ως έσχατο κριτήριο των πράξεών μας δεν είναι μεγαλύτερες  και η ικανοποίηση είναι μονιμότερη και βαθύτερη. Δύσκολη είναι μόνο η αρχή, γι αυτό και συνήθως επιλέγουμε την αναβολή. Ε, λοιπόν η σημερινή ευαγγελική παραβολή μας προσκαλεί να την νικήσουμε για να ξαναγεννηθούμε και να γίνουμε νέοι άνθρωποι και να γεμίσουμε ζωή αληθινή εισερχόμενου στη χαρά του Κυρίου μας.

Καλό Τριώδιο

π. γ. στ.                                                                               

        

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Ωραία ανάλυση του ευαγγελικού μηνύματος.