«Απορώ και εξίσταμαι, τι ποιήσω ο άθλιος, όταν το τέλος φθάσει, το της ζωής μου λοιπόν, που μοι ο δρόμος ο άκαιρος; Που τα αξιώματα; Που ο πλούτος, που τρυφή; Που η δόξα η πρόσκαιρος; Που της φύσεως, το καινότατον άνθος; Αλλά δεύρο, προ του τέλους ω ψυχή μου, τη Θεοτόκω προσπέσωμεν» (Θεοτοκίον του Εσπερινού της 11ης Οκτωβρίου).
Τα κορυφαία μαθήματα Ορθοδόξου ανθρωπολογίας-άρα και βιωτής- που λαμβάνει κάθε μέρα ο πιστός, είναι αναμφίβολα και βασικά, αλλά κυρίως ευεργετικά, ώστε να αποβάλλει «πάσαν βιοτικήν μέριμνα» και να εξετάζει βαθειά στην ψυχή του. Γι’ αυτό και η Εκκλησία, κάθε μέρα, έχει να του προσφέρει λόγους παραμυθίας και στοργής, ώστε να ηρεμήσει από τον κάματο της καθημερινότητας, να στραφεί «ενώπιος ενωπίω», και να ψιθυρίσει αυτά που απόψε στην Ακολουθία του Εσπερινού διάβασε. Λες και έγραψε ο ίδιος το τροπάριο αυτό, λες και ένιωθε την ανάγκη να εξομολογηθεί, με τα λόγια αυτά, εκειδά στο σύνορο της μέρας με τη νύχτα. Να προετοιμαστεί δηλαδή, γιατί δε γνωρίζει το αύριο και η ψυχή του δεν αντέχει άλλο το βάρος των όποιων του αστοχιών και πράξεων.
Και απευθύνεται στην Παναγία Μητέρα. Την οποία «μεσίτρια έχει προς τον φιλάνθρωπον Θεόν» λογαριάζοντας την μητρική της στοργή, την παντοτεινή της Σκέπη, ώστε να του δώσει απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα: ερωτήματα φυσιολογικά για κάθε ψυχή, που γνωρίζει τα όριά της σ’ αυτόν τον κόσμο και αποτάσσεται το κάθε τι που είναι περιττό, αλλά και πρόσκαιρο.
Γιατί σημασία έχει να γεύεσαι καθημερινά την εφημερία σου, το πρόσκαιρον του βίου σου, που είναι και σύντομος, αλλά περισσότερο κοπιώδης και πεφορτωμένος με πολλά και παράδοξα, τα οποία τεχνηέντως μας προβάλλει ο μισόκαλος, ώστε να αθετήσουμε αυτό που ομολογήσαμε κατά την ώρα του Μυστηρίου του Βαπτίσματος «Αποτάσση τω Σατανά; Και πάσι τοις έργοις αυτού; Και πάση τη λατρεία αυτού; Και πάσι τοις αγγέλοις αυτού; Και πάση τη πομπή αυτού;» Και αυτές οι παγίδες κρύβονται πίσω από το κάθε τι που πράττουμε ή διαλογιζόμαστε. Γι’ αυτό και το παραπάνω τροπάριο-όπως και ένα πλήθος όμοιων του-, μας χαρίζει μάθημα μέγιστον, ώστε ν’ αποφύγουμε κάθε κενοδοξία, κάθε απειλή του πονηρού που κρύβεται πίσω από αξιώματα, τρυφήν του βίου και αφροσύνη, την οποία μας γεννά ο αδίστακτος πλουτισμός.
Σφραγίζεις τα χέρια σου, λες και κλείνεις μέσα τους την ψυχή σου και ξαναλές… «Απορώ και εξίσταμαι τι ποιήσω ο άθλιος…. αλλ΄ εκ τούτων προφθάσασα σώσον με».
π. Κωνστ. Καλλιανός, «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ», τ. 245
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου