Ο φιλάργυρος είναι “κουμπαράς”.
Μαζεύει αυτός, για να τα βρουν οι άλλοι. Χάνει έτσι την χαρά του δοσίματος και
την θεία ανταπόδοση. Λέω σε έναν πλούσιο μια φορά: “Τι μαζεύεις; Υποχρεώσεις
δεν έχεις. Τι θα τα κάνεις;”. “Εδώ θα μείνουν, μου λέει, όταν πεθάνω”. “Εγώ σου
δίνω ευλογία, του λέω, να τα πάρεις επάνω όλα!”. “Εδώ θα μείνουν, ξαναλέει. Άμα
πεθάνω, ας τα πάρουν οι άλλοι”. “Εμ εδώ θα μείνουν, του λέω. Ο σκοπός είναι να
τα δώσεις με τα ίδια σου τα χέρια τώρα που ζεις”.
Δεν υπάρχει ποιο
ανόητος άνθρωπος από τον
πλεονέκτη, που μαζεύει συνέχεια και ζει συνέχεια με στέρηση και τελικά αγοράζει
την κόλαση με τις συγκεντρωμένες του οικονομίες. Το έχει τελείως χαμένο, γιατί
δεν δίνει και χάνεται με υλικά πράγματα, οπότε χάνει τον Χριστό.
Τον τσιγκούνη τον κοροϊδεύουν και οι άλλοι, Ήταν ένας πολύ
πλούσιος κτηματίας. Είχε χωράφια σε μια επαρχία, είχε στην Αθήνα διαμερίσματα,
αλλά ήταν πολύ τσιγκούνης. Μια φορά έφτιαξε μια χύτρα φασολάδα τελείως νερουλή,
για να φάνε οι εργάτες που δούλευαν στα
χωράφια του. Παλιά δούλευαν οι καημένοι από το πρωί, πριν βγει ο ήλιος, μέχρι
να βασιλέψει. Το μεσημέρι που σταματούσαν λίγο. για να ξεκουρασθούν, άδειασε το
αφεντικό μέσα σ’ έναν ταβά την φασολάδα και φώναξε τους εργάτες να φάνε.
Κάθησαν γύρω-γύρω οι καημένοι οι εργάτες και άρχισαν να τρώνε. Πότε έπιαναν με
το κουτάλι από κανένα φασόλι, πότε μόνον ζουμί! Ένας εργάτης ήταν πολύ
πειραχτήρι. Αφήνει το κουτάλι του και πάει παραπέρα. Βγάζει τις αρβύλες του,
τις κάλτσες του και προχωράει να μπει στον ταβά. ¨Τι κάνεις;”, του λένε οι
άλλοι. “Λέω να μπω μέσα, μήπως πιάσω κανένα φασόλι!”, τους λέει. Τόσο
τσιγκούνης ήταν εκείνος ο ταλαίπωρος. Γι’ αυτό, χίλιες φορές να τον κυριέψει η
σπατάλη τον άνθρωπο παρά η τσιγκουνιά.
Η τσιγκουνιά είναι μεγάλη αρρώστια! Άμα κυριέψει τον
άνθρωπο, μεγαλύτερη αρρώστια δεν υπάρχει. Η οικονομία καλή είναι, αλλά να
προσέξει κανείς να μην τον κυριέψει σιγά-σιγά ο πειρασμός με την τσιγκουνιά.
Όταν αρχίσει κανείς να μη μαζεύει πράγματα και τα δίνει, τότε α μαζευτεί η καρδιά στον Χριστό, χωρίς να το καταλάβει. Μια χήρα να μην έχει χρήματα να αγοράσει έναν πήχη ύφασμα να ντύσει τα παιδιά της και εγώ να μαζεύω; Πως να το ανεχθώ αυτό; Στο καλύβι δεν έχω ούτε πιάτα, ούτε κατσαρόλα. Τενεκεδάκια έχω. Προτιμώ ένα πεντακοσάρικο να το δώσω σε έναν φοιτητή, να πάει από το ένα μοναστήρι στο άλλο, παρά να πάρω κάτι για μένα. Αν δεν μαζεύεις έχεις ευλογία από τον Θεό. Όταν δίνεις ευλογία, παίρνεις ευλογία. Η ευλογία γεννάει ευλογία.
Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου